Αν (όπως λένε οι ψυλλιασμένοι) “οι τοίχοι έχουν αυτιά”, κοιτάζοντας προσεκτικά διαπιστώνεις ότι έχουν και στόμα.
Του Δημήτρη Κωστάκου
22 Μαΐου 2021
Ανάμεσα στους καπνούς από τα δακρυγόνα και τις φωτιές τον Δεκέμβρη του 2008, με το κοινωνικό ξέσπασμα στην κορύφωσή του μετά την δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, αν παρατηρούσες (όσο αυτό ήταν δυνατό), μπορούσες να δεις ένα σύνθημα να δεσπόζει σε κεντρικά σημεία της Αθήνας: “Merry crisis and a happy new fear”.
Ποιά ήταν η κρίση και ποιός ο φόβος, μάθαμε λίγο αργότερα.
Με τα μνημόνια. Και έπειτα με την πανδημία. Την αστυνομοκρατία. Τη φτώχεια.
Και αν (όπως λένε οι ψυλλιασμένοι) “οι τοίχοι έχουν αυτιά”, κοιτάζοντας προσεκτικά διαπιστώνεις ότι έχουν και στόμα.
Ψιθυρίζουν ή ουρλιάζουν και είναι εκεί για να αντιδράσουν ή να προειδοποιήσουν.
Δεν είναι μόνο τα γηπεδικά συνθήματα, οι ταγκιές των συμμοριών που σημαδεύουν την περιοχή δράσης τους ή οι όρκοι αιώνιας αγάπης απελπισμένων εραστών.
Είναι η φωνή της κοινωνίας που ασφυκτιά, απειλώντας ή αναζητώντας κοινωνική δικαιοσύνη. Η φωνή αυτών που περήφανα δηλώνουν: “Δεν με καλούν στα talk shows για αυτό γράφω στους τοίχους”…
Η δράση της Χρυσής Αυγής είχε κορυφωθεί. Ένα μόρφωμα στα πρότυπα του Ιανού: “νόμιμο πολιτικό κόμμα” και ταυτόχρονα εγκληματική συμμορία, με σταθερό σημείο αναφοράς την βία, τον ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία.
Οι τοίχοι ξεκαθάριζαν: “Δεν υπάρχουν Έλληνες, δεν υπάρχουν ξένοι, Υπάρχουν προλετάριοι τρελοί και ερωτευμένοι”.
Το τρελό καρουζέλ της βίας συνεχίστηκε και πλέον οι τοίχοι, κραύγαζαν: “Τσακίστε τους φασίστες”.
Τάξη, ταξικής… αταξίας
Προτού καλά- καλά υλοποιηθούν “οι δεσμεύσεις της χώρας προς τους εταίρους”, πάνω στην γκριζάδα της τσιμεντούπολης, υπήρχε η προειδοποίηση: “Να μην ζήσουμε σαν δούλοι!”.
Η εφαρμογή των μέτρων συνεχίστηκε για την “σωτηρία της χώρας”: “Όχι άλλο σώσιμο”, φώναζε ο τοίχος στη Σταδίου.
Και όταν οι ελπίδες ότι μπορούμε να διαφύγουμε από τον μονόδρομο της φτώχειας, ακολουθώντας έναν κρυφό αριστερό παράδρομο, κατέρρευσαν με πάταγο, τότε κάποιος έγραψε στον τοίχο, την υπενθύμιση: “Η καλή Αριστερά, είναι σαν το τσαϊ: του βουνού”.
Με το ταξικό χάσμα να βαθαίνει εξαιτίας της πολυδιαφημισμένης “δημοσιονομικής προσαρμογής” δύο στιχάκια ήταν εκεί για να υπενθυμίζουν πόσο κοντά και ταυτόχρονα πόσο μακριά βρίσκονται δύο κόσμοι με νοητό σύνορο την οδό Σόλωνος: “Ολοι το ίδιο είμαστε σε τούτο τον κοσμάκη. Μπύρα στα Εξάρχεια και ντου στο Κολωνάκι”.
Και οι παιδικές αναμνήσεις, οδηγός: “Τελικά είναι όπως μας τα έμαθαν παιδιά: Τάξη εναντίον τάξης”.
Τότε, αποφασίστηκε ότι οι “νοικοκυραίοι’ απαιτούσαν να μπει τάξη.
Το σύνθημα “Βαράτε βιολιτζήδες” αποτελούσε για αρκετό καιρό τη μόνιμη λεζάντα για τις διμοιρίες των ΜΑΤ στο σημείο όπου περίμεναν τους διαδηλωτές προκειμένου να επιβάλλουν αυτή τη ρημάδα την τάξη σε μια κοινωνία που βρισκόταν στο απόγειο της ταξικής αταξίας.
Αμέσως, τα αιτήματα έγιναν ξεκάθαρα με εσάνς πολεοδομική: “Πεζόδρομος η Πανεπιστημίου, χρειαζόμαστε κυβόλιθους”. Ξεκάθαρη και η εξήγηση: “Φοράμε κουκούλα για να κοιταζόμαστε στα μάτια”.
Οι εβδομάδες, οι μήνες, τα χρόνια πέρασαν και οι “πολλοί” νικήθηκαν στο μπρα ντε φερ με τον φόβο. Τον φόβο για την επιβίωση, τον φόβο για την υγεία.
Κλείστηκαν στο σπίτι τους και κάθε βράδυ προσπαθούσαν να ζεστάνουν την παγωμένη ελπίδα στις λυχνίες της τηλεόρασης τους.
Και εκεί, στο Παγκράτι, υπήρχε η διαπίστωση: “Του οκταώρου οι πεσόντες, νανουρίζονται με τσόντες”.
Οι “λίγοι”, οι “άμυαλοι”, συνέχισαν να αντιδρούν και αφού βρέθηκαν αντιμέτωποι με με τα γκλομπ που ανεβοκατέβαιναν την υγειά τους (!) σε μια γκροτέσκα πρόποση, έγραψαν σε έναν τοίχο στην Κυψέλη: “Έγινε η υγεία μας, η χαρά του μπάτσου”.
Και όμως, οι “άμυαλοι” είναι αγύριστα κεφάλια.
Ανάμεσα σε δύο λουκεταρισμένα καταστήματα ελέω υγειονομικής κρίσης, ζητούν τον αυτονόητο: “Να αντέχεις”.
Με την κυβέρνηση να προωθεί νέα μέτρα για “την στήριξη της εργασίας” (όπως η ίδια την κατανοεί), το… αριστερό alter ego του Αμερικανού “θείου Σαμ” στην Ιερά Οδό, με τεντωμένο το δείκτη του δεξιού χεριού, ξεκαθαρίζει: “Θα σέβεσαι τους εργαζόμενους γιατί θα ‘χουμε άλλα”.
Όσο για εκείνες τις μέρες, τις πιο βαριές από όλες, που αισθάνεσαι ότι ο κλοιός στενεύει, ένα άλλο αγύριστο κεφάλι έχει αφήσει στη Νέα Φιλαδέλφεια, δίπλα από το ποτάμι των δυτικών προαστίων, την λύση: “Χαμογέλα, κάνει το κακό να φοβάται”…
*Η περίοδος 1971-1974 αναφέρεται ως μία “πρωτοποριακή εποχή”, κατά την οποία το γκράφιτι έκανε αποφασιστικά βήματα.
Στο Μπρονξ, δραστηριοποιήθηκε ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες γκράφιτι: Ο TAKI 183 ήταν Ελληνοαμερικάνος από την Ουάσιγκτον, ο οποίος χρησιμοποίησε ως tag (υπογραφή) έναν συνδυασμό του ονόματός του dimitris (TAKI), και του αριθμού της οδού όπου έμενε, 183rd.
Στην Ελλάδα, η τέχνη του γκράφιτι εισήχθη μαζί με την χιπ -χοπ κουλτούρα τη δεκαετία του 1980. Από τα πρώτα δείγματα στην Αθήνα θεωρούνται οι τοιχογραφίες του crew FSP στο Μαρούσι και του Paladin στον Κολωνό. Αναφορά στα σύγχρονα γκράφιτι της Αθήνας έχει κάνει μερίδα του ξένου τύπου όπως οι Guardian και New York Times.
Πηγή: kosmodromio.gr
Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.