Γιατί δεν πρέπει να επιστραφεί η Αμμόχωστος

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Διαλέξαμε επίτηδες τον παραπάνω «προκλητικό» τίτλο για να τονίσουμε τον εξαιρετικά επικίνδυνο χαρακτήρα της ανακίνησης θέματος Αμμοχώστου στις παρούσες συνθήκες, χαρακτήρα που αναγνωρίζουν πολλοί σώφρονες και πατριώτες αναλυτές των κυπριακών πραγμάτων, δεν θέλουν όμως να το πουν, για να μην έρθουν σε σύγκρουση με το κοινό αίσθημα πολλών προσφύγων από την Αμμόχωστο, αλλά και να μην κατηγορηθούν ότι δεν θέλουν λύση του κυπριακού και άλλα πολλά.

Η ανακίνηση τώρα θέματος Αμμοχώστου, ακόμη κι όταν γίνεται από την κυπριακή κυβέρνηση, δεν απηχεί παρά τη στρατηγική του «διεθνούς παράγοντα» που είναι να δημιουργηθούν, μετά τις οικονομικές, οι ψυχολογικές και διεθνοπολιτικές συνθήκες για «λύση» τύπου Ανάν του κυπριακού εντός του έτους, με κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ξεμπλοκάρισμα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, γεωπολιτικό αφοπλισμό Κύπρου και Ελλάδας και, φυσικά, διαρπαγή του στρατηγικού χώρου και των υδρογονανθράκων.

Ουδείς αρνείται ότι η επιστροφή της Αμμοχώστου στους κατοίκους της θα ήταν ευχής έργο, έστω και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ (*). Το ερώτημα είναι με ποιο αντάλλαγμα θα γίνει η επιστροφή και αν θα εξυπηρετήσει τον «υπέρ πάντων αγώνα» που οι Ελληνοκύπριοι είναι τώρα υποχρεωμένοι να δώσουν για την επιβίωση τη δική τους και του κράτους τους.

Αμμόχωστος και τουρκική ένταξη

Κατ’ ελάχιστον, η επιστροφή της Αμμοχώστου θα συνοδευθεί από άνοιγμα των μπλοκαρισμένων κεφαλαίων της τουρκικής ενταξιακής διαπραγμάτευσης. ‘Όμως, τα «μικρά βέτο» του Τάσσου Παπαδόπουλου είναι σήμερα, σε μια στιγμή δηλαδή θανάσιμου κινδύνου για το κυπριακό και το ελλαδικό κράτος το κυριότερο διπλωματικό όπλο Λευκωσίας και Αθήνας. ‘Όχι μόνο έναντι της Τουρκίας, αλλά και έναντι ΗΠΑ και Βρετανίας, που επιθυμούν διακαώς την ένταξη της ‘Αγκυρας. Επίσης παρέχει δυνατότητα συμμαχιών με ευρωπαϊκές δυνάμεις που αντιτίθενται στην τουρκική ένταξη.

Ελλάδα και Κύπρος κατάφεραν το ακατόρθωτο υποστηρίζοντας την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Πρώτον, υποστήριξαν μια πολιτική εις βάρος Ελλάδας, Κύπρου και Ευρώπης. Δεύτερο, όχι μόνο σπατάλησαν μια πιθανή ιστορική ευκαιρία να ανταλλάξουν το ναι στην τουρκική ένταξη με ικανοποιητική λύση κυπριακού-ελληνοτουρκικών, αλλά παρολίγον να διαλύσουν και το κυπριακό κράτος δια του σχεδίου Ανάν. Ικανοποίησαν τον διαχρονικό «νταβατζή», τον άξονα (στο θέμα αυτό) ΗΠΑ-Ισραήλ-Τουρκία, κερδίζοντας μόνο την περιφρόνησή του. Την ίδια περιφρόνηση και αντιπάθεια κέρδισαν και από τις δυνάμεις σε Γερμανία, Γαλλία, Αυστρία κλπ. που ήταν αντίθετες προς την τουρκική ένταξη, περιλαμβανομένων της Μέρκελ, του Σόιμπλε και ολόκληρης της γαλλογερμανικής δεξιάς. Η κατάσταση αυτή διευκόλυνε σημαντικά την εξαπόλυση του οικονομικού πολέμου κατά της Αθήνας το 2010 και της Λευκωσίας το 2013. Δεν υπάρχουν πολλά παραδείγματα τόσο αυτοκτονικής πολιτικής στην παγκόσμια διπλωματική ιστορία.

Ο ελληνικός λαός υπέστη ήδη κολοσσιαίες καταστροφές στην Ελλάδα και στην Κύπρο και απειλείται με πολύ μεγαλύτερες. Είναι καιρός να σταματήσουν τα αστεία, που δεν έχουν άλλωστε τίποτα αστείο – συνιστούν πράξεις προδοσίας, τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Το ελάχιστο που πρέπει να κάνει η Τουρκία για να ξεμπλοκάρουμε την ενταξιακή πορεία είναι η πλήρης, νομική και πραγματική αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Για να μη πούμε ότι κανονικά οφείλει επίσης να αποσύρει τα στρατεύματα κατοχής, να άρει την απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας και τις εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της.

Αν οι κ.κ. Κασουλίδης ή Αναστασιάδης έχουν τόση «καούρα» για «Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης», το πρώτο τέτοιο μέτρο οφείλει να είναι η αποχώρηση των δυνάμεων κατοχής από την Κύπρο και η αντικατάστασή τους από ευρωπαϊκή δύναμη, χωρίς συμμετοχή Κύπρου και Ελλάδας. Είναι απορίας άξιο πως, σαράντα χρόνια μετά την εισβολή, αυτό το τόσο προφανές και αυτονόητο, δεν έχει μπει στην ατζέντα ελλαδικής και κυπριακής διπλωματίας, αλλά ούτε καν μιας συμμαχίας πολιτικών δυνάμεων ή προσωπικοτήτων σε Ελλάδα και Κύπρο. Λαοί, κράτη, άτομα, ηγέτες που δεν σέβονται τον εαυτό τους, δεν μπορούν να περιμένουν σεβασμό από άλλους. Τώρα έρχεται ολοταχώς ο μεγάλος λογαριασμός δεκαετιών υποχωρητικότητας, ραγιαδισμού, ενδοτισμού και προσπαθειών να «εξευμενιστεί» (αν όχι ανοιχτά να εξυπηρετηθεί) ο «ξένος παράγων», η πολιτική δηλαδή που οδήγησε Ελλάδα και Κύπρο στα πρόθυρα ολοκληρωτικής καταστροφής.

Το σχέδιο Ανάν στην πράξη

Αν τώρα η επιστροφή της Αμμοχώστου περιλάβει και το άνοιγμα του αεροδρομίου Τύμπου στα κατεχόμενα, θα έχουμε πράξη δολοφονίας της Κυπριακης Δημοκρατίας. Θα έχει «λυθεί» το κυπριακό επί του εδάφους, θα έχει αθωωθεί πλήρως η Τουρκία για την εισβολή, ντε φάκτο αναγνωρισθεί το δημιούργημα του τουρκικού στρατού στην Κύπρο, η «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» και θα έχει επιβληθεί η λύση χωρίς δημοψηφίσματα.

Δεν είναι μόνο ότι τέτοια κατάσταση αποκλείει οποιαδήποτε στοιχειωδώς αξιοπρεπή λύση του κυπριακού στο μέλλον, ούτε μόνο ότι αναβαθμίζει δραματικά την τουρκική παρουσία στην Κύπρο. Είναι κάτι άλλο. Το κυπριακό άλυτο, με τη μορφή που έχει σήμερα, δεν είναι μόνο πρόβλημα για τη Λευκωσία, είναι επίσης πρόβλημα για την ‘Αγκυρα, πρόβλημα για τον άξονα ΗΠΑ-Ισραήλ και δυνατότητα για το Βερολίνο. Είναι πρόβλημα, είναι όμως και όπλο για την Κύπρο για τους λόγους που περιγράψαμε. Θα είναι διπλά εγκληματικό μέτρο λοιπόν να προχωρήσει οποιοδήποτε σχέδιο για την Αμμόχωστο, σε κατάσταση που η Κυπριακή Δημοκρατία, στα πρόθυρα ολοκληρωτικής καταστροφής, υποκείμενη σε οικονομικό πόλεμο που την καταστρέφει ταχύτατα, οικονομικά και κοινωνικά, την καθιστά αποικία χρέους και την έχει ήδη φέρει σε κατάσταση χειρότερη από το 1974, έχει ζωτική ανάγκη να παίξει έξυπνα όλα τα χαρτιά για να ξαναγίνει βιώσιμο κράτος με βιώσιμο χρέος. Η Αμμόχωστος οφείλει να επιστραφεί άνευ ανταλλαγμάτων, ή στα πλαίσια αξιοπρεπούς-βιώσιμης λύσης.

Πόλεμος

Στην πραγματικότητα, η έγερση ζητήματος Αμμοχώστου εντάσσεται στα πλαίσια του οικονομικού και γεωπολιτικού πολέμου κατά του ελληνικού λαού, το διακύβευμα του οποίου (ύπαρξη συγκροτημένων κρατών στην Ελλάδα και Κύπρο και αξιοπρεπής επιβίωση των Ελλήνων στα δύο κράτη) έχει συνειδητοποιηθεί λίγο στην Ελλάδα και σχεδόν καθόλου στην Κύπρο. Η επίθεση κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας θα εξελιχθεί γρήγορα, θα είναι πολύμορφη, θα χρησιμοποιήσει εκτεταμένα μορφές παραπλάνησης, όπως φρούδες ελπίδες για τη δυνατότητα διάσωσης των κυπριακών τραπεζών (70-75 εκατομμύρια την ημέρα φεύγουν τώρα από την Τράπεζα Κύπρου) και τους υδρογονάνθρακες (η επωφελής εκμετάλλευση των οποίων προϋποθέτει κράτος με βιώσιμο χρέος και ένταξη της σε ευρύτερη, και γεωπολιτική στρατηγική σωτηρίας και απελευθέρωσης, αλλοιώς θα καταστρέψει/υποδουλώσει το νησί).

Δεν μπορούμε στα πλαίσια ενός άρθρου να δώσουμε τη γενική εικόνα αυτού του (ενιαίου) πολέμου κατά του ελληνικού λαού που εξαπολύθηκε αφενός από τη συμμαχία Αγορών και ανώτερων τάξεων της Ευρωγερμανίας κατά του ελληνικού λαού (φανερά) και, πιο συγκαλυμμένα, από τη «γεωπολιτική τριάδα» (ΗΠΑ-Βρετανία-Χρήμα), που ανέκαθεν επεδίωκαν τον πληρέστερο δυνατό έλεγχο όλου του ελληνικού χώρου και την καταστροφή ειδικά του κυπριακού κράτους (σχέδιο Ανάν).

Η επίθεση κατά της Κύπρου σηματοδοτεί νέο στάδιο σε αυτό τον πόλεμο και το πέρασμα από την καθαρά οικονομική στη γεωπολιτική ατζέντα. Προηγήθηκε η οικονομική καταστροφή (Μνημόνιο) και υποδούλωση (Δανειακή Σύμβαση, τρόικα) της Ελλάδας, όπου μπήκαμε ήδη στη φάση λεηλασίας δημόσιας και ιδιωτικής (ακίνητα) περιουσίας και γεωπολιτικού αφοπλισμού, λεηλασίας της μητροπολιτικής Ελλάδας (καταστροφή ελληνορωσικών σχέσεων, ματαίωση ελληνορωσικών ενεργειακών σχεδίων, που πρότεινε η Αθήνα, απόδοση του ελέγχου της ελληνικής ενεργειακής υποδομής σε Τουρκία και Ισραήλ, δια του Αζερμπαϊτζάν). Τώρα ήρθε η ώρα της Κύπρου, στρατηγικά σημαντικότερου και πιο τρωτού σημείου του ελληνισμού, η καταστροφή της οποίας, αν δεν ανακοπεί, μπορεί να επιταχύνει και τη διάλυση της μητροπολιτικής Ελλάδας.

(*) Δεν ασχολούμαστε σε αυτό το άρθρο με τα πολλά οικονομικά προβλήματα επιστροφής μιας πόλης-φαντάσματος και, κυρίως, το ποιος θα πληρώσει την ανοικοδόμησή της, που ίσως θα στοιχίσει περισσότερο από την εξυπαρχής οικοδόμηση μιας νέας πόλης. Αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχουν ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και ότι έχουν αδικηθεί οι πρόσφυγες, το ζήτημα των οποίων έπρεπε να είχε αντιμετωπισθεί τελείως διαφορετικά μετά το 1974. ‘Όλα αυτά όμως ωχριούν ενώπιον του τεραστίου διακυβεύματος της υπόθεσης «Αμμόχωστος» για την επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας και των Ελληνοκυπρίων.

Konstantakopoulos.blogspot.com

«Επίκαιρα», 5 Ιουλίου 2013