Του Κώστας Καραΐσκου
Η Συμφωνία Αθήνας – Σκοπίων που μας προσφέρει η κυβέρνηση είναι μία τραγική αποτυχία όλου του πολιτικού μας συστήματος, που την σφράγισε ο μάλλον επαρκέστερος επικεφαλής της διπλωματίας του. Μια άθλια υποχώρηση που πασχίζουν να μας πείσουν είτε ότι ήταν αναπόφευκτη, ή ότι δεν είναι αυτό που όλοι καταλαβαίνουμε. Σημειώνω επιγραμματικά μόνο πέντε σημεία-παγίδες του επισήμου κειμένου της συμφωνίας.
Πρώτον, στο άρθρο 1 παρ. 3 δηλώνεται ξεκάθαρα η «Μακεδονική» ιθαγένεια και γλώσσα των γειτόνων. Αυτά με τις παρενθέσεις και τους αστερίσκους είναι φύλλο συκής ανίκανο να κρύψει το τι παραδώσαμε. Αν οι γείτονες δέχονταν επισήμως τη σλαβική τους ρίζα, θα δέχονταν και την ονομασία «σλαβομακεδονική» για τη γλώσσα και την ιθαγένειά τους (τουλάχιστον), όπου καμμία θρυλούμενη αλβανική αντίδραση δεν μπορεί να υπάρξει.
Δεύτερον, στο ίδιο άρθρο 1 παρ. 4γ αναγράφεται ότι το Δεύτερο Μέρος (δηλ. η γειτονική χώρα) «εφόσον το αποφασίσει θα διεξάγει δημοψήφισμα». Η ίδια περίπου φράση επαναλαμβάνεται κι άλλες φορές παρακάτω, αποδεικνύοντας ότι το δημοψήφισμα στα Σκόπια δεν είναι καθόλου σίγουρο ή απαραίτητο. Άρα, το «εχέγγυο» των ΑΝΕΛ (και όχι μόνο) για εκείθεν απόρριψη της Συμφωνίας θολώνει. Σημειωτέον ότι παντού αναφέρεται, δυνητικά έστω, μόνο το δημοψήφισμα της μιας πλευράς και πουθενά μια πιθανότητα για κάποιο δικό μας!
Τρίτον, στο άρθρο 2 κάνει εντύπωση η αποφασιστική διατύπωση για την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Η φράση λ.χ. της παρ. 4 ότι «το Δεύτερο Μέρος θα επιδιώξει ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ…» υπό τους συγκεκριμένους όρους για την ελληνική στάση, χωρίς καν μία αοριστία του τύπου «σε περίπτωση που το Δεύτερο Μέρος επιδιώξει…», αποδεικνύει τη ΝΑΤΟϊκή πίεση που μας έφερε την Συμφωνία. Όλα τα άλλα για εξυπηρέτηση εθνικών μας στόχων είναι φούμαρα. Κάπως έτσι ερμηνεύεται και ο ενθουσιασμός στο εξωτερικό για το «κατόρθωμα» των δύο Κυβερνήσεων.
Το έργο επαναλαμβάνεται
Τέταρτον, στο άρθρο 7 αποκαλύπτεται ότι ήδη ως Ελλάς αποστασιοποιούμαστε από τη χρήση του όρου Μακεδονία. Τόσο στην παρ. 2 όσο και στην παρ. 4 διαβάζουμε για «τον πληθυσμό της βόρειας περιοχής του Πρώτου Μέρους» και για την «κουλτούρα και κληρονομιά της βόρειας περιοχής του Πρώτου Μέρους»! Γιατί δεν χρησιμοποιείται ο όρος ελληνική Μακεδονία; Αν ήδη πριν την υπογραφή σε επίσημο κείμενο δεν αναφερόμαστε σε αυτήν, τι θα γίνει αργότερα;
Πέμπτον, στο άρθρο 8 μνημονεύεται μια διμερής Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων που θα ασχοληθεί με θέματα ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά, στα πλαίσια διεθνών οργανισμών κτλ με πρόδηλο στόχο την στοιχειώδη συνεννόηση. Σωστό και απαραίτητο. Όμως η κοινή λογική λέει ότι αυτό θα έπρεπε να είχε προηγηθεί κάθε άλλης συμφωνίας και τώρα βάλαμε το κάρο μπροστά από το μουλάρι.
Κλείνω, υπενθυμίζοντας ένα ανάλογο περιστατικό ονοματοδοσίας σε ΝΑΤΟϊκό περιβάλλον. Το 1952 Ελλάδα και Τουρκία μπήκαν στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο, εκκινώντας μια περίοδο διμερούς «φιλίας» και προσέγγισης. Κάπου εκεί στα μέλια σιωπηλά συναινέσαμε να ονομάζεται τουρκική η μειονότητα στη Θράκη, με αποτέλεσμα ο επί Παπάγου Γενικός Διοικητής της Φεσσόπουλος να διατάξει (28-1-1954) την αντικατάσταση όλων των όρων «μουσουλμανικό» με τη λέξη «τουρκικό» στις επιγραφές μειονοτικών σχολείων, κοινοτήτων κτλ.
Βεβαίως τα επίχειρα δεν άργησαν: ο Κυπριακός Αγώνας πυροδότησε τον διωγμό των Ελλήνων της Πόλης, σε ενάμιση μόλις χρόνο, κι άντε μετά να μαζέψεις τα ασυμμάζευτα. Τώρα που επισήμως παραχωρούμε όνομα όχι σε μειονότητα αλλά σε κρατική οντότητα και ανύπαρκτη εθνότητα, σε ποιαν ανάκληση θα μπορούμε αύριο να ελπίζουμε;