In Memoriam

Ούγκο Τσάβες – η συνείδηση της ανθρωπότητας

“’Οπως κάθε φορά που ψοφάει ένα εγκληματικό
απόβρασμα, πενθούν όλα τα εγκληματικά
αποβράσματα του κόσμου: δεν λείπει
κανένα εκτός από εκείνα που βρίσκονται
ήδη σε συσκευή τεχνητής αναπνοής, όπως ο Φιντέλ Κάστρο»,
(ο Γκι Μιλιέρ, στην ισραηλινή ιστοσελίδα Dreuz, από το infognomon.blogspot.com)

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Δεν αντέχουμε να βλέπουμε τον ελληνικό λαό, που του χρωστάμε τα πάντα, να υποφέρει από το ΔΝΤ αυτά που έκαναν και σε μάς, έλεγε πέρυσι, μιλώντας σε ένα φόρουμ στο Καράκας, παρουσία μιας αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ, ήδη χτυπημένος από τον καρκίνο, ο Πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες.

Στην άλλη άκρη του κόσμου, ο Τσάβες φαινόταν να έχει καθαρότερη συνείδηση του τι συμβαίνει στην Ελλάδα από πολλούς δικούς μας. Συνείδηση, γι’ αυτόν, σήμαινε να κάνει κάτι. Επαναστάτης δεν είναι όποιος διακηρύσσει επαναστατικές ιδέες ή προσχωρεί στο ένα ή το άλλο κόμμα. Είναι κάποιος που εξεγείρεται ηθικά εναντίον ενός απαράδεκτου κόσμου και δρα για να τον αλλάξει. Αυτό έκανε όλη του τη ζωή ο Τσάβες. Αυτό πιθανώς πλήρωσε με τον πρόωρο θάνατό του.

Η παρατήρησή του για την Ελλάδα δεν ήταν τυχαία. Αν και προσπάθησαν να τον παρουσιάσουν «γραφικό» και «φολκλορικό», το ίνδαλμα των φτωχών της ηπείρου του χαρακτηριζόταν από βαθιά αίσθηση ιστορικότητας, αλλά και συνείδηση του «προϊστορικού» χαρακτήρα του κόσμου και του «πολιτισμού» μας. Αν εκπροσωπούσε μια σχετικά μικρή χώρα, εξέφραζε παγκόσμιες ανάγκες. Σε μια περίοδο που ηγέτες πολύ μεγαλύτερων χωρών υποτάσσονταν φοβισμένοι στην υπερδύναμη και την «πολιτική ορθοδοξία» είπε πράγματα που πίστευαν εκατομμύρια εκατομμυρίων. Τολμούσε να υπερασπιστεί ακόμα και χώρες όπως το Ιράν, όταν γίνονταν στόχοι του Imperium, αδιαφορώντας για το κόστος που θα πλήρωνε τελικά.

Μηδέν φτώχεια, μηδέν πείνα, μηδέν αναλφαβητισμός. Αυτό ήταν το σύνθημα της «Μπολιβαριανής Επανάστασης» και του «Σοσιαλισμού του 21ου Αιώνα» που διακήρυξε. Η ακτινοβολία και οι συνέπειες της Επανάστασης αυτής και του ηγέτη της ξεπέρασαν κατά πολύ, όχι μόνο τα όρια της χώρας του, της Βενεζουέλας, αλλά και της ηπείρου του, της Λατινικής Αμερικής. Υπήρξαν καταλυτικές για όλο τον πλανήτη και θα συνεχίσουν να γίνονται αισθητές πολλά χρόνια, ανεξάρτητα από τις άμεσες εξελίξεις που θα ακολουθήσουν σε Λατινική Αμερική.

Ο Τσάβες εμφανίστηκε στο προσκήνιο την εποχή που σφράγισε η κατάρρευση της Σοβιετικής ‘Ενωσης και η μαζική προσχώρηση των «κομμουνιστών» γραφειοκρατών, της «νομενκλατούρας» της στις αξίες του δυτικού καπιταλισμού – υπό την πλέον απωθητική μάλιστα, πρωτόγονη εκδοχή τους.

Μπορεί ο ίδιος ο Τσάβες να έλεγε, σε μια συνέντευξη στο «Αλ Τζαζίρα», ότι στην ΕΣΣΔ, «δεν ήταν σοσιαλισμός, αυτό που υπήρχε είχε φύγει πολύ μακριά από την αρχική επιδίωξη του Λένιν και του Τρότσκι, ιδίως μετά τον Στάλιν». Για εκατομμύρια ανθρώπων όμως σε όλο τον κόσμο, η υποστολή της Κόκκινης Σημαίας από το Κρεμλίνο βιώθηκε ως τέλος του «σοσιαλισμού», της ιδέας ότι μπορεί να υπάρξει εναλλακτική προς τον καπιταλισμό οργάνωση οικονομίας και κοινωνίας.

Στο Κεφάλαιο άνοιξε ξαφνικά ολάκερη η Οικουμένη προς κυριαρχία, λεηλασία, σε βάθος αναδιοργάνωση, με μερική εξαίρεση της Κίνας. Ο πρώτος πόλεμος του Ιράκ εγκαινίασε μια γιγαντιαία εκστρατεία επαναποικιοποίησης του «Τρίτου Κόσμου». Οι ΗΠΑ διεκδικούσαν κορυφές μονοπωλιακής παγκόσμιας ισχύος που σπανίως επιτεύχθηκαν στην ιστορία, ίσως από τους Βρετανούς ή τους Αψβούργους. Μια Αυτοκρατορία της Παγκοσμιοποίησης, συμμαχία του παγκόσμιου Χρήματος και των Αμερικανικών ‘Οπλων, δημοκρατική ακόμα στη ρητορεία της, όλο και πιο ολοκληρωτική στην πράξη της, αναδυόταν από τα ερείπια του «σοβιετικού κομμουνισμού» (και την προδοσία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας). Τότε ακριβώς εμφανίσθηκε στη Βενεζουέλα ο Τσάβες να δείξει ότι είναι δυνατή η αντίσταση στο θηρίο, ότι μπορεί να υπάρξει αντιπαράδειγμα, κόντρα στο παγκόσμιο ρεύμα.

Η εμφάνισή του «συμβολοποιεί» την «αλλαγή φάσης» στη Λατινική Αμερική, μετά από δύο δεκαετίες καταστροφικού νεοφιλελευθερισμού που αφάνισε την ήπειρο. Ο Τσάβες, οπαδός της «Διαρκούς Επανάστασης» του Τρότσκι, καταλύει μια ευρύτατη αριστερή στροφή σε όλη την ήπειρο. Αλλά και την ωρίμανση μιας αριστεράς που βγάζει συμπεράσματα, ακόμα κι αν δεν τα εκθέτει αναλυτικά, από τη δική της, δραματική ιστορία.

Πραγματοποιεί σύνθεση κοινωνικού και εθνικού, τονίζει την ανάγκη περιφερειακής ολοκλήρωσης, προπαγανδίζει την ιδέα ενός «πολυπολικού κόσμου» που θα υιοθετήσουν επίσης, χωρίς ακριβώς το δικό του επαναστατικό περιεχόμενο, ηγέτες όπως ο Σιράκ και ο Πούτιν. Ορισμένες από τις ιδέες του, ο αναγνώστης θα βρει στη συνέντευξη που μας έδωσε το 2008 και αναδημοσιεύουμε στη συνέχεια.

Ο θάνατός του, πιθανώς δολοφονία, συνιστά αναντίρρητα μεγάλη επιτυχία των πιο σκοτεινών δυνάμεων που παρήγαγε η ανθρωπότητα στην ιστορική της διαδρομή, των απειροελάχιστων Ολιγαρχιών του Πλούτου και της Εξουσίας που διαφεντεύουν ένα πάμπλουτο πλανήτη εξαθλιωμένων ανθρώπων και τη μοίρα του Γένους των Ανθρώπων, οδηγώντας το, αν αφεθούν ανεξέλεγκτες, στην τελική καταστροφή. Αυτών ακριβώς που καταστρέφουν σήμερα τη δική μας χώρα, μετατρέποντας ανελέητα τα μικροαστικά όνειρά μας των τελευταίων δεκαετών σε τραγικούς εφιάλτες. Η δολοφονία του Αραφάτ, το λυντσάρισμα του Καντάφι, η κρεμάλα του Σαντάμ δείχνουν το είδος του κόσμου στον οποίο αποβλέπουν οι εμφανιζόμενοι ως … κληρονόμοι του Ανθρωπισμού!

Βέβαια, τα νομίσματα έχουν δύο όψεις. Ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία, από τον Σπάρτακο και τον Ιησού, μέχρι τον Τσε Γκεβάρα και τον Γιασέρ Αραφάτ, μαρτυρά ότι είναι εύκολο να σκοτώσεις τους ανθρώπους, όχι τις ιδέες τους. «Τσάβες νο μουριό, σε μουλτιπλικό» («ο Τσάβες δεν πέθανε, ο Τσάβες πολλαπλασιάζεται») φώναζαν «της Γης οι Κολασμένοι» που κατέβηκαν από τα Μπάριος, τις απέραντες φτωχογειτονιές του Καράκας, αποτίοντας φόρο τιμής στον ηγέτη τους.

Mια συζήτηση με τον Ούγκο Τσάβες (δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο 2008 στον Κόσμο του Επενδυτή)

Καράκας, Αποστολή

του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Δύο πρόσωπα σήμερα στην αμερικανική ήπειρο μαγνητίζουν το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Ο νεοεκλεγείς, σε μια κρισιμότατη συγκυρία για την υπερδύναμη και τον κόσμο, πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα στον βορρά της ηπείρου. Και ο συνταγματάρχης Ούγκο Τσάβες, πρόεδρος της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας και «κόκκινο πανί», εδώ και πολλά χρόνια, για την Ουάσινγκτον.

Συναντήσαμε τον πρόεδρο Τσάβες στο Καράκας, στο περιθώριο της 8ης παγκόσμιας συνάντησης των Διανοούμενων και Καλλιτεχνών για την Υπεράσπιση της Ανθρωπότητας, μιας οργάνωσης που ίδρυσαν στην πρωτεύουσα της Βενεζουέλας, εδώ και τέσσερα χρόνια, διανοούμενοι από 52 χώρες. Μια συνάντηση, μια συζήτηση μαζί του είναι μια «περιπέτεια», ιδίως για τον δημοσιογράφο που θέλει να συνοψίσει το νόημά της, αφού ο πιο γνωστός σήμερα, μαζί με τον Ομπάμα, πολιτικός της αμερικανικής ηπείρου μοιάζει, στον λόγο του, με ποταμό που άλλοτε κυλάει σιγά σιγά κι άλλοτε γίνεται ορμητικός χείμαρρος, διανθίζοντας με πολλή παραστατικότητα τα νοήματά του. Είναι ένας ηγέτης που «ασφυκτιά» να μεταδώσει το μήνυμά του, να εξηγήσει την πράξη του.

Στη συνέχεια παραθέτουμε τα κυριότερα σημεία των απόψεών του ανθρώπου που κυβέρνηση και πολιτικοί των ΗΠΑ λένε «δικτάτορα» και του οποίου ο Πατ Ρόμπερτσον ζήτησε δημοσίως από τον πρόεδρο Μπους να διατάξει τη δολοφονία του. Διαπιστώνοντας όμως ότι οι απειλές αυτές τού κάνουν μάλλον καλό, τα δυτικά Μέσα επιχειρούν εδώ και κάποιο καιρό να εξουδετερώσουν το συχνά εκρηκτικό περιεχόμενο των θέσεών του, παρουσιάζοντάς τον ως γραφικό «βασιλιά της γκάφας» και εκμεταλλευόμενοι τους θεατρικούς του τρόπους, όπως τότε που ανέβηκε στο βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, χαρακτηρίζοντας «διάβολο» τον Μπους και κραδαίνοντας το βιβλίο του Νόαμ Τσόμσκι. Είτε έτσι όμως, είτε αλλιώς, ο διοικητής (commandande) Ούγκο Τσάβες, που δηλώνει συνεχιστής του Τσε και του Φιντέλ (που τον λέει «πατέρα» στη συζήτηση μαζί μας), του Λένιν και του Μπολίβαρ, οπαδός της «Διαρκούς Επανάστασης» του Λέον Τρότσκι κι όχι της «παγωμένης του Ναπολέοντα», προνομιακός συνομιλητής Ρώσων, Ιρανών και Κινέζων, δεν αφήνει κανέναν στον κόσμο αδιάφορο.

«Δουλεύουμε για μια ενωμένη Λατινική Αμερική»

«Επιδιώκουμε», λέει ο Τσάβες, «να σχεδιάσουμε έναν νέο γεωπολιτικό χάρτη του κόσμου. Οι εποχές αλλάζουν. Θα έρθει μια μέρα που οι ΗΠΑ δεν θα είναι πια αυτοκρατορία, θα είναι μια δύναμη, όχι όμως μια αυτοκρατορία». Διαψεύδει ότι τρέφει ο ίδιος «ηγεμονικές» τάσεις. «Με τον Ραφαέλ (Κορρέα, πρόεδρο του Ισημερινού) και τον Έβο (Μοράλες, πρόεδρο της Βολιβίας) δεν είμαστε παρά μια λέσχη φίλων. Δημιουργήσαμε μια τράπεζα για να χρηματοδοτήσουμε το εμπόριο μεταξύ μας». Η λατινοαμερικανική ολοκλήρωση είναι το μεγάλο όνειρο του προέδρου της Βενεζουέλας, που είναι ο αυτουργός κάθε σχετικής πρωτοβουλίας και πρότεινε μάλιστα, στον απόηχο της οικονομικής κρίσης, να αποκτήσει η ήπειρος το δικό της κοινό νόμισμα, το σούκρε (από το όνομα του στρατιωτικού ηγέτη της εξέγερσης κατά της ισπανικής κυριαρχίας). Προχωράει το σχέδιο μιας «Τράπεζας του Νότου» και ενός «Αμυντικού Συμβουλίου» της Νότιας Αμερικής. «Την ώρα που ο νεοφιλελευθερισμός καταρρέει, εμείς προχωράμε στην ενότητά μας. Δεν έχουμε ούτε μια μέρα να χάσουμε», λέει περήφανος και ανυπόμονος ο Τσάβες.

«Εμείς ξυπνήσαμε τον OPEC το 2000 και μόνο για δύο ψήφους δεν πέρασε η πρότασή μας να φτιάξουμε μια τράπεζα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Φανταστείτε σε ποια θέση θα ήμαστε τώρα αν υπήρχε. Φτιάξαμε στρατηγική σχέση με τη Ρωσία και την Κίνα. Είμαστε μόνοι όταν ξεκινήσαμε τον αγώνα εναντίον της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου που προωθούσαν οι ΗΠΑ, στο τέλος όμως τη… θάψαμε. Και εγκαθιδρύσαμε έλεγχο των συναλλαγών για να προστατευθούμε από το κερδοσκοπικό κεφάλαιο, που φεύγει μέσα σε μια νύχτα», μας λέει.

«Σημείο των καιρών η νίκη του μαύρου Ομπάμα»

Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας έχει επανειλημμένα εξάρει την ιστορική εκλογή ενός απόγονου πάμφτωχων Αφρικανών ως προέδρου του ισχυρότερου έθνους στον κόσμο, βλέποντας στην εκλογή αυτή ένα σύμπτωμα της αλλαγής των καιρών, μιας «αλλαγής που άρχισε εδώ, στη Νότιο Αμερική, και χτυπάει τώρα τις πόρτες των ΗΠΑ». Το μήνυμά του προς τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο είναι σαφές: «Ας ασχοληθεί με τα προβλήματα της χώρας του κι ας εγκαταλείψει τον ιμπεριαλισμό, ας βρει έναν τρόπο συνεργασίας με τις άλλες χώρες στον κόσμο. Ήρθε ο καιρός να εγκαθιδρύσουμε νέες σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Βενεζουέλας και στην περιοχή μας, σχέσεις βασισμένες στον σεβασμό της κυριαρχίας, της ισότητας, της αληθινής συνεργασίας. Είμαι έτοιμος να καθίσω μαζί του και να συζητήσω ένα σχέδιο για σχέσεις ισότητας και αμοιβαίου σεβασμού. Ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο. Να μπούμε σε ένα καινούργιο στάδιο, που θα επιτρέπει διαφορές. Γιατί εμείς βέβαια είμαστε επαναστάτες, σοσιαλιστές και δεν θα αλλάξουμε κατεύθυνση. Δεν ζητάμε να γίνει ο Ομπάμα επαναστάτης και σοσιαλιστής. Του ζητάμε, ως μαύρος, να κάνει μια καινούργια αρχή, να σταματήσει την επίθεση κατά της Βενεζουέλας και του Ιράν, να σταματήσει τον πόλεμο στο Ιράκ. Είμαι σίγουρος ότι καταλαβαίνει ότι ο Τσάβες δεν είναι ούτε απειλή για τις ΗΠΑ, ούτε τύραννος». Κατ’ ιδίαν βέβαια, ορισμένοι «τσαβίστες» ανησυχούν γιατί πιστεύουν ότι ο Ομπάμα θα αποδειχθεί ικανότερος να συγκαλύψει την επιθετική πολιτική της χώρας του…

«Η Βενεζουέλα μπορεί να στηριχτεί στη Ρωσία»

Ο Τσάβες εκφράζει ήδη τον φόβο ότι οι ΗΠΑ θα αντιδράσουν όταν υπογράψει τη συμφωνία πυρηνικής συνεργασίας με τον Ρώσο πρόεδρο Μεντβέντεφ, που θα υποδεχθεί στο Καράκας, τέλη του μήνα, μαζί με ένα μικρό ρωσικό στόλο υπό τη ναυαρχίδα της Ρωσίας, το «Πιοτρ Βελίκι», που καταπλέει για κοινά γυμνάσια στην Καραϊβική. Η συνεργασία μας θα είναι απολύτως ειρηνική, απαντάει προκαταβολικά στις αιτιάσεις της Ουάσιγκτον και προσθέτει: «Η μόνη γιγαντιαία, άπειρη ατομική μας βόμβα είναι το ηθικό κι η συνείδηση του λαού της Βενεζουέλας. Μας κόστισε πολύ, το παλέψαμε να φτιάξουμε τη στρατηγική σχέση με τη Ρωσία, αλλά τώρα είμαστε σύμμαχοι, η Βενεζουέλα μπορεί να στηριχτεί στη Ρωσία, είμαστε τώρα ελεύθεροι, απελευθερωθήκαμε από τον γιάνκικο ιμπεριαλισμό και χρησιμοποιούμε την ελευθερία μας».

«Προέβλεπαν ότι θα καταρρεύσουμε εμείς και τελικά χρεοκόπησαν αυτοί»

Σε αντίθεση με τα περισσότερα Κ.Κ. της Λατ. Αμερικής, που δεν μπόρεσαν να νιώσουν αληθινά τις ανάγκες των κοινωνιών του αμερικανικού νότου, και σπανιότατα βρέθηκαν επικεφαλής των εξεγέρσεών τους, ο μπολιβαριανός «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» είναι ένα βαθύτατα εθνικό κίνημα. «Τι ήταν η Βενεζουέλα άλλο από μια αποικία των ΗΠΑ, σε όρους πετρελαίου και σε όρους κουλτούρας;», μας λέει ο Τσάβες, προτού διερωτηθεί: «Αν δεν είχαμε αποσυνδεθεί από τις ΗΠΑ και τον παγκόσμιο καπιταλισμό, από την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ, από τις τράπεζές τους, θα αντιμετωπίζαμε τώρα τρομακτική κρίση. Και τώρα φυσικά θα επηρεαστούμε. Αλλά δεν υπάρχει πανικός. Κι αν δοκιμάσουν οι ιδιωτικές τράπεζες να εκμεταλλευθούν την κατάσταση και να μας παίξουν παιχνίδια, θα τους τις πάρουμε».

«Αυτοί, η Merrill Lynch, η Goldman Sachs, η Lehman Brothers, οι καλύτεροι βορειομερικανοί σπεσιαλίστες, δέκα χρόνια τώρα προφητεύουν ότι θα χρεοκοπήσουμε, ότι η Βενεζουέλα θα καταρρεύσει», μας λέει ο πρόεδρος και συνεχίζει: «Δεν πέρασε ούτε μια μέρα που να μη μας δείξουνε το μίσος τους. Τώρα, ποιος έχει χρεοκοπήσει; Πού είναι αυτοί και πού εμείς; Μας κατηγορούσαν ότι εθνικοποιούσαμε, τώρα αυτοί εθνικοποιούν. Οι δικές τους τράπεζες, οι μεγάλες καπιταλιστικές τράπεζες χρεοκοπούν, εμείς, εδώ στη Βενεζουέλα, ιδρύουμε τράπεζες στις γειτονιές, τις διαχειρίζονται άντρες και γυναίκες, εκλεγμένοι εκπρόσωποι των κατοίκων, τους δώσαμε εκατομμύρια. Εμείς δεν έχουμε πανικό, γιατί καταφέραμε να αποσυνδεθούμε από τον παγκόσμιο καπιταλισμό». Ο Τσάβες πρότεινε στον Σαρκοζί μια διάσκεψη όχι μόνο των μεγάλων του κόσμου, αλλά μια παγκόσμια συνέλευση των κυβερνήσεων για την αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων. Αλλά, λέει, «αυτοί μοιάζουν κλεισμένοι στον κόσμο τους, ο κόσμος βρίσκεται σε χάος, δεν δίνουν ούτε σεντ για τους φτωχούς του πλανήτη, βρίσκουν όμως τρισεκατομμύρια για να σώσουν την παγκόσμια μπουρζουαζία. Αλλά ο καπιταλισμός δεν σώζεται».

«Εμείς στη Βενεζουέλα οικοδομούμε μια στέρεη εθνική οικονομία. Ένα μοντέλο κατάλληλο για εμάς», λέει ο Τσάβες και προσθέτει: «Την ονομάζουμε μπολιβαριανή, αλλά είναι σοσιαλισμός. Πρέπει να ξαναεφεύρουμε τον σοσιαλισμό. Βγάζουμε τώρα τα ντοκουμέντα του Ροντρίγκεζ, του “Σωκράτη του Καράκας”, από το σκοτάδι όπου τα έριξαν οι δικτάτορες. Διεξάγουμε έναν πόλεμο να ξανακερδίσουμε την κουλτούρα μας. Η Νότια Αμερική δεν μπορεί να αντιγράψει μοντέλα. Πρέπει να βρούμε τα δικά μας… Ο Φιντέλ λέει ότι ένα από τα μεγαλύτερα σφάλματά μας ήταν να πιστεύουμε ότι κάποιος ξέρει πώς να οικοδομήσει τον σοσιαλισμό. Είχαμε διάφορες εμπειρίες, στη Χιλή, τη Βολιβία, τη Νικαράγουα, την Καραϊβική. Μόνο η κουβανέζικη επανάσταση άντεξε, μόνο η Κούβα δεν υπέκυψε στον ιμπεριαλισμό».

«Ο Φιντέλ προείδε το επαναστατικό κύμα όταν ήμασταν στο ναδίρ…»

Τον Τσάβες τον είπαν «τύραννο» και «δικτάτορα» (παρ’ όλο που κέρδισε καμιά δεκαριά εκλογικές αναμετρήσεις, πιστοποιημένες ελεύθερες από το κέντρο Κάρτερ). «Ναι, και τον Μπολίβαρ, όμως, μήπως δεν τον χαρακτήρισαν έτσι; Ο στρατός της Βενεζουέλας», εξηγεί ο συνταγματάρχης των αλεξιπτωτιστών, επικεφαλής μιας στρατιωτικής εξέγερσης το 1993 και φυλακισθείς, προτού αμνηστευθεί και εκλεγεί πανηγυρικά πρόεδρος, «ήταν επαναστατικός από την αρχή, ήταν ο στρατός του Μπολίβαρ, ως τέτοιος ιδρύθηκε. Εμείς, πριν από δέκα χρόνια, είδαμε τη διεθνή κατάσταση, είχαμε και το παράδειγμα της Κούβας. Στην Ευρώπη ήταν σαν κάποιος να είχε κλείσει το φως. Είχαν δαιμονοποιήσει όλες τις σοσιαλιστικές ιδέες. Δέχτηκαν χωρίς κουβέντα τη συναίνεση της Ουάσιγκτον, λάτρευαν το ΔΝΤ. Τα πανεπιστήμιά σας πλημμύρισαν από νεοφιλελεύθερο φονταμενταλισμό. Το να διατηρήσεις -σε μια τέτοια κατάσταση- ζωντανές τις αξίες του σοσιαλισμού έχει τεράστια σημασία, και αυτή ήταν η μεγάλη συμβολή του Φιντέλ. Εμείς εδώ αναρωτηθήκαμε τότε αν πρέπει να προχωρήσουμε στην επανάσταση. Δεν μπορούσαμε όμως να κάνουμε αλλιώς, γιατί υπήρχε ένα κίνημα που το ζητούσε. Βλέπουμε τώρα ένα προοδευτικό, επαναστατικό κύμα που σηκώθηκε στη Λατινική Αμερική, κι αυτό το κύμα ο Φιντέλ το προείδε όταν βρισκόμαστε στο χειρότερο σημείο. Το πνεύμα του σοσιαλισμού ζητάει τώρα την ενσάρκωσή του, μια υλική βάση. Αν δεν ριζώσει, το φάντασμα θα φύγει από το μυαλό. Γι’ αυτό θέλουμε να προχωρήσουμε στον σοσιαλισμό όλο και πιο γρήγορα. Αλλά κάναμε βέβαια σφάλματα, θέλαμε να τα κάνουμε όλα μαζί, δεν γίνονται όλα μαζί. Ξεκινήσαμε μια μετάβαση».

«Χρειαζόμαστε την πολιτοφυλακή, χρειαζόμαστε και τις ιδέες», τονίζει ο «κομαντάντε», «τσιτάροντας» το βιβλίο του Ivan Meszaros «Πέρα από το Κεφάλαιο». «Ο Μeszaros», λέει, «έχει πολύ δίκιο όταν γράφει ότι το πιο συνηθισμένο στρατηγικό σφάλμα είναι να επιτίθεσαι στο σημείο ήσσονος αντίστασης του αντιπάλου. Εγώ συμφωνώ απολύτως μαζί του. Η επίθεση πρέπει να γίνεται στο πιο ισχυρό σημείο του αντιπάλου. Το πνεύμα πρέπει να βρει το σώμα. Η κουβανέζικη φλόγα έγινε φωτιά και ζεσταίνει την ήπειρο. Ας θάψουμε τον καπιταλισμό, ας γράψουμε ιστορία, προσφέροντας τον σοσιαλισμό στην ανθρωπότητα. Η δικιά μου πατρίδα είναι η ανθρωπότητα, το δίκιο, ο λαός, η αγάπη».

Διεκδικεί την κληρονομιά του Αλιέντε, αλλά… οπλισμένη

Τρίτη βράδυ, θέατρο Καρένιας στο Καράκας. Πρεμιέρα του έργου «Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο θάνατος ενός προέδρου». Μεταξύ των θεατών, ο εγγονός και πολλοί συνεργάτες του δολοφονηθέντος Χιλιανού ηγέτη. Ο ηθοποιός κοιτάει σκεφτικός το αυτόματο που κρατάει στο χέρι, δώρο, και προτροπή μαζί, από τον Φιντέλ Κάστρο. Είναι αργά, όμως, για να το χρησιμοποιήσει. Στην υπηρεσία του Χένρι Κίσινγκερ και της CIA, οι στρατηγοί του τον πρόδωσαν κι ο ίδιος δεν θέλησε να οπλίσει τους εργάτες. 11 Σεπτεμβρίου του 1973, η αεροπορία βομβαρδίζει το προεδρικό μέγαρο της Μονέδα, στο κέντρο του Σαντιάγο (ένα μόλις χρόνο προτού οι ίδιες δυνάμεις στρέψουν τον δολοφονικό τους οίστρο κατά των Ελλήνων στην Κύπρο). Είναι αργά για να αμυνθεί, δεν είναι αργά για να θυσιαστεί. Αρνείται να φύγει από τη χώρα, όπως του προτείνουν. Μιλάει για τελευταία φορά στον λαό που τον εξέλεξε: «Ζήτω η Χιλή, ζήτω ο λαός, ζήτω οι εργαζόμενοι»! Η αυλαία πέφτει. Μέσα στον ορυμαγδό των εκρήξεων και των πυροβολισμών ακούγεται καθαρά η φωνή του: «Ο Αλιέντε δεν παραδίδεται!».

Τα φώτα ανάβουν, όρθιοι και συγκινημένοι οι θεατές χειροκροτούν ασταμάτητα. Από την πρώτη σειρά της πλατείας ο συνταγματάρχης Ούγκο Τσάβες ανεβαίνει στη σκηνή, φιλάει και αγκαλιάζει σφιχτά πολλή ώρα τον ηθοποιό που έπαιξε τον Αλιέντε. Το θέατρο παραληρεί, κι όταν αυτός φεύγει στα παρασκήνια, του ζητάει επίμονα να ξαναγυρίσει. Επιστρέφει για να φωνάξει: «Ο Αλιέντε ζει. Είναι η ελπίδα όχι μόνο της Χιλής, είναι η ελπίδα της αμερικάνας πατρίδας (de la patria americana), της πατρίδας του Μπολίβαρ». Γεμάτη «τσαβίστες» και ντυμένη στα κόκκινα, η αίθουσα απαντάει φωνάζοντας με όλη τη δύναμη των πνευμόνων της: «Ο Αλιέντε ζει, ο αγώνας συνεχίζεται».

Στα «ορεινά», μια ομάδα ιθαγενών από τον Ορινόκο της Αμαζονίας, ντυμένοι με τις παραδοσιακές φορεσιές τους, εκπρόσωποι του πρώτου πανεπιστημίου τους που ιδρύθηκε από την κυβέρνηση Τσάβες, χοροπηδάνε χαρούμενοι, θέλοντας να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους στον πρώτο πρόεδρο της Βενεζουέλας που έκανε κάτι γι’ αυτούς. «Pueblo culto, pueblo libro» (λαός μορφωμένος, λαός ελεύθερος), τους χαιρετάει ο Τσάβες από τη σκηνή και απευθυνόμενος σε όλη την αίθουσα λέει: «Εσείς είστε οι οικοδόμοι του μπολιβαριανού σοσιαλισμού, εσείς πρέπει να παλέψετε εναντίον των Σειρήνων της διαφθοράς και του ατομικισμού», προτού καυχηθεί γιατί επί των ημερών του τα παιδιά τελειώνουν το σχολείο και όσοι δεν το τέλειωσαν ξαναπάνε τώρα και γιατί η Βενεζουέλα εκτόξευσε πριν από μερικές μέρες της τον πρώτο δορυφόρο της, που τον ονόμασε (πως αλλιώς;) «Σιμόν Μπολίβαρ». «Αναλφαβητισμός μηδέν, φτώχεια μηδέν, πείνα μηδέν», είναι το τρίπτυχο που συμπυκνώνει τις προσπάθειες, άλλοτε επιτυχείς, άλλοτε λιγότερο, της «μπολιβαριανής» κυβέρνησης της Βενεζουέλας.

Αν όμως ο Τσάβες διεκδικεί την πολιτική κληρονομιά της χιλιανής «Λαϊκής Ενότητας», δεν διεκδικεί καθόλου τον αποκλειστικά ειρηνικό χαρακτήρα των μεθόδων της. Από τη σκηνή του θεάτρου Καρένιας, προειδοποιεί τώρα τους «φασίστες» της αντιπολίτευσης ότι ο στρατός που ίδρυσε ο Σιμόν Μπολίβαρ δεν θα τους επιτρέψει να ανατρέψουν τη δική του, «μπολιβαριανή» επανάσταση. «Τους προειδοποιώ, η δική μας επανάσταση θα είναι πάντα οπλισμένη, εδώ ο λαός έχει όπλα, δεν κατάφεραν να μας υποτάξουν, δεν θα το πετύχουν ποτέ», λέει και η αίθουσα του απαντά ενθουσιασμένη «λαός ενωμένος, ποτέ νικημένος». (Στην πραγματικότητα βέβαια, το αντίστροφο μοιάζει πιο αληθινό. Εδώ στη Βενεζουέλα είναι τα «όπλα» μάλλον που βρήκαν την «επανάστασή» τους, παρά η «επανάσταση» που βρήκε τα «όπλα» της).

περιοδικό Επίκαιρα, 14.3.2013