Παρίσι, του Δημ. Κωνσταντακόπουλου
Ο Κάρολος Μαρξ είχε αποκαλέσει στην εποχή του τη Γαλλία το «πολιτικό» και την Αγγλία το «οικονομικό εργαστήρι» της Ευρώπης.
Από τότε, την Αγγλία υποκατέστησαν μάλλον οι Ηνωμένες Πολιτείες ως «μήτρα» νέων οικονομικών παραδειγμάτων στην οικονομία του καπιταλισμού, η Γαλλία όμως παραμένει το «πολιτικό εργαστήρι» της ηπείρου μας.
Και παρά τον αντιφατικό, συχνά συγκρουσιακό και ενίοτε επικίνδυνο χαρακτήρα των όσων μπορούν να συμβαίνουν στη χώρα του Ροβεσπιέρου και του Ντε Γκωλ, ελπίζει πάντα κανείς ότι μέσα από αυτές τις ζυμώσεις, αλλά και τις συγκρούσεις, θα μπορούσε να προκύψει, σε κάποια στιγμή, μια διαφορετική Ευρώπη, ένα νέο «υπόδειγμα», προς όφελος των ευρωπαϊκών λαών και όλου του κόσμου. Αν και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι κρίσεις σαν αυτή στην οποία σήμερα βρίσκεται η ήπειρος εγκυμονούν και κινδύνους πολύ μεγάλων, ιστορικών οπισθοδρομήσεων.
Το φάντασμα της Επανάστασης
«Φοβηθήκαμε ότι ζούμε μια νέα 10η Αυγούστου», εξομολογήθηκε στη Journal de Dimanche ένας συνεργάτης του Προέδρου Μακρόν. Εννοούσε την 10η Αυγούστου 1792, όταν η κατάληψη του ανακτόρου των Tuilleries από την Εθνοφρουρά της Κομμούνας του Παρισιού και τους fédérés της Μασσαλίας και της Βρετάνης προκάλεσε την πτώση της γαλλικής μοναρχίας.
Ακριβώς επειδή στα Ηλύσια Πεδία «είδαν τον χάρο με τα μάτια τους», ο Πρόεδρος Μακρόν έσπευσε να αποδεχθεί το αρχικό αίτημα των Κίτρινων Γιλέκων καταργώντας τον φόρο στα καύσιμα που είχε επιβάλει και αυξάνοντας τον κατώτερο μισθό.
Συνολικό δημοσιονομικό κόστος δέκα δις ευρώ, που προκάλεσαν την οργή του Γερμανού Επιτρόπου Έτινγκερ. Τον οποίο έσπευσαν όμως αμέσως να «ανακαλέσουν στην τάξη» οι συνάδελφοί του, με επικεφαλής τον Μοσκοβισί, αντιλαμβανόμενοι την κρισιμότητα των στιγμών. Άλλωστε, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα επιβαρύνει μακροχρόνια τους ίδιους τους εργαζόμενους και όχι τις επιχειρήσεις, δια της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, δηλαδή των εισόδων των ασφαλιστικών ταμείων. Πρόκειται για αναδιανομή στο εσωτερικό τους και δάνειο από το μέλλον.
Επρόκειτο πάντως για την πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια που η γαλλική εξουσία υποχωρούσε σε κάποιο λαϊκό αίτημα ή ανακαλούσε ένα ήδη αποφασισμένο μέτρο. Από την άποψη αυτή ήταν μια πολύ μεγάλη νίκη των Κίτρινων Γιλέκων και τους έδωσε περισσότερη αυτοπεποίθηση.
Ταυτόχρονα όμως, όταν πια έγινε η παραχώρηση, ήταν ήδη πολύ λίγη και πολύ καθυστερημένη. Τώρα τα Γιλέκα όλης της Γαλλίας είχαν ήδη «ριζοσπαστικοποιήσει» και κλιμακώσει τις διεκδικήσεις τους.
Τι ζητάνε τα Κίτρινα Γιλέκα
Οργανωμένοι αυθόρμητα σε κυκλικά σημεία των αυτοκινητοδρόμων και αλλού, συγκροτώντας αυθόρμητα « Ζώνες Δημοκρατικής Δραστηριότητας» (ZAD), που εξελίσσονταν σε «Συνελεύσεις Πολιτών», επικοινωνώντας και συντονιζόμενοι μεταξύ τους μέσω του Facebook, τα Κίτρινα Γιλέκα από όλη τη Γαλλία κατάφεραν, παρά την έλλειψη οποιουδήποτε κεντρικού οργάνου και «ηγεσίας» να συγκλίνουν πολύ γρήγορα στη διατύπωση δύο κυρίως αιτημάτων:
– Αποκατάσταση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών στρωμάτων
– Σε βάθος εκδημοκρατισμός και λαϊκός έλεγχος του πολιτικού συστήματος.
Το πιο βασικό πολιτικό, θεσμικό αίτημα των Κίτρινων Γιλέκων, που υποστηρίζεται από τα τρία τέταρτα των Γάλλων, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, είναι η δυνατότητα των πολιτών να προκαλούν δημοψηφίσματα, ώστε να μπορεί ο ίδιος ο λαός να καταργεί ψηφισμένα νομοσχέδια με τα οποία διαφωνεί, να επιβάλλει την ψήφιση νόμων που θέλει ο ίδιος και να ανακαλεί τους αιρετούς εκπροσώπους του, εφόσον ενεργούν αντίθετα με την εντολή που έλαβαν από τους εκλογείς τους. Παράλληλα, ζητάνε την κατάργηση όλων των προνομίων των αιρετών εκπροσώπων.
Τα αιτήματα αυτά είναι εντελώς ώριμα στη συνείδηση της πλειοψηφίας του γαλλικού λαού. Το ένα ανταποκρίνεται στο αίτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και στην ανάγκη του έθνους να διατηρήσει τη συνοχή του. Μια κρατική εξουσία νομιμοποιείται μόνο αν είναι σε θέση να προστατεύσει τους πολίτες της, έγραφε ο Χομπς, ήδη πριν μερικούς αιώνες.
Το δεύτερο αίτημα ανταποκρίνεται στην βαθειά δημοκρατική κουλτούρα της χώρας που ίδρυσε σε μεγάλο βαθμό τη νεώτερη δημοκρατία στην Ευρώπη, αλλά και στην οξεία αίσθηση των πολιτών ότι άλλα ψηφίζουν και άλλα τους προκύπτουν, ότι δεν έχουν κανέναν άλλο πλην του εαυτού τους να τους προστατεύσει από την όλο και πιο συχνή κατάχρηση εξουσίας των εκλεγμένων εκπροσώπων τους.
Το εύλογο και γενικά αποδεκτό των αιτημάτων, είναι που εξηγεί, μεταξύ άλλων, την παραμένουσα, μετά από 13 εβδομάδες κινητοποιήσεων, και παρά τις γιορτές που μεσολάβησαν, ισχύ του κινήματος, παρά τα σημεία αναμφισβήτητης κόπωσης, αλλά και κάποιας υποχώρησης της ενεργού υποστήριξης του πληθυσμού στις κινητοποιήσεις του (π.χ. μεγάλη μείωση των αυτοκινήτων που φέρουν κίτρινα γιλέκα).
Σε «μετωπική σύγκρουση» με τη νεοφιλελεύθερη ευρωπαϊκή τάξη
Μόνο που αυτά τα αιτήματα είναι αδύνατον να ικανοποιηθούν από τον Πρόεδρο. Θα προϋπέθεταν την ανατροπή των ασκούμενων στην Ευρώπη νεοφιλελεύθερων πολιτικών, αλλά και του πολιτικού συστήματος που τις εφαρμόζει, συχνά αντίθετα με τη λαϊκή βούληση. Προφανώς, είναι το τελευταίο που επιθυμεί ο Εμανουέλ Μακρόν.
Αυτό εξηγεί ενδεχομένως και την αισθητή σκλήρυνση της πολιτικής του από την Πρωτοχρονιά και δώθε, με λεκτικές αναφορές σε «πλήθη που μισούν», αλλά και κλιμάκωση των μεθόδων βίαιης, αστυνομικής και δικαστικής καταστολής, μέθοδοι που έχουν οδηγήσει στην πρόκληση αναπηριών (τύφλωση διαδηλωτών και ξερίζωμα χεριών), προκαλώντας έντονες αντιδράσεις του νομικού κόσμου της χώρας, της Διεθνούς Αμνηστίας, ακόμα όμως και στελεχών της κυβερνώσας πλειοψηφίας. Ποτέ, εδώ και πενήντα χρόνια, δηλαδή από την Επανάσταση του 1968, δεν υπήρξε τέτοιας έκτασης καταστολή στη Γαλλία.
Τριγμοί στην πλειοψηφία
O βουλευτής της πλειοψηφίας de Courson, γιός ενός γνωστού Γάλλου αντιστασιακού κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και εγγονός ενός από τους 80 βουλευτές που αρνήθηκαν τις έκτακτες εξουσίες στον Πεταίν το 1940, κατήγγειλε στην Εθνοσυνέλευση ότι ο νόμος κατά των ταραξιών επιστρέφει τη Γαλλία στο καθεστώς του Βισύ.
Από την πλευρά του, ο διευθυντής του συντηρητικού, κεντροδεξιού περιοδικού Le Point, που ασφαλώς δεν υποστηρίζει τα Κίτρινα Γιλέκα, τόνισε ότι «είναι υπεύθυνος μόνο απέναντι στους αναγνώστες του και σε όσους αγοράζουν το περιοδικό», όταν ο Μακρόν τάβαλε με τα μέσα γενικώς, αλλά και «πέταξε» την ιδέα ότι η «πληροφορία» είναι το μόνο «δημόσιο αγαθό» που πρέπει να προστατευθεί, ιδέα που ερμηνεύτηκε από ορισμένους ως σκέψη «εθνικοποίησης» των ΜΜΕ!
Αλλά είναι μόνο αυτό;
Από μία πλευρά, είναι λοιπόν εύκολα εξηγήσιμη η εμμονή Μακρόν. Εντούτοις, πολιτικοί αναλυτές εδώ στο Παρίσι διερωτώνται αν εξηγείται μόνο από αυτόν τον παράγοντα.
Διερωτώνται για παράδειγμα για ποιο λόγο ο Πρόεδρος δεν ανακαλεί τις ελαφρύνσεις των φόρων στους πολύ πλούσιους που επέβαλε, προκαλώντας πολύ έντονες διαμαρτυρίες, αλλά και εμπεδώνοντας τον χαρακτηρισμό του ως «Προέδρου των Πλουσίων», που συμμερίζονται τα δύο τρίτα των Γάλλων, σύμφωνα με δημοσκόπηση του περιοδικού Challenge. Διερωτώνται γιατί δεν κάνει κάποιες άλλες επιμέρους κινήσεις, που θα μπορούσαν ενδεχομένως να κατευνάσουν τα πνεύματα, επιδιώκοντας μια μεγαλύτερη ευελιξία σε πτυχές των οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών που εφαρμόζει, ακόμα και στην πολιτική ρητορική που υιοθετεί.
Την ίδια απορία έχουν και όλοι σχεδόν με όσους συζητήσαμε εδώ στο Παρίσι, αναλυτές, διανοούμενοι και πολιτικοί, από την άκρα αριστερά, μέχρι την άκρα δεξιά. Όλοι προβληματίζονται, κανείς όμως δεν είναι σίγουρος για την απάντηση.
Για ορισμένους ευθύνεται η προσωπικότητα του ίδιου του Προέδρου, που άλλωστε έγινε Πρόεδρος χωρίς ουσιαστικά καμιά ιδιαίτερη πολιτική εμπειρία. Πέρασε όλη του τη ζωή στις τράπεζες και τις επιχειρήσεις. Αλλά εύκολα μπορεί κάποιος να αντιστρέψει το επιχείρημα. Συγκεκριμένος τύπος προσωπικοτήτων εμφανίζεται ανάλογα με τα «έργα» που έχει να φέρει σε πέρας η Ιστορία, εκφραζόμενα ως βούληση είτε των αρχουσών, είτε των λαϊκών τάξεων.
Μια ερμηνεία είναι ότι πιθανώς, οι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες της Ευρώπης φοβούνται ένα νέο επεισόδιο της οικονομικής κρίσης του 2008, απέναντι στο οποίο τα κράτη έχουν σήμερα πολύ λιγότερα μέσα να την αντιμετωπίσουν απότι πριν δέκα χρόνια. Αρνούνται λοιπόν «προληπτικώς» οιαδήποτε παραχώρηση.
Μια άλλη ερμηνεία είναι ότι ισχυροί γαλλικοί και διεθνείς οικονομικοί κύκλοι έχουν αποφασίσει ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος από τη μετωπική αντιπαράθεση για να ξεμπερδεύουν μια και καλή με τη λεγόμενη «γαλλική εξαίρεση», τις ισχυρές παραδόσεις δηλαδή δημοκρατικής και «κοινωνικής», «σοσιαλιστικής» κουλτούρας στις λαϊκές τάξεις της χώρας. Ερμηνεία που συνδυάζεται με την ανάδειξη ενός Προέδρου, η σχέση του οποίου με τον λαό και με τους ισχυρούς οικονομικούς κύκλους εμφανίζεται πολύ διαφοροποιημένη σε σχέση με όλους τους προκατόχους του.
Για έναν σχολιαστή της Figaro εξάλλου τα χέρια του Μακρόν είναι «δεμένα» από την Ε.Ε. Αυτό πιθανώς ισχύει, αλλά δεν φαίνεται πιθανό να θέλει ο Μακρόν να κάνει κάτι άλλο από αυτά που θέλουν οι Βρυξέλλες. Άλλωστε, Ε.Ε. χωρίς τη Γαλλία, δύσκολα μπορεί να υπάρξει, κάτι που δίνει τεράστια διαπραγματευτικά όπλα στο Παρίσι, αν υποθέσουμε ότι επεδίωκε να τροποποιήσει τις ευρωπαϊκές πολιτικές.
Ένα παρατεινόμενο αδιέξοδο, μια διπλή νομιμότητα
Η «μοναρχία» δεν «ανετράπη» τελικά τον Δεκέμβριο. Μια κατάσταση που πλησίαζε σε κάτι που μπορούμε να ονομάσουμε «κενό εξουσίας» φάνηκε να διαμορφώνεται, αλλά δεν είχε καμία πολιτική ή θεσμική διέξοδο, ικανή να προκαλέσει την παραίτηση Μακρόν.
Άλλωστε, αν οι διαδηλωτές σε ολόκληρη τη Γαλλία φώναζαν «Μακρόν παραιτήσου», καμμία πολιτική δύναμη της χώρας δεν υιοθέτησε το αίτημά τους αυτό, περιλαμβανομένων των εμφανιζόμενων ως «αντισυστημικών» Μαρίν Λεπέν εκ δεξιών και Ζαν-Λυκ Μελανσόν εξ αριστερών. Ο τελευταίος είναι αλήθεια ότι ζήτησε τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και την προκήρυξη βουλευτικών εκλογών. Με δεδομένο το γαλλικό πολιτειακό σύστημα, κάτι τέτοιο θα οδηγούσε πιθανώς σε μια «συγκατοίκηση» του Προέδρου με μια εχθρική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όπως συνέβη στο παρελθόν μεταξύ Σιράκ και Ζοσπέν. Ο Μακρόν όμως δεν είχε καμία τέτοια διάθεση, ούτε και το ζήτημα φάνηκε να συγκινεί τα Κίτρινα Γιλέκα, η συντριπτική πλειοψηφία των «Συνελεύσεων» των οποίων πιστεύει ότι δεν έχει τίποτα να κερδίσει από τις εκλογές.
Ο Μακρόν δεν μπορούσε να πέσει και δεν έπεσε το 2018. Αλλά ούτε και ένα τόσο ισχυρό και βαθύ κίνημα μπορούσε εύκολα να εξαφανισθεί. Έτσι σήμερα η Γαλλία παραμένει σε μια κατάσταση παρατεινόμενου πολιτικού αδιέξοδου, μεταξύ ενός Προέδρου που είναι θεσμικά παντοδύναμος και πολιτικά ανίσχυρος και ενός κινήματος που δεν λέει να υποχωρήσει, προσπαθεί να οργανωθεί και να βρει τρόπο συντονισμού, αναζητώντας, αλλά μην έχοντας βρει, μέχρι στιγμής, τρόπο να διευρύνει τα όριά του.
Η Γαλλία παραμένει βυθισμένη, προς το παρόν, σε ένα είδος «διπλής νομιμότητας». Όλοι οι θεσμοί με τον Πρόεδρο, η πλειοψηφία του Λαού υπέρ των Γιλέκων και μια ισχυρή μειοψηφία του πάντα στους δρόμους.
Ένα καινούριο «γαλλικό πείραμα», προς το παρόν άγνωστης κατάληξης, με σημασία όμως που εκτείνεται σε όλη την Ευρώπη, πραγματοποιείται στις γαλλικές επαρχίες αυτή τη φορά όπου, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε σε όλη τη γαλλική ιστορία, είναι σήμερα το επίκεντρο της εξέγερσης.
Δημοσιεύτηκε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ
Διαβάστε επίσης
Yellow Vests: From Facebook to the…”Soviets”, from Roads to Factories. The Commercy Manifesto