Μια φορά στο Λεβερκούζεν

Του Βαγγέλη Σακκάτου*
7 Απριλίου 2018

«Τo συνθήμα μας ας είναι: Οταν οργανωθεί ο λαός, πέφτει ο φασισμός»
Γραμματεία Συντονιστικού Γραφείου Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Δ. Γερμανίας (13/3/1971)

Σε δύο βδομάδες συμπληρώνονται 51 χρόνια από την αποφράδα ημέρα του χουντικού πραξικοπήματος της 21ης τ’ Απρίλη 1967, που αλυσόδεσε τον ελληνικό λαό και έριξε τη χώρα δεκαετίες πίσω, με φινάλε την τραγωδία της Κύπρου, την κατάληψη μεγάλου μέρους της και τον διαμελισμό της από την Τουρκία, που φτάνει ώς τη σημερινή πολύ άσχημη κατάσταση.

Στην κοινωνική κρίση της εποχής μας, που και λόγω της αδυναμίας του εργατικού κινήματος, για πολλούς λόγους, να βάλει τη σφραγίδα του στα γεγονότα, δίνοντάς τους μια προοδευτική κατεύθυνση, έχουμε μια πανευρωπαϊκή και παγκόσμια στροφή των πολιτικοκοινωνικών εξελίξεων προς την Ακροδεξιά, με μέσα και συνθήματα τον εθνικιστικό αγριανθρωπισμό, το ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον θρησκευτικό φανατισμό και σκοταδισμό και γενικά την ενίσχυση των δυνάμεων που η πολιτική τους οδηγεί σε δικτατορίες, στον φασισμό, στον πόλεμο και στην καταστροφή.

Ο κάθε κοινωνικός άνθρωπος, που δεν αντικαθιστά την κοινωνιολογία με τη ζωολογία (ανωτερότητα της ράτσας), θα πρέπει ν’ αντιδράσει σ’ αυτή την αρνητική εξέλιξη.

Ο γράφων -τότε μετέχων- θα αφηγηθώ εδώ τα της συμμετοχής μου και γενικότερα τα της αντιδικτατορικής δραστηριότητας των Ελλήνων της Γερμανίας.

Η αντίδραση του Ελληνισμού του εξωτερικού κατά της χουντικής δικτατορίας των συνταγματαρχών της 21ης Απριλίου 1967 ήταν μαζική και πάνδημη και ιδιαίτερα στη Δυτική Γερμανία και το Δ. Βερολίνο, που ζούσανε τότε, εργάζονταν και σπουδάζανε πάνω από μισό εκατομμύριο Ελληνες.

Ελληνικές Κοινότητες και Αντιδικτατορικές Επιτροπές

ΑΡΧΕΙΟ Β. ΣΑΚΚΑΤΟΥ
↳ Πάνω, εκδήλωση της ελληνικής κοινότητας του Οπλάντεν (1968), με συμμετοχή του δημάρχου Μπρούνο Βίφελ (αριστερά). Δεύτερος από δεξιά ο Βαγγέλης Σακκάτος, υπεύθυνος τότε της κοινότητας για τα πολιτιστικά. Κάτω, πιστοποιητικό εκπροσώπου της Αντιδικτατορικής Επιτροπής Ανόβερου για το παγγερμανικό συνέδριο των αντιδικτατορικών επιτροπών, σφραγισμένο από την τοπική ελληνική κοινότητα

Οι Ελληνικές Κοινότητες, εργατικές στη σύνθεσή τους και στον χαρακτήρα τους, στη Δυτική Γερμανία και στο Δ. Βερολίνο και η Ομοσπονδία τους, που είχε ιδρυθεί το 1965, μπήκανε αμέσως στον Αντιδικτατορικό Αγώνα στο σύνολό τους, ενώ παράλληλα δημιουργηθήκανε, με την υποστήριξή τους, σε όλες τις πόλεις και τις περιοχές που ζούσανε Ελληνες, Αντιδικτατορικές Επιτροπές (Α.Ε.).

Η επικρατούσα γραμμή ήταν οι Κοινότητες και οι Α.Ε. να σχετίζονται αλλά να μην ταυτίζονται οργανωτικά.

Δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να πούμε πως οι Ελληνικές Κοινότητες, που η ίδρυσή τους άρχισε το 1961 από την Κοινότητα Κολονίας, και η Ομοσπονδία τους (ΟΕΚ), που ιδρύθηκε στη Στουτγάρδη το 1965 και για το τότε ελληνικό κράτος αποτελούσε έγκλημα η ίδρυσή της, είχαν πολλαπλασιαστεί φτάνοντας τις 145 με γύρω στα 60.000 μέλη.

Στην αρχή παίξανε τον βασικότερο ρόλο κατά της δικτατορίας, όλες, χωρίς εξαίρεση και με τη βοήθειά τους και την υποστήριξή τους, όπως είπαμε ήδη, ιδρύθηκαν οι Α.Ε.

Γι’ αυτό όταν αφέθηκε ελεύθερος από τον Παττακό ο Α. Παπανδρέου και βγήκε στο εξωτερικό, καθώς ήταν λανσαρισμένο το ΠΑΕ (Πανελλήνια Αντιδικτατορική Ενωση), άλλαξε μόνο το τελευταίο γράμμα. Αντικατάστησε το Ε με το Κ (ΠΑΚ) και προσπάθησε να τις καπελώσει, πράγμα που δεν κατόρθωσε.

Ετσι μια μέρα ένας Γερμανός, παλιό ιστορικό πρόσωπο του γερμανικού εργατικού επαναστατικού κινήματος, ο Τζορτζ Γούγκλας, μου λέει: «Βαγγέλη, στην οργάνωση που είσαι εσύ πρόεδρος είναι και ο Παπανδρέου».

Είχε πέσει στα χέρια του μια προκήρυξη του ΠΑΚ στα γερμανικά και δεν είχε προσέξει τη διαφορά: «Κίνημα» (Bewegung) και «Ενωση» (Union).

Συνακόλουθα ο Α.Π. «γνωμάτευσε» πως οι Κοινότητες «δεν παρουσιάζουνε αντιδικτατορικό ενδιαφέρον», παροτρύνοντας τον κόσμο να τις εγκαταλείψει. Οι οπαδοί του ρίχτηκαν με πάθος στην οικοδόμηση του ΠΑΚ τους, διαθέτοντας μόνο τα κουπόνια του, μποϊκοτάροντας τις Κοινότητες και τις Α.Ε.

Σ’ αυτό τους ακολούθησαν μετά το σχίσμα του ΚΚΕ το 1968 και οι του ΚΚΕ «Εσωτερικού». Οι μεν οικοδομούσαν το ΠΑΚ τους, οι άλλοι το ΠΑΜ τους κι ο Θεοδωράκης τη… Νέα «Αριστερά» του, μιλώντας οι δύο πρώτοι και για κάποια συμφωνία Παπανδρέου – Μπριλλάκη και Δημοκρατικής Αμυνας στη Σουηδία.

Στο Δ.Σ. της ΟΕΚ υπήρχε εκλεγμένη και μία γυναίκα που ανήκε στο ΚΚΕ «Εσωτερικού», η οποία παραιτήθηκε και εξαφανίστηκε.

Παρ’ όλα αυτά τόσο οι Κοινότητες, όσο και οι Α.Ε. «επέζησαν» και αγωνίστηκαν μέχρι τέλους.

Τις Κοινότητες τις κράτησε το ΚΚΕ μαζί με κάποιους συνεργαζόμενους. Διαφορετικά θα τις έπαιρνε η χούντα και, αναγνωρισμένα γερμανικά σωματεία καθώς ήταν, θα ήταν μαχαίρι στην πλάτη μας.

Κι από πάνω, οι προαναφερόμενοι λεγάμενοι, όταν το 1979, στο συνέδριο της ΕΟΚ του Bergisch -Gladbach, αποφασίσανε να επανέλθουνε στις Κοινότητες, κατηγορούσανε το ΚΚΕ πως «εμονοπώλησε τις Κοινότητες»! Τέτοιο θράσος!

Ο γράφων μετείχε στην ίδρυση της Ελληνικής Κοινότητας Εργαζομένων Κολονίας και περιοχής (1961), εκ των βασικών συντακτών του καταστατικού της, και διατέλεσε επί 14 μήνες γενικός γραμματέας της. Ηταν μεγάλη Κοινότητα, σε μια περιοχή που ζούσαν και εργάζονταν περί τις 20.000 Ελληνες. Είναι η πρώτη που ιδρύεται τότε στη Γερμανία.

Το 1964 είναι μεταξύ των ιδρυτών της Ελληνικής Εργατικής Κοινότητας περιοχής Ρήνου – Βούπερ και Λεβερκούζεν, συντάκτης του καταστατικού της, ιδρυτής πρόεδρος, για πολλά χρόνια πρόεδρός της και πάντα υπεύθυνος των πολιτιστικών.

Το 1965 μετείχε στην ίδρυση της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Δυτικής Γερμανίας και Δυτικού Βερολίνου στη Στουτγάρδη.

«Πρωτεργάτης της ΟΕΚ» είναι ο τίτλος που του χορηγήθηκε μαζί με το τιμητικό δίπλωμα, σ’ αυτόν και σε κάποιους άλλους στο 20ό της Συνέδριο το 2007 στη Φρανκφούρτη, για τα 40 χρόνια προσφοράς στον Ελληνισμό της Γερμανίας.

Για όλα αυτά είχε αρθρογραφήσει εκτενέστατα τόσο στον ελληνικό Τύπο όσο και στον ομογενειακό-μεταναστευτικό Τύπο της Γερμανίας, συγκρουόμενος και με την Εκκλησία που απέρριπτε τις Κοινότητες, δημοκρατική πολιτική παράδοση του ελληνικού λαού, και της αρκούσαν οι ενορίες.

Επίσης και διά του Τύπου καλλιέργησε την ιδέα της οργάνωσης των Ελλήνων στα γερμανικά συνδικάτα και της συνεργασίας των Κοινοτήτων με αυτά.

Αφαίρεση διαβατηρίου

Δυτικό Βερολίνο, 18 Φλεβάρη 1968. Ο Βαγγέλης Σακκάτος (δεξιά) στη μεγάλη διαδήλωση κατά της αμερικανικής επέμβασης στο Βιετνάμ | ΑΡΧΕΙΟ Β. ΣΑΚΚΑΤΟΥ

Οταν ο γράφων έφυγε από την Ελλάδα το 1960, η Ασφάλεια συγκατάνευσε τελικά να του δοθεί διαβατήριο με την απειλή πως, αν εκεί που θα πάει κινείται και οργανώνει τους εργάτες, θα τον στείλουν πίσω δεμένον και θα τον «κοντύνουνε». Κι αυτός, μόλις βγήκε έξω, δεν έκανε τίποτε άλλο από το να «οργανώνει τους εργάτες», σε Κοινότητες και στα συνδικάτα.

Ετσι ήταν τελείως φυσικό που τον Οκτώβρη του 1966, επί «αποστατών», ενώ είχε ήδη 6 χρόνια στο εξωτερικό, του ακυρώθηκε το διαβατήριο «για σοβαρούς λόγους εθνικού συμφέροντος και δημοσίας τάξεως», δηλαδή για την πολιτική και συνδικαλιστική του δραστηριότητα στη Γερμανία. Ετσι, 6 μήνες πριν από τη χούντα, είναι ήδη πολιτικός πρόσφυγας στη Δυτική Γερμανία.

Τον Οκτώβρη του 1966 η «Βασιλική Ελληνική Πρεσβεία της Βόννης» μού ακύρωσε το διαβατήριο και ζήτησε από τις γερμανικές Αρχές να μου το κατασχέσουνε και να τους το στείλουνε, μαζί με δύο φωτογραφίες ταυτότητας, για να μου εκδώσουνε ταξιδιωτικό έγγραφο, με το οποίο θα έπρεπε να επανέλθω υποχρεωτικά εντός μηνός στην Ελλάδα μέσω Αυστρίας-Γιουγκοσλαβίας.

Τότε θυμήθηκα τα περί της επιστροφής μου δεμένος στην Ελλάδα για «κόντεμα», που μου είχε τάξει η Ασφάλεια φεύγοντας, και συμπέρανα: «Ηρθε η ώρα του “κοντέματος”. Ανοιχτή δικτατορία θα γίνει στην Ελλάδα».

Ταυτόχρονα έγινε και μια πρόκληση -με αφορμή εμένα- στα τοπικά γραφεία των συνδικάτων της DGB του Opladen, από τρεις Ελληνες βουλευτές της ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση) του Κ. Καραμανλή, που μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη τον Μάη του 1963 είχε φύγει στο Παρίσι με το ψευδώνυμο Τριανταφυλλίδης, τους Γεώργιο Ράλλη (γιο του Ιωάννη Ράλλη, κατοχικού πρωθυπουργού που πέθανε στη φυλακή ως δωσίλογος το 1946), πρωθυπουργό της ελληνικής Δεξιάς, 1980-81, Κ. Παπαδόπουλο, του Κιλκίς, γερμανοντυμένο ταγματασφαλίτη τρομοκράτη της Κατοχής, και Αθανασιάδη, που συνοδευόμενοι από τη μεταναστευτική μαύρη μοίρα (υπήρχε και οργάνωσή τους, η «μαύρη χείρα») της περιοχής μας, τον γραμματέα του Ελληνικού Γενικού Προξενείου του Düsseldorf και τον ανταποκριτή του συγκροτήματος Μπότση («Ακρόπολις» – «Απογευματινή») Ανδρέα Κουλόπουλο, ζήτησαν από τον τοπικό πρόεδρο της DGB, Arthur Jakob προφορικά και έγγραφα, την έξωση της Ελληνικής Εργατικής Κοινότητας από το Jungen Heim (Σπίτι Νεολαίας) της DGB που την είχαμε στεγάσει, γιατί όλοι οι εκπρόσωποι και ομιλητές της είναι κομμουνιστές και επίσης ζήτησαν να μην κριτικάρουνε τα ελληνόφωνα όργανα των συνδικάτων την κυβέρνηση των «αποστατών» που στήριζε το κόμμα τους για τις διώξεις εναντίον Ελλήνων δημοκρατών εργατών, γιατί θα καλούσανε τα μέλη τους να αποχωρήσουνε από τα συνδικάτα, που άλλωστε δεν μετείχανε σ’ αυτά.

Τότε, ύστερα από καταγγελία του A. Jakob για την πρόκληση στα γραφεία του DGB του Opladen, σε συνάρτηση και με το δικό μου θέμα, στην IG-Metall, ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας της «Metall» (που κυκλοφορούσε σε 3 εκατ. φύλλα), Jakob Moneta, έγραψε ενυπόγραφο κύριο άρθρο με τον τίτλο «Θράσος» (Frechheit). Από τη «Metall» το πήρε όλος ο ημερήσιος Τύπος και κάποιες εφημερίδες έγραψαν άρθρα για τις διώξεις των Ελλήνων εργατών του εξωτερικού για πολιτικούς λόγους.

Ο Αρθουρ Γιάκομπ, τοπικός πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γερμανικών Συνδικάτων (DGB), υπήρξε μαχητής των Διεθνών Ταξιαρχιών στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και των γαλλικών ΜΑΚΙ εναντίον του Χίτλερ στον Δεύτερο Παγκόσμιο. Αυτός τούς πρότεινε να κάμουνε έγγραφο πρωτόκολλο για το τι ζητάνε, που το δημοσίευσε η «Metall» και έγινε ο χαμός.

Ετσι μου ήρθαν στο σπίτι όλα τα κανάλια της γερμανικής τηλεόρασης ARD, ZDF, WDR, η ελληνική τηλεοπτική εκπομπή του WDR και ο τοπικός Τύπος, κυρίως η «KölnerStadtAnzeigern» και η «NRZ», άρχισαν στις τοπικές εκδόσεις τους να ασχολούνται πρωτοσέλιδα με το θέμα μου. Αρκετή δημοσιότητα πήρε επίσης το θέμα και στην Ελλάδα.

Αποτέλεσμα: σε μια λίστα 362 προγραμμένων εργατών και φοιτητών, προέδρων και γραμματέων Ελληνικών Κοινοτήτων και Φοιτητικών Συλλόγων, εγώ είχα αριθμό 11.

Στους 10 πριν από εμένα είχανε αφαιρεθεί τα διαβατήρια στα μουγκά. Αλλά με τον θόρυβο που ξεσηκώθηκε με τη δική μου περίπτωση, που αντέδρασαν μέχρι και Ευρωπαϊκές Ενώσεις για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, εκτός από τις αντιδράσεις σε Γερμανία και Ελλάδα και ο Στρατής Σωμερίτης, τότε πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης υπέρ των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, έθεσε το θέμα στην Ευρωπαϊκή και στη Διεθνή Ενωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κι έτσι, παίρνοντας ακόμα και διεθνείς διαστάσεις το θέμα, τους χάλασε τη δουλειά και δεν τολμήσανε να προχωρήσουνε στον δωδέκατο.

Ετσι σώθηκαν εκείνη τη φορά οι άλλοι 351 προγραμμένοι.

Αργότερα, επί χούντας, ο Κοραντής, γενικός πρόξενός της στη Φρανκφούρτη, σήμερα πρέσβης επί τιμή, είχε ακυρώσει 500 διαβατήρια Ελλήνων αντιδικτατορικών ύστερα από συγκρούσεις με χουντικούς σε διαδηλώσεις.

Κι ακόμα ο τότε πρόξενος του «Βασιλικού Ελληνικού Γεν. Προξενείου» του Düsseldorf Λεωνίδας Ευαγγελίδης, που υπέγραψε το έγγραφο ακύρωσης του διαβατηρίου μου, μετατέθηκε δυσμενώς στα τότε σεισμόπληκτα Σκόπια, όπου κατά δήλωσή του «δεν είχε ούτε πού να στεγαστεί», γιατί «κατά τους αρμόδιους» με τους λάθος χειρισμούς του χάλασε η δουλειά και δεν ολοκληρώθηκε ο διωγμός όλων των περιλαμβανομένων στη μαύρη λίστα συμπατριωτών.

Οταν το 1988 ο Ευαγγελίδης στάλθηκε από τον Παπούλια πρέσβης της Ελλάδας στη Βόνη, ξεσηκώθηκε όλος ο Ελληνισμός της Γερμανίας γιατί το θεώρησε προβοκάτσια και πρόκληση. Να στέλνεται ξανά ο δράστης στον τόπο του εγκλήματος.

Γίνανε διαμαρτυρίες από τις Ελληνικές Κοινότητες σε όλες τις γερμανικές πόλεις όπου οι δήμαρχοί τους για λόγους εθιμοτυπικούς τον καλούσαν και πολλές σχετικές δημοσιεύσεις στον γερμανικό Τύπο.

Τότε η περιφερειακή οργάνωση Δ. Γερμανίας του ΠΑΣΟΚ, παρόντων δέκα βουλευτών και υπουργών, αποφάσισε ομόφωνα να ανακληθεί από τη Δ. Γερμανία ο Ευαγγελίδης, γιατί αποτελεί σκάνδαλο και πρόκληση για τον δημοκρατικό Ελληνισμό αυτής της χώρας. Αλλά του Παπούλια δεν ίδρωσε τ’ αυτί του.

Το 2004 στην Αθήνα ο ίδιος ο Λεωνίδας Ευαγγελίδης, ως γενικός γραμματέας του υπουργείου Δημόσιας Τάξης επί Βουλγαράκη, ακύρωσε την άδεια παραμονήςτου Κούρδου πολιτικού πρόσφυγα (με τουρκική υπηκοότητα) και αντιπροέδρου του Συλλόγου Ελλληνοκουρδικής Συμπαράστασης Καλάν Καζίμ, που ο γράφων ήταν πρόεδρος, δίνοντας συνέχεια στην παλιά παράδοση (βλ. και «Ιό» στην «Ελευθεροτυπία», 21/11/2004).

Επαφές και δραστηριότητες

Τ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
↳ Κατάλοιπα αντιδικτατορικής δραστηριότητας από το αρχείο του Βαγγέλη Σακκάτου: αντιδικτατορικό-αντιαμερικανικό αυτοκόλλητο· oι σφραγίδες των αντιδικτατορικών επιτροπών της Γερμανίας· δύο διαφορετικές εκδοχές του ίδιου εντύπου (σε κανονικό σχήμα για νόμιμη διακίνηση στη διασπορά και σε μικροσκοπικό για παράνομη στο εσωτερικό)· φάκελοι αλληλογραφίας με τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό και -συνθηματικά- με τον ομόφρονα τροτσκιστή Χρήστο Αθανασιάδη στην Αθήνα

Την ακύρωση του διαβατηρίου μου ακολούθησε αίτησή μου για πολιτικό άσυλο, έξι μήνες πριν από τη δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967. Στο R-W-K Leverkusen εκτός από την Κοινότητα είχαμε ιδρύσει και ένα παράρτημα του ΠΑΥΔΣ (Πανελλήνιος Αγώνας Υπεράσπισης της Δημοκρατίας και του Συντάγματος), που είχε συσταθεί στην Ελλάδα, με πρόεδρο τον στρατηγό Ιορδανίδη, για να αγωνιστεί κατά του κινδύνου επερχόμενης δικτατορίας.

Μόλις πληροφορηθήκαμε το στρατιωτικό πραξικόπημα συνήλθαμε αυθημερόν, την 21η τ’ Απρίλη, το απόγευμα, μετονομάσαμε το παράρτημα του ΠΑΥΔΣ σε Ελληνική Επιτροπή Αντιφασιστικού Αγώνα Περιοχής Ρήνου – Βούπερ και Λεβερκούζεν και αποφασίσαμε δράση.

Σε λίγο κάναμε συζήτηση για τον χαρακτήρα της δικτατορίας, για το τι είναι φασισμός ως κίνημα και τι στρατιωτική δικτατορία και μετονομάσαμε ξανά την αντιδικτατορική μας κίνηση σε «Πανελλήνια Αντιδικτατορική Ενωση Περιοχής Ρήνου – Βούπερ και Λεβερκούζεν».

Το ΠΑΕ επικράτησε σε πολλές αντιδικτατορικές κινήσεις της Δυτικής Γερμανίας, που φυτρώσανε παντού σαν μανιτάρια όπου υπήρχαν Ελληνες και ήταν πάνω από 60. Κάποιες από αυτές ονομαστήκανε απλώς Α.Ε. (Αντιδικτατορική Επιτροπή).

Η δική μας ΠΑΕ έκανε πολύ αξιοσημείωτη δράση. Υπήρξε μία από τις πιο δραστήριες αντιδικτατορικές οργανώσεις της Δυτικής Γερμανίας παίζοντας και συντονιστικό ρόλο παγγερμανικά. Αυτή συγκάλεσε την πρώτη Αντιδικτατορική Συνδιάσκεψη των Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Δ. Γερμανίας και Δ. Βερολίνου, στις 9-10 του Σεπτέμβρη του 1967 στο Kendenich της Κολονίας, που πήραν μέρος 28 αντιπρόσωποι από 12 Α.Ε. και την Αντιδικτατορική Σύσκεψη στις 7 τ’ Απρίλη 1968 στους Falken («Σοσιαλιστική Νεολαία Γερμανίας τα Γεράκια») της Κολονίας, που συγκάλεσε το πρώτο Συνέδριο των Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Δυτικής Γερμανίας και Δυτικού Βερολίνου στις 8 Ιουλίου 1968 στο Δημαρχείο του Λεβερκούζεν, στο οποίο πήρανε μέρος 52 Επιτροπές με 100 αντιπροσώπους.

Αν και το Συνέδριο είχε πετύχει οργανωτικά, ενέσκηψε σ’ αυτό η διάσπαση του ΚΚΕ του 1968, με αποτέλεσμα την πολιτική του αποτυχία.

Mετά απ’ αυτό, κάλεσα την Επιτροπή και έκανα στα μέλη της έκκληση να μη διασπαστούμε και δεν είχαμε όχι διάσπαση, αλλά ούτε μία αποχώρηση. Τις Επιτροπές τις διατήρησε με ασήμαντες απώλειες το ΚΚΕ, αναδιοργανώνοντας το Συντονιστικό τους Γραφείο Δυτικής Γερμανίας και Δυτικού Βερολίνου και οργάνωσε το Κεντρικό Συμβούλιο των Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Εξωτερικού, με πρόεδρο τον αείμνηστο συγγραφέα Ζήση Σκάρο, μεταδικτατορικό πρόεδρο της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.

Το Κεντρικό Συμβούλιο συγκάλεσε το πρώτο Παγκόσμιο Συνέδριο των Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Εξωτερικού στο Ελσίνκι της Φινλανδίας, που το χαιρετίσαμε τηλεγραφικά, και το δεύτερο το 1971 στις Βρυξέλλες που πήρα μέρος ως εκπρόσωπος της ΠΑΕ R-W-L.

Το 1973 έγινε στο Ανόβερο το 2ο Συνέδριο των Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Δυτικής Γερμανίας και Δυτικού Βερολίνου που μετείχαμε.

Το φθινόπωρο του 1969 έγινε στη Φρανκφούρτη κι ένα Συνέδριο, το μοναδικό, των ΠΑΜ-ΠΑΚ-ΔΑ. Είχαμε αποφασίσει να πηγαίνουμε σε αμφότερους ως παρατηρητές, αλλά μετά την εξαφάνιση των προαναφερομένων, η Επιτροπή μας έπαιρνε ξανά μέρος στους εναπομείναντες ως τακτικό μέλος.

Πήραμε μέρος στη μεγάλη αντιδικτατορική εκδήλωση που συγκάλεσε η ΠΑΕ του Μονάχου τον Μάη του 1967, στην οποία εισηγήθηκε και έκκληση προς τον Σαρτρ προκειμένου το υπ’ αυτόν δικαστήριο για τα εγκλήματα πολέμου των Αμερικανών στο Βιετνάμ να ασχοληθεί και με τα εγκλήματα της χούντας και μετείχε στη σύσκεψη που επακολούθησε την άλλη μέρα και προετοίμασε την Προπαρασκευαστική Συνδιάσκεψη των Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Εξωτερικού, που συνήλθε στο Παρίσι στις 4-5 Νοεμβρίου 1967 (Epinay sur Seine – Paris).

Ψυχή της ελληνικής αντιδικτατορικής δραστηριότητας στο Παρίσι υπήρξε ο μακαρίτης Στρατής Σωμερίτης, που η δικτατορία τον βρήκε εκεί. Σ’ αυτήν τη σύσκεψη του Μονάχου συγκροτήθηκε και το πρώτο συντονιστικό όργανο των Ελληνικών Αντιδικτατορικών Επιτροπών Δ. Γερμανίας – Δ. Βερολίνου, από 5 Α.Ε. που βρεθήκαμε εκεί, με έδρα τη δική μας Επιτροπή, που και γεωγραφικά είμαστε στο κέντρο περίπου της Δ. Γερμανίας.

Η δική μας ΠΑΕ εκπροσωπήθηκε στο Μόναχο από εμένα, ως πρόεδρό της, και από τον μακαρίτη Γιάννη Σιμόπουλο, γενικό γραμματέα της. Μετείχαμε σε όλες τις μεγάλες παγγερμανικές αντιδικτατορικές δραστηριότητες, όπως του Düsseldorf, που την είχε καλέσει η DGB τέλη του 1967 και συγκέντρωσε πάνω από 10.000 κόσμο του Dortmund με τη Μελίνα Μερκούρη, του Πανεπιστημίου της Κολονίας με ομιλητή και τον γράφοντα, του Πανεπιστημίου της Βόνης κ.λπ.

Η Επιτροπή της ΠΑΕ συνεδρίαζε κάθε απόγευμα Σαββάτου σε ειδικό χώρο της καφετέριας του σιδηροδρομικού σταθμού του Opladen. Είχαμε απευθείας αλληλογραφία με όλες τις διεθνείς οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με τον γ. γραμματέα του ΟΗΕ, Ου Θαντ, με την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή του ΟΗΕ, με το Συμβούλιο της Ευρώπης, που τότε δεν είχε φτάσει στα σημερινά χάλια του με τα αντικομμουνιστικά μνημόνια κ.λπ. και μάλιστα είχε αποκλείσει την Ελλάδα της χούντας από τη δύναμή του, με τη Διεθνή της Αμνηστίας και με τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό.

Για κάθε σύλληψη, δίκη ή βασανισμό που μαθαίναμε, κάναμε αμέσως μια καταγγελία στους παραπάνω φορείς και την απευθύναμε ταυτόχρονα προς τον γερμανικό Τύπο, τα συνδικάτα, τη γερμανική κυβέρνηση και τον ελληνικό αντιδικτατορικό Τύπο του εξωτερικού.

Κάποιοι από τους προαναφερόμενους φορείς, όπως ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός και η Διεθνής της Αμνηστίας, μας ζητάγανε πληροφορίες για συλληφθέντα πρόσωπα ή μας στέλνανε ό,τι πληροφορίες είχαν.

Επίσης συγκεντρώναμε χρήματα και τα στέλναμε σε οικογένειες φυλακισμένων και εξορίστων.

↳ Απρίλιος 1968. Κατάθεση στεφάνου από αντιπροσωπεία της ελληνικής κοινότητας Ρήνου-Βούπερταλ-Λεβερκούζεν και της εκεί Αντιδικτατορικής Επιτροπής στο μνημόσυνο 72 Γερμανών κομμουνιστών που εκτελέστηκαν από τους ναζί στο Λάνγκενφελντ, μια μέρα πριν από την άφιξη των αμερικανικών στρατευμάτων

«Νέα Πολιτεία» εναντίον «Σακκάτη»

Την πρώτη επέτειο της χούντας, το ελληνικό χουντικό Γενικό Προξενείο της Κολονίας και οι χουντικοί τρομοκράτες του είχανε αποφασίσει να τη γιορτάσουνε στο θέατρο Saldori της Κολονίας.

Εμείς (η ΠΑΕ) είμαστε προηγούμενα σε μία εκδήλωση-μνημόσυνο, σε ένα μέρος της πόλης του Langefeld, που τα SS εκτελέσανε 70 Γερμανούς κομμουνιστές τον Μάη 1945, είκοσι λεπτά πριν φτάσουνε εκεί τα αμερικανικά στρατεύματα, προερχόμενα από το Düsseldorf.

Τους είχανε δεμένους με χειροπέδες όλους μαζί, τον ένα με τον άλλο, και από το ύψος ενός νταμαριού ρίξανε τον πρώτο, που αυτός παρέσυρε τον δεύτερο και συνέχεια μέχρι τον τελευταίο, ενώ από κάτω τα SS τους γαζώνανε με τα αυτόματα.

Μεταδικτατορικά βρέθηκα εκεί με τη μακαρίτισσα αδερφή μου Μαρία Κυριακίδου, το γένος Δημητρίου Σακκάτου, ανήλικη ακόμα το 1942 στις πρώτες ένοπλες ομάδες του ΕΛΑΣ της Αθήνας, 8 χρόνια εξορία στον Εμφύλιο και μετά (1946-1954) και σχεδόν ολόκληρη τη χουντική περίοδο κλεισμένη από τη χούντα στις φυλακές της Νέας Αλικαρνασσού της Κρήτης, η οποία κατά τη διάρκεια της τελετής λιποθύμησε.

Σε συνεργασία με την ομάδα της ΣΔΕ Κολονίας και τους Falken, πήγαμε εκεί και τους ματαιώσαμε τον γιορτασμό της μαύρης επετείου.

Εκεί ήταν και ο Κάρολος Παπούλιας (ΣΔΕ) με τη σύζυγό του. Η οργάνωση της ΕΔΑ Κολονίας δεν μετείχε γιατί δεν είχε, λέει, «γραμμή». Ο σκληρός πυρήνας των χουντικών τρομοκρατών έμενε στο Μπρουλ. Απειλούσαν ότι θα έρθουν στο Opladen να με σκοτώσουνε. Γερμανοί αριστεροί, παλιοί τρόφιμοι των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Χίτλερ, πίεσαν τον δήμαρχο του Opladen να μου δώσει ένα σπίτι μέσα στην πόλη, γιατί στο εξοχικό που έμενα «θα με καθάριζε η Γκεστάπο του Παττακού».

Μια τηλεοπτική όμως εκπομπή που έκαμε στη γερμανική τηλεόραση ο μακαρίτης Αχιλλέας Νικολαΐδης, από την ομάδα της ΣΔΕ, είχε αποτέλεσμα να γίνουνε 7 απελάσεις από την Εισαγγελία της Κολονίας χουντικών πρακτόρων του Μπρουλ, με βάση τον νόμο για κατασκοπία σε βάρος προσφύγων.

Στις 16.6.1969 είχε επισκεφτεί το χουντικό Γεν. Προξενείο της Κολονίας, ο Β΄ αντιπρόεδρος της χούντας Παττίλης, για να οργανώσει τους χουντικούς τρομοκράτες. Ακριβώς απέναντι από το προξενείο ήταν το Repuplikanische Glup (Δημοκρατική Λέσχη), στέκι της γερμανικής εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Το αντιλήφθηκαν και σχημάτισαν αμέσως διαδήλωση έξω από το προξενείο και τον καλούσανε να βγει έξω να συζητήσουνε. Αλλά αντί του Παττίλη βγήκε έξω η ομάδα χουντικών τραμπούκων και επιτέθηκε στους διαδηλωτές, τραυματίζοντας σοβαρά μια Γερμανίδα μαθήτρια με τούβλο στο κεφάλι.

Τότε εγώ έκαμα μια δήλωση στην «KölnerStadtAnzeiger», ως μέλος του Δ.Σ. της ΟΕΚ, που δημοσιεύτηκε στο φύλλο τής 14.06.1969 και μεταδόθηκε αυθημερόν από την Deutsche Welle της οποίας ήμουν λογοτεχνικός συνεργάτης της ελληνικής εκπομπής της, με την οποία ζητούσα την απέλαση του γεν. προξένου της χούντας ως υπεύθυνου για την οργάνωση των τραμπούκων, για τα επεισόδια και για τον τραυματισμό της μαθήτριας.

Και στις 15.6.1969 το κεντρικό όργανο της χούντας «Νέα Πολιτεία», που εν μέσω χούντας έκλεισε από έλλειψη αναγνωστών, μου αφιέρωσε σχόλιο στο οποίο, παραποιώντας το όνομά μου, έλεγε πως αφού η αντιδικτατορική δράση του εξωτερικού «διευθύνεται από έναν Σακκάτην, εξηγείται γιατί πάσχει από χρονίαν αναπηρίαν το κίνημα των “δημοκρατικών” αυτοεξορίστων».

*συγγραφέας και δημοσιογράφος

Επιμέλεια: Τάσος Κωστόπουλος

Πηγή: www.efsyn.gr

Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις  θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.