Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Έχουμε υποστηρίξει, νομίζουμε μάλιστα ότι είμαστε οι πρώτοι, αλλά μπορεί να κάνουμε και λάθος, ήδη από τις 11 Ιανουαρίου 2018, όταν ανέκυψε ξανά το «Μακεδονικό», την ζωτική ανάγκη να διεξαχθεί οπωσδήποτε δημοψήφισμα για την κύρωση οποιασδήποτε συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και πΓΔΜ.
Το αίτημα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος διατύπωσε επίσης, από το βήμα του μεγάλου συλλαλητηρίου της Θεσσαλονίκης, ο εκ των ομιλητών, εκπαιδευτικός από τη Θράκη Κώστας Καραΐσκος, στις 16 Ιανουαρίου 2018. Το διατύπωσε επίσης, με όλο το ηθικό και συμβολικό βάρος που φέρει, ο Μίκης Θεοδωράκης, ελληνικό και παγκόσμιο σύμβολο της Αριστεράς και των αγώνων για την Ελευθερία σε όλο τον κόσμο, ως κύριος ομιλητής στην πολύ μεγάλη συγκέντρωση της Αθήνας, στις 4 Φεβρουαρίου 2018. ‘Εκτοτε το έχουν υιοθετήσει και πολλές άλλες προσωπικότητες και φορείς, περιλαμβανομένων μερικών από τους πιο αξιόλογους εκπροσώπους του ελληνικού καλλιτεχνικού κόσμου, πολιτικά τοποθετημένοι είτε στην Αριστερά, είτε στη Δεξιά.
Την άποψη ότι πρέπει να διεξαχθεί δημοψήφισμα για τη συμφωνία συμμερίζεται η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών, του ελληνικού λαού, εν ονόματι του οποίου ασκούν την Εξουσία τους, η κυβέρνηση και η Βουλή των Ελλήνων.
Δεν θα επαναλάβουμε εδώ το σύνολο της επιχειρηματολογίας που αναπτύξαμε στην αρθρογραφία μας για τους λόγους, εθνικούς, δημοκρατικής νομιμότητας, πολιτικούς, ακόμα και λόγους καλώς νοούμενου συμφέροντος του κυβερνώντος κόμματος, που όχι μόνο επιβάλλουν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, την καθιστούν την μόνη εθνικά υπεύθυνη λύση, τη μόνη δημοκρατική, αλλά και τη μόνη συμφέρουσα στο κυβερνών κόμμα και στην ευρύτερη παράταξη της Αριστεράς και Κεντροαριστεράς και τα λαϊκά στρώματα και τάξεις που την ακολουθούν.
Θα περιοριστούμε εδώ, να επισημάνουμε τις πιο επικίνδυνες δυνατές συνέπειες των επιλογών του Πρωθυπουργού και τις πιο χτυπητές ανακολουθίες του ΣΥΡΙΖΑ.
Υπονομεύοντας το δημοκρατικό πλαίσιο, αντιπαραθέτοντας την Κοινωνία στο Εθνος
Εχουμε υπογραμμίσει ότι αυτή η Βουλή δεν έχει την απαιτούμενη νομιμοποίηση για να κυρώσει μια συμφωνία, οι συνέπειες της οποίας υπερβαίνουν κατά πολύ τον βίο της και που διχάζει βαθειά τον ίδιο τον ελληνικό λαό. Τον Σεπτέμβριο άλλωστε του 2015, όταν εξελέγη, το Μακεδονικό δεν υπήρχε ούτε ως υπαινιγμός στη δημόσια ζωή και στην προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων.
Ακόμα κι αν είχε όμως τέτοια νομιμοποίηση και πάλι η σημασία του θέματος και η ανάγκη διαφύλαξης της εμφύλιας ειρήνης στη χώρα, θα επέβαλε να πάρει την απόφαση ο ίδιος ο ελληνικός λαός.
Πόσο μάλλον τώρα που, για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο που χρησιμοποιεί το ίδιο το Σύνταγμα, ο συντακτικός νομοθέτης, υπάρχει κραυγαλέα δυσαρμονία μεταξύ όσων κάνει η Κυβέρνηση και ψηφίζει η Βουλή στο Μακεδονικό και όσων βούλεται ο Λαός που την έχει εκλέξει.
Η προσπάθεια να κυρωθεί η Συμφωνία για ένα τόσο βαρύ μάλιστα εθνικό θέμα, από αυτήν τη Βουλή, συνιστά νομότυπο μεν, επί της ουσίας δε πολιτικό πραξικόπημα, μια θεσμική ταχυδακτυλουργία που πλήττει βαριά την ίδια την ουσία του πολιτεύματος και ξεθεμελιώνει το όποιο ηθικό και πολιτικό κεφάλαιο της ίδιας της Αριστεράς, επομένως και τα συμφέροντα όποιων λαϊκών στρωμάτων και τάξεων εξακολουθούν και σήμερα να στηρίζονται στον ΣΥΡΙΖΑ για να προστατευθούν κοινωνικά.
Ο «κίνδυνος της Άκρας Δεξιάς, του Εθνικισμού και του Φασισμού»
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι την απασχολεί ο κίνδυνος της ‘Ακρας Δεξιάς και του νέο–Φασισμού. Στην πραγματικότητα χρειάζεται την άκρα δεξιά, αφενός για να κόβει εκλογικά από τη ΝΔ, αφετέρου για να δημιουργήσει κίνητρο στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν απομακρυνθεί να τον ξαναψηφίσουν.
Αλλά είναι η ίδια με την πολιτική της που θρέφει την ‘Ακρα Δεξιά και τον Φασισμό. Την άκρα δεξιά την είχε τοποθετήσει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας η προδοσία και καταστροφή του κυπριακού ελληνισμού το 1974.
Σήμερα είναι, που η λεγόμενη Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, της δίνει τη χρυσή ευκαιρία να βγει από κει μέσα και να εγκαλεί για εκατό χρόνια, με αφορμή το μακεδονικό, ως προδοτική όχι τον Τσίπρα, αυτός αργά ή γρήγορα θα φύγει από το προσκήνιο, αλλά ολόκληρη την παράταξη που σήκωσε το βάρος της μεγαλύτερης και πιο ηρωϊκής αντίστασης σε όλη την Ευρώπη, της παράταξης που έδωσε τους πρώτους και μόνους νεκρούς στην Αθήνα για την ‘Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα και που πάλεψε εναντίον της Αμερικανοκρατίας. Μιας παράταξης που είναι εθνικό και όχι μόνο παραταξιακό ή κομματικό κεφάλαιο και εφεδρεία.
«Εσείς πουλήσατε τη Μακεδονία», θα λένε σε όποιον προοδευτικό πολίτη τολμήσει να τους φέρει οποιαδήποτε αντίρρηση.
Το έγκλημα δεν θα αποδειχθεί στιγμιαίο, όπως ελπίζει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Θα αποδειχθεί διαρκείας, γιατί η συμφωνία δεν είναι ούτε καλή, ούτε ειλικρινής, είναι δημιουργικά ασαφής και δεν είναι δεκτή ούτε από τους ‘Ελληνες, ούτε από τους Σλαβομακεδόνες. Οι τριβές θα είναι διαρκείς. Η διαφορά Ελλάδας και πΓΔΜ δεν ήταν ενεργή, είχε ξεχαστεί από όλους, πλην ΗΠΑ και ΝΑΤΟ και δεν δημιουργούσε κανένα πρόβλημα στις δύο χώρες. Τώρα θα ξαναρχίσει η αντιπαράθεση των «εθνικισμών», που τόσο ξορκίζουν δήθεν οι ΣΥΡΙΖαίοι.
Στο εσωτερικό της Ελλάδας πήραμε ήδη μια γεύση του που θα οδηγήσουν όλα αυτά με τη διάλυση κακήν-κακώς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-Αν.Ελλ. και τον νέο εξευτελισμό της Βουλής, με τις ποδοσφαιρικού τύπου μεταγραφές και τις οβιδιακές μεταμορφώσεις βουλευτών που ξέχασαν, μέσα σε μερικές μέρες, τα όσα έχουν υποστηρίξει στο παρελθόν. Ξαναζήσαμε το κλίμα της Αποστασίας. Τότε οι Αμερικανοί ήθελαν να περάσουν το σχέδιο ‘Ατσεσον που «έλυνε» το κυπριακό παραχωρώντας το Καστελόριζο στην Τουρκία. Τώρα, πάλι οι Αμερικανοί, θέλουν να «λύσουν» το μακεδονικό, αντίθετα προς τη θέληση του ελληνικού λαού. Και είμαστε ακόμα στην αρχή.
Θυμίζουμε ότι σε όλες τις δημοσκοπήσεις που γίνονται επί ένα χρόνο, το ποσοστό των Ελλήνων που αντιτίθενται σε μια τέτοιου τύπου συμφωνία κυμαίνεται γύρω στο 75%. Η τελευταία, μετά από όλο το κυβερνητικό προπαγανδιστικό μπαράζ, αλλά πριν το νέο συλλαλητήριο, δίνει το ‘Όχι στο 65%, που και πάλι είναι μια πολύ μεγάλη πλειοψηφία.
Η σκιά ενός νέου Διχασμού
Πήραμε μια πρώτη γεύση, αλλά αυτό δεν είναι τίποτα. Η πραξικοπηματική κύρωση της Συμφωνίας από τη Βουλή, κινδυνεύει να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για νέους Διχασμούς και, στο χειρότερο σενάριο, μεσοπρόθεσμα, για εμφύλιο χαμηλής έντασης ακόμα. Υπονομεύει το δημοκρατικό πλαίσιο που είναι, ακόμα, και παρά την προφανή δυσαρμονία του με τη βούληση του λαού, το μόνο κοινά αποδεκτό πλαίσιο, που επιτρέπει την εμφύλια ειρήνη στη χώρα. Αντιπαραθέτει την κοινωνική στην εθνική ταυτότητα, ενεργοποιώντας τον θεμελιώδη μηχανισμό που οδήγησε και μπορεί να ξαναοδηγήσει σε εμφύλιο πόλεμο τον ελληνικό λαό.
Ξέρω ότι αυτά μπορεί να φαίνονται υπερβολικά σε πολλούς αναγνώστες. Δυστυχώς όμως δεν είναι. Δεν θα θυμίσουμε τώρα την ελληνική ιστορία, γιατί δηλαδή η αντιπαράθεση του «εθνικού» προς το «κοινωνικό» και τούμπαλιν, αυτό δηλαδή που γίνεται επί της ουσίας τώρα, έχει οδηγήσει ιστορικά στον Διχασμό και τον Εμφύλιο, που είναι ο κύριος τρόπος καταστροφής των Ελλήνων στην ιστορία μας, αλλά και ο πιο εύκολος τρόπος στις ξένες δυνάμεις να τους υποδουλώνουν, υποδαυλίζοντάς τον.
Μια επίπλαστη και παραπλανητική «σταθερότητα»
Οι περισσότεροι πολίτες και σχεδόν όλοι οι πολιτικοί μας, ακόμα περισσότερο οι κυβερνώντες, ζούνε και θέλουν να ζούνε σε ένα ψυχολογικό κλίμα επίπλαστης, ψεύτικης σταθερότητας, που προβάλλει στο μέλλον ένα οικείο παρελθόν που ήδη παρήλθε.
Μόνο που αυτή η σταθερότητα δεν στηρίζεται πουθενά. Οι οικονομικοί λογαριασμοί της κυβέρνησης δεν βγαίνουν και αυτό θα φανεί πιθανότατα αμέσως μετά τις ευρωεκλογές. Δεν υπάρχει αρκετό φαγάκι για όλους.
Σα να μην έφτανε αυτό, έχουμε και πρωτοφανείς θύελλες που έχουν ξεσπάσει ή ετοιμάζονται να ξεσπάσουν σε ένα διεθνές περιβάλλον απίστευτης αστάθειας.
Σαν να μην έφταναν και αυτά, υπάρχει μια πολύ ισχυρή, εξτρεμιστική φράξια μέσα στο «αυτοκρατορικό», δυτικό σύστημα της παγκόσμιας εξουσίας, που θέλει όχι μόνο να μας υποτάξει, αλλά και να μας καταστρέψει. Αν δεν ήθελαν κάτι τέτοιο, θα επέβαλαν στην Ελλάδα ένα αυστηρό νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. ‘Όχι ένα πρόγραμμα που αύξησε κατά 50% το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, μειώνοντας κατά ένα τέταρτο το τελευταίο και δημιουργώντας άλλο τόσο ιδιωτικό. Αυτό δεν είναι πρόγραμμα νεοφιλελεύθερης διόρθωσης, είναι πρόγραμμα καταστροφής χώρας. Αυτές οι στατιστικές είναι στατιστικές πολεμικών εποχών ή του Μεγάλου Κραχ (1929-33).
Ερχεται λοιπόν τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, σε ένα τέτοιο πραγματικό περιβάλλον, και αρχίζει να παίζει εν ου παικτοίς, αφενός με το ίδιο το δημοκρατικό πλαίσιο, την προϋπόθεση της εμφύλιας ειρήνης, αφετέρου με τα βαθύτερα στρώματα της εθνικής συνείδησης και ιδεολογίας, της Ταυτότητας που συγκροτεί την αυτοσυνείδηση του ‘Εθνους. Δηλαδή παίζει στο βαθύτερο επίπεδο του κοινωνικού και του ψυχικού Είναι των ανθρώπων, εκεί που μπορούν να δημιουργηθούν τα συναισθήματα και να βρουν στη συνέχεια τις ιδέες και μετά και τους προβοκάτορες για να μας πάνε στον Εμφύλιο.
Λέμε χαμηλής έντασης, γιατί η ελληνική κοινωνία δεν έχει ούτε τη δύναμη, ούτε τους λόγους να παράξει μαζικά σήμερα ένα τέτοιο φαινόμενο, όπως έγινε στη δεκαετία του 1940. ‘Όπως ξέρουμε όμως από τη Λατινική Αμερική ή από την Ουκρανία, δεν χρειάζεται ο εμφύλιος να είναι μαζικός. Ο κ. Τσίπρας μπορεί να μάθει περισσότερα για τα θέματα αυτά, αν ρωτήσει τον αμερικανό φίλο του που έχει υπηρετήσει και στις δύο αυτές περιοχές.
Σε μια τέτοια κατάσταση, και ωσότου βρούμε τον τρόπο να αποκαταστήσουμε ένα βαθμό τουλάχιστο ελληνικής εθνικής, κρατικής, λαϊκής κυριαρχίας, αν έχει κανείς λίγο μυαλό στο κεφάλι του και κάποια ίχνη πατριωτισμού, κυττάει τουλάχιστο να μην προκληθούν κι άλλες καταστροφές, να διατηρήσει ότι έχει απομείνει από κράτος και εθνική-λαϊκή ενότητα στη χώρα. Γιατί στο τέλος, δεν θα υπάρχει η χώρα που θέλουν να κυβερνάνε οι πολιτικοί μας.
Περιφρονούν τους πολίτες, περιφρονούν τον λαό, λατρεύουν τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ
Ορισμένοι βρήκαν να πούνε ότι δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε στον ελληνικό λαό, στους ‘Ελληνες πολίτες, αυτούς που θα λουστούν, μαζί με τα παιδιά και τα εγγόνια τους, την όποια απόφαση για το μακεδονικό, την «άσκηση εξωτερικής πολιτικής». Είναι πολύ σοβαρό θέμα η εξωτερική πολιτική και οι ‘Ελληνες δεν πρέπει να θεωρούνται πολίτες, είναι λιγότερο σοβαροί και υπεύθυνοι από αυτούς που τους κυβερνάνε, είναι στην πραγματικότητα ανήλικα παιδιά που χρειάζονται κηδεμόνα, κάποιον να τους λέει τι είναι σωστό και τι όχι, τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν.
Ποιος όμως είναι πραγματικά ο κηδεμόνας που μας προτείνουν; Σε όρους πρακτικούς, στη συγκεκριμένη κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, και όπως καταλαβαίνει κάθε ‘Ελληνας, είτε το παραδέχεται, είτε όχι, αυτό σημαίνει να εμπιστευτούμε την άσκηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ. Διότι αυτός είναι ο πραγματικός κηδεμόνας πίσω από την ελληνική πολιτική τάξη.
Πολύ ωραία και πολύ έξυπνη ιδέα. Την εφαρμόσαμε άλλωστε και στο παρελθόν, οργανώνοντας τον πιο ανελέητο Εμφύλιο στην Ευρώπη, την εφαρμόσαμε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με αποτέλεσμα την εξόντωση των Ελλήνων της Τουρκίας, την εφαρμόσαμε στο κυπριακό, με αποτέλεσμα να βλέπει, κάθε Κύπριος που ξυπνάει το πρωί, επί σαράντα χρόνια, την Ημισέληνο χαραγμένη στον Πενταδάκτυλο.
Την εφήρμοσε ο Γιώργος Παπανδρέου όταν άκουσε τις συμβουλές των Αμερικανών, που έλεγχαν απολύτως την κυβέρνησή του, και έφερε τα Μνημόνια, τις Δανειακές και το ΔΝΤ στην Ελλάδα. Την εφήρμοσε και ο Τσίπρας, πηγαίνοντας στον Θείο Σαμ να του λύσει το πρόβλημα των Μνημονίων και των Δανειακών.
‘Εκτακτα. Ας συνεχίσουμε την ίδια πορεία να δούμε που θα μας βγάλει στο τέλος.
Και μάλιστα όταν κοτζάμ Φρίντμαν, του Stratfor, μας ανακοίνωσε, ήδη από το 2010, ότι η Αυτοκρατορία, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε επί Ψυχρού Πολέμου, δεν μας χρειάζεται τώρα ούτε καν ως προτεκτοράτο. Χρειάζεται την Ελλάδα (και την Κύπρο), δεν χρειάζεται τους Ελληνες.
Τυχοδιωκτισμός και καιροσκοπισμός
Ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν ασφαλώς κάθε δικαίωμα να πιστεύουν ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι η καλύτερη στον κόσμο και να δρουν πολιτικά για την επικύρωσή της. ‘Εχουν κάθε δικαίωμα να παλεύουν για να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι αυτοί και όχι οι αντίπαλοι και επικριτές της Συμφωνίας έχουν το δίκηο με το μέρος τους.
Εμείς είμαστε οι τελευταίοι που θα χωρίσουμε τους Ελληνες σε εθνοπροδότες από τη μια, ακροδεξιούς εθνικιστές και φασίστες από την άλλη. ‘Ολοι έχουν το δικαίωμα της άποψης, έστω και αν οι μεν δεν θέλουν ούτε να ακούνε τους δε.
Οσοι διαιρούν τον ελληνικό λαό σε προδότες από τη μια, ακροδεξιούς εθνικιστές και φασίστες από την άλλη, είτε προέρχονται από την αριστερά, είτε προέρχονται από τη δεξιά, εργάζονται, είτε το καταλαβαίνουν, είτε όχι, εργάονται για την καταστροφή του ελληνισμού, προς όφελος ξένων δυνάμεων που την επιδιώκουν.
Εχει λοιπόν δικαίωμα να πιστεύει ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ότι η Συμφωνία που συνομολόγησαν είναι η καλύτερη στον κόσμο και να εργάζονται πολιτικά για να την επικυρώσουν.
Αυτό που δεν έχουν όμως δικαίωμα, οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, είναι να την επιβάλουν με το στανιό σε έναν λαό που την απορρίπτει, στη μεγάλη του πλειοψηφία, περιλαμβανομένης και της πλειοψηφίας των οπαδών και ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, μόνο και μόνο γιατί έτσι θέλουν οι Αμερικανοί και το ΝΑΤΟ, δρώντες υπό το κράτος της μοιραίας αυταπάτης τους ότι θα διατηρήσουν επ’ άπειρον την εύνοια των ισχυρών δυτικών κέντρων και ότι, αυτή η εύνοια, θα τους επιτρέψει να παραμείνουν στην εξουσία.
Δυστυχώς για όλους μας, αριστερούς και δεξιούς, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει πλήρως αντιληφθεί τη χρησιμότητα και κάνει ευρύτατη χρήση του καιροσκοπισμού και του τυχοδιωκτισμού στην πολιτική, δεν έχει όμως ιδέα, παραμένει εντελώς ανυποψίαστη για το τελικό κόστος αυτών των μεθόδων.
Αντιλαμβάνονται την πολιτική ως ένα κόλπο, δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι καταλαβαίνουν τον Ανδρέα Παπανδρέου μόνο ως έναν πολιτικό που μπορούσε να εξαπατά αποτελεσματικά!!!
Και δεν παίρνουν καν χαμπάρι τις πραγματικές προθέσεις της Αυτοκρατορίας απέναντί τους.
Μωραίνει ο Κύριος ον βούλεται απωλέσαι.
Η τελευταία ευκαιρία του Τσίπρα
Κρίμα Αλέξη Τσίπρα, κρίμα για την ιστορική ευκαιρία που είχες και σπατάλησες, κρίμα για τους ‘Ελληνες που σε πίστεψαν, σε εμπιστεύτηκαν, σε τίμησαν.
Εχεις όμως ακόμα μία ευκαιρία και είναι η τελευταία σου. Εστω και την υστάτη, βρες το σωτήριο θάρρος να
ακούσεις τη φωνή του λαού και να προκηρύξεις δημοψήφισμα. Θα σε υποστηρίξει, αν το κάνεις, σύσσωμος ο ελληνικός λαός. Φυσικά θα διακινδυνεύσεις να στραφούν εναντίον σου οι Αμερικανοί. Είναι όμως κι αυτοί ρεαλιστές. Από τη στιγμή που προκηρύξεις το δημοψήφισμα, δεν θα μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα. Και θα έχεις μαζί σου τους Ελληνες.
Ετσι κι αλλοιώς, σε δεδομένη στιγμή, όταν θα τους έχεις κάνει όλα τα χατήρια, πάλι θα δοκιμάσουν να σε ρίξουν. Αλλά τότε, κανένας ‘Ελληνας δεν θα σε υποστηρίξει.
Χρειάζεται άραγε, μετά το μεγάλο Ναι στους Πιστωτές, που είπες το 2015, να σε χρεώσει η ιστορία και με τη συνέχειά του, στην πορεία αποικιοποίησης και καταστροφής της Ελλάδας, να σε χρεώσει δηλαδή και με το μεγάλο Ναι στους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ για το μακεδονικό και τις αναπόφευκτες, επικίνδυνες και θλιβερές για όλους μας συνέπειες;
Δυστυχώς, ο πολιτικός σχεδιασμός του Τσίπρα και των φίλων του μοιάζει πλήρως εγκλωβισμένος από ένα φιλο-αμερικανικό γκρουπ, που έχει κάθε συμφέρον να κρατήσει τον Πρωθυπουργό πλήρως αποκομμένο από την πραγματικότητα, ανύποπτο για την τύχη που του ετοιμάζουν οι φίλοι και σύμμαχοί του, ώστε να παίξει πειθήνια μέχρι το τέλος τον ρόλο που θέλει από αυτόν να παίξει η «Αυτοκρατορία».
Να διαλύσει δηλαδή όλο το ηθικό και πολιτικό κεφάλαιο της ελληνικής Αριστεράς και Κεντροαριστεράς, συντρίβοντας οριστικά το αντιστασιακό γονίδιο των Ελλήνων, κάνοντας όλες τις παραχωρήσεις που θέλουν οι Δυτικοί, προτού τον πετάξουν σαν στημένη λεμονόκουπα και φέρουν μια πολιτική δύναμη τύπου Μπολσονάρου να διοικήσει την κατεστραμμένη αποικία τους.
Οι θανάσιμες αυταπάτες του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ
Νομίζει τώρα ο Τσίπρας και οι φίλοι του ότι θα τον υποστηρίζουν αιωνίως οι Αμερικανοί, το ΝΑΤΟ, η Γερμανία, η ΕΕ, οι Ρότσιλντ, οι Σόρος, οι Νετανιάχου και όλοι οι άλλοι ισχυροί παράγοντες της Δύσης. Και ότι, χάρη σε αυτή την υποστήριξη, θα παραμείνει για πάντα στην καρέκλα του Πρωθυπουργού, όπου τον έστειλε να καθήσει η δύναμη του ελληνικού εθνισμού και η απεγνωσμένη προσπάθεια του ελληνικού λαού να βρει ένα κόμμα να τον σώσει.
Το ίδιο ακριβώς πίστευε και ο Γιώργος Παπανδρέου (και αναρίθμητοι άλλοι). Που είναι τώρα ο Γιώργος Παπανδρέου; Αλλά η τύχη του Τσίπρα θα είναι πολύ χειρότερη από την τύχη του Γιώργου.
Το ίδιο πίστευε κι ο Γάλλος Πρόεδρος Μακρόν μέχρι πριν δύο μήνες. Τώρα δεν μπορεί να βγει από το Προεδρικό Μέγαρο χωρίς να προκληθεί πραγματική μάχη με τον κόσμο.
Ο Τσίπρας πάσχει από μια πολύ διαδεδομένη αρρώστια των Ελλήνων πολιτικών. Τη λένε «αμερικανοπληξία», μόνο που στην πραγματικότητα είναι ένα σύνδρομο (ιδιοτελούς, όχι μόνο ψυχολογικής) «εθνικής μειονεξίας», πολύ καθολικό. Δεν αφορά ούτε μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε μόνο τους Αμερικανούς.
Την έχει περιγράψει έξοχα αυτή την αρρώστια ο Ζακ Μεϊνώ, βιογράφος του Καραμανλή και μελετητής της ελληνικής πολιτικής ζωής μετά τον Εμφύλιο και πριν τη δικτατορία, στο δίτομο κλασικό έργο του για τις «πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα»: Οι ‘Ελληνες πολιτικοί, έγραψε, δεν προσπαθούν απλά να ικανοποιήσουν τους Αμερικανούς, σπάνε διαρκώς το κεφάλι του να βρουν κι άλλους τρόπους να τους ευχαριστήσουν.
‘Όπως σημειώσαμε ήδη, αυτή η «αρρώστια» δεν διακατέχει μόνο τους ΣΥΡΙΖαίους – όπου είναι πολύ έντονη λόγω απότομης ανόδου, απουσίας ιστορικής αίσθησης και συνδρόμου «πολιτικού νεοπλουτισμού» – ούτε αφορά μόνο τις σχέσεις με τους Αμερικανούς.
Εκδηλώνεται όχι μόνο προς τους Αμερικανούς, εκδηλώνεται επίσης και προς τους Ρώσους και προς τους Γερμανούς και προς οποιονδήποτε άλλο αν οι περιστάσεις το απαιτούν. Συνήθως εκδηλώνεται προς τους Αμερικανούς, γιατί πρακτικά αυτοί κάνουν κυρίως κουμάντο στη χώρα.
Στην πραγματικότητα αντανακλά ένα αίσθημα βαθειάς εθνικής μειονεξίας που συνέχει όλη την ελίτ, αλλά και μεγάλο μέρος των ελληνικών μεσαίων στρωμάτων, όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες χώρες.
Η ψυχολογία βέβαια δεν είναι αρκετή. Συνδυάστηκε με ιδιοτελή οικονομικά συμφέροντα και ποικίλους μηχανισμούς εξάρτησης, για να δώσει τα αποτελέσματα που όλοι γνωρίζουμε και να προκαλέσει τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ελληνική ιστορία.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν καταλαβαίνει ότι, όσο περισσότερες χάρες κάνει στην Αμερική, τόσο πλησιάζει η ώρα που δεν θα τον χρειάζεται. Δεν μπορεί καν να φανταστεί ότι η μοίρα που θα του επιφυλάξουν στο τέλος μπορεί να είναι αισθητά χειρότερη, από αυτή που γνώρισαν ο Αλαβάνος, ο Κοτζιάς και ο Καμμένος.
Πριν από δέκα χρόνια, τον Απρίλιο του 2009, γράψαμε ένα άρθρο στο περιοδικό Metropolitan, περισσότερο από ένστικτο, λιγότερο από αναλυτική σκέψη, με τον τίτλο «Ενα 1974 από την ανάποδη».
Στο άρθρο αυτό υποστηρίξαμε ότι η επιδίωξη της Αυτοκρατορίας είναι πιθανώς να βάλει την Αριστερά, την Κεντροαριστερά και την ατλαντική Δεξιά, σε Ελλάδα και Κύπρο να κάνουν επαχθείς και μη αντιστρέψιμες εθνικές παραχωρήσεις, προς όφελος των δυτικών συμφερόντων.
Όταν αυτές θα αποδεικνυόταν πόσο επαχθείς ήταν και θα κατέρρεαν, αναζωπυρώνοντας τους εθνικισμούς, θα αναπτυσσόταν στην Ελλάδα ένας ακροδεξιός εθνικισμός, που δεν θα απειλούσε πλέον τις δυτικές επιδιώξεις και συμφέροντα, αλλά θα επέτρεπε να δοκιμαστούν στην Ελλάδα νέες αυταρχικές μέθοδοι διακυβέρνησης, αναγκαίες για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και παράλληλα να ελεγχθεί από τη Δύση η Τουρκία.
Ειδικότερα γράφαμε:
«Βασικά, η κεντρική επιδίωξή τους (σ.σ. των δυτικών εξτρεμιστικών δυνάμεων) είναι η συγκρότηση ενός μεγάλου μπλοκ, σε Ελλάδα και Κύπρο, από τις δυνάμεις της αριστεράς, της κεντροαριστεράς και της ατλαντικής δεξιάς, που θα ρίξει όλο το βάρος υπέρ των επιχειρούμενων ρυθμίσεων (σ.σ. των εθνικών παραχωρήσεων στο κυπριακό και αλλού). Επειδή ιστορικά η ελληνική αριστερά-κεντροαριστερά είναι η παράταξη που σήκωσε το βάρος της αντίστασης στις ξένες επιβουλές, από τη δεκαετία του 1940, μέχρι το «Η Ελλάδα στους Ελληνες» του Ανδρέα, διαθέτει ακόμα ηθικό βάρος, που θα καταστήσει αποτελεσματικότερη την εκ μέρους της συνηγορία εθνικά επαχθών λύσεων. Φυσικά, αν αυτές υιοθετηθούν και καταρρεύσουν, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για έναν εκτονωτικό κατ’ ουσίαν, ανώδυνο για τα δυτικά συμφέροντα ακροδεξιό εθνικισμό, αν όχι και χρήσιμο για αυτά.
Αν εμφανιζόταν στην Ελλάδα ένας «δεξιός» ‘η «ακροδεξιός» αντιτουρκικός και αντιισλαμικός εθνικισμός, που δεν θα παρενέβαινε πλέον στα ήδη υλοποιηθέντα κεντρικά σχέδια της Αυτοκρατορίας, αυτό θα μπορούσε να την εξυπηρετήσει, υπό την έννοια ότι, παρόλο που στηρίζει τον ρόλο της ¨Αγκυρας στην περιοχή, δεν σημαίνει ότι δεν θέλει και τρόπους να ελέγχει τη δύναμή της. ¨Ένας τέτοιος εθνικισμός θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ενδεχομένως για την επιβολή αυταρχικών ή και νεοφασιστικών λύσεων, αν η παγκόσμια οικονομική κρίση το απαιτήσει.» (Metropolitan, 29-3-2009).
Ελπίζουμε ο ελληνικός λαός να αντλήσει από τα αποθέματα αξιοπρέπειας, δύναμης, ιστορικής μνήμης που ακόμα διαθέτει, βρίσκοντας τον τρόπο να ματαιώσει τέτοιους σχεδιασμούς.