Ολοταχώς στο… 1929

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

‘Ηταν πούταν στραβό το κλήμα, τόφαγε κι ο γάιδαρος. Στην σοβαρότερη διεθνή οικονομική κρίση μετά το 1930, και την αδυναμία-απροθυμία γενναίας διόρθωσης, που κανονικά απαιτεί, προστίθεται τώρα ο πολλαπλασιασμός των συγκρούσεων των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων, όπως Γερμανίας με ΗΠΑ και ΗΠΑ με Κίνα, συγκρούσεις που απειλούν με ανοιχτό ναυάγιο τη Σύνοδο των G-20 στη Σεούλ, ανοίγοντας την προοπτική νομισματικού και εμπορικού πολέμου.

Οι μικροί Ευρωπαίοι απέναντι σε Μέρκελ-αγορές

Το διεθνές χάος αντανακλάται και στο εσωτερικό της ΕΕ, όπου η Μέρκελ διαδέχτηκε τώρα τη Θάτσερ ως Σιδηρά Κυρία, επιχειρώντας να επιβάλλει σε όλη την Ευρώπη γερμανική οικονομική δικτατορία και γερμανική λιτότητα και συμμαχώντας αντικειμενικά με τις μεγάλες διεθνείς τράπεζες.

Προς το παρόν, η πολιτική του Βερολίνου εξελίσσεται χωρίς σπουδαίες αντιδράσεις, κυρίως λόγω της αδυναμίας των φτωχότερων κρατών να συνεννοηθούν μεταξύ τους και ίσως με τη Γαλλία. Δεν παύει όμως να υπονομεύει την ίδια την ‘Ενωση και την οικονομική ανάκαμψη, οδηγώντας στην εμφάνιση μαζικών κοινωνικών συγκρούσεων, ακόμα και μεσοπολεμικών ιδεολογικών ρευμάτων, εδώ κι εκεί, όπως ο σταλινισμός και ο φασισμός.

Η ενδεχόμενη υπαγωγή της Ιρλανδίας ή της Πορτογαλλίας στον μηχανισμό “στήριξης”, αν γίνει, θα μεταβάλλει την ελληνική περίπτωση από εξαίρεση, δήθεν οφειλόμενη σε ελληνικές ιδιορρυθμίες, σε κανόνα για τα πιο αδύναμα μέλη της ΕΕ, που μοιάζουν να καλούνται τώρα να προσαρμοσθούν στη “φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση’, όχι συγκλίνοντας προς τον πλουσιότερο Βορρά, αλλά “μεταναστεύοντας” στον τρίτο κόσμο.

Καυγάδες

Μέρκελ, Σόιμπλε και Λαγκάρντ επικρίνουν τον Ομπάμα για τον “κεϋνσιανισμό” του, ο Ομπάμα ζητάει από τους Κινέζους να υποτιμήσουν το νόμισμά τους, από τους Κορεάτες και τους Ινδούς να ανοίξουν τις αγορές τους, κι από όλους να συμφωνήσουν σε όρια ελλειμμάτων και πλεονασμάτων, δηλαδή πλεονασμάτων, κάτι που απορρίπτουν Γερμανοί και Κινέζοι. Οι Βραζιλιάνοι επαναφέρουν ελέγχους κεφαλαίων για να εμποδίσουν την κερδοσκοπική, βραχυπρόθεσμη είσοδο κεφαλαίων στην αγορά τους.

Την απόφαση της Μπραζίλια επιδοκίμασε ο παραδοσιακός θεματοφύλακας του νεοφιλελευθερισμού, το ΔΝΤ, που μοιάζει να τελεί σε κατάσταση προϊούσας σύγχυσης, επιχειρώντας να ικανοποιήσει διαφορετικές ανάγκες και διαφορετικούς μετόχους του. Τις προάλλες κάλεσε, όσες χώρες το μπορούν, να μην προσφύγουν σε λιτότητα, για να μην ενισχύσουν την ύφεση. Σαχλαμάρες βέβαια, γιατί σε καθεστώς απορρυθμισμένων ανταλλαγών και πρακτικά αφορολόγητου χρηματιστικού κεφαλαίου, με κατάργηση όλων των προστατευτικών μηχανισμών, εκτός των νομισματικών ισοτιμιών, ουδείς πλεονασματικός θέλει να αυξήσει τη ζήτηση, γιατί διακινδυνεύει έτσι να ενισχύσει με δικά του έξοδα την οικονομία των ανταγωνιστών του. Η απουσία προστατευτισμού είναι ίσως και ένας βασικός λόγος που απέτυχε μέχρι τώρα η πολιτική τόνωσης της ζήτησης του Ομπάμα, αποτυχία που, όπως έδειξαν οι τελευταίες εκλογές, θέτει τις βάσεις για μια σχεδόν ολοκληρωτική, “μεταφασιστική” εκτροπή στις ίδιες τις ΗΠΑ.

Στα βήματα του 1929-31

Η παγκόσμια οικονομία (και πολιτική), μοιάζει να ακολουθεί με σχεδόν μαθηματική ακρίβεια το προηγούμενο του μεγάλου Κραχ του 1929-31, παρά τους εξορκισμούς αναλυτών, πολιτικών και αρθρογράφων. Τα περισσότερα κράτη ακολουθούν κυκλική και όχι αντικυκλική πολιτική, όπως και τότε, βαθαίνοντας την ύφεση, δεν γίνεται τίποτα ουσιαστικό για τον έλεγχο ενός χρηματοπιστωτικού τομέα που ενσαρκώνει τον “καπιταλισμό της καταστροφής” και τώρα έρχεται να προστεθεί και ο διεθνής ανταγωνισμός. Παράγοντας στον οποίο απέδωσε πολλά από τα δεινά του Κραχ του 1929-31, ένας από τους σημαντικότερους και βαθύτερους ιστορικούς μελετητές του, ο Charles Kindleberger.

Αποτυχία Ομπάμα, σύγκρουση με Γερμανούς

Επικρίνοντας την απόφαση της αμερικανικής FED να ρίξει στην αγορά 650 δις δολλάρια, ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε υπογράμμισε ότι όλες οι παροχές ρευστότητας που έκανε μέχρι τώρα η αμερικανική κυβέρνηση δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Προχώρησε μάλιστα και σε μια ακόμα δηλητηριώδη παρατήρηση, υπενθυμίζοντας ότι οι Αμερικανοί κατηγορούν από τη μια τους Κινέζους για τεχνητή υποτίμηση, από την άλλη αυτό ακριβώς κάνουν οι ίδιοι με το δολλάριο.

Λειτουργώντας ως ανεπίσημος εκπρόσωπος των ΗΠΑ στην περίπτωση αυτή, ο Τζωρτζ Σόρος επέκρινε την εμμονή του Βερολίνου στη λιτότητα και κάλεσε τους Κινέζους να αναπτύξουν την εσωτερική αγορά τους, προφανώς ανοίγοντάς την στις δυτικές εξαγωγές. Αυτό βέβαια που δεν διευκρίνισε αυτός, ο κατεξοχήν εκπρόσωπος των αγορών, είναι το πως συμβιβάζονται οι κριτικές στη Γερμανία με την … ενθουσιώδη επίθεση κατά της Ελλάδας την άνοιξη, επίθεση που άνοιξε το δρόμο της πανευρωπαϊκής λιτότητας!

Οικονομολόγοι όπως ο Κρούγκμαν αποδίδουν, αντίθετα, την αποτυχία του Ομπάμα στο αντίθετο: την πολύ περιορισμένη εφαρμογή της συνταγής του Κέινς. Στην πραγματικότητα βέβαια, τα στοιχεία δικαιώνουν περισσότερο τον Σόιμπλε, για λόγους όμως που ο ίδιος δεν θα είχε καμιά διάθεση να αναγνωρίσει. Τα λεφτά που ο Ομπάμα ρίχνει στην αγορά, δεν θα γίνουν το πιθανότερο βιομηχανικές επενδύσεις στις ΗΠΑ, αλλά θα τροφοδοτήσουν διεθνείς κερδοσκοπικές φούσκες, στο περιβάλλον της πλήρους απορρύθμισης, ενισχύοντας έτσι τους παράγοντες που οδήγησαν στην κρίση. Το μόνο κέρδος για τις ΗΠΑ είναι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της έμμεσης υποτίμησης.

Η δημοκρατική λύση κι ένας ρόλος για την Ευρώπη

Κεϋνσιανισμός σημαίνει πολύ περισσότερα. Προϋποθέτει κάποιας μορφής επιστροφή σε λελογισμένο προστατευτισμό, αλλά και μια σειρά από ριζικές πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές μεταβολές, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απλή άσκηση τόνωσης της ζήτησης. Πρέπει να αναθεωρηθεί μεγάλο μέρος της απορρύθμισης, να υποταγεί εκ νέου το κεφάλαιο στην πολιτική εξουσία, να επανεφευρεθεί το κράτος και ο ιστορικός συμβιβασμός κράτους, κεφαλαίου και εργασίας που χαρακτήρισε το Νιου Ντηλ του Ρούζβελτ, τον καπιταλισμό του Ρήνου και τον γαλλικό γκωλισμό. Χρειάζεται μια ριζική αναδιανομή του πλούτου κατά αντίστροφο τρόπο από αυτόν που κυριαρχεί μετά το 1970-80 και προϋποθέτει ένα νέο κύμα εκδημοκρατισμού των δυτικών κοινωνιών και, ίσως, την αποδοχή ενός πολυπολικού κόσμου.

Ομπάμα και Δημοκρατικοί δεν έχουν δύναμη και διάθεση για τόσο ενναίες κινήσεις. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία το ίδιο. Ούτε καν η ριζοσπαστική αριστερά της Ευρώπης, που προτιμά να διαμαρτύρεται γενικώς εναντίον του συστήματος, με αποτέλεσμα ακόμα και τεράστιες κινητοποιήσεις, όπως αυτή των Γάλλων, να μη βρίσκουν πολιτική διέξοδο. Με τη σειρά της βέβαια, η αποτυχία Ομπάμα μπορεί να οδηγήσει σε επικράτηση ακραίων δυνάμεων, όπως το Κόμμα του Τσαγιού, που απεργάζονται ιστορική, αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση στο εσωτερικό των ΗΠΑ και νέους πολέμους διεθνώς.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος μοιάζει τώρα παγιδευμένος ανάμεσα στην τερατώδη δύναμη των τραπεζών, των υπερσυντηρητικών Ρεπουμπλικάνων, του αμερικανοεβραϊκού λόμπυ και του Νετανιάχου από τη μια, που ετοιμάζονται για κοινωνικούς και νέους μεσανατολικούς πολέμους, και των Γερμανών και Κινέζων από την άλλη, που δεν βλέπουν γιατί πρέπει να ανοίξουν το γεμάτο πουγγί τους, για να σώσουν εκείνοι, με δικά τους έξοδα, το καράβι της διεθνούς οικονομίας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το καράβι θα συνεχίσει να βουλιάζει, όσο ο καθένας κυττάει μόνο τον εαυτό του. Η Ευρώπη, με σπουδαίες παραδόσεις της και πολιτική κουλτούρα θα μπορούσε να παίξει πρωτοποριακό ρόλο, αν οι εργαζόμενοι, οι νέοι, οι διανοούμενοί της ξανάβρισκαν, υπό το βάρος και της τόσο απειλητικής κρίσης, τον δυναμισμό που κάποτε τους χαρακτήριζε…

Γεωπολιτικές παρενέργειες

Μια από τις παρενέργειες της αμερικανογερμανικής σύγκρουσης, είναι ότι συντείνει στη δημιουργία ντε φάκτο άξονα Κίνας-Γερμανίας, στον οποίο προστίθεται και η Βραζιλία σε ορισμένα θέματα (o Λούλα επικρίνει την Ουάσιγκτον για τις ενέσεις ρευστότητας που οδηγούν σε υποτίμηση του δολλαρίου και πλημμυρίζουν τη χώρα του με κεφάλαια, υπενθυμίζοντας στους εξαγωγικούς γίγαντες ότι οι εξαγωγές τους δεν μπορούν να στηρίξουν την ανάπτυξη). Μια σινογερμανική προσέγγιση όμως, υπονομεύει αναπόφευκτα την κύρια, μακροχρόνια στρατηγική επιδίωξη της Ουάσιγκτων, που είναι η αναχαίτιση της κινεζικής ανάδυσης.

Το ίδιο κινδυνεύει να πάθει η Γερμανία σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στραγγαλίζοντας τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, βοηθάει αντικειμενικά στη δημιουργία δεύτερης “νέας Ευρώπης”, ζώνης αμερικανικής επιρροής στο εσωτερικό της ΕΕ. Το ίδιο έπαθε και στη Γιουγκοσλαβία, όταν επενέβη άτσαλα εναντίον των Σέρβων, διαιωνίζοντας τελικά τον αμερικανικό ρόλο στα Βαλκάνια!

Δημοσιεύτηκε στον Κόσμο του Επενδυτή, 13.11.2010