Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Την τιμή της Ευρώπης, της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και της δικής του πατρίδας έσωσε η πιο εμβληματική μορφή της μεταπολεμικής Γερμανίας, ο Καγκελλάριος Χέλμουτ Σμιτ, καυτηριάζοντας, με δύο δραματικές παρεμβάσεις του, την πολιτική της κυβέρνησης Μέρκελ απέναντι στην Ελλάδα και τον τρόπο που χειρίζεται τα ευρωπαϊκά πράγματα, υπερασπιζόμενος την ιδέα της Ευρώπης και χαρακτηρίζοντας επιτακτική ανάγκη την επίδειξη αλληλεγγύης από το Βερολίνο προς τα πληττόμενα κράτη της ευρωζώνης και προπάντων την Ελλάδα. “Η Γερμανία στην Ευρώπη, με την Ευρώπη, για την Ευρώπη”, διακήρυξε από το βήμα του συνεδρίου του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας, προτού προειδοποιήσει την ηγεσία της χώρας του ότι το Βερολίνο πρέπει να παραμείνει προσδεδεμένο στην Ευρώπη, “ακόμη και για τη δική μας προστασία από εμάς τους ίδιους”. Κάλεσε ταυτόχρονα τους ευρωβουλευτές να πάρουν πρωτοβουλία για τους οίκους αξιολόγησης, βασικού εργαλείου της επιτιθέμενης τώρα “Αυτοκρατορίας του Χρήματος”.
Οι παρεμβάσεις του Σμιτ προκάλεσαν σοκ στη γερμανική πολιτική τάξη, αμηχανία στο στρατόπεδο Μέρκελ και ενθουσιασμό στους σοσιαλδημοκράτες, που πιστεύουν ότι η εμφάνισή του στο συνέδριο θα τους βοηθήσει να κερδίσουν τις εκλογές. Το συνέδριο τάχθηκε υπέρ ενός ευρωπαϊκού ταμείου αποπληρωμής χρεών, όπου τα κράτη της ευρωζώνης θα μεταφέρουν το μέρος των χρεών τους που είναι πάνω από 60% του ΑΕΠ. Για την αποπληρωμή των χρεών αυτών θα υπάρχει εγγύηση της ‘Eνωσης και κάθε χώρα θα μπορεί να υπολογίζει σε χαμηλότοκα δάνεια με αυστηρές προϋποθέσεις και όρους για τη δημοσιονομική της πολιτική.
Χρειάστηκε ένα περίσσευμα μεγάλης συνείδησης, που τόσο τραγικά λείπει από όλους μας, για να κινητοποιήσει έναν άνθρωπο 92 χρόνων, που κινείται με αναπηρικό καροτσάκι και να τον κάνει να πάει να μιλήσει, πρώτη φορά μετά 13 χρόνια, στο συνέδριο του πιο ιστορικού κόμματος της Ευρώπης, υπερασπίζοντας την ευρωπαϊκή ιδέα, αλλά και την Ελλάδα, με έναν τρόπο που δεν έχει κάνει κανένας από τους πολιτικούς ηγέτες που έχει ψηφίσει και πληρώνει ο ελληνικός λαός.
Είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι στην εμφάνιση αυτή του Σμιτ συνέβαλε και η ελληνική “ιδιωτική πρωτοβουλία”! ‘Eνας ‘Eλληνας ιδιώτης δηλαδή, φίλος του κ. Σμιτ, που, απηυδισμένος να τα λέει σε πολιτικούς της χώρας του που τον έγραφαν στα παληά τους τα παπούτσια, απηύθυνε ο ίδιος έκκληση στον πρώην Καγκελλάριο να βοηθήσει να σταματήσει μια πολιτική που βλάπτει σοβαρά, εκτός της Ελλάδας, την Ευρώπη και την ίδια τη Γερμανία. Το γράφουμε, γιατί δείχνει τα τεράστια και παντελώς, κατά εγκληματικό τρόπο αναξιοποίητα από την πολιτική τάξη της χώρας, περιθώρια αποτελεσματικής παρέμβασης στα ευρωπαϊκά πράγματα. Αν άλλωστε κάνουν παρεμβάσεις διεθνώς οι πολιτικοί μας, είναι συνήθως κατά της πατρίδας τους.
Δύσκολα θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά. Οι πολιτικοί μας είναι στο μεγαλύτερο μέρος τους αγράμματοι, ένας Υπουργός Οικονομικών μάλιστα είχε αποκαλέσει Κυρία Κρούγκμαν στη Βουλή τον νομπελίστα οικονομικών Πωλ Κρούγκμαν, πασίγνωστο σε έναν μέσο αναγνώστη εφημερίδας. Toν περισσότερο χρόνο τους τον περνάνε κάνοντας ρουσφέτια και κανονίζοντας τα παράπλευρα κέρδη τους από την πολιτική. Είναι ευρωπαϊστές και όχι Ευρωπαίοι και πιστεύουν ότι έχουν κάνει χάρη στην Ελλάδα βάζοντάς την στην ‘Eνωση. ‘Oχι μόνο δεν μπορούν να βρουν την κατάλληλη γλώσσα και τα επιχειρήματα για να μιλήσουν στους Ευρωπαίους, είτε της δεξιάς, είτε της αριστεράς (που άλλωστε δεν μπορούν να τρέφουν μεγάλη εκτίμηση προς τους εκπροσώπους μιας τάξης που “λαδώνουν” κανονικά οι εταιρείες τους). Συντονίστηκαν ευκολότατα, καθώς φαίνεται, ιδίως μετά το 2009, από τον αμερικανοεβραϊκό και τραπεζικό άξονα, που σπρώχνει τώρα την ΕΕ στη διάλυση και το ευρώ στην καταστροφή.
Ευρώ και δραχμή, οικονομία και γεωπολιτική
Στο σημείο αυτό να υπογραμμίσω ότι ο γράφων είναι έντονα κριτικός, εδώ και χρόνια, δεν ξύπνησε πριν ένα χρόνο, απέναντι στο Μάαστριχτ και τον τρόπο λειτουργίας της ΕΕ και επιθυμεί διακαώς να αυξήσει τους βαθμούς ανεξαρτησίας και ελευθερίας της Ελλάδας, δεν είναι όμως καθόλου βέβαιος ότι θα γίνει αυτό επιστρέφοντας η Ελλάδα τώρα και αυτοβούλως στη δραχμή. Και η Ελλάδα του 1950, του Πιουριφόι, την δραχμή είχε ως νόμισμα, δεν ήταν όμως ανεξάρτητο κράτος. Ούτε η υποτίμηση θα λύσει το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας, εκτός αν σκεφτόμαστε να πάμε μόνοι μας τη χώρα στο βιοτικό επίπεδο του Μπαγκλαντές. Ούτε μπορεί να αναχθεί η σημερινή κρίση αποκλειστικά στα προβλήματα της ευρωζώνης, ούτε ήρθε η ευρωζώνη αλλά οι Αγορές δια του χρέους να πλήξουν την Ελλάδα και πρέπει κάποιος να αποδείξει ότι μια αποχώρηση από το ευρώ θα φέρει την Ελλάδα σε πλεονεκτικότερη θέση απέναντί τους. Η Ελλάδα πλήρωσε ένα πανάκριβο εισιτήριο για το ευρώ, αλλά το έχει ήδη πληρώσει. Γιατί να διευκολύνει τώρα η ίδια την έξοδό της, αντί να επιμείνει σε ευνοϊκή για την ίδια, αλλά και τα καλώς νοούμενα ευρωπαϊκά συμφέροντα, μεταβολή των κανόνων του παιχνιδιού, χρησιμοποιώντας πλήρως, όπως απέφυγε παντελώς να κάνει, τα θεσμικά και πολιτικά όπλα που διαθέτει ως μέλος. Στις σημερινές συνθήκες, η διάλυση του ευρώ και της ΕΕ θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας πλειάδας ανήμπορων, αλληλοανταγωνιζόμενων και αλληλομισούμενων κρατών, στο έλεος των Αγορών και εξωευρωπαϊκών δυνάμεων, όπως των ΗΠΑ και του Ισραήλ, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες ιστορικά πρωτοφανούς πτώσης του βιοτικού επιπέδου, καταστροφής της δημοκρατίας και του πολιτισμού, με παγκόσμιες συνέπειες. Το θέλουμε αυτό και μας συμφέρει; Ακόμη κι αν χρειαστεί, και μπορεί να χρειαστεί, να φύγει η Ελλάδα από το ευρώ ή αν διαλυθεί το ευρώ, θα είμαστε πολύ καλύτερα αν το πράξουμε με υψωμένη εμείς τη σημαία της Ευρώπης και των ιδεών της, γιατί έτσι εξασφαλίζει κανείς συμμάχους, όχι μετατρεπόμενος σε είδος διεθνούς “νταβατζοσυλλέκτη”, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία Μπαϊρακτάρη του πρώην Πρωθυπουργού.
Μια αντιπρόταση
Βεβαίως, το να καταστήσει κανείς την παρούσα κυβέρνηση εθνικό υποκείμενο μοιάζει περίπου άθλος του Ηρακλή, και δεν περιμένουμε από τον κ. Παπαδήμο να παίξει δυνατά τα χαρτιά της Ελλάδας, να πάει να βρει τις κυβερνήσεις της μισής Ευρώπης που μπήκε ή πάει να μπει σε μνημόνιο, να συντονιστεί μαζί τους, ή να μιλήσει στη σύνοδο των ευρωπαίων ηγετών με τη φωνή των λαών της Ευρώπης. Με χαρά μας όμως είδαμε μικρά δείγματα ορθολογισμού να αναπηδούν ξαφνικά στη συμπεριφορά και του Τάσσου Γιαννίτση και του Σταύρου Δήμα. Ο κ. Δήμας εξέφρασε ισχυρές επιφυλάξεις για την επιβολή εμπάργκο καυσίμων στο Ιράν, που ζητούσε το Ισραήλ δια του αγαπημένου και προτιμώμενου εργαλείου του στην Ευρώπη, του Νικολά Σαρκοζί. ‘Eσωσε έτσι τον ενεργειακό εφοδιασμό της χώρας, τουλάχιστον επί του παρόντος. Μιλώντας επίσης στη Γερμανία, ο κ. Γιαννίτσης είπε μεν ναι στη λιτότητα, είπε όμως και ότι θέλει κεϋνσιανισμό, όπως διαβάσαμε στις εφημερίδες.
Αφού θα αποδεχθούν, κακώς, αλλά όπως φαίνεται θα το κάνουν, οι κυβερνητικοί την παράλογη και καταστροφική ιδέα διαιώνισης της λιτότητας στην Ευρώπη, που θέλει τώρα να επιβάλλει το δίδυμο Μέρκελ και Σαρκοζί, μήπως μπορούν να ζητήσουν και ένα λογικό αντάλλαγμα, εντός των πλαισίων κυρίαρχης λογικής; Εντάξει, να περιορίσουμε τα ελλείμματα, αν όμως οι δικές σας υποθέσεις βγούνε λάθος και πάμε σε τεράστια ύφεση και εκτόξευση ανεργίας, δεν πρέπει οι χώρες να έχουν ασφαλιστική δικλείδα; Δεν πρέπει για παράδειγμα, όπως υπάρχει στόχος για τα ελλείμματα και τα χρέη να υπάρξει και στόχος για το ΑΕΠ, την ανεργία, το ύψος των αμοιβών εργασίας και των κοινωνικών παροχών; Εντάξει, να μην έχουμε τα 1300 ευρώ που, αν δεν κάνω λάθος είναι ο κατώτατος μισθός στη Γαλλία, όχι όμως να φτάσουμε τα 130! Ωραία, ας ελέγχει η Γερμανία τα δημοσιονομικά μας, εμείς όμως δεν πρέπει να ελέγχουμε τα αποτελέσματα του μοντέλου που μας επιβάλλει, δεν πρέπει να έχουμε βιώσιμο κράτος; ‘Oπως θα ενεργοποιούνται σχεδόν αυτόματα τα πρόστιμα στους δημοσιονομικούς παραβάτες, δεν πρέπει να ενεργοποιούνται, ακριβώς με τον ίδιο βαθμό και μηχανισμό αυτοματισμού και μεταβιβάσεις πόρων, επενδυτικές πολιτικές, φορολογικά μέτρα, για την αντιμετώπιση καταστροφών από την εφαρμογή της προτεινόμενης και επιβαλλόμενης πολιτικής, στην οποία καλούμεθα να συμφωνήσουμε. Δεν πρέπει να υπάρχει ένας μηχανισμός τιμωρίας αντιστάθμισης των πλεονασμάτων, όπως δημιουργείται μηχανισμός τιμωρία των ελλειμμάτων, ανάλογος με την πρόταση Κέυνς του 1943;
Δεν είναι σοσιαλιστική αυτή η ιδέα, είναι η ορθοδοξία της οικονομικής επιστήμης. Η ιστορία δεν θυμάται παρά σπάνια και ως παράδειγμα προς αποφυγή τον Μπρούνινγκ και τον Χούβερ, θυμάται όμως καλά τον Ρούζβελτ, τον Κέινς, τον Γκαλμπρέιθ.
Επίκαιρα, 8 Δεκ. 2011