Τα πένθιμα Χριστούγεννα του ’73… μετά το Πολυτεχνείο

Την λέγανε Εγκελεντ Τόριλ. Νορβηγίδα.

Το όνομά της το έμαθα όταν απολύθηκα, γιατί τότε ήμουνα φαντάρος. Είχα άδεια από την μονάδα μου και η καλύτερη ιδέα που είχα τότε, ήταν να είμαι στο Πολυτεχνείο.

Την πυροβόλησαν μπροστά στα σκαλιά του Αρχαιολογικού Μουσείου κι όχι στην πλατεία Αιγύπτου όπως γράφεται. Εκεί είχαμε μαζευτεί πολλοί μετά τα δακρυγόνα και τις πρώτες σφαίρες. Σηκώθηκε από τα σκαλιά, μπροστά μου και η σφαίρα την βρήκε κάτω ακριβώς από την αριστερή πλευρά του λαιμού και βγήκε από την πλάτη.

Την κουβαλήσαμε στα χέρια μέχρι το Ακροπόλ Παλλάς. Απέναντι. Εκεί ο μαιτρ δεν μας άνοιγε την γυάλινη πόρτα να ειδοποιήσουμε ασθενοφόρο και να ξαπλώσουμε την κοπέλα, γιατί θα ενοχλούσαμε τις κυρίες που παίζανε κουμ καν!!!

Σπάσαμε την πόρτα και με την πετσέτα του μαίτρ, προσπάθησα να της σταματήσω την αιμορραγία. Το ασθενοφόρο – όπως μας είπε ο οδηγός – όταν ήρθε, το είχαν σταματήσει όταν ξεκινούσε οι της ασφαλείας στον σταθμό πρώτων Βοηθειών, τους κατεβάσανε κάτω και τους δείρανε. Για αυτό φτάσανε καθυστερημένα. Την ώρα που την βάζαμε στο ασθενοφόρο, έσβησε.

Μπήκα στο Πολυτεχνείο ξανά. Κουβάλαγα φαρμακευτικό υλικό. Ανέβασα μια οβίδα οξυγόνου στην Αρχιτεκτονική που είχε στηθεί σταθμός πρώτων βοηθειών. Μετά από ώρα ένας φοιτητής μου είπε πως έρχονταν τα τανκς. Έτσι και σε πιάσουν φουκαρά μου την έβαψες μου είπε. Με έβγαλε από την πλαϊνή πόρτα. Η πετσέτα και το ματωμένο μου πουκάμισο, μετά από περιπλάνηση μιας ώρας που χτύπαγα κουδούνια, έμειναν στο σπίτι της Βέμπο. Ποτέ δεν τα πήρα πίσω.

Μετά δύο μέρες γύρισα στην μονάδα μου. Τέλος αδείας. Η Κυρία Βέμπο – και το εννοώ το κυρία – ήταν η μόνη που μας άνοιξε για να κρυφτούμε. Από εκεί, από τον τέταρτο όροφο της οδού Στουρνάρη και Πατησίων πίσω από τις γρίλιες, είδαμε όσα ακολούθησαν.

Την εισβολή, το ξύλο στους φοιτητές και τα σπασίματα σε όλο το μήκος της Πατησίων που έκαναν οι ασφαλίτες. Η κυρία Βέμπο δεν μας άφησε να φύγουμε παρά στις 9.30 το πρωϊ της επομένης για να έχει ξεκινήσει η κίνηση και ένας ένας για να μην κινήσουμε υποψίες. Είμασταν δεκαεφτά αυτοί που έκρυψε. Ακόμα την θυμάμαι να κλαίει όταν το τανκ χτύπησε την Πύλη. Τους αλήτες έλεγε. Τους αλήτες! Τι κάνανε στα παιδιά… Πριν από μια βδομάδα την είχανε βραβεύσει οι χουντικοί για την προσφορά της. Ξεκρέμασε το βραβείο της και το πέταξε κλαίγοντας απαρηγόρητη…

Υ. γ. – Η εξομολόγηση από τον αείμνηστο-πόσο λείπεις βρε Κωστή – Κώστα Βοσταντζογλου(2017).

ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΜΠΟΓΛΟΥ

Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.