Βυθούλκας: Ομοιοπαθητική – Η νέα διάσταση στην Ιατρική

Ο Γιώργος Βυθούλκας συζητάει με τον Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο για την “κρίση” στην ιατρική και το σύστημα υγείας, τη σχέση ατομικής και “κοινωνικής” υγείας, τις κλασικές και τις εναλλακτικές θεραπείες, τη υγεία των πολιτικών (που αρκετοί τον συμβουλεύτηκαν προσωπικά!). τον εγωϊσμό ως ασθένεια, τη φιλοσοφία της υγείας και την ιδιωτικοποίησή της. Η συνέντευξη δόθηκε και δημοσιεύτηκε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Η θεαματική ανάπτυξη της ιατρικής στον 20ό αιώνα, χάρη στη μαζική χρήση επιτευγμάτων της Χημείας και της Βιολογίας και εφαρμοσμένων τεχνολογιών (ηλεκτρονική, λέιζερ κ.α.), φάνηκε θαύμα, ικανό ίσως να αντιμετωπίσει τα πιο επώδυνα προβλήματα των ανθρώπων σε όλη την ιστορία του γένους μας.

Ήδη όμως, από τις «δεκαετίες της αμφισβήτησης» (1960-80), εμφανίζονται οι πρώτες φωνές που θέτουν σε αμφιβολία την ίδια τη «στρατηγική» της κλασικής ιατρικής – να καταστέλλει συμπτώματα και όχι να θεραπεύει αίτια, ενώ επισημαίνουν τις σοβαρές παρενέργειες θεραπευτικών μεθόδων και ιδίως χημικών φαρμάκων που μαζικά εισάγονται στην ιατρική πρακτική μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Από τότε και μέχρι σήμερα σημειώνεται μια «έκρηξη» του ενδιαφέροντος για τις λεγόμενες «εναλλακτικές» θεραπείες, που συνεχίζει να διογκώνεται παρά τις ενστάσεις της κλασικής ιατρικής. Ανάμεσα σε αυτές και η ομοιοπαθητική, προσέγγιση που επικρατούσε σε μεγάλο μέρος του δυτικού και όχι μόνο κόσμου τον 19ο αιώνα, πριν περιπέσει στην αφάνεια τον 20ό.

Είναι ένας Έλληνας, ο Γιώργος Βυθούλκας, που θα την «ανασύρει» και θα την επιβάλει ξανά παγκοσμίως ως μία μειοψηφική μεν, σημαντική όμως τάση στον χώρο της ιατρικής, αγωνιζόμενος επίσης για τη συστηματοποίησή της και την επαναφορά της στην κλασική προσέγγιση που προσωποποιεί τη θεραπεία κάθε ασθενούς. Τιμημένος με το «εναλλακτικό Βραβείο Νόμπελ» (Right Livelihood Award) για τη συμβολή του αυτή, επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου και των Ιατρικών Ακαδημιών της Μόσχας και του Κιέβου, επίτιμος διδάκτωρ σειράς ιατρικών σχολών, ο Γιώργος Βυθούλκας κατέστησε την Ελλάδα κέντρο της παγκόσμιας ομοιοπαθητικής, με την Ακαδημία Κλασικής Ομοιοπαθητικής που ίδρυσε στην Αλόννησο.

Με την ευκαιρία της επανέκδοσης του βιβλίου του «Η νέα διάσταση στην Ιατρική», από τις εκδόσεις Πατάκη, o Γιώργος Βυθούλκας είχε την καλοσύνη να δεχθεί να απαντήσει στις ερωτήσεις του ΑΠΕ-ΜΠΕ και του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου.

Η συνέντευξη του Γιώργου Βυθούλκα στον Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο:

Δ.Κ. – Κύριε Βυθούλκα, υποστηρίζετε στο βιβλίο σας ότι η καθιερωμένη ιατρική απέτυχε στην αποστολή της να προλάβει ή να θεραπεύσει τις χρόνιες αρρώστιες, αλλά και ότι είναι η κατεξοχήν υπεύθυνη για τον εκφυλισμό της υγείας των ανθρώπων. Γιατί το λέτε αυτό; Οι οπαδοί της «καθιερωμένης ιατρικής» θα σας πουν ότι, αντίθετα, έχει καταφέρει θαύματα, έχει επεκτείνει θεαματικά το προσδόκιμο ζωής και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων.

Γ.Β. – Θα χρειαζόταν ένα μεγάλο βιβλίο για να απαντηθεί μια τέτοια ερώτηση αλλά ίσως αυτό το μικρό βιβλίο που έγραψα να περιέχει κάποιες νύξεις.

Αυτό που εννοώ είναι ότι η ιατρική απέτυχε στο κομμάτι αυτό που αναφέρεται στη θεραπευτική. Έκανε μεγάλες προόδους στην χειρουργική και στο μέρος αυτό που χρησιμοποιεί την εξέλιξη της τεχνολογίας, αλλά πήρε λάθος δρόμο όσον αφορά στη θεραπευτική, δηλαδή στη χρήση και κατάχρηση χημικών φαρμάκων και ορμονών για την καταπολέμηση των χρόνιων κυρίως ασθενειών.

Είναι αλήθεια βέβαια ότι ανέβασε το προσδόκιμο επιβίωσης αλλά «υποβίβασε» την ολική υγεία και την ποιότητα ζωής.

Δ.Κ. – Τι εννοείτε με αυτό;

Γ.Β. – Αυτό που γνωρίζουμε πια είναι ότι μία χρόνια ασθένεια μπορεί να καταστέλλεται αλλά δεν θεραπεύεται. Αντίθετα αν τα συμπτώματά της καταπιεσθούν, η διαταραχή προχωρά στα βαθύτερα στρώματα του οργανισμού που είναι το ψυχικό και το διανοητικό μέρος.

Δ.Κ. – Δώστε μας ένα παράδειγμα

Γ.Β.- Ένα άτομο που λαμβάνει μία κατασταλτική θεραπεία, για οποιαδήποτε χρόνια ασθένεια, διατρέχει τον κίνδυνο να αναπτύξει ψυχοδιανοητικές διαταραχές, όπως μεγάλο εκνευρισμό, άγχος, κατάθλιψη, σεξουαλικές διαταραχές, που στην αρχή δεν φαίνονται να παρεμποδίζουν πολύ το άτομο στην κοινωνική και επαγγελματική του δράση, αλλά συν τω χρόνω, η διαταραχή εστιάζεται όλο και περισσότερο στον ψυχοδιανοητικό τομέα και σχεδόν ύπουλα και υποχθόνια υποσκάπτει την όλη υγεία του ατόμου. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, εμφανίστηκαν αυτά τα αποτελέσματα στη Δύση, με τον πληθυσμό να υποφέρει στο σύνολό του σχεδόν, από ψυχικές διαταραχές.

Δ.Κ. – Τι απαντάτε σε όσους υποστηρίζουν ότι η ομοιοπαθητική και οι εν γένει «εναλλακτικές θεραπείες» είναι μια μορφή επικίνδυνου «κομπογιανιτισμού»; Ποιες από τις εναλλακτικές προσεγγίσεις, πλην της ομοιοπαθητικής αποδέχεσθε και ποιες απορρίπτετε, ή δεν θεωρείτε θεραπείες;

Γ.Β. – Αυτές οι απλουστεύσεις είναι εκ του πονηρού, αναμειγνύουν τα χλωρά με τα ξερά για να δημιουργήσουν εντυπώσεις. Υπάρχουν εκατοντάδες «θεραπευτικές προτάσεις» σήμερα που το μόνο που κάνουν είναι να «κοροϊδεύουν» τον ψυχικά άρρωστο πληθυσμό του δυτικού κόσμου. Το να βάζουν κάποιοι όλες αυτές τις «προτάσεις» μέσα στο ίδιο καλάθι, μαζί με κάποιες σοβαρές εναλλακτικές μορφές θεραπείας, όπως η ομοιοπαθητική, η βελονοθεραπεία η οστεοπαθητική, η χειροπρακτική, η διαιτολογία, η φυσική υγιεινή, που είναι δοκιμασμένες θεραπευτικές και έχουν αποτελέσματα, δημιουργούν μια σύγχυση που βολεύει πολλούς, εκτός από τους δύστυχους ασθενείς, που χάνονται μέσα σε αυτό τον κυκεώνα των προτάσεων. Ασφαλώς, κατά την προσωπική μου άποψη, η κάθε μία από αυτές τις λίγες θεραπευτικές που ανέφερα, δίνει αποτελέσματα σε ορισμένες παθήσεις και υπό ορισμένες συνθήκες. Εγώ γνωρίζω την ομοιοπαθητική, που την θεωρώ ως την περισσότερο οργανωμένη και την πλέον αποτελεσματική, η οποία καλύπτει ίσως και τη μεγαλύτερη γκάμα ασθενειών. Ωστόσο δεν θα πρέπει να δοθεί η εντύπωση ότι υποστηρίζω πως η ομοιοπαθητική θεραπεύει τα πάντα ούτε ότι είναι εύκολη στην εφαρμογή της.

Δ.Κ. – Παραμένετε ιδιαίτερα επικριτικός για τη χρήση αντιβιοτικών, πενικιλίνης και κορτιζόνης, μεταξύ άλλων. Μα αυτά δεν είναι τα «φάρμακα-θαύματα», τα απαραίτητα μέσα για να αντιμετωπιστούν οι λοιμώξεις; Τι θα γινόμαστε χωρίς αυτά;

Γ.Β. – Αυτό ισχύει πράγματι, τα φάρμακα αυτά μπορούν πολλές φορές να σώσουν τη ζωή ενός ασθενούς που έχει προσβληθεί από μια σοβαρή λοίμωξη, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο ασθενής δεν θα υποστεί τις παρενέργειές τους που πιθανόν να τον ακολουθούν στην υπόλοιπη ζωή του. Στις χρόνιες ασθένειες όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα, εάν συμβεί να αρρωστήσει κάποιος με μία σοβαρή χρόνια ασθένεια. Η συμβουλή του γιατρού είναι ότι θα πρέπει να το πάρει απόφαση ότι θα ζήσει με αυτή την πάθηση σε όλη την υπόλοιπη ζωή του, με υποβοηθήματα φαρμάκων που σχεδόν ποτέ δεν είναι θεραπευτικά αλλά μόνο ανακουφιστικά.

Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι που μπορεί να επέμβει η ομοιοπαθητική και να επιφέρει την χαμένη ισορροπία του οργανισμού έτσι ώστε να μην εξαρτάται το άτομο από τα χημικά φάρμακα.

Δ.Κ. – Δεν είστε ο μόνος που απευθύνει κριτικές παρατηρήσεις για τις βάσεις και τον τρόπο οργάνωσης της ιατρικής και φαρμακευτικής περίθαλψης. Εντούτοις, και παρά τη διάδοση ιδεών ανάλογων με τις δικές σας, τα πράγματα δεν έχουν μεταβληθεί επαρκώς. Πού το αποδίδετε;

Γ.Β.- Υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα περίθαλψης της κατεστημένης ιατρικής που δεν είναι δυνατόν να καταρρεύσει από την μια μέρα στην άλλη. Το σύστημα θα καταρρεύσει με βεβαιότητα κάποτε γιατί δεν βασίζεται σε μια ανθρώπινη ιατρική που εργάζεται για τον άνθρωπο. Είναι τόσα τα συμφέροντα των φαρμακοβιομηχανιών, οι φιλοδοξίες των επιστημόνων υγείας, ο ανταγωνισμός μεταξύ τους, το κυνήγι του κέρδους και της δόξας που η πραγματική έγνοια για ένα ανθρώπινο και αξιοκρατικό σύστημα έχει περάσει σε δεύτερη ή και σε τρίτη μοίρα φοβάμαι. Βέβαια εδώ μιλάμε για ένα κατεστημένο σύστημα, δεν πρέπει να παραβλέψουμε, όμως, ότι οι ιατροί καθημερινά, και κυρίως οι νοσοκομειακοί, δίνουν πραγματικά αγώνα και μάχη για να βοηθήσουν τους ασθενείς τους.

Δ.Κ. – Στο βιβλίο σας χαρακτηρίζετε τον εγωισμό αρρώστια. Αυτή η θέση μοιάζει στον αντίποδα της καθιερωμένης αντίληψης που επικρατεί στην κοινωνία. Μήπως το «παρατραβάτε»;

Γ.Β.Αυτή η θέση έχει προκύψει από την εμπειρία μου στη θεραπεία χιλιάδων ασθενών που ακούγοντας το ιατρικό ιστορικό τους, ανακάλυπτα το ρόλο που παίζει ο εγωισμός στη δημιουργία των ασθενειών. Ένας εγωιστής λ.χ. προσβάλλεται πολύ πιο εύκολα και πολύ πιο έντονα από έναν μετριοπαθή και ταπεινόφρονα άνθρωπο. Ένας που πιστεύει ότι τα ξέρει όλα, θα αναγκασθεί σε κάποια στιγμή να δεχθεί τη χλεύη των άλλων και τότε ο πόνος θα είναι βαθύς, το στρες από μία προσβολή σε έναν εγωιστή θα είναι τεράστιο και η πιθανότητα να ξεκινήσει μία βαθιά, χρόνια διαταραχή είναι μεγάλη. Δεν είναι βέβαια ο εγωισμός το μόνο στοιχείο που προκαλεί την εμφάνιση χρόνιων διαταραχών, αλλά είναι ένας μεγάλος συντελεστής του προβλήματος. Βεβαίως ως ένα βαθμό θα μπορούσα να πω ότι ένα «ποσοστό» εγωισμού θα πρέπει να υπάρχει και είναι χρήσιμος, όταν αυτός κινείται στα πλαίσια της διατήρησης της αξιοπρέπειας.

Δ.Κ. – Ποια πιστεύετε ότι είναι η σχέση ανάμεσα στην ηθική υπόσταση, την ψυχοδιανοητική κατάσταση του ανθρώπου και τη «σωματική υγεία» του;

Γ.Β.- Όσο πιο προσγειωμένος, πιο μετριόφρων, πιο προσηνής είναι ένας άνθρωπος, τόσο λιγότερο κινδυνεύει να αρρωστήσει από τις αδικίες, τις κακίες και τις προσβολές που του γίνονται. Αυτός που έχει μάθει να συγχωρεί ακόμα και όταν τον έχουν αδικήσει κατάφωρα, προστατεύει τον οργανισμό του από το να διεγείρει τις ενδιάθετες προδιαθέσεις για χρόνιες ασθένειες, από τις οποίες κινδυνεύουμε όλοι και οι οποίες καραδοκούν να εμφανιστούν, όταν ο οργανισμός διεγερθεί από έντονα αρνητικά συναισθήματα.

Δ.Κ. – Πώς εξηγείτε ότι πρόσωπα που, κατά γενική ομολογία, δεν εκτιμώνται από την κοινωνία ως ιδιαίτερης ψυχικής και ηθικής «υγείας», όπως αίφνης οι περισσότεροι πολιτικοί, αν τουλάχιστο πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις και όσα ακούμε γύρω μας, μοιάζουν να έχουν αξιοσημείωτη «δύναμη επιβίωσης»; Τελικά οι καλοί ή οι κακοί άνθρωποι αντέχουν περισσότερο;

Γ.Β. – Πολύ ενδιαφέρουσα αυτή η ερώτηση που με έχει απασχολήσει πολύ κι εμένα. Μου φαίνεται ότι η διαπάλη για την κατάληψη της εξουσίας απαιτεί οργανισμούς που από τη φύση τους, από τη γέννησή τους, πρέπει να είναι πολύ δυνατοί, πολύ υγιείς. Αυτά τα «παλιά, γερά κόκαλα», όπως συνηθίζουμε να λέμε, τα βλέπαμε στις οικογένειες πολιτικών, όπου ο πατέρας έχει επιβληθεί στην κοινωνία με την αξία του, αλλά όταν απέκτησε την εξουσία θέλησε να την κρατήσει για πάντα, εξασφαλίζοντας δύναμη και χρήμα για τους απογόνους του μέχρι τρίτης γενιάς.

Από τη στιγμή, που η προσπάθειά του είναι να κρατηθεί μόνιμα στην εξουσία, προς ίδιον συμφέρον, αρχίζει η εσωτερική τριβή, μια πάλη με την συνείδηση του, ώσπου να την καταστείλει και να πάψει να τον ενοχλεί και από εκεί και ύστερα αρχίζει μία ύπουλη φθορά του σώματος. Αυτό θα εμφανισθεί αρχικά με άγχος, με φοβίες ή με πανικούς και εν συνεχεία θα καταλήξει και σε σωματικές βλάβες. Όσο ο ιδεαλισμός για να σωθεί η πατρίδα υπάρχει μέσα του, ο πολιτικός σώζεται -από πλευράς υγείας- και προάγεται ως προσωπικότητα, όσο περισσότερο το συμφέρον επικρατεί, τόσο ο πολιτικός χάνεται και καταποντίζεται, πρώτα πολιτικά και μετά ψυχικά και σωματικά. Οι πολιτικοί λοιπόν που γεννήθηκαν με το προνόμιο να έχουν την καλύτερη δυνατή υγεία, καταντούν στο τέλος άρρωστοι και διεφθαρμένοι, έρμαια και αυτοί μιας διεφθαρμένης κοινωνίας που οι ίδιοι πρωτοστάτησαν να δημιουργηθεί. Μιλάμε βέβαια για τους πολιτικούς που άσκησαν εξουσία. Αυτοί που ξέφυγαν από το προηγούμενο σύστημα, όπως π.χ. ο Καποδίστριας, ο Πλαστήρας, είτε τους σκότωσαν είτε τους εξοστράκισαν.

Δ.Κ. – Ο μέσος άνθρωπος που αρρωσταίνει βομβαρδίζεται από ένα σύνολο πληροφοριών και διαφημίσεων, αμέσων ή εμμέσων, αντιφατικών και διαφορετικών προτροπών από τα ΜΜΕ αλλά και τους γιατρούς. Τι κατά τη γνώμη σας πρέπει να κάνει για να προσανατολισθεί μέσα σε αυτό το περιβάλλον γενικευμένης σύγχυσης;

Γ.Β. – Αν μπορέσει ο σημερινός πολίτης να κρατηθεί σε μια νηφαλιότητα, να μην παρασυρθεί από τις σειρήνες του εύκολου πλουτισμού και της γρήγορης κοινωνικής ανόδου, αυτός και μόνο ο τύπος ανθρώπου θα μπορεί να κρίνει και να αξιολογεί σωστά τα φαινόμενα της εποχής μας, αυτός θα μπορέσει να παραμείνει υγιής και να επιλέγει σωστά. Τέτοιοι άνθρωποι ήταν οι παππούδες μας. Ένας τέτοιος υγιής, νουνεχής και βαθυστόχαστος άνθρωπος είναι ο Ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, ένας καταπληκτικός άνθρωπος που ζει σήμερα έχοντας περάσει προ πολλού τα 100 του χρόνια, όπως και μερικοί υπέργηροι φίλοι του που αναφέρει στις συνεντεύξεις του (σ.σ. η συνέντευξη με τον κ. Βυθούλκα έγινε πριν τον θάνατο του Κων. Δεσποτόπουλου). Όλοι οι Νεοέλληνες θα πρέπει να τον ακούσουν στις συνεντεύξεις του, να δουν ένα πραγματικό πρότυπο υγείας. Τέτοιου είδους άνθρωποι συνεχώς λιγοστεύουν, ενώ οι άλλοι, οι πολλοί, θα είναι πάντοτε έρμαια μιας σύγχρονης κουλτούρας που συνεχώς υποβαθμίζεται.

Δ.Κ. – Πώς αποτιμάτε τη σημερινή κατάσταση και κρίση του ελληνικού συστήματος υγείας και περίθαλψης; Τι πρέπει να γίνει; Πώς θα μπορούσε η ομοιοπαθητική και άλλες «εναλλακτικές» προσεγγίσεις να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κρίσης;

Γ.Β. -Πώς θέλουμε να υπάρξει ένα υγιές σύστημα υγείας σε ένα κράτος τόσο άρρωστο και φθαρμένο, όσο είναι το ελληνικό κράτος; Αν δεν υπάρξει ανανέωση του πολιτικού σκηνικού, δεν πρόκειται να υπάρξει λύση στο σύστημα υγείας.

Αυτή τη στιγμή το όλο σύστημα οδηγείται σε μια καθολική ιδιωτικοποίηση και όποιος έχει να πληρώσει, θα βρίσκει γιατρό και φάρμακα. Οι άλλοι …

Η παγκόσμια κατάσταση της απόλυτης απανθρωπιάς, σκληρότητας και βαρβαρότητας προοιωνίζει προς τα που σπρώχνουν τα πράγματα αυτοί που οδηγούν τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Σίγουρα δεν ενδιαφέρονται για καλά συστήματα υγείας, αυτοί θα βρίσκουν πάντα τους καλύτερους γιατρούς και τα καλύτερα φάρμακα. Οι υπόλοιποι θα μένουν με το ίδιο βασικό ερώτημα να πλανάται πάντα: πότε θα γίνουμε πραγματικά Άνθρωποι ;

Δ.Κ. – Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας

Γ.Β. Το βιβλίο αυτό θέτει πολλά ερωτήματα και δίνει ίσως μερικές απαντήσεις στα μεγάλα θέματα της υγείας. Οι σωστές και ολοκληρωμένες απαντήσεις θα έλθουν κάποτε, όταν όλοι θα έχουμε συνειδητοποιήσει ότι η ευτυχία δεν βρίσκεται ούτε στο χρήμα ούτε στην εξουσία, αλλά στην έγνοια και στην αγάπη για τον διπλανό μας άνθρωπο.

 

Δ.Κ.