Η πανδημική καταστολή της εφηβείας

Ή πώς η κρίση της πανδημίας εκδηλώνεται και ως σοβαρή εφηβική ψυχοπαθολογία

Του Σπύρου Μανουσέλη
24 Οκτωβρίου 2021

Για να περιγράψουν τις ιδιαίτερες νευρολογικές επιπτώσεις των σοβαρών λοιμώξεων από τον κορονοϊό SARS-CoV-2, οι ερευνητές επινόησαν τον όρο «Νευροκορονοπάθεια» (Neurocovid), ο οποίος περιγράφει τις διαταραχές της λειτουργίας του ανθρώπινου εγκεφάλου που οφείλονται στη νόσο COVID-19. Αυτές οι νευρολογικές διαταραχές ύστερα από λοίμωξη από τον κορονοϊό περιλαμβάνουν κεφαλαλγίες, απώλειες μνήμης, ήπια ή σοβαρά εγκεφαλικά επεισόδια, μικρο-ισχαιμίες, αλλά και νοητική σύγχυση, ψευδαισθήσεις, διαταραχές του ύπνου, άγχος, κατάθλιψη.

Εχοντας παρουσιάσει στο προηγούμενο άρθρο (βλ. «Μηχανές του Νου», 16.10.21) τις απρόσμενα καταστροφικές νευρολογικές και νοητικές επιπτώσεις της νόσου COVID-19, θα επιχειρήσουμε σήμερα να εξετάσουμε πώς η νέα πανδημία επηρεάζει τη ζωή και την ψυχολογία των εφήβων. Στις αντίξοες συνθήκες της πανδημίας, οι έφηβοι βιώνουν επώδυνα την εφηβική μετεξέλιξη της ταυτότητάς τους, γι’ αυτό οι σχετικές μελέτες σε όλο τον πλανήτη κατέγραψαν -μετά το δεύτερο κύμα του κορονοϊού- μια αύξηση 30% στις απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοτραυματισμού των εφήβων.


Σύμφωνα με πρόσφατη πλανητική έρευνα της Οργάνωσης των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά (UNICEF), που ανακοινώθηκε στις αρχές Οκτωβρίου, ένας στους επτά ανηλίκους παρουσιάζει ψυχονοητικές διαταραχές. Οσο για τον συνολικό αριθμό των εφήβων με ιατρικά διαπιστωμένες ψυχονοητικές διαταραχές, αυτός ανέρχεται παγκοσμίως σε 89 εκατομμύρια αγόρια και 77 εκατομμύρια κορίτσια.

Τα νεαρά αυτά άτομα βιώνουν μια ιδιαίτερα επώδυνη κατάσταση δυσφορίας που όταν γίνεται ανυπόφορη μπορεί να τα οδηγήσει στο να αφαιρέσουν τη ζωή τους. Πράγματι, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έκθεση της UNICEF για την κατάσταση της υγείας των ανηλίκων στον πλανήτη, κάθε χρόνο αυτοκτονούν περίπου 46 χιλιάδες έφηβοι, περισσότεροι από ένας ή μία κάθε 11 λεπτά!

Το έντονο άγχος και η κατάθλιψη αντιστοιχούν στο 40% των διαγνωσμένων νοητικών διαταραχών, ποσοστό επί τοις εκατό που είναι σαφώς υψηλότερο στη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, τη Βόρεια Αμερική και τη Δυτική Ευρώπη. Πάντως, οι πιο συχνά διαγνωσμένες ψυχικές διαταραχές των εφήβων είναι το άγχος, ο αυτισμός, η διπολική συναισθηματική διαταραχή, η κατάθλιψη, οι διατροφικές διαταραχές και η σχιζοφρένεια.

Τα νευρολογικά και κοινωνικά αίτια για την εκδήλωση αυτών των διαταραχών στους εφήβους είναι περίπλοκα και αποτελούν αντικείμενο διενέξεων μεταξύ των ειδικών νευρολόγων, ψυχιάτρων και κοινωνικών ψυχολόγων, οι οποίοι, ωστόσο, συμφωνούν στο ότι αυτές οι αυτοκαταστροφικές παθήσεις βλάπτουν όχι μόνο τους εφήβους αλλά και την κοινωνία συνολικά. Παρ’ όλα αυτά, δεν γνωρίζουν ακόμη ποιες από τις εκδηλώσεις αυτών των νευρολογικών διαταραχών θα πρέπει να αποδοθούν αποκλειστικά στη λοίμωξη από τον κορονοϊό και ποιες σε υποκειμενικούς παράγοντες, όπως π.χ. η γενετική προδιάθεση ή, εναλλακτικά, το υπερβολικό άγχος, η ψυχοσωματική εξάντληση από τον διαρκή φόβο νόσησης. Επομένως, ορθά περιγράφονται στην αγγλική γλώσσα αυτές οι παθήσεις ως «brain fog», δηλαδή ως «εγκεφαλική σύγχυση».

Αραγε πώς η τρέχουσα πανδημία επηρεάζει και επιτείνει τις ψυχικές διαταραχές των ανηλίκων; Η παιδική ηλικία μπορεί να είναι η καλύτερη ή η χειρότερη περίοδος της ζωής ενός ατόμου, επειδή η ποιότητα της ζωής των νηπίων εξαρτάται αποκλειστικά από τους άλλους. Τα παιδιά που λόγω κορονοϊού μένουν πολύ περισσότερες ώρες στο σπίτι, σε ένα πιο «αποστειρωμένο» και καθησυχαστικό οικογενειακό περιβάλλον, είναι συνήθως ήσυχα και φαίνεται πως προσαρμόζονται ευκολότερα στους πανδημικούς περιορισμούς.

Οι έφηβοι, αντίθετα, ασφυκτιούν από τον υποχρεωτικό εγκλεισμό τους στο οικογενειακό περιβάλλον, μια απολύτως φυσιολογική αντίδραση δεδομένου ότι η εφηβεία υπήρξε ανέκαθεν η εποχή της εκδήλωσης των πρώτων λίγο-πολύ συνειδητών προσπαθειών για οικογενειακή απεξάρτηση.

Επομένως, η εισβολή του κορονοϊού στη ζωή των περισσότερων εφήβων ήταν και εξακολουθεί να είναι διπλά καταστροφική: όχι μόνο ως μια δυνητική απειλή για την υγεία τους, αλλά και ως υποχρεωτική επιβράδυνση της ζωτικής τους ανάγκης για έξοδο από τον ασφυκτικό οικογενειακό κλοιό, δηλαδή η επ’ αόριστον αναβολή της πολυπόθητης αυτονόμησής τους. Ετσι, όμως, οι δυστοπίες της νέας πανδημίας προστίθενται και επιβαρύνουν τις γνώριμες ψυχοσωματικές διαταραχές της εφηβείας.

Τα συμπτώματα της εφηβικής παθολογίας

Στις αντίξοες συνθήκες της πανδημίας, οι έφηβοι βιώνουν τραυματικά τη «μαγική» μετεξέλιξη της ταυτότητάς τους, δηλαδή το αμήχανο πέρασμα από την παιδική αθωότητα στην κάθε άλλο παρά ευοίωνη ενηλικίωσή τους. Διόλου περίεργο, λοιπόν, που οι σχετικές μελέτες κατέγραψαν -μετά το δεύτερο κύμα του κορονοϊού- μια αύξηση 30% στις απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοτραυματισμού των εφήβων.

Βέβαια, οι αυτοκτονικές εμμονές κατά την εφηβική ηλικία δεν είναι επ’ ουδενί κάτι νέο ή το προϊόν της πανδημίας, αφού είτε ως μύχια και ανομολόγητη σκέψη είτε ως ρητά διατυπωμένη απειλή η ιδέα της αυτοκτονίας υπήρξε ανέκαθεν μια απελπισμένη και γι’ αυτό παρηγορητική προσπάθεια αρκετών εφήβων να εκδηλώσουν τη δυσανεξία τους για ό,τι πολύ δυσάρεστο βιώνουν, και ακριβώς επειδή αποτελεί σημάδι έντονης δυσφορίας δεν θα πρέπει να υποτιμάται η σημασία της.

Για να κατανοήσουμε αυτές τις αυτοκαταστροφικές «επιλογές» των εφήβων θα πρέπει να αναλογιστούμε το απάνθρωπο φορτίο των κυρίαρχων στις μέρες μας κοινωνικών αξιών και προτύπων που επιβάλλουν στους εφήβους να είναι πάντα «άριστοι» σε ό,τι κάνουν. Ηδη από τη νηπιακή τους ηλικία έμαθαν ότι πρέπει οπωσδήποτε να είναι πρώτοι στα μαθήματα, πρωταθλητές στα αθλήματα, ταλέντα στις τέχνες και αγαπητοί σε όλους.

Το να κάνουν λάθη θεωρείται ανάρμοστο και το να αποτύχουν απαγορευμένο, με αποτέλεσμα από πολύ νωρίς να προσπαθούν με κάθε τρόπο να δραπετεύσουν από τον ασφυκτικό κλοιό της κοινωνικής αριστείας που τους έχει επιβληθεί. Εξ ου και η γοητεία που ασκούν στα εφηβικά μυαλά τα επικίνδυνα αθλήματα, οι ριψοκίνδυνες και ενίοτε οι παραβατικές συμπεριφορές, ως αντίδοτο στις αξίες των ενηλίκων.

Σε αυτό το πλαίσιο, από την αρχή της πανδημικής κρίσης μέχρι σήμερα, οι έφηβοι αντιμετωπίζονται ως ασυμπτωματικοί υπερμεταδότες του κορονοϊού στις άλλες ηλικιακές ομάδες. Πρόκειται για τη στερεότυπη κοινωνική εικόνα των εφήβων, οι οποίοι λόγω της ανεύθυνης, απείθαρχης και παραβατικής συμπεριφοράς τους, υποτίθεται ότι συμβάλλουν αποφασιστικά στη μετάδοση της νόσου στις πιο ευπαθείς ομάδες.

Μολονότι ιδιαίτερα δημοφιλής αυτή η προκατάληψη διαψεύστηκε από τις σχετικές επιδημιολογικές έρευνες, οι οποίες, αντίθετα, έδειξαν ότι οι συνέπειες του αποκλεισμού των εφήβων από την κανονική ζωή και τη σχολική εκπαίδευση είναι πολύ πιο καταστροφικές και παρατείνουν την επιδημική κρίση.

Εξάλλου, οι έφηβοι προσαρμόστηκαν πολύ πιο πρόθυμα από ό,τι οι ενήλικες ή οι υπερήλικες στους νέους υγειονομικούς κανόνες προστασίας και στα προγράμματα εμβολιασμού, μολονότι δεν διέτρεχαν σοβαρό κίνδυνο να νοσήσουν από την COVID-19 (βλ. «Μηχανές του Νου», 4.9.21 και 18.9.21).

Η κοινωνική αποστασιοποίηση και το φαινόμενο των χικικομόρι

Ηδη από το 1978, ο Ιάπωνας ερευνητής Yoshimi Kasahara, σε μια πρωτοποριακή μελέτη για την απομόνωση των εφήβων, περιέγραψε τις περιπτώσεις ορισμένων νεαρών που υπέφεραν από τόσο ισχυρές κρίσεις άγχους ή και πανικού, ώστε τους ήταν αδύνατο να βγαίνουν από τα δωμάτιά τους. Το φαινόμενο περιγράφτηκε, τότε, ως μια ακραία εκδοχή «νεύρωσης με την απομόνωση».

Ομως, έπειτα από είκοσι χρόνια, το 1998, ο διάσημος Ιάπωνας ψυχίατρος των εφήβων Tamaki Saito επινόησε τον όρο «Χικικομόρι» (hikikomori), που σημαίνει «τείνω να αποσύρομαι» ή την «τάση απόσυρσης», ένας όρος της σύγχρονης Ψυχολογίας που αναφέρεται τόσο στη συνήθη κατάσταση απομόνωσης όσο και στα άτομα που εσκεμμένα αυτοαπομονώνονται. Σήμερα στην Ιαπωνία πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα, περίπου το 1% του πληθυσμού, υποφέρει από αυτό το σύνδρομο που, ενώ εκδηλώνεται σε διάφορες ηλικίες, αφορά συνήθως τα νεότερα άτομα.

Αν και εμφανίστηκε αρχικά στην Ιαπωνία, τα τελευταία είκοσι χρόνια το φαινόμενο Χικικομόρι εντοπίζεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη και πλήττει κυρίως τους εφήβους.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας της νόσου COVID-19 το σύνδρομο Χικικομόρι συνδέθηκε αυθαίρετα με τα φαινόμενα της υγειονομικής καραντίνας. Ομως, η επιβεβλημένη κοινωνική αποστασιοποίηση δεν σχετίζεται με την εσκεμμένη επιλογή κοινωνικής απομόνωσης των εφήβων.

Στην περίπτωση των χικικομόρι η κοινωνική τους απομόνωση δεν είναι μια πρόσκαιρη και υγειονομικά επιβεβλημένη αποχή από τις κοινωνικές σχέσεις αλλά ένα βαθύτερο και διαρκές ψυχολογικό πρόβλημα που ωθεί αυτούς τους εφήβους στην κοινωνική περιθωριοποίηση.

Ωστόσο, όπως έγινε σαφές ύστερα από σχεδόν δύο χρόνια πανδημίας, όσα άτομα είχαν από πριν τάσεις απομόνωσης «ευνοήθηκαν» από τα ακραία περιοριστικά μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης για την προστασία από τον κορονοϊό. Ετσι εξηγείται το γιατί ο αριθμός των χικικομόρι αυξήθηκε σημαντικά τα δύο τελευταία χρόνια.

Παραδόξως, όμως, σε κάποιους από τους σημερινούς χικικομόρι η απειλή του κορονοϊού έδρασε ευεργετικά: η έξωθεν επιβεβλημένη εντολή για την κοινωνική αποστασιοποίηση αντί να λειτουργήσει φοβιστικά τους έκανε να βγουν από τα δωμάτιά τους για να επικοινωνήσουν και να συναναστραφούν με τους άλλους.

Πηγή: www.efsyn.gr

Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.