Η άνοδος της «ριζοσπαστικής Αριστεράς» στη Δύση (2010-15)

Σε περιόδους κρίσης οι κοινωνίες, και ιδίως τα μεσαία στρώματα, αναζητούν τις λύσεις «εκτός».

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
15 Μαΐου 2025

Σε δύο προηγούμενα άρθρα εδώ και εδώ εξηγήσαμε γιατί η βαθειά κρίση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού οδηγεί μέρος των αρχουσών τάξεων σε αναζήτηση νέων αποτελεσματικών μορφών κυριαρχίας, εθνικά και παγκοσμίως, αλλά και μερίδα των κοινωνιών σε αναζήτηση ριζοσπαστικής, «αντισυστημικής» διεξόδου.

Σε περιόδους κρίσης οι κοινωνίες, και ιδίως τα μεσαία στρώματα, μη βρίσκοντας λύσεις «εντός συστήματος», τις αναζητούν «εκτός», ψάχνουν διεξόδους συχνά ταλαντευόμενες ανάμεσα στην άκρα αριστερά και στην άκρα δεξιά. Στη διάρκεια του έτους 1917, για παράδειγμα, υπήρξε μια παρόμοια διαρκής ταλάντωση του εκκρεμούς στη Ρωσία (*), που εν τέλει κατέληξε στην Οκτωβριανή Επανάσταση. Θα μπορούσε εύκολα να καταλήξει σε μια παραλλαγή του μουσολινικού φαινομένου ή κάποια άλλη εκδοχή σκληρής δεξιάς δικτατορίας, αν οι Μπολσεβίκοι δεν διέθεταν τις πολιτικές ικανότητες που διέθεταν. Στον μεσοπόλεμο οι Γερμανοί εργάτες στράφηκαν αρχικά στη Σοσιαλδημοκρατία και το Κομμουνιστικό Κόμμα. ‘Όταν είδαν ότι είναι ανίκανοι να προσφέρουν διέξοδο, ένα τμήμα τους ακολούθησε τις μεσαίες τάξεις στη στροφή προς το Ναζισμό και βέβαια κατεστράφησαν στο τέλος. Υπό μία άλλη ηγεσία της Αριστεράς στη Γερμανία ή/και της Κομιντέρν στη Μόσχα θα μπορούσε να υπάρξει η αντίθετη έκβαση. Οι ελληνικές μεσαίες τάξεις υποστήριζαν σε ποσοστό ίσως και πάνω από 80% το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας το φθινόπωρο του 1944. Μέσα σε δύο χρόνια είχαν αλλάξει πλήρως πολιτικο-ιδεολογικό προσανατολισμό, όταν διαπίστωσαν ότι αυτό το Κόμμα ούτε ήθελε την εξουσία, ούτε και γενικώς ήξερε τι έκανε.

Το ίδιο, τηρουμένων των αναλογιών, συνέβη και στις μέρες μας. Από τα δύο τρίτα σχεδόν των Ελλήνων που υποστήριξαν τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ στο δημοψήφισμα του 2015, και ως αποτέλεσμα και του εξευτελιστικού ναυαγίου του εγχειρήματος αυτού, έχουμε πάει τώρα στη μονοκρατορία του Μητσοτάκη με καταστροφικές βέβαια συνέπειες για την Ελλάδα. Οι ίδιοι μικροαστοί και μεσοαστοί, ακόμα και πιο λαϊκά στρώματα, που υποστήριξαν πριν μερικά χρόνια ΣΥΡΙΖΑ, Αριστερά και Τσίπρα, υποστήριξαν στις τελευταίες εκλογές την πιο άθλια εκδοχή της ΝΔ.

Σε περιόδους βαθειάς κρίσης οι άνθρωποι και οι τάξεις αναζητούν λύσεις στα προβλήματά τους, διαρρηγνύουν τους ιδεολογικούς δεσμούς και τις πεποιθήσεις τους και αυτό τους οδηγεί σε πολύ απότομες μετατοπίσεις από το ένα κόμμα στο άλλο και από το ένα «άκρο» στο άλλο. Περίοδοι βαθειάς κρίσης είναι πολύ ευνοϊκές για να αποκτήσουν ηγεμονία αυθεντικές ριζοσπαστικές δυνάμεις, όπως έγινε στην Ελλάδα στην αρχή της Κατοχής και των Μνημονίων. ‘Όταν η αριστερά δεν μπορεί ή δεν θέλει όμως να τους προσφέρει μια πραγματική, σοβαρή ελπίδα κοινωνικής και εθνικής ανασυγκρότησης, την αναζητούν συχνά σε απατεώνες και δημαγωγούς της άκρας δεξιάς.

Τηρουμένων των αναλογιών αντίστοιχα φαινόμενα με τον ευρωπαϊκό μεσοπόλεμο σημειώνονται και σήμερα. Όπως ήδη επισημάναμε, αρχικά, η δυσαρέσκεια των μαζών στη Δύση από το καθεστώς του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού προκάλεσε ισχυρές τάσεις προς τα αριστερά και μάλιστα προς μορφές «ριζοσπαστικής» αριστεράς. Η παραδοσιακή αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας είχε ταυτιστεί προ πολλού με την παραδοσιακή Δεξιά και έπαιζε το ρόλο απλού στυλοβάτη του συστήματος, καθιστάμενη δύναμη όχι μεταρρύθμισης, αλλά αντιμεταρρύθμισης του συστήματος, από τη στιγμή που υιοθέτησε τα νεοφιλελεύθερα δόγματα, και συμμετέχοντας στο λεγόμενο «ακραίο κέντρο», όπως ονομάστηκε προσφυώς ο συνδυασμός Χριστιανοδημοκρατίας (ή άλλων μορφών της παραδοσιακής Δεξιάς) και Σοσιαλδημοκρατίας.  Ήδη το 1983, ο Φρανσουά Μιτεράν, εκλεγείς με μια πολύ ριζοσπαστική αριστερή πλατφόρμα, κάπως ως εκλογικός επίλογος της Επανάστασης του 1968, συνθηκολογούσε πλήρως με τις απαιτήσεις του μεγάλου Κεφαλαίου.

Η κρίση του 2008 και η άνοδος της ριζοσπαστικής αριστεράς

Η αμφισβήτηση των πολιτικών της Ε.Ε. ήταν πολύ έντονη στην Ευρώπη και πριν την κρίση του 2008. Στην Κύπρο, οι ψηφοφόροι καταψήφισαν το σχέδιο Ανάν στο δημοψήφισμα του 2004, δηλαδή τις συνέπειες της πολιτικής διαρκούς διεύρυνσης της Ε.Ε.. Στη Γαλλία και την Ολλανδία απέρριψαν τον «ευρωφιλελευθερισμό» στα δημοψηφίσματα του 2005, δηλαδή την ειδική, ευρωπαϊκή εκδοχή του Νεοφιλελευθερισμού. Σε όλα σχεδόν τα δημοψηφίσματα που έγιναν στην Ευρώπη, οι πληθυσμοί απορρίπτουν τις κυρίαρχες πολιτικές, παρά το ότι τις υποστηρίζει η μεγάλη πλειοψηφία των κομμάτων τους. Είχαμε το μεγάλο κίνημα κατά της Wall Street στις ΗΠΑ, τα κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης ή για μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση (Κοινωνικά Φόρουμ), την εξέγερση των προαστίων το 2005 και των εργατών και της νεολαίας το 2006 στη Γαλλία.

Με την κρίση του 2008 που μετετράπη εν συνεχεία σε κρίση χρέους της Ε.Ε., κρίση της Ε.Ε. και κρίση της ευρωπαϊκής περιφέρειας και ιδίως της Ελλάδας η αναζήτηση ριζοσπαστικών αριστερών λύσεων παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις. Στην Ελλάδα είχαμε την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, στην Ισπανία είχαμε την εκρηκτική αρχική άνοδο των Podemos, στη Γαλλία η «Ανυπότακτη Γαλλία» πήρε τη θέση του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Στη Βρετανία ο βετεράνος αντιϊμπεριαλιστής αγωνιστής και μια από τις πιο αξιοπρεπείς και μαχητικές μορφές του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού, ο βουλευτής Τζέρεμι Κόρμπιν, έβαλε υποψηφιότητα για αρχηγός του Εργατικού Κόμματος. Τελείως περιθωριακό αουτσάιντερ στην αρχή της εκλογικής διαδικασίας, εξελέγη τελικά από τη βάση αρχηγός του Εργατικού Κόμματος.

Ο Μπέρνι Σάντερς, μια αρχικά επίσης τελείως περιθωριακή μορφή πλησίασε πολύ στο να χριστεί υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία στις ΗΠΑ. Πολλοί μάλιστα πιστεύουν ότι η Κλίντον κέρδισε το χρίσμα νοθεύοντας τις εκλογές, αλλά ο Σάντερς ούτε διαμαρτυρήθηκε, ούτε επεχείρησε να δημιουργήσει δικό του κόμμα. Παρακολούθησε αργότερα, χωρίς καμία αντίσταση, μαζί με την αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος, την κατολίσθηση των Δημοκρατικών στη θέση πρωτεργάτη της αντιρωσικής και φιλοπόλεμης υστερίας. Με τον τρόπο αυτό, η «αριστερά» των Δημοκρατικών επέτρεψε στον Τραμπ να δημιουργήσει την εντύπωση της μόνης φιλειρηνικής δύναμης και να κερδίσει εν τέλει και τις εκλογές! (Σε αυτό φυσικά συνέβαλε ασφαλώς και η οικονομική και οικολογική πολιτική του Μπάιντεν).

Στο επόμενο θα δούμε πως αυτή η τόσο απότομη και εντυπωσιακή άνοδος ηττήθηκε και «ξεφούσκωσε».

——

Σημείωση

(*) Την ταλάντωση αυτή περιγράφει καταπληκτικά ο Λέων Τρότσκι στην Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, που περιλαμβάνεται, κατά τον Αντρέ Μαλρώ, στα τρία κορυφαία έργα της παγκόσμιας ιστοριογραφίας όλων των εποχών, μαζί με τον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκυδίδη και τον Πόλεμο των Χωρικών στη Γερμανία του Φρίντριχ Ένγκελς. Έξοχη, απαραίτητη για την κατανόηση του πως κατέστη δυνατή η άνοδος του Χίτλερ στη Γερμανία είναι και η ανάλυση του ίδιου συγγραφέα στην αρθρογραφία του για τη Γερμανία μεταξύ 1929 και 1933. Το άρθρο του Τρότσκι «Τι είναι ο Εθνικοσοσιαλισμός» (έχει εκδοθεί σε μια μπροσούρα από τις εκδόσεις Κοροντζή το 2005) συνιστά την καλύτερη, πλέον ευσύνοπτη ανατομία του ναζιστικού φαινομένου που γνωρίζω.

Πηγή:kosmodromio.gr

Διαβάστε επίσης:

Η άνοδος της Ακροδεξιάς ως απάντηση στην κρίση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού