Διεθνές Συνέδριο 1821: Η γνωστή-άγνωστη Επανάσταση | 4η ημέρα
Με το ξέσπασμα του πολέμου είχε έρθει τελικά η ώρα να δει η Φιλική Εταιρεία τους κόπους της να αποδίδουν. Η Φιλική Εταιρεία υπήρξε μια μυστική πατριωτική οργάνωση, μία απ’ τις πολλές μυστικές οργανώσεις που είχαν κατακλύσει την Ευρώπη στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα. Είχε ιδρυθεί στην Οδησσό από μέλη της ελληνικής Διασποράς, από οραματιστές εμπόρους που είχαν με τον καιρό ασπαστεί πολιτικές ιδέες ιακωβινικού τύπου, προωθώντας ριζοσπαστικούς και φιλελεύθερους. Ήταν πάνω κάτω οι ίδιοι άνθρωποι που είχαν εμπλακεί στη χρηματοδότηση ενός εκτεταμένου δικτύου ελληνικών σχολείων, το οποίο διέδιδε τις ιδέες του πολιτικού κλασικισμού και του επαναστατικού εθνικισμού στο εσωτερικό του υπόδουλου στους Οθωμανούς Ορθόδοξου κόσμου.
Μάριος Χατζόπουλος
Γνωρίζουμε στην Ελλάδα την ύπαρξη των Αλεβιτών στη σημερινή Τουρκία ως μιας πολυπληθούς ετερόδοξης μειονότητας με σιιτικές καταβολές και ρίζες στην ανατολική Μικρασία και το Κουρδιστάν. Στην πραγματικότητα, η ταυτότητα των Αλεβιτών πηγαίνει αιώνες πίσω, στο νομαδικό παρελθόν των τουρκικών πληθυσμών της περιοχής. Στα πλαίσια του εξισλαμισμού των νομαδικών φυλών, που έρχονταν κατά κύματα από το σημερινό Ιράν, συγκροτήθηκε τον 13ο, 14οκαι 15οαιώνα ένα σύστημα δοξασιών και πεποιθήσεων, στις οποίες προϊσλαμικά στοιχεία συνυπήρχαν με μια ιδιαίτερη λατρεία στον Αλί, τον γαμπρό του Προφήτη. Από τους πληθυσμούς αυτούς, που ονομάστηκαν Κιζιλμπάσηδες (Kızılbaş), δηλαδή «κοκκινοκέφαλοι» από το χαρακτηριστικό κάλυμμα της κεφαλής, προήλθε ο σάχης Ισμαήλ και η σαφαβιδική δυναστεία, η οποία ανέστησε την Ιρανική Αυτοκρατορία και συγκρότησε τον σιιτισμό ως συστηματική θρησκεία. Οι Κιζιλμπάσηδες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέσα από μια μακρά πορεία διώξεων (καθώς ταυτίστηκαν με τα συμφέροντα του σάχη και του Ιράν), εξεγέρσεων (συχνά με μεσσιανικά χαρακτηριστικά) και ανασυγκροτήσεων, δημιούργησαν μια ισχυρή αίσθηση ταυτότητας με θρησκευτικά, κοινωνικά και πολιτικά συμφραζόμενα, λόγω των δεσμών τους με την αδελφότητα των Μπεκτασήδων, χάρη στις κοινές τελετές τους αλλά και σε ένα σύστημα κοινωνικοθρησκευτικής οργάνωσης, βασισμένο σε ένα δίκτυο οικογενειών με χαρισματική θρησκευτική εξουσία και με γενεαλογία που ανάγεται στον Προφήτη Μωάμεθ. Είναι αυτή ακριβώς η ταυτότητα που επιζεί σήμερα στους κόλπους των Αλεβιτών, ιδιαίτερα μετά την δυναμική ανάδυσή τους στοπροσκήνιο της τουρκικής κοινωνίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ούαιώνα. Το κείμενο της Αϊφέρ Καρακαγιά Σταμπ (Ayfer KarakayaStump) που μεταφράζουμε εδώ, το οποίο αποτελεί το έκτο κεφάλαιο του πρόσφατου βιβλίου της για το αλεβιτικό φαινόμενο της οθωμανικής περιόδου, μελετά ακριβώς τη συγκρότηση αυτής της ταυτότητας κατά τον 16οαιώνα αλλά και στη συνέχεια, στα πλαίσια μιας αμφίδρομης διαδικασίας ομολογιοποίησης (confessionalization), δηλαδή ανάπτυξης κλειστών ομολογιακά κοινοτήτων βασισμένων στην κοινωνική πειθάρχηση, με φορέα επιβολής της τόσο το οθωμανικό, σουνιτικό κράτος, όσο και τις κοινότητες των ίδιων των λεγόμενων Κιζιλμπάσηδων.
Μαρίνος Σαρηγιάννης
Γνωρίζουμε στην Ελλάδα την ύπαρξη των Αλεβιτών στη σημερινή Τουρκία ως μιας πολυπληθούς ετερόδοξης μειονότητας με σιιτικές καταβολές και ρίζες στην ανατολική Μικρασία και το Κουρδιστάν. Στην πραγματικότητα, η ταυτότητα των Αλεβιτών πηγαίνει αιώνες πίσω, στο νομαδικό παρελθόν των τουρκικών πληθυσμών της περιοχής. Στα πλαίσια του εξισλαμισμού των νομαδικών φυλών, που έρχονταν κατά κύματα από το σημερινό Ιράν, συγκροτήθηκε τον 13ο, 14οκαι 15οαιώνα ένα σύστημα δοξασιών και πεποιθήσεων, στις οποίες προϊσλαμικά στοιχεία συνυπήρχαν με μια ιδιαίτερη λατρεία στον Αλί, τον γαμπρό του Προφήτη. Από τους πληθυσμούς αυτούς, που ονομάστηκαν Κιζιλμπάσηδες (Kızılbaş), δηλαδή «κοκκινοκέφαλοι» από το χαρακτηριστικό κάλυμμα της κεφαλής, προήλθε ο σάχης Ισμαήλ και η σαφαβιδική δυναστεία, η οποία ανέστησε την Ιρανική Αυτοκρατορία και συγκρότησε τον σιιτισμό ως συστηματική θρησκεία. Οι Κιζιλμπάσηδες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέσα από μια μακρά πορεία διώξεων (καθώς ταυτίστηκαν με τα συμφέροντα του σάχη και του Ιράν), εξεγέρσεων (συχνά με μεσσιανικά χαρακτηριστικά) και ανασυγκροτήσεων, δημιούργησαν μια ισχυρή αίσθηση ταυτότητας με θρησκευτικά, κοινωνικά και πολιτικά συμφραζόμενα, λόγω των δεσμών τους με την αδελφότητα των Μπεκτασήδων, χάρη στις κοινές τελετές τους αλλά και σε ένα σύστημα κοινωνικοθρησκευτικής οργάνωσης, βασισμένο σε ένα δίκτυο οικογενειών με χαρισματική θρησκευτική εξουσία και με γενεαλογία που ανάγεται στον Προφήτη Μωάμεθ. Είναι αυτή ακριβώς η ταυτότητα που επιζεί σήμερα στους κόλπους των Αλεβιτών, ιδιαίτερα μετά την δυναμική ανάδυσή τους στοπροσκήνιο της τουρκικής κοινωνίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ούαιώνα. Το κείμενο της Αϊφέρ Καρακαγιά Σταμπ (Ayfer KarakayaStump) που μεταφράζουμε εδώ, το οποίο αποτελεί το έκτο κεφάλαιο του πρόσφατου βιβλίου της για το αλεβιτικό φαινόμενο της οθωμανικής περιόδου, μελετά ακριβώς τη συγκρότηση αυτής της ταυτότητας κατά τον 16οαιώνα αλλά και στη συνέχεια, στα πλαίσια μιας αμφίδρομης διαδικασίας ομολογιοποίησης (confessionalization), δηλαδή ανάπτυξης κλειστών ομολογιακά κοινοτήτων βασισμένων στην κοινωνική πειθάρχηση, με φορέα επιβολής της τόσο το οθωμανικό, σουνιτικό κράτος, όσο και τις κοινότητες των ίδιων των λεγόμενων Κιζιλμπάσηδων.
Μαρίνος Σαρηγιάννης
Το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, και κυρίως το διάστημα από τις τελευταίες δεκαετίες του μέχρι την πρώτη δεκαετία του 17ουαιώνα, χαρακτηρίζεται από την πολυσχιδή δραστηριότητα των οπλισμένων με πυροβόλα όπλα ανέργων νέων της υπαίθρου. Οι νέοι αυτοί εγκατέλειπαν τα χωριά τους, πιεσμένοι από την οικονομική κρίση και αναζητώντας καλύτερες διεξόδους ως μισθοφόροι (levend, sekban). Αφού πολέμησαν στα άτακτα σώματα του οθωμανικού στρατού είτε ως μισθοφόροι στο πλευρό τοπικών αξιωματούχων αλλά και διεκδικητών της εξουσίας (κυρίως το 1558, στον εμφύλιο μεταξύ των δύο γιων του Σουλεϊμάν), σταδιακά προχώρησαν στη σύσταση συμμοριών, οι οποίες περιφέρονταν στη μικρασιατική ύπαιθρο διαπράττοντας ληστείες και άλλες εγκληματικές πράξεις. Ήδη από τα τέλη της βασιλείας του Σουλεϊμάν (1520-1566) οι σπουδαστές των επαρχιακών ιεροδιδασκαλείων (σοφτάδες) άρχισαν να οργανώνονται σε συμμορίες που λυμαίνονταν την ύπαιθρο. Οι συμμορίες των σοφτάδων παρήκμασαν εν τέλει μόλις κατά την τελευταία δεκαετία του 16ου αιώνα, δίνοντας τη θέση τους στους πιο μαζικούς, καλύτερα οργανωμένους και εξοπλισμένους τζελαλήδες (celâlî). Συνακόλουθα, εξεγέρσεις των τζελαλήδων ονομάστηκαν διάφορα κινήματα ενόπλων συμμοριών που για δεκαετίες λυμαίνονταν την Μικρασία και αποτέλεσαν σοβαρό κίνδυνο για την ενότητα της αυτοκρατορίας. Τυπικά τα κινήματα των τζελαλήδων θεωρείται ότι ξεκινούν με τη μάχη του Κερεστές (στα τουρκικά Haçova) στη σημερινή Ουγγαρία (1596), η οποία έληξε με νίκη των Οθωμανών. Όσοι στρατιώτες δεν παρουσιάστηκαν την επόμενη μέρα κηρύχθηκαν
λιποτάκτες (firârî)· μεγάλες μάζες έμπειρων και οπλισμένων πολεμιστών βρέθηκαν έτσι να περιπλανιόνται χωρίς κύριο στα Βαλκάνια και (καθώς οι περισσότεροι ήταν Μικρασιάτες) στην Ανατολία. Για πάνω από δέκα χρόνια, οι διάφοροι τζελαλήδες ηγέτες αντιμετώπιζαν επιτυχώς σουλτανικές εκστρατείες εναντίον τους και πραγματοποιούσαν επιδρομές που έφτασαν μέχρι και την Προύσα, μέχρι την οριστική ήττα τους το 1608.
Η συνέντευξη δόθηκε στην Βασιλική Σιούτη στις 11.12.2021 και μπορείτε να την βρείτε εδώ
— Ο Muhammad Ali of Egypt είναι γνωστός στην Ελλάδα ως Μεχμέτ Αλί Πασάς κι όπως γράφετε στο βιβλίο σας για αυτόν, στην οθωμανική ιστορία είναι γνωστός ως Kavalali Mehmed Ali, με το όνομα δηλαδή που αναφέρεται στον τόπο που γεννήθηκε, την Καβάλα. Στην ελληνική ιστορία είναι ένα αρνητικό πρόσωπο, ειδικά ο γιος του ο Ιμπραήμ, που το όνομά του έχει συνδεθεί με την καταστροφή που προκάλεσε στην Πελοπόννησο, στην απόπειρα του να καταπνίξει την ελληνική επανάσταση. Όποιος, ωστόσο, αναζητήσει να μάθει για αυτόν περισσότερα, θα εκπλαγεί βρίσκοντας ελληνικά κείμενα που τον παρουσιάζουν ακόμα και ως φιλέλληνα. Τι είδους προσωπικότητα ήταν για εσάς ο Μεχμέτ Αλί Πασάς;
Ο Μεχμέτ Αλί είναι ένας από τους πιο περίπλοκους Οθωμανούς του 19ου αιώνα. Θα μπορούσε κανείς να πει πως είναι αλήθεια ότι η φήμη του δεν περιορίστηκε στον οθωμανικό κόσμο, αλλά επεκτάθηκε στην Ευρώπη και δεν θα ήταν υπερβολικό να συγκρίνει κανείς την πολιτική του οξυδέρκεια με εκείνη του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών και μετέπειτα πρωθυπουργού Λόρδου Πάλμερσον, του Αυστριακού καγκελάριου πρίγκιπα Μέτερνιχ, ακόμη και του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, με τον οποίο συχνά συγκρινόταν.
Διαβάστε τη συνέχεια στο https://congress1821.gr/archives/2687
Η συνέντευξη δόθηκε στον Θανάση Αυγερινό στις 9.12.2021 και μπορείτε να την βρείτε εδώ
Η συμβατική αφήγηση για το 1821 θέλει τον Ελληνικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας να εξασφάλισε την επιτυχία του χάρη στην, έστω και καθυστερημένη, επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας) στο πλευρό των επαναστατών, οι οποίοι εξαρχής προσέβλεπαν σε αυτήν ακριβώς την έξωθεν βοήθεια. Όμως η ιστορική πραγματικότητα υπήρξε πολύ πιο σύνθετη.
Αν μη τι άλλο, στην περίπτωση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ήταν το παράδειγμα της Ελληνικής Επανάστασης και η μέχρι τότε απάθεια του τσάρου απέναντί της, που συντέλεσε, μεταξύ άλλων, στο ξέσπασμα το 1825 του κινήματος των «Δεκεμβριστών», ήτοι των μεταρρυθμιστών αξιωματικών που η εξέγερσή τους αποτέλεσε την πρώτη συγκροτημένη αμφισβήτηση της απολυταρχίας στη Ρωσία. Η απόπειρα εκείνη απέτυχε και οι Δεκεμβριστές κατέληξαν εξόριστοι στην Σιβηρία, όπου βρέθηκαν να συντηρούν μια ζωηρή πνευματική σκηνή. Το ίχνος του κινήματός τους υπήρξε ωστόσο βαθύτερο, οδηγώντας βραχυπρόθεσμα σε αλλαγή στάσης στο «ελληνικό ζήτημα» και μεσοπρόθεσμα σε προ πολλού αναγκαίες εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, όπως η κατάργηση της δουλοπαροικίας.
Διαβάστε τη συνέχεια στο https://congress1821.gr/archives/2696
Η συνέντευξη δόθηκε στην Φωτεινή Λαμπρίδη στις 8.12.2021 και μπορείτε να την βρείτε εδώ
Τι ενδιαφέρον παρουσιάζει για έναν ερευνητή εκτός των ελληνικών συνόρων, και μάλιστα από βαλκανική χώρα, το ζήτημα της Ελληνικής Επανάστασης;
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 είναι ένα γεγονός ορόσημο. Αποτελεί παράδειγμα παμβαλκανικής αλληλεγγύης και για αυτό είναι ενδιαφέρον για κάθε ερευνητή εκτός Ελλάδας. Ξεκινώντας από τις επαφές του Ρήγα με τον πιο διάσημο «ταραχοποιό» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον Οσμάν Παζβάντογλου, περνώντας από τη συμμετοχή Βούλγαρων, Σέρβων, Αλβανών και Ρουμάνων στα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας και φτάνοντας στην άμεση συμμετοχή ανθρώπων, όπως οι Σάβα Μπινμπάσι (Σάββας Καμινάρης Φωκιανός), Ιντζέ Βοϊβόντα και Χατζή Χρήστος (Κρίστε) Ντάγκοβιτς, στην ίδια την επανάσταση, αυτό το γενικό βαλκανικό πλαίσιο της ελληνικής επανάστασης βρίσκεται παντού.
Τι διαφορές διακρίνετε στην νεοελληνική και την βουλγαρική εθνογένεση καθ’ οδόν προς τη δημιουργία νεωτερικών εθνικών κρατών;
Οι διαφορές στη δημιουργία των νεοελληνικών και βουλγαρικών εθνών πρέπει να αναχθούν στον Μεσαίωνα, όταν οι Βούλγαροι και οι Ρωμαίοι, δηλαδή οι υπήκοοι του Βυζαντίου, εισήλθαν στο σύστημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε διαφορετικές εποχές και με διαφορετικούς τρόπους. Η γη των Βουλγάρων στη συνέχεια αποδείχθηκε προγεφύρωμα προς τις οθωμανικές πρωτεύουσες, πρώτα την Αδριανούπολη, μετά την Κωνσταντινούπολη, και αυτό καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την οθωμανική παρουσία και τις κρατικές πρακτικές στα σημερινά βουλγαρικά εδάφη. Αντιθέτως, οι υπήκοοι του πρώην Βυζαντίου σε ορισμένες περιοχές διατηρούν σχεδόν πλήρη ανεξαρτησία, λόγω των γεωγραφικών χαρακτηριστικών και των υποχρεώσεών τους προς τον Σουλτάνο. Η μεταβυζαντινή αριστοκρατία, ο ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και η συνολική ελληνική ναυτική παρουσία στις υποθέσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν όλοι παράγοντες που συνέβαλαν στην ηγετική, πρωτοποριακή θέση των Ελλήνων στην εθνική τους χειραφέτηση.
Διαβάστε τη συνέχεια στο https://congress1821.gr/archives/2700
Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.