Καταστρεφουν τις σχεσεις με τη Μοσχα, για να μπορουν να μας πανε σε πολεμο με Τουρκια και Ιραν!

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Η διπλωματική κρίση με τη Ρωσία (περίπου τη μόνη φιλική προς την Ελλάδα, από τις μεγάλες δυνάμεις), δεν θα μπορούσε να συμβεί σε χειρότερο χρονικό σημείο. Επιβαρύνει πολύ σημαντικά το περιβάλλον εθνικής ασφάλειας της χώρας, ιδιαίτερα στο Αιγαίο και την Κύπρο, ακόμα και την υπόθεση των δύο ελλήνων στρατιωτικών που κρατούνται και θέτει σε κίνδυνο τον ελληνικό λαό. (Χώρια ότι κινδυνεύει, αν αφεθεί να εξελιχθεί, να πλήξει τον τουρισμό μας και τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων. Αλλά και η Κύπρος, από τους Ρώσους ζει ακόμα).

Ίσως αυτός είναι ακριβώς και ο λόγος που προκλήθηκε αυτή η κρίση.

 

Όταν ο Τσίπρας τηλεφωνεί στον Πούτιν

Σε δύο από τις πιο κρίσιμες στιγμές της θητείας του ως Πρωθυπουργού, ο κ. Τσίπρας απευθύνθηκε στη Ρωσία για βοήθεια.

Η πρώτη ήταν αμέσως μόλις αποφάσισε την διεξαγωγή δημοψηφίσματος το 2015. (Βλ. Παράρτημα 1)

Πριν από λίγους μήνες επίσης, ο Αλέξης Τσίπρας φοβήθηκε ότι τον πάνε σε πόλεμο με την Τουρκία , πόλεμος που, αν συμβεί, υπό τις παρούσες συνθήκες, τελείως διαφορετικές από αυτές που επικρατούσαν μεταξύ 1945 και 2016, δεν έχουμε κανένα λόγο να υποθέτουμε ότι θα παραμείνει μια περιορισμένη, ελεγχόμενη σύρραξη, αλλά που, αντίθετα, εμπεριέχει τον κίνδυνο να εξελιχθεί σε μείζονα, βιβλική καταστροφή και των δύο χωρών, δεδομένων των όπλων που διαθέτουν και της συγκέντρωσης του πληθυσμού και των οικονομικών τους δραστηριοτήτων σε τέσσερα αστικά κέντρα (Αθήνα, Θεσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη).

Πραγματικός πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έχει να σημειωθεί από το 1921-22. Η σύγκρουση στην Κύπρο στα 1974 ήταν ένα είδος “μονομερούς”, “εικονικού δήθεν πολέμου”, αφού ευθύς εξαρχής η Αμερική, το ΝΑΤΟ, η CIA και το Gladio είχαν φροντίσει να μην απαντήσει η Ελλάδα στους δύο Αττίλες.

Οι υπόλοιπες ελληνοτουρκικές κρίσεις προκλήθηκαν κατά βάση με ενθάρρυνση του Λονδίνου και αργότερα της Ουάσιγκτων, που είχαν προηγουμένως εξασφαλίσει ότι δεν θα κλιμακωθούν σε πόλεμο και θα είχαν προβλέψιμα αποτελέσματα.

Ελλάδα και Τουρκία ελέγχονταν μέχρι πρότινος ασφυκτικά από το ΝΑΤΟ. Τώρα όμως δεν συμβαίνει το ίδιο. Αυτό καθιστά πιθανό τον πόλεμο κι αυτό μπορεί να τον καταστήσει ανεξέλεγκτο.

Φυσικά δεν είμαστε εκεί, ούτε είναι εύκολο να βρεθούμε. Αλλά σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς κατάρρευσης του συστήματος διεθνών σχέσεων, όλο και μεγαλύτερου χάσματος μεταξύ Αγκυρας και Δύσης, σαφούς προετοιμασίας για ακόμα μεγαλύτερους πολέμους στη Μέση Ανατολή – μόνο κουφοί δεν ακούνε τα τύμπανα που ηχούν γύρω μας στην Αν. Μσόγειο – και μάλιστα πολέμους άγνωστης και απρόβλεπτης έκβασης, δεν μπορεί δυστυχώς να αποκλεισθεί ούτε κι αυτό.

Όπως έγραψαν οι εφημερίδας Παρόν και Εστία, ο Πρωθυπουργός, για να αποτρέψει μια κλιμάκωση με την Τουρκία, δεν πήρε τηλέφωνο τον Πάιατ, τον Τραμπ, την Μέρκελ, τον Ρότσιλντ ή τον Νετανιάχου, αυτή την έξοχη παρέα φίλων που έχει σήμερα το Μαξίμου!

 

Στον Πούτιν τηλεφώνησε. Πόσο εύκολο θα είναι να ξαναπάρει όμως, αν χρειαστεί;

Οτι κι αν πιστεύει κανείς για τη Ρωσία και τις σχέσεις μαζί της, ένα είναι γεγονός. Είναι το λιγότερο ένα είδος ασφάλειας, όπως αυτές που έχουμε σπίτι μας, για να μην πάθουμε  ηλεκτροπληξία.

Αυτός που θέλει να εξουδετερώσει την ασφάλεια, είναι αυτός που θέλει να πάθουμε ηλεκτροπληξία.

 

Το κυνήγι της αλεπούς

Στην αργκό των μυστικών υπηρεσιών, αυτό το λένε το κυνήγι της αλεπούς. Αφήνεις το θήραμα να πάει σε διάφορες κατευθύνσεις, του κλείνεις σιγά-σιγά όλους τους δρόμους, το κουράζεις και το σκοτώνεις. Εμείς, ο ελληνικός λαός, είμαστε εν προκειμένω το θήραμα.

Κι αν σας μοιάζει τώρα υπερβολικό αυτό που γράφω, παρακαλώ να μου υποδείξετε μία (αρ.1) δυτική πολιτική στη χώρα μας και την Κύπρο, από το σχέδιο Ανάν έως τα Μνημόνια και τις Δανειακές ή την επίθεση στις κυπριακές τράπεζες, που να μην αποβλέπει στην καταστροφή ενός στοιχείου εθνικής ισχύος, στην αρπαγή ενός στοιχείου ελληνικής ιδιοκτησίας ή στην κατάλυση ενός στοιχείου ελληνικής λαϊκής, εθνικής και κρατικής κυριαρχίας. Ένα ή και μισό αν ξέρετε υποδείξτε το κι εγώ θα κάνω ταπεινά την αυτοκριτική μου και θα πάω να μονάσω (όχι στο Αγιον Όρος).

Είπαμε να μην υποκύπτουμε σε παρανοϊκές θεωρίες συνωμοσίας. Δεν είπαμε να στραβωθούμε και να μη βλέπουμε αυτό που ολοκάθαρα μας συμβαίνει και το ξέρουμε. Η μόνη λογική ερμηνεία των όσων συμβαίνουν εδώ και δύο σχεδόν δεκαετίες στην Ελλάδα και την Κύπρο, της πρωτοφανούς δριμύτητας των επιθέσεων που δεχόμαστε, αν και υποτίθεται τμήμα τέλος πάντων του σκληρού πυρήνα του δυτικού κόσμου, είναι μία και μόνο μία.

Κάποιοι, μέσα στον σκληρό, “βαθύ” πυρήνα της Αυτοκρατορίας, στην πιο ολοκληρωτική και τη λιγότερο δημοκρατική πτέρυγα του παγκόσμιου κατεστημένου, του Ιμπεριαλισμού, βρήκαν επιτέλους την ευκαιρία που αναζητούσαν να λύσουν τις διαφορές τους με τους Έλληνες και το δημοκρατικό και αντιστασιακό πνεύμα του λαού που, πρώτος στην Ιστορία όλης της ανθρωπότητας, έγραψε στη γλώσσα του τη λέξη Ελευθερία, ανακάλυψε τον Λόγο και το πολίτευμα της Αθήνας. Τον λαό που πολέμησε τους Ναζί όσο κανείς άλλος στην Ευρώπη το 1940-44, τους Εγγλέζους το 1955-59 και έκανε το θαύμα του ’21, αστραπή στη νύχτα της Ιεράς Συμμαχίας.

Γιατί πάντα υπήρχαν στο παγκόσμιο κατεστημένο δύο τάσεις απέναντι στους Έλληνες, τις εκπροσωπούν μάλιστα τα δύο μεγάλα πανεπιστήμια της Βρετανίας, το Κέιμπριτζ και η Οξφόρδη αντίστοιχα. Τις βαθύτερες επιδιώξεις της μίας από αυτές, της ολοκληρωτικής, τις εξέφρασε ένας Πρωθυπουργός της γηραιάς Αλβιόνος, λέγοντας ότι τους Έλληνες πρέπει να τους διασκορπίσουμε και να τους κάνουμε μικρόψυχους, όπως τις φυλές του Ινδουστάν.

Σε αυτόν τον παράγοντα έρχονται τώρα να προστεθούν και οι ανάγκες προετοιμασίας πολύ μεγαλύτερου πολέμου στη Μέση Ανατολή, αν όχι και κατά της Ρωσίας, που επιβάλλουν και αυτές την καταστροφή της Ελλάδας (και της Κύπρου), όχι μόνο ως οικονομικής και κοινωνικής οντότητας, όπως συνέβη ήδη, αλλά και ως γεωπολιτικής οντότητας, με τη μετατροπή τους, όπως ήδη γίνεται, σε τεράστιο οικόπεδο – στρατιωτική βάση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, χωρίς ίχνος πια ανεξαρτησίας και εθνικής πολιτικής.

 

Ποιός χρειάζεται πόλεμο με την Τουρκία;

Η Ρωσία δεν έχει κανένα δικό της συμφέρον να επέλθει ελληνοτουρκική σύγκρουση, το αντίθετο. Η Αμερική, όσο η Τουρκία παρέμενε πειθήνια στο ΝΑΤΟϊκό μαντρί, κάνοντας ότι της ζητούσαν, δεν είχε επίσης λόγο να προκαλέσει μια ελληνοτουρκική σύρραξη που θα ήταν αυτοκτονία για τη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ.

Η Ουασιγκτων – και προτύτερα το Λονδίνο – ενεθάρρυναν κατά καιρούς την Τουρκία στις απαιτήσεις της έναντι της Ελλάδας, για να κρατάνε τη δεύτερη στο μαντρί, αλλά οι κρίσεις που προκάλεσαν ήταν απολύτως ελεγχόμενες και ήξεραν εκ των προτέρων ότι είχαν εξασφαλισμένο να μείνει η ελληνική αντίδραση εντός ορίων. Εν διαμάχη μεταξύ τους, οι δύο χώρες τελούσαν υπό τον ασφυκτικό έλεγχο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.

Σήμερα τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Η Τουρκία έχει έρθει σε σύγκρουση με τη Δύση. Η Αμερική μπορεί και να έχει, ή να αποκτήσει κίνητρο να προκαλέσει ελληνοτουρκική σύγκρουση, αν δεν μπορέσει να ξαναφέρει αλλιώς την Τουρκία στο ΝΑΤΟϊκό μαντρί. ‘Όπως έχει και συμφέρον να την απειλεί με άνοιγμα μετώπου και προς δυσμάς, ακριβώς για να συμμορφωθεί «προς τας υποδείξεις». Οσο για τη Γερμανία, παραμένει «γίγαντας με μυαλό νάνου», περιορισμένων δυνατοτήτων, όπως απεδείχθη στα Ιμια.

Η προοπτική περαιτέρω όξυνσης των σχέσεων Δύσης και Ισραήλ με την Τουρκία είναι σήμερα πολύ πιθανή. Αλλά και η ανάποδη να επικρατήσει, που δεν θεωρούμε ιδιαίτερα πιθανό, με αποτέλεσμα να τα βρουν ξανά Δύση και Ισραήλ με την ‘Αγκυρα, πάλι εμείς θα κληθούμε να πληρώσουμε το μάρμαρο, με ζωτικές παραχωρήσεις κυριαρχίας. Γι’ αυτό και επικρατεί τώρα μια σχιζοφρένεια στην κατάσταση. Να μας ετοιμάζουν ταυτόχρονα και για πολύ μεγάλες παραχωρήσεις, καταστροφικού τύπου, ιδίως στην Κύπρο, αλλά επίσης σε Αιγαίο και Θράκη, αλλά και να φτιάχνουν το κλίμα για να πάμε σε πόλεμο.

Ταυτόχρονα, καταρρέει όλο το σύστημα διεθνών σχέσεων. Και πρέπει να είναι κουφός κανείς για να μην ακούει τα τύμπανα που προαναγγέλουν διαρκώς νέους, πολύ μεγαλύτερους πολέμους, δίπλα μας, ιδίως στη Μέση Ανατολή.

Πολέμων των οποίων η έκβαση είναι εντελώς απρόβλεπτη, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε τα τελευταία 30 χρόνια, που ξέραμε εκ τω προτέρων το στρατόπεδο του νικητή.

Γι’ αυτό μεταξύ των άλλων έχει πολλαπλή στρατηγική σημασία για την Ελλάδα και για την ασφάλεια του ελληνικού λαού η διατήρηση της καλύτερης δυνατής και της πιο ειλικρινούς δυνατής σχέσης με τη Ρωσία του Πούτιν.

Και για τον ίδιο λόγο πιθανώς βάλθηκαν να καταστρέψουν αυτή τη σχέση.

 

Και δεύτερο κίνητρο για μια σύγκρουση με την Τουρκία

Εκτός των όσων αναφέραμε, πρέπει να υπενθυμίσουμε και την ύπαρξη δυνάμεων στο αυτοκρατορικό κατεστημένο, που επιθυμούν τη διάλυση της ΕΕ και τον ασφυκτικό έλεγχο της Ευρώπης. Θα μπορούσαν κάποια στιγμή αυτές οι δυνάμεις να θελήσουν να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα για τους σκοπούς τους.

 

Συμπέρασμα

Δεν τους φτάνει που ξέραναν το ελληνικό δέντρο, θέλουν τώρα να ρίξουν κι οξύ στις ρίζες του, να μην μπορεί να ξαναζωντανέψει.

Ας αναμείνουμε τα χειρότερα που δυστυχώς έρχονται, αν δεν βρούμε σύντομα τον τρόπο να αλλάξει ριζικά η πορεία του “ελληνικού σκάφους”, που ήδη οδηγείται, μετά την πρόσδεση, ήδη από το 2012, του Τσίπρα στην Αμερική και το Βαθύ Χρήμα και την συνακόλουθη, αναπόφευκτη συνθηκολόγηση του 2015,  από τα νερά των “οικονομικών” στα ακόμα πιο ταραγμένα και επικίνδυνα των “γεωπολιτικών μνημονίων”.

Είναι για αυτούς τους λόγους που αποκτά τώρα μεγάλη επικαιρότητα, σωτήρια και επαναστατική σημασία, το σύνθημα της Ουδετερότητας, που (ξανα)έριξε πρόσφατα ο Μίκης Θεοδωράκης.

 

Παράρτημα 1. Κρεμλίνο 1η Ιουλίου 2015

Η εκλεγμένη κυβέρνηση της Ελλάδας, καλώς ή κακώς, αποφάσισε στα τέλη Ιουνίου του 2015 να προκηρύξει δημοψήφισμα, η έκβαση του οποίου θα είχε ασφαλώς σοβαρότατες συνέπειες για τη χώρα, είτε θετικές, είτε αρνητικές.

Το πρώτο πράγμα που έκανε ο τότε και τώρα Πρωθυπουργός της Ελλάδος, αφού αποφάσισε την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, ήταν να ζητήσει τη βοήθεια της ηγεσίας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ώστε να μπορέσει η χώρα να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των όσων επρόκειτο να συμβούν.

Τη ζήτησε και την έλαβε. Τέσσερις μέρες πριν το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, Αθήνα και Μόσχα είχαν συμφωνήσει όλες τις σχετικές λεπτομέρειες του τι θα γινόταν.

Δεν θέλουμε εδώ να κάνουμε εικασίες για το τι θα συνέβαινε αν εφαρμόζονταν αυτά γιατί δεν είναι το αντικείμενο του παρόντος άρθρου. Αυτό που θέλουμε μόνο να πούμε είναι ότι η Ελλάδα ζήτησε ότι καταλάβαινε ότι έπρεπε να ζητήσει και η Ρωσία συμφώνησε να τα παράσχει.

Η ελληνορωσική αυτή συμφωνία θα έμπαινε σε άμεση εφαρμογή στις 6 Ιουλίου, μετά από επιβεβαιωτικό τηλεφώνημα μεταξύ του Πρωθυπουργού της Ελλάδος και του Προέδρου της Ρωσίας. Το τηλεφώνημα έγινε στις 6 Απριλίου από το Προεδρικό Μέγαρο, αλλά δεν ήταν επιβεβαιωτικό. Η Αθήνα δεν ζήτησε την εφαρμογή της συμφωνίας. Τη συνέχεια τη ζούμε.

 

Παράρτημα 2: Αναστασιάδης και Ρωσία

Είχε προηγηθεί του τηλεφωνήματος Τσίπρα στον Πούτιν την άνοιξη, ο Πρόεδρος της Κύπρου, ο κ. Αναστασιάδης.  Κι αυτός τάχει δώσει όλα στους Βρετανούς, στις ΗΠΑ και το Ισραήλ και τώρα απορεί γιατί δεν προστατεύουν το κράτος του, ενώ κανονικά θα έπρεπε να απορεί γιατί αυτό το κράτος υπάρχει ακόμα, έστω και στους τύπους.

Μόλις επανεξελέγη Πρόεδρος τον έπιασαν από τον λαιμό να ξαναπάει στην Ελβετία. Νοιώθοντας να πνίγεται, πάλι τη Ρωσία σκέφτηκε. Πήρε κι αυτός τηλέφωνο τον Πούτιν, ενώ βγήκε δημοσίως και ζήτησε να συμμετάσχουν στη διάσκεψη της Γενεύης όλα τα μόνιμα μέλη του ΣΑ του ΟΗΕ, δηλαδή και η Ρωσία.

Το ερώτημα είναι βέβαια αν, με αυτά που κάνει και λέει η κυβέρνηση της Αθήνας (αν όχι και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου), χρειαστεί κάποια στιγμή να ξαναπάρουν τηλέφωνο στο Κρεμλίνο και να μην σηκώνει κανείς το ακουστικό!

 

Παράρτημα 3: Τρεις ακόμα ιστορικές υπενθυμίσεις προς ανεύθυνους τυχοδιώκτες

To 1987, o Ανδρέας Παπανδρέου φοβούμενος πόλεμο με την Τουρκία έστειλε τον Υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια στη Σόφια, σύμμαχο της Μόσχας

Το 1964, ο Μακάριος, απειλούμενος με απόβαση της Τουρκίας στην Κύπρο, έστειλε τον Βάσσο Λυσσαρίδη να συναντήσει τον Χρουστσώφ ο οποίος και την απέτρεψε

Πριν από τη Μικρασιατική Εκστρατεία ο Λένιν έστειλε αντιπρόσωπο στην Αθήνα, επιδιώκοντας επαφή με την ελληνική κυβέρνηση. Η κυβέρνηση δεν θέλησε να έχει τέτοια επαφή. Ακολουθώντας τις προτροπές των Αγγλογάλλων, η Ελλάδα έφτασε στο Σαγγάριο, για να μη φτάσει ο Κεμάλ στη Μοσούλη.

Ακολούθησε η Μικρασιατική Καταστροφή, το αιματηρό τέλος μιας παρουσίας χιλιάδων χρόνων του ελληνισμού στη Μικρά Ασία.