Ένα αμαρτωλό στρατιωτικό – μεσιτικό σύμπλεγμα

Ελληνοτουρκικά, τρόικα, εξοπλισμοί: Γιατί η κυβέρνηση Παπανδρέου αρνείται να μιλήσει για εξοπλισμούς με τον Ερντογάν;

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Για πολλοστή φορά το τελευταίο διάστημα, ο Ταγίπ Ερντογάν επανέφερε το ζήτημα των αμυντικών δαπανών Ελλάδας/Τουρκίας. Σε μια ομιλία στο Πανεπιστήμιο Πίρι Ρέις, ο Τούρκος Πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι οι δύο χώρες κατασκεύαζαν κατά καιρούς φανταστικούς αντιπάλους και ξόδευαν τα μαλλιά της κεφαλής τους για να τους αντιμετωπίσουν. Αυτό, υποστήριξε, προκάλεσε την ελληνική οικονομική κρίση και κατάρρευση.

Το σχήμα Ερντογάν είναι εν μέρει ακριβές και εν μέρει ανακριβές. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι το εξωφρενικό ποσό που ξόδεψε επί 35 χρόνια, 4-4,5% του ΑΕΠ, για να οπλίζεται, οδήγησε την Ελλάδα στο “να κερδίσει τον πόλεμο χάνοντας την ειρήνη”. ‘Oλες εξάλλου οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις, και οι Υπουργοί ‘Αμυνας, αξίζουν, και με το παραπάνω, κρέμασμα στην Πλατεία Συντάγματος, όχι μόνο για τις μίζες που εισέπραξαν και τις υπαγορευμένες εξοπλιστικές επιλογές τους, αλλά και την πλήρη αποτυχία τους να μετασχηματίσουν τις αμυντικές δαπάνες σε βιομηχανική-τεχνολογική επένδυση.

Από την άλλη, η απειλή έναντι της οποίας εξοπλίζεται η Ελλάδα μόνο φανταστική δεν είναι. Η Τουρκία, αντίθετα με όσα λέει ο Πρωθυπουργός της, απειλεί την Ελλάδα, λόγω και έργω. ‘Εχει καταλάβει τη μισή Κύπρο, εκδιώκοντας δια πυρός και σιδήρου εκατοντάδες χιλιάδες ‘Ελληνες. Εξεδίωξε τους ‘Ελληνες της Πόλης, της ‘Iμβρου, της Τενέδου. Διαθέτει τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο του κόσμου απέναντι από τα νησιά του Ανατολικού Aιγαίου, ασκούμενο ετησίως στην κατάληψη ενός εξ αυτών. Δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Απειλεί επισήμως με πόλεμο την Ελληνική. Τι άλλο πρέπει να κάνει για να συμπεράνουμε ότι συνιστά απειλή; Εξοπλιζόμενη, η Αθήνα αμύνεται εναντίον πραγματικής απειλής, έστω και με ελάχιστα ορθολογικό τρόπο, εντείνοντας δηλαδή με τους εξοπλισμούς της τις δύο κύριες λειτουργίες, λεηλασία και υποδούλωση της χώρας, που έχουν απομείνει στο ληστοκρατικό και ξενόδουλο πολιτικό σύστημα των κομμάτων εξουσίας.

Ανεξαρτήτως όμως της ανάλυσης και της ρητορείας που χρησιμοποιεί, και που έχει σημασία, δευτερεύουσα όμως, ο Ερντογάν λέει και ξαναλέει στην Αθήνα ότι θέλει μείωση των εξοπλισμών. Μιλώντας μάλιστα για φανταστικές απειλές υιοθετεί τη φρασεολογία του αντιπρόεδρου Πάγκαλου. Μήπως άλλωστε όλο το φάσμα των Ελλήνων φιλότουρκων ατλαντιστών και εκσυγχρονιστών δεν μας λέει εδώ και χρόνια ότι το μεγάλο όφελος από την πολιτική φιλίας και προσέγγισης, κατ’ ουσίαν παραχωρήσεων και κατευνασμού έναντι της ‘Αγκυρας, θα είναι το μεγάλο οικονομικό όφελος, το “μέρισμα ειρήνης” του Γ. Παπανδρέου.

ΑΘΗΝΑ: ΔΕΝ ΣΥΖΗΤΑΜΕ ΜΕΙΩΣΗ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ!

Θα περίμενε κανείς λοιπόν η κυβέρνηση Παπανδρέου να πετάξει τη σκούφια της με τις προτάσεις Ερντογάν και να του πει έλα να κουβεντιάσουμε συγκεκριμένα. Ε, λοιπόν, μην το περιμένετε. Οι Υπουργοί του Γιώργου θυμήθηκαν ξαφνικά την … τουρκική απειλή και τους τουρκικούς εξοπλισμούς, που δεν θυμούνται σε καμμιά άλλη περίπτωση, για να απορρίψουν οποιαδήποτε σκέψη να διαπραγματευθούν μείωση ή έστω πάγωμα των εξοπλισμών. Τα ελληνικά Υπουργεία Εξωτερικών και ‘Aμυνας, δεν ενοχλούνται να διαπραγματεύεται ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, αρνούνται όμως μετά βδελυγμίας οποιαδήποτε συζήτηση για τους αμαρτωλούς εξοπλισμούς της χώρας, θέτοντας την επίλυση των ελληνοτουρκικών ως προϋπόθεση οποιασδήποτε μείωσης, πρακτικά δηλαδή καλώντας μας να περιμένουμε τη Δευτέρα Παρουσία!

Αν κυβερνούσε τη χώρα ο Καρατζαφέρης, θα καταλαβαίναμε ίσως την αντίδραση της κυβέρνησης. Αν όμως ο κ. Παπανδρέου είναι ειλικρινής σε αυτά που λέει, θα περίμενε κανείς από έναν τόσο επίμονο, μέχρι παρεξηγήσεως, οπαδό της ελληνοτουρκικής φιλίας και προσέγγισης να ανταποκριθεί άμεσα στα ανοίγματα Ερντογάν, πολύ περισσότερο στο πλαίσιο της τραγικής οικονομικής κατάστασης της χώρας. Να καλέσει δηλαδή τον Τούρκο Πρωθυπουργό στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για μια ισόρροπη, αμοιβαία, επαληθεύσιμη μείωση ή, έστω, πάγωμα των εξοπλισμών στο σημερινό τους επίπεδο. Αν οι ελληνικές κυβερνήσεις ήταν κατ’ ελάχιστο σοβαρές, θα το είχαν ζητήσει οι ίδιες εδώ και πολύ καιρό, πριν τα πει ο κ. Ερντογάν και πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση. Γιατί, στην πραγματικότητα, ακόμα κι αν η Τουρκία δεν χρησιμοποιήσει ποτέ τα όπλα της, υποχρεώνει την Ελλάδα σε μια κούρσα εξοπλισμών, προς όφελος της αμερικανικής, γαλλικής και γερμανικής βιομηχανίας, που γονάτισε τη χώρα μας. Είναι σα να πληρώνουμε ένα γεωπολιτικό φόρο υποτέλειας.

Το κακό με τις στρατιωτικές δαπάνες δεν είναι μόνο αυτό. Συνιστούν μια από τις κυριότερες και πιο αδιαφανείς πηγές μαύρου πολιτικού χρήματος, διαφθοράς και εξάρτησης του ελληνικού πολιτικού προσωπικού, είναι στο κέντρο του φαινομένου της διαπλοκής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες είναι γνωστό ότι έχουν ένα επίφοβο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, που έχει τεράστια επιρροή και απειλεί τη δημοκρατία. Στην Ελλάδα, έχουμε όμως ένα εξίσου σημαντικό, όχι όμως στρατιωτικο-βιομηχανικό αλλά στρατιωτικο-μεσιτικό σύμπλεγμα. Και φαίνεται ότι τα περισσότερα κόμματα θέλουν να το διατηρούν, ακόμα και όταν η οικονομική κρίση απειλεί την εθνική υπόσταση.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΘΑΠΡΕΠΕ ΝΑ ΤΑ ΖΗΤΗΣΕΙ

Η μείωση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και των εξοπλιστικών τους προγραμμάτων, η αποχώρηση του στρατού κατοχής από την Κύπρο, η μεταβολή της επιθετικής διάταξης και της συμπεριφοράς του τοπυρκικού στρατού, όφειλαν να είναι προαπαιτούμενο οποιασδήποτε σοβαρής συζήτησης για βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. ‘Eπρεπε δηλ. να γίνει το ακριβώς ανάποδο από αυτό που έκαναν οι ελληνικές κυβερνήσεις μετά το 1996, της Ουάσιγκτον τα ρήματα πειθόμενες. Συνιστά γελοιότητα και κραυγαλέα έλλειψη αυτοσεβασμού για την Ελλάδα, την Κύπρο, τις κυβερνήσεις τους και την ΕΕ, το ότι άρχισαν και συνεχίζουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, με τον τουρκικό στρατό κατοχής να παραμένει στην Κύπρο. Αυτή τη στιγμή η ‘Αγκυρα εισπράττει προενταξιακές βοήθειες από την ΕΕ, την ίδια στιγμή που οι εξοπλισμοί της αναγκάζουν την Ελλάδα να ξοδεύει τα μαλλιοκέφαλά της για να την αντιμετωπίσει. Η Ελλάδα δεν διαμαρτύρεται διεθνώς για την απειλή της Τουρκίας εις βάρος της και τις δαπάνες που υποχρεώνεται να κάνει (μόνο ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ τα θυμάται, οι ‘Ελληνες ευρωβουλευτές περιορίζονται να εισπράττουν τις παχυλές αμοιβές τους!). H Ελλάδα δεν ζητάει την οικονομική, στρατιωτική και πολιτική συμπαράστασή των εταίρων της εναντίον της Τουρκίας, αλλά έχει γίνει το καλύτερο διεθνές στήριγμα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας που την απειλεί! Τύφλα νάχει ο Μέτερνιχ και ο Ταλλεϋράνδος μπροστά στους παραλογισμούς που ο φόβος, η ιδιοτέλεια και η εξάρτηση επιβάλλουν ως ελληνική εξωτερική-αμυντική “πολιτική”!

Στο αποκορύφωμα αυτού του παραλογισμού, η Ελλάδα αρνείται οποιαδήποτε συζήτηση με τον Ερντογάν για μείωση, ή τουλάχιστον πάγωμα εξοπλισμών. Φυσικά δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν ο Τούρκος Πρωθυπουργός είναι ειλικρινής ή όχι, ποιες ακριβώς είναι οι σκέψεις του κλπ. Αλλά αυτά ακριβώς διαπιστώνονται σε μια διαπραγμάτευση. Στο κάτω-κάτω, αν πρόκειται για τουρκική απάτη, η συζήτηση του θέματος θα βοηθήσει στη διευκρίνιση και θα εκθέσει τις προθέσεις της ‘Aγκυρας. Η κυβέρνηση Παπανδρέου όμως, η ίδια που συζητάει ζητήματα εθνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, αρνείται μετά μανίας να συζητήσει ζητήματα εξοπλισμών.

ΕΝΑ ΑΜΑΡΤΩΛΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ-ΜΕΣΙΤΙΚΟ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑ

Επειδή δύσκολα κάποιος μπορεί στα σοβαρά να υποθέσει ότι αυτή η άρνηση έχει να κάνει με τον φόβο της σημερινής κυβέρνησης μήπως αποκτήσει υπεροπλία η Τουρκία, ή με τις τουρκικές απειλές που δεν την έχουν ποτέ άλλοτε απασχολήσει, αναγκάζεται να σκεφτεί ότι και η παρούσα κυβέρνηση, απλούστατα, ουδόλως θέλει να σπάσει τα δεσμά της εξάρτησης και της υποτέλειας προς τις αμερικανικές, γαλλικές και γερμανικές βιομηχανίες (η μόνη άλλη ερμηνεία είναι ότι στερείται παντελώς πολιτικών ιδεών και φαντασίας, και πάλι όμως το αποτέλεσμα είναι το ίδιο). Γι’ αυτό άλλωστε παραλαμβάνει, αν είναι δυνατόν, γερμανικά υποβρύχια που γέρνουν, για να τα ξαναπουλήσει, όπως μας λέει, γελοιοποιούμενη και κοροϊδεύοντάς μας στα μούτρα. Παίρνει τα υποβρύχια που γέρνουν, όχι όμως τα ρώσικα θωρακισμένα που έχει συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση, παρά και τις προσπάθειες της Μόσχας να κάνει τη προμήθεια όσο γίνεται ελκυστικότερη – λέγεται ότι πρότεινε αποπληρωμή με αγροτικά προϊόντα.

Η κυβέρνηση δεν έχει κανένα πρόβλημα να κόβει συντάξεις των 500 ευρώ, να στέλνει διαβητικούς να ακρωτηριασθούν και δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους να πληρώνουν από την τσέπη τους τις πιο απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις. Αλλά, όλα κι όλα, είναι απόλυτη στην εφαρμογή των σιδηρών, αν και άγραφων “νόμων των ελληνικών προμηθειών”, των νόμων που βασιλεύουν στον κόσμο της μίζας, της εξάρτησης και της διαπλοκής.

Ο ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ-ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Υπάρχουν βεβαίως και όσοι υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να παγώσουν οι εξοπλισμοί γιατί κάτι τέτοιο θα παγιώσει την τουρκική υπεροχή. Πρόκειται είτε για υστερόβουλη συνηγορία υπέρ των διαπλεκομένων της άμυνας, είτε για ανοησία. Ελλάδα και Τουρκία θα βοηθήσουν πολύ τον εαυτό τους και τους λαούς τους, αν π.χ. δεν αγοράσουν για πέντε χρόνια ούτε ένα μείζον οπλικό σύστημα, αεροπλάνο, πλοίο, υποβρύχιο, βαλλιστικό πύραυλο. Το επιχείρημα της παγίωσης θα είχε νόημα, μόνο αν η Ελλάδα επροτίθετο να “προλάβει” την Τουρκία με μπαράζ εξοπλισμών. Κάτι τέτοιο αποκλείεται εντελώς. Είναι πολύ πιθανότερο να δούμε τον μονομερή αφοπλισμό της Ελλάδας! Υπό όρους μάλιστα που θα αντανακλούν τα συμφέροντας της αποικιακής Τρόικας που μας διοικεί.

ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ: ΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΗ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ

Το πιο σοβαρό πρόβλημα μιας διαπραγμάτευσης με τον Ερντογάν είναι ποιος θα την κάνει! Είναι συζητήσιμο αν το ελληνικό κράτος και η πολιτικο-στρατιωτική ηγεσία είναι σε θέση να τη φέρουν σε πέρας. Αφιερώνοντας το 90% του χρόνου του επί δεκαετίες σε ίντριγκες, ρουσφέτια, άσκηση υποτέλειας στους “συμμάχους” και λεηλασία του δημοσίου χρήματος, το ελληνικό διοικητικό-πολιτικό σύστημα δεν έχει αναπτύξει τις ικανότητες που χρειάζονται στα κανονικά κράτη για να κάνουν τη δουλειά τους. Στην περίπτωση της σημερινής κυβέρνησης έχουμε επιπλέον και μια παράδοξη αντίληψη εθνικής κυριαρχίας, που οδήγησε τον κ. Παπανδρέου ως Υπουργό Εξωτερικών να προτείνει την κατάλυση του κυπριακού κράτους ως λύση του κυπριακού (σχέδιο Ανάν) και ως Πρωθυπουργό να υιοθετήσει ένα μνημόνιο παραίτησης του ελληνικού κράτους από μεγάλο μέρος της κυριαρχίας του.

Eπίκαιρα, 14.10.2010