Γεράσιμος Τσιγάντες

Σε πρόσφατο άρθρο μας αναφερθήκαμε στον ιστορικό διάλογο του Προέδρου Λίντον Τζόνσον με τον Πρέσβη της Ελλάδας στην Ουάσιγκτων. Ο διάλογος είναι ένα συγκλονιστικό ιστορικό ντοκουμέντο, που εξηγεί επαρκώς γιατί έγινε η Αποστασία και, εν συνεχεία, η Δικτατορία στην Ελλάδα, αλλά και αντανακλά το είδος της σχέσης μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και την καθαρά γκαγκστερική αμερικανική πολιτική.
Μόνο διαβάζοντας αυτό τον διάλογο, ένας αναγνώστης καλύπτει το 50% της απαραίτητης ιστορικής γνώσης για την ελληνική ιστορία μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όμως, από τα σχόλια που έλαβα μετά τη δημοσίευση του άρθρου από πολύ μορφωμένους φίλους, περιλαμβανομένων δημοσιογράφων και ιστορικών, διαπίστωσα ότι είναι ένας άγνωστος διάλογος. Το αναφέρω γιατί είναι ενδεικτικό του πόσο έχει υποχωρήσει η εθνική και δημοκρατική μας συνείδηση, πόσο βαθειά είναι η αμερικανική επιρροή στα πανεπιστήμια, στα ΜΜΕ, συχνά ακόμα και σε κύκλους της όσο δεν πάει άλλο εκφυλισμένης (μικρής και μεγάλης) “Αριστεράς” που διαθέτουμε. Η “Αστυνομία της Μνήμης” καλά κρατεί!
Στη συνέχεια δημοσιεύουμε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για το ίδιο θέμα του Καθηγητή Μάριου Ευρυβιάδη, ίσως του καλύτερου μελετητή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που διαθέτουμε στον ελληνικό χώρο. 

Δ.Κ.


Του Μάριου Ευρυβιάδη

Το βιβλίο του Philip Deane (Γεράσιμου Τσιγάντες, 1923- 2004),  “I should Have Died” (New York: Atheneum, 1977) έγινε σταδιακά γνωστό σε Ελλάδα και Κύπρο για τον πιο σημαντικό — ουσιαστικά, συμβολικά, και δεικτικά– “διάλογο” που έχει καταγραφεί ποτέ, στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις και το κυπριακό. Ίσως ακόμη και σε επίπεδο διακρατικών σχέσεων, στη λεγόμενη δημοκρατική εποχή.

Είναι στο βιβλίο αυτό (σελ. 113-114) που καταγράφεται επί λέξη η περιβόητη συνομιλία στον Λευκό Οίκο ανάμεσα στον Πρόεδρο Λύντον Τζόνσον και τον Έλληνα Πρεσβευτή στην αμερικανική πρωτεύουσα Αλέκο  Μάτσα και στον οποίο, με γλώσσα χαμαιτυπείου, ο Αμερικανός Πρόεδρος απαιτεί η Ελλάδα να αποδεχτεί την “πρώτη έκδοση” του διχοτομικού  Σχέδιο Άτσεσον  (Μπώλ-´Ατσεσον). Επιπλέον και ως ανταμοιβή (μπαξίσι) για τη “γενναιοδωρία” της ´Αγκυρας να υποχωρήσει και να αποδεχτεί όχι ολόκληρη αλλά περίπου την “μισή” Κύπρο  (από τον Κορμακίτη μέχρι τον τουρκομαχαλά των Βαρωσίων – μια γραμμή που θα καθόριζε ο τότε Γ.Γ. του ΝΑΤΟ για τις “ανάγκες”, τάχατες, της ατλαντικής ασφάλειας και που θα συμπεριλάμβανε και “μετακινήσεις” πληθυσμών), ο αμερικανός Πρόεδρος απαιτούσε  η Ελλάδα να παραχωρήσει το σύμπλεγμα του Καστελλορίζου το οποίο, όπως διαβάζουμε σε αμερικάνικα έγγραφα “άρεσε”, λέει, πάρα πολύ στον Τούρκο Πρόεδρο Ινονού. Και το “ήθελε” και αυτό όπως και τη “μισή” Κύπρο.

Βρισκόμαστε στα τέλη Ιουλίου 1964 και είχαν προηγηθεί επισκέψεις του Τούρκου και ´Ελληνα πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον κατόπιν προσκλήσεως του Τζόνσον. Έγνοια  του Τζόνσον τότε (όπως πάγια κάθε αμερικανού Προέδρου) ήταν οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου με αντίπαλό του τον ιδεολογικά ακραίο υποψήφιο των Ρεμπουπλικάνων Μπάρυ Γκόλτγουωτερ  που ήθελε κλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ και απειλούσε τους Σοβιετικούς με πυρηνικό πόλεμο. Οι επιτελείς του Τζόνσον του “έχτιζαν” ένα προφίλ “μετριοπαθούς”  ηγέτη έναντι στον “πολεμοχαρή” αντίπαλο του. Ήθελαν λοιπόν τον Τζόνσον ως ειρηνοποιό μεταξύ δύο Νατοϊκών ανταγωνιστών, ένα γεγονός που θα ολοκληρωνόταν με μια συνάντηση των τριών στο ησυχαστήριο του Τζόνσον, το Camp David (στο πρότυπο των κατοπινών συναντήσεων της εποχής Νίξον-Κίσινγκερ για τα Αραβο-ισραηλινά).

Ωστόσο ο Έλληνας πρωθυπουργός αρνήθηκε κατ´ ιδία συνάντηση με τον Ινονού και έτσι άρχισε να ξηλώνεται το προεκλογικό πουλόβερ της προεδρικής καμπάνιας του Τζόνσον. Επιπλέον ο Παπανδρέου γνωστοποίησε στον Τζόνσον, σε συνάντησή τους, πως δεν υπήρχε περίπτωση παραχώρησης ελληνικού εδάφους στην Τουρκία και πως στην περίπτωση της Κύπρου, ακόμη και αν αυτός αποδεχόταν διχοτομική λύση, η επικύρωσή της από το ελληνικό Κοινοβούλιο θα ήταν αδύνατη. Τότε, μεταξύ άλλων ο Τζόνσον του είπε: “´Ισως η Ελλάδα θα πρέπει να προβληματιστεί ως προς το λόγο ύπαρξης ενός Κοινοβουλίου που δεν είναι σε θέση να λαμβάνει σωστές αποφάσεις.”

Ο Παπανδρέου εκμυστηρεύτηκε τις ανησυχίες του στον Πρέσβη Μάτσα ως προς το μέλλον της κυβέρνησής του και του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα και αναχώρησε προβληματισμένος. Λίγο μετά ο αμερικανός Πρόεδρος κάλεσε τον Μάτσα στον Λευκό Οίκο για να του εξασκήσει,  προφανώς, επιπλέον προσωπική πίεση για μεταφορά στην Αθήνα. Είναι την συνταρακτική συνομιλία-μαρτυρία σοκ του Μάτσα με τον Τζόνσον που καταγράφει ο Τσιγάντες στο βιβλίο του και που προέρχεται από το τηλεγράφημα του Μάτσα που συνέταξε και απέστειλε στην Αθήνα, μόλις επέστρεψε από τον Λευκό Οίκο.

Ο Τσιγάντες, πρώην Υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση Παπανδρέου, πρώην Γραμματέας του Βασιλιά των Ελλήνων, πασίγνωστος πρώην βετεράνος του Β´ ΠΠ (με υπηρεσία στο Βρετανικό Πολεμικό Ναυτικό και τις Υπηρεσίες) πολεμικός ανταποκριτής διεθνών εφημερίδων (που αιχμαλωτίσθηκε στη Κορέα από τους κομμουνιστές και βασανίσθηκε), με προσβάσεις σε όλο το σύμπλεγμα εξουσίας στην αμερικανική πρωτεύουσα (Κένεντυ, ´Ατσεσον κ.α.) όπου εργάστηκε για χρόνια, υπηρετούσε τότε ως Σύμβουλος Τύπου της Ελληνικής Πρεσβείας. Ως καταξιωμένος επαγγελματίας κρατούσε ενδελεχείς σημειώσεις μετά από κάθε συνάντηση. Και από το συγκεκριμένο τηλεγράφημα αντέγραψε και κατέγραψε τον  “περιβόητο διάλογο” Τζόνσον-Μάτσα.

Κατά την μαρτυρία Μάτσα ο Τζόνσον επανέλαβε στον Πρέσβη αυτά που είπε στον Παπανδρέου. Αφού τον άκουσε, ο καθόλα ευγενέστατος πρέσβης επανέλαβε τις θέσεις Παπανδρέου με επωδό πως “το ελληνικό  σύνταγμα απαγορεύει ρητά σε οποιαδήποτε κυβέρνηση να παραχωρήσει ελληνικό νησί”. Ένας εκνευρισμένος Τζόνσον του απάντησε: “Τότε ακούστε με καλά , κύριε πρέσβη. Γ….  το Κοινοβούλιο και το Σύνταγμά σας. Η Αμερική είναι ένας ελέφαντας. Η ´Ελλάδα είναι ψύλλος. Η Κύπρος είναι ψύλλος. Αν αυτοί οι δύο ψύλλοι συνεχίζουν να ενοχλούν τον ελέφαντα, ίσως ο ελέφαντας να τους κτυπήσει με την προβοσκίδα του, να τους κτυπήσει καλά”. Ο Μάτσας διαμαρτυρήθηκε και απεχώρησε ακούγοντας επιπλέον υβρεολόγιο από τον Αμερικανό…

Όπως μαρτυρεί ο Τσιγάντες, ο Μάτσας τον κάλεσε στο γραφείο του μόλις επέστρεψε από  τον Λευκό Οίκο. “Ο Πρέσβης”, γράφει ο Τσιγάντες,  “έτρεμε από την ταπείνωση. Με κάλεσε στο γραφείο του και μου είπε τί συνέβη. Τον συγχάρηκα για τη στάση του. Κούνησε  απελπισμένα το κεφάλι του. “Θα ανατρέψουν την κυβέρνηση…” του  είπε. “Ο  Μάτσας έγραψε την έκθεσή του παραθέτοντας κάθε λεπτομέρεια των όσων του είπε ο Τζόνσον. Ένας σχολαστικός άνθρωπος, ο Αλέκος Μάτσας θεωρούσε αηδιαστικό να καταγράψει επακριβώς τα χυδαία λόγια που χρησιμοποίησε ο πρόεδρος  των ΗΠΑ. Τελικά η έκθεση ολοκληρώθηκε περιέχοντας και την τελευταία χυδαιότητα”.

Κάθε τόσο επανέρχομαι και διαβάζω το βιβλίο του Τσιγάντες το οποίο μόνο κατά το ήμισυ ασχολείται με ´Ελλαδα-Κύπρο. Στο πρώτο μέρος αφηγείται την εμπειρία του ως αιχμαλώτου στην Βόρεια Κορέα και συσχετίζει τα όσο έζησε εκεί με τις κατοπινές του εμπειρίες, μάχες  και αντιπαραθέσεις με τις δυτικές υπηρεσίες , κυρίως την CIA και τον καταστροφικό της ρόλο στην προπραξικοπηματική ´Ελλαδα. Και σταδιακά κατέληξα στο συμπέρασμα πως όσο ιστορικά σημαντικά και να είναι το όσα παραπάνω περιέγραψα, ωχριούν μπροστά σε αυτά που έζησε και κατέγραψε στην ´Ελλαδα και η επώαση των οποίων τραγικών μας έφερε τα Ιουλιανά του 1965, την Χούντα του 1967, και το προδοτικό πραξικόπημα των παλικαριών της φακής (και της αμερικανικής δεξιάς ) στην Κύπρο το 1974 που άνοιξε τις κερκόπορτες στον Τούρκο εισβολέα και για το οποίο σήμερα ο κυπριακός λαός καλείται να αποποιηθεί, εσαεί, αναφαίρετα δικαιώματα και ελευθερίες για χάριν, τάχατες, μιας τουρκικής ειρήνης.

Όσοι από τους αναγνώστες δεν έχουν εμπειρίες της προπραξικοπηματικής περιόδου στην Ελλάδα, οι περισσότεροι δηλαδή, και όσοι νέοι επιδιώκουν να κατανοήσουν πως λειτουργεί το παρασκήνιο, πως επωάζεται ο φασισμός, πως η εξουσία χάνει την νομιμοποιητική της βάση και γίνεται άσκηση ισχύος ως αυτοσκοπός για τα οφίκια, την καλοπέραση και τις αρρωστημένες ιδεοληψίες, αξίζει να αφιερώσουν  χρόνο στο βιβλίο αυτό το οποίο, από ότι μαθαίνω, είναι διαθέσιμο σε προσιτή τιμή στο διαδίκτυο.

Για μένα η συγκεκριμένη παρουσίαση είναι ένα  καθυστερημένο μνημόσυνο στον Γεράσιμο Τσιγάντες, που η πρώτη εφημερίδα του, ο λονδρέζικος Observer, τον βάφτισε αυθαίρετα  Philip Deane τη δεκαετία του 1950 και του “κόλλησε”. Δεν υπήρξε τυχαίος ο  Γεράσιμος Τσιγάντες. Πέραν της δικής του παρουσίας, ήταν γιός του Χριστόδουλου Τσιγάντες, του απελευθερωτή των Δωδεκανήσων (Ιερός Λόχος). Θείος του υπήρξε ο Γιάννης Τσιγάντες που σκοτώθηκε προδομένος (το τηλεφώνημα στους Γερμανούς έλεγε “Άγγλος αξιωματικός κρύβεται στην Πατησίων”) αφού πρώτα πήρε μαζί του έξι από τους Ιταλούς που τον περικύκλωσαν, με το εξάσφαιρό του. Το πτώμα του αφέθηκε για παραδειγματισμό για μέρες στο δρόμο στην Πατησίων (εκεί υπάρχει σήμερα ανδριάντας) μέχρι που μερικές “Αντιγόνες” της εποχής αψήφησαν τους φασίστες  κατακτητές και το πήραν πομπή και το έθαψαν.

Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.

Διαβάστε επίσης

Λογοκρισία, Λοβοτομή, Ματαίωση

Εξωτερική Πολιτική, Κόμματα και Εκλογές. Από τα μνημόνια στη συμφωνία για τις βάσεις