Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Για λόγους που έχω εξηγήσει αναλυτικά αλλού, είμαι αντίθετος με τη συμφωνία των Πρεσπών. Είναι μια κακή, «δημιουργικά ασαφής» συμφωνία, όπως είναι οι συμφωνίες για το κυπριακό και γενικά, όλες οι συμφωνίες που επιβάλλουν οι Ιμπεριαλιστές, όπως θα τους έλεγε ο κ. Κοτζιάς, προτού αλλάξει στρατόπεδο.
Γιατί οι «Ιμπεριαλιστές» (κατά την ορολογία του νεαρού Κοτζιά), δεν θέλουν ποτέ πραγματικά να λύνουν τις διαφορές, θέλουν να αφήνουν πάντα τη φωτιά να σιγοκαίει από κάτω. Κάθε φορά που «λύνουν» ένα πρόβλημα, αφήνουν πίσω κι ένα ντενεκέ γεμάτο βενζίνη, να μπορούν να πετάξουν ένα σπίρτο αν και όταν τους χρειαστεί.
Η συμφωνία των Πρεσπών ανοίγει, αντί να κλείνει τη διαμάχη με τους Σλαβομακεδόνες, που δεν ενοχλούσε άλλωστε κανέναν στις δύο χώρες, προτού η Ουάσιγκτων δώσει την εντολή σε Αθήνα και Σκόπια να τελειώνουν με αυτό το θέμα, να προχωρήσει και η υπόθεση της Ειρήνης στα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
Η συμφωνία ενδυναμώνει τον νεοαποικιακό έλεγχο όλων των Βαλκανίων, διχάζει βαθιά και έντονα τον ελληνικό λαό, σε μια τραγική στιγμή της ιστορίας του, υπονομεύει την αναγκαία για την επιβίωσή μας ψυχική ενότητα Νοτιοελλαδιτών και Βορειοελλαδιτών, παραδίδει χωρίς κανένα αντάλλαγμα ένα ακόμα «χαρτί», στοιχείο εθνικής ισχύος της χώρας στους Αμερικανούς, συνεχίζοντας τη διαρκή απίσχναση της εθνικής ισχύος του τελούντος υπό σφοδρή επίθεση ελληνικού κράτους και λαού.
Η πολιτική διεύρυνσης εξάλλου του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια, υπό τους όρους και τις συνθήκες που σήμερα γίνεται, είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη πολιτική, που πλήττει ευθέως καίρια ελληνικά εθνικά συμφέροντα, τα συμφέροντα της Ειρήνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο, αλλά και τα συμφέροντα της Ευρώπης, εφόσον μιλάμε για το σχέδιο μιας κοινωνικής, συγκλίνουσας και ανεξάρτητης Ευρώπης, στο οποίο υποτίθεται ότι απέβλεπε η χώρα όταν αποφάσισε να ενταχθεί. Η πολιτική διεύρυνσης είναι, όπως απεδείχθη περίτρανα στις περιπτώσεις της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, εις βάρος και των λαών των εντασσόμενων χωρών. Και η μεγάλη διεύρυνση της ΕΕ το 2004 υπήρξε από τις βασικές αιτίες της παρούσης ευρωπαϊκής κρίσης, που έχει οδηγήσει στη μείζονα ελληνική καταστροφή που ζούμε.
Επίσης, η συμφωνία των Πρεσπών αντανακλά μια βαθύτατα αντιδημοκρατική και αυταρχική νοοτροπία των νυν κυβερνώντων, «Σταλινικών στην υπηρεσία των Αμερικανών».
Εν πάσει περιπτώσει, αν η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι αυτή είναι μια καλή συμφωνία, ας την υποστηρίξουν πολιτικά στον κόσμο με επιχειρήματα, αντί να βρίζουν όσους έχουν ξεσηκωθεί εναντίον τους. Ας κάνουν κι αυτοί, δικές τους συγκεντρώσεις υπέρ της συμφωνίας. Που βέβαια να κάνουν τέτοια πράγματα; Και τότε ακόμα που ήταν κάπως, έστω και φαινομενικά, αριστεροί, όχι τώρα, και τότε ακόμα του γλυκού νερού, της ίντριγκας και των «ελιγμών» του παρασκηνίου και των σαλονιών ήτανε, όπως προσφυώς είπε ο Ανδρέας Παπανδρέου μια μέρα στον Λεωνίδα Κύρκο στη Βουλή και το πλήρωσε βέβαια, κυρίως γιατί του έλεγε την αλήθεια.
Και κυρίως, να κάνουνε δημοψήφισμα, να αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός και να το τηρήσουν βέβαια, όχι όπως το προηγούμενο. Τι είναι δηλαδή οι Έλληνες, οι «μαύροι των Βαλκανίων»; Είναι δυνατόν να κάνουνε δημοψήφισμα οι Σλαβομακεδόνες και να μη κάνουνε οι Έλληνες; Τι είναι εδώ, η Πατρίδα που έγινε ο Τάφος της Δημοκρατίας; Διεκδικούμε και την κληρονομιά των Αρχαίων τρομάρα μας!
Με όλα αυτά που κάνουν οι ΣΥΡΙΖΑΙοι κατέληξα κι εγώ τώρα να φτάσω στο σημείο να συμφωνώ με τον κ. Μητσοτάκη στα όσα είπε για τη συμφωνία των Πρεσπών στη Βουλή. Είναι η πρώτη φορά που μου συμβαίνει αυτό και το μόνο θέμα επί του οποίου συμφωνώ. Αλλά συμφωνώ. ‘Όπως συμφωνεί και μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού.
Το θέμα όμως δεν είναι εκεί. Είναι αν ο κ. Μητσοτάκης και η Κυρία Γεννηματά, θα συμφωνούν με τον εαυτό τους και όταν έρθει η συμφωνία στη Βουλή προς κύρωση. Γιατί, αν κρίνουμε από το παρελθόν, δεν υπάρχει ούτε ένα, ιδίως ένα σοβαρό θέμα, που οι πολιτικοί όλων των ελληνικών κομμάτων να μην είπαν χυδαία ψέματα στον ελληνικό λαό και να μην έκαναν τα ακριβώς αντίθετα από όσα του έλεγαν ότι θα κάνουν, επί δέκα σχεδόν συναπτά έτη, χωρίς απολύτως καμία εξαίρεση.
Για να μπορέσουν αύριο, αξιόπιστα και χωρίς να υποστούν τεράστιες πιέσεις, να μπορέσουν να αρνηθούν την κύρωση της συμφωνίας, πρέπει από τώρα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, να κάνουν δύο πράγματα, αλλιώς μάλλον κοροϊδεύουν κι αυτοί τον ελληνικό λαό.
Πρώτον, να στείλουν επισήμως επιστολές στο ΝΑΤΟ, στην ΕΕ και στις αρχές της πΓΔΜ εξηγώντας τους ότι δεν προτίθενται να κυρώσουν τη συγκεκριμένη συμφωνία. Δεύτερο, ζητήσουν και να δεσμευθούν ότι θα κάνουν, αν έχουν τη δυνατότητα, δημοψήφισμα για το θέμα, της μόνης υπό τις παρούσες δημοκρατικής και εθνικά υπεύθυνης λύσης. Εκτός αν πιστεύουν κι αυτοί, όπως ο Τσίπρας και ο Κοτζιάς, ότι ο ελληνικός λαός δικαιούται λιγότερα δικαιώματα από τους Σλαβομακεδόνες. Το δημοψήφισμα είναι η ασπίδα τους απέναντι στις διεθνείς πιέσεις, αν θέλουν βέβαια να αντισταθούν.
Αν δεν τα κάνουν αυτά, τότε, και επί τη βάσει της συντριπτικής επί του θέματος εμπειρίας από την πολιτεία τους στο παρελθόν, πολύ φοβάμαι ότι μας κοροϊδεύουν πάλι. Δεν το ελπίζω, αλλά το φοβάμαι.