Η πρόταση Κέινς του 1943 και μια αντιπρόταση στο γερμανικό σχέδιο της Ε.Ε.

Των Δημοσθένη Γεωργόπουλου και Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Η ελληνική κυβέρνηση αποδέχθηκε στις 9 Δεκεμβρίου το γερμανογαλλικό σχέδιο για την ΕΕ που από τη μια περιορίζει σημαντικά τα δικαιώματα της χώρας δίνοντας στον αυτοματισμό των αγορών το ρόλο δημοσιονομικής αστυνομίας εντός ευρωζώνης, αφετέρου δεσμεύει την ‘Eνωση σε μια μέθοδο αντιμετώπισης της κρίσης χρέους που εμπεριέχει ένα πολύ μεγάλο κίνδυνο να οδηγήσει, κατά το πρότυπο της κρίσης του 1929, σε σοβαρότατη οικονομική κρίση και να ανοίξει τον δρόμο μεσοπρόθεσμα σε πολιτικές λύσεις τύπου Χίτλερ και όχι Ρούζβελτ. Αυτός ο κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύτερος για τις περιφερειακές χώρες όπως η Ελλάδα, από ότι για κεντρικές όπως η Γερμανία και επισημαίνεται τώρα από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους του κόσμου, χωρίς όμως να ιδρώνει το αυτί της Μέρκελ, του Σαρκοζί ή της Goldman Sachs. Για την Ελλάδα, ο κίνδυνος κατάρρευσης οικονομίας, κράτους, κοινωνίας και, μεσοπρόθεσμα, δημοκρατικού πολιτεύματος και εθνικών προβλημάτων είναι τεράστιος. Η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να εγκληματεί έναντι της ελληνικής και της ευρωπαϊκής Ιστορίας, αρνούμενη να πράξει το στοιχειώδες καθήκον της, να επισημάνει δηλαδή επισήμως και δημοσίως ότι το πρόγραμμα που έχει επιβληθεί στη χώρα οδηγεί στην καταστροφή της, με πολύ σοβαρές συνέπειες για όλη την ΕΕ. Δευκολύνει πρακτικά με τη στάση της τις δυνάμεις στην Ευρώπη που ελπίζουν, αβάσιμα, πετώντας την Ελλάδα στα σκυλιά των αγορών, να γλυτώσουν οι ίδιες.

Ειρήσθω εν παρόδω, οι άνθρωποι της Goldman Sachs είναι κυριολεκτικά παντού, όχι πια μόνο στις ΗΠΑ, όπως παληά, αλλά σε όλο τον πλανήτη, με τη χάρη τους να έχει φτάσει έως και την Κίνα. Γίνονται Πρωθυπουργοί, τοποθετούνται επικεφαλής της ΕΚΤ και σε θέσεις κλειδιά σε όλη την πυραμίδα του τραπεζικού και πολιτικού συστήματος. Βετεράνοι της “φίρμας”, όπως την αποκαλούν οι Αμερικανοί, ετοιμάζουν τις συνόδους κορυφής της ΕΕ για λογαριασμό της γερμανικής καγκελλαρίας και της γαλλικής προεδρίας, βετεράνος είναι και ο κύριος σύμβουλος του Κάμερον στη Βρετανία.

Αν για την Ευρώπη στο σύνολό της ο κίνδυνος είναι μια πολύ βαθιά ύφεση και μια κατάρρευση ενδεχομένως του ευρώ και της ΕΕ, σε χώρες όπως η δική μας το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μια βιβλική καταστροφή. ‘Oσοι Ευρωπαίοι πολιτικοί, περιλαμβανομένης της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής πολιτικής τάξης, συμφωνούν με τέτοιες δυνάμει εγκληματικές πολιτικές, από ιδιοτέλεια, προσωπικό ή ταξικό συμφέρον, νεοφιλελεύθερη ιδεολογική τύφλωση, οπορτουνισμό, δειλία ή άγνοια, κινδυνεύουν να μοιραστούν ευθύνες ανάλογες αυτών που οδήγησαν την ήπειρο στον Α’ και Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Η κυβέρνηση Παπανδρέου, με την άρνησή της να υπερασπιστεί στοιχειωδώς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα και με το να έχει καταστεί όργανο διαφόρων δυνάμεων του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου, έπαιξε ρόλο εξίσου ή περισσότερο σημαντικό με τη γερμανική, στην τωρινή κρίση που συγκλονίζει όλη την Ευρώπη, για να φτάσουν οι “Αγορές” ένα βήμα πριν από τον παγκόσμιο έλεγχο που διακαώς επιθυμούν, η Ευρώπη ένα βήμα πριν από τη διάλυση και η Ελλάδα ένα βήμα πριν από την τελική καταστροφή. Τα ίδια συνεχίζονται grosso modo και με τον Παπαδήμο στη θέση του Παπανδρέου και με τον Σαμαρά και τον Καρατζαφέρη στην κυβέρνηση.

Η τακτική και της προηγούμενης και αυτής της κυβέρνησης, συνειδητά ή ασυνείδητα, υπό την καθοδήγηση του χρηματιστικού κεφαλαίου, είναι να προκαλούν αδιέξοδα και καταστροφές, και να τα επικαλούνται μετά προκειμένου να καταστήσουν πειστικά τρομοκρατικά διλήμματα προς τον ελληνικό λαό, που νοιώθει διαρκώς απειλούμενος με επικείμενη καταστροφή. Ο κ. Παπανδρέου είχε φτάσει στο σημείο να λέει ότι απειλεί την Ευρώπη με το πιστόλι του ΔΝΤ, είχε επιλέξει δηλαδή ως διαπραγματευτική τακτική την απειλή αυτοκτονίας για να μην τον σκοτώσουν.

Με βαριά ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης και όχι μόνο έχει τώρα δημιουργηθεί ένα όλο και πιο βαρύ κλίμα για τη χώρα στην Ευρώπη, ενώ έχουν επικρατήσει πλήρως τα επιχειρήματα των τραπεζών, η ταξικά ιδιοτελής και εσφαλμένη θεωρία ότι το χρέος οφείλεται στις σπατάλες, με τους Γερμανούς να έχουν παραιτηθεί και από οποιαδήποτε απαίτηση εις βάρος του χρηματιστικού κεφαλαίου, προκειμένου να εξασφαλίσουν και τη γαλλική συγκατάθεση. Το να λέγαμε στον κ. Παπαδήμο να οικοδομήσει, χωρίς καμία προετοιμασία, μια πολιτική που δεν πιστεύει, εκ των ενόντων και την τελευταία στιγμή, θα είχε όμως μόνο θεωρητική αξία. Από την άλλη μεριά φανταζόμαστε και ελπίζουμε ότι πλέον έχει αντιληφθεί και ο ίδιος ότι υπάρχει σοβαρότατη πιθανότητα να του μείνει η χώρα στα χέρια, αν εξακολουθήσει να υπογράφει ότι χαρτί βάζουν μπροστά της.

Ζητείστε ασφαλιστική δικλείδα σε αντάλλαγμα του Ναι

Η ελληνική κυβέρνηση είπε ναι στη γερμανική πανευρωπαϊκή λιτότητα. Ας ζητήσει όμως τουλάχιστο σε αντάλλαγμα ένα μηχανισμό αντιστάθμισης, μια ρήτρα ασφαλείας σε περίπτωση που τα πράγματα δεν πάνε καλά και τα θεωρήματα επί των οποίων στηρίζεται η γερμανική πρόταση αποδειχθούν εσφαλμένα, μια εκτίμηση που συμμερίζεται σχεδόν όλη η παγκόσμια οικονομική επιστήμη και ο μισός τουλάχιστο γερμανικός τύπος. Ας κάνουμε αυτό που λένε οι Γερμανοί. Αν όμως εμείς τα κάνουμε και πέσει το ΑΕΠ κατά 20%, η φτάσει η ανεργία το 30%, αν πεινάει ο πληθυσμός, κλείνουν σχολεία και νοσοκομεία, εξαιτίας του προγράμματός τους, και αυξάνεται εντέλει και το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, αν δηλαδή χρεωκοπήσουμε ως αποτέλεσμα μιας συνταγής που θα ξανααποδειχθεί εσφαλμένη στην πράξη αυτοί τι δεσμεύονται να κάνουν; Η ιδέα άλλωστε ότι εφαρμόζοντας ένα τέτοιο πρόγραμμα θα παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ είναι, όλο και πιο προφανής σαχλαμάρα. Πως θα κρατήσει ο κ. Παπαδήμος την Ελλάδα στο ευρώ, αν η ύφεση του πάει 10% του χρόνου. Ας πει λοιπόν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας στη Μέρκελ, μάλιστα, θα κάνουμε αυτά που μας λες, θα δεσμευθείς κι εσύ όμως κατά τρόπο εξίσου ισχυρό και ποστικοποιημένο, όσο και τα Μνημόνια και τα δημοσιονομικά προγράμματα, για αντισταθμιστικά μέτρα αν καταστραφεί η χώρα μου σε περίπτωση που τα εφαρμόσει, αν αποδειχθεί στην πράξη η συνταγή λάθος.

Να προσθέσουμε και κάτι ακόμα. Το να έχει η ΕΕ ρητό και συγκεκριμένο plan B, είναι και προϋπόθεση για οποιαδήποτε πιθανότητα επιτυχίας. Οι αγορές δεν είναι πιο κουτές από τον υπόλοιπο κόσμο. Το γερμανικό σχέδιο κινδυνεύει να καταρρεύσει πριν εφαρμοσθεί, για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς κεφαλαιούχος δεν το εμπιστεύεται. Αυτή ακριβώς είναι η κατάσταση που χρειάζονται, όσοι κινούν το παγκόσμιο χρήμα, για να συνεχίσουν τις επιθέσεις. Αν αντίθετα οι κεφαλαιούχοι ξέρουν ότι, σε κάθε περίπτωση, τα ευρωπαϊκά κράτη είναι αποφασισμένα να προστατεύσουν την ‘Eνωσή τους και να πάρουν όσα μέτρα χρειαστούν για να υπερασπίσουν τα κράτη της, θα το σκεφτούν δύο και τρεις φορές προτού ακολουθήσουν τα hedge funds και τη Goldman πίσω τους. Αν όντως η Μέρκελ πιστεύει στο σχέδιό της, είναι και ένας τρόπος να του δώσει μια λογική πιθανότητα επιτυχίας. Η άλλη περίπτωση είναι ότι δεν το πιστεύει και ποντάρει στην αποτυχία για να διώξει από την ‘Eνωση την περιφέρεια ή, εναλλακτικά, να την κρατήσει στην ευρωζώνη μόνον ως Μπαγκλαντές.

Κρίση χρέους και ανισότητες

Η Μέρκελ βέβαια μπορεί να απαντήσει ότι δεν υπάρχουν λεφτά για να γίνει άλλη πολιτική από αυτή που προτείνει. Είναι όμως έτσι;

Τα προβλήματα της ευρωζώνης και γενικότερα της Δύσης, δεν οφείλονται κυρίως, όπως πρεσβεύει η κυρίαρχη άποψη στα χρέη σπάταλων κρατών και ανοικοκύρευτων ανθρώπων, και που επομένως μόνο με λιτότητα και σκληρή εργασία αντιμετωπίζονται. Πρεσβεύουμε δύο κεντρικές και συμπληρωματικές ερμηνείες : η πρώτη αναφέρεται στην διεύρυνση της ανισότητας στην Δύση, εξαιτίας και της παγκοσμιοποίησης. Αν έχουμε δίκηο και αυτό άλλωστε καταδεικνύει το ελληνικό παράδειγμα του Μνημονίου, η αφαίρεση εισοδημάτων από την μέση και φτωχότερη τάξη στη Δύση, χωρίς παράλληλη αντιστάθμιση στις αντίστοιχες τάξεις του λοιπού κόσμου, θα οδηγήσει τον πλανήτη σε παρατεταμένη κρίση. Θα το είχε κάνει ήδη από 20ετίας αν η πίστωση δεν υποκαθιστούσε την έλλειψη ζήτησης. Αυτή είναι στην πραγματικότητα μια ρίζα της κρίσης χρέους και από αυτή προκύπτει η πρώτη πολιτική πρόταση : επαρκής αναδιανομή εισοδημάτων και πλούτου, αντισταθμιστική απωλειών πάνω από 20ετίας νεοφιλελευθερισμού.

Μια πρώτη επομένως, σημαντικότατη, πηγή πλούτου, προς φορολόγηση και αναδιανομή για χρηματοδότηση ενός ‘κοινωνικού-αναπτυξιακού- Μάαστριχτ , προκύπτει από την απλή επαναφορά στα μερίδια εργασίας έναντι κερδών που επικρατούσαν στις αρχές του 80. Πρόκειται για την κλασσική σοσιαλδημοκρατική ή σοσιαλιστική αντιμετώπιση του κοινωνικού ζητήματος και της ανάπτυξης. Ας την ονομάσουμε ως την ‘κοινωνική’ ή ‘ταξική’ πηγή πόρων για το κοινωνικό Μάαστριχτ.

Βεβαίως, τυχόν εφαρμοζόμενο και επιτυγχάνον, ένα τέτοιο σύστημα αντιστάθμισης μπορεί να προσέκρουε πλέον σε άλλα προβλήματα, λόγω του υπερφιλελεύθερου συστήματος διεθνών ανταλλαγών και ροών κεφαλαίου, που θα όφειλε και αυτό, κάποια στιγμή να μεταρρυθμισθεί. Κάτι τέτοιο μοιάζει τελείως ανορθόδοξο, είναι όμως απόλυτα λογικό. Επί δεκαετίες το διεθνές οικονομικό σύστημα μεταρρυθμίζεται διαρκώς. Γιατί πρέπει πάντα να μεταρρυθμίζεται προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, της “απελευθέρωσης” και δεν πρέπει ή μπορεί να γίνει αυτό και προς την αντίστροφη, αν η εμπειρία και η ανάγκη μας υποχρεώνει να πάμε εκεί; Καλύτερα δεν είναι να μεταρρυθμίσουμε μόνοι μας το σύστημα, προτού το κάνει μια διεθνής σύρραξη;

Η πρόταση Κέινς

Μια δεύτερη συμπληρωματική ερμηνεία της παρούσας κρίσης, προκύπτει από τις βαθιές ανισορροπίες μεταξύ των διαφόρων μερών της παγκόσμιας οικονομίας, δηλ. την σταθερή ελλειμματικότητα πολλών χωρών ή περιοχών, που αναγκαστικά συνοδεύει την σταθερή πλεονασματικότητα άλλων. Παρακάμπτουμε το πρόβλημα στη παγκόσμια διάστασή του, για να επικεντρωθούμε στην ευρωπαϊκή. Είναι σχεδόν πλήρως αποδεκτό ότι, τα ελλείμματα του ευρωπαϊκού νότου, αποτελούν τα πλεονάσματα του ευρωπαϊκού βορρά, ενώ συνολικά η ευρωζώνη είναι σχετικά ισορροπημένη ως προς το εξωτερικό εμπόριο της. Η ανισορροπία αυτή επιδεινώθηκε με την εισαγωγή του ευρώ. Ελλειμματικές και πλεονασματικές χώρες βολεύτηκαν για μια 10ετία, ώσπου η κρίση χρέους τις έβγαλε από τον λήθαργο, δείχνοντας ότι όχι μόνο οι χρεώστριες, αλλά και οι πιστώτριες χώρες παρασύρονται στην δίνη του. Η Γερμανία επιχειρεί βάναυση εξισορρόπηση, σπρώχνοντας την ευρωζώνη σε βαθειά λιτότητα. Και όμως έχει προταθεί εδώ και 65 χρόνια ένα σχέδιο ικανό να αποτελέσει την λύση στις δομικές ανισορροπίες της ευρωζώνης, χωρίς να οδηγεί παράλληλα σε βαθύτατη κρίση την περιφέρεια και σε νέα ύφεση τον πυρήνα. Πρόκειται για την πρόταση του Κέυνς στην διάσκεψη στο Μπρέτον Γουντς στα 1943-4. Ας την ονομάσουμε ‘κοινοτική λύση’.

Όσοι θυμούνται τις συμφωνίες του Μπρέτον Γουντς για το νομισματικό σύστημα του μεταπολεμικού κόσμου (που κατέρρευσε το 1971 για λόγους όχι άσχετους με την θεμελίωση του), τις ταυτίζουν με τον Κέυνς που προήδρευσε στη διάσκεψη. Οι προτάσεις του όμως δεν επικράτησαν. Το σύστημα του Μπρετον Γουντς με τις παραφυάδες του, το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, είναι αποτέλεσμα αμερικανικών προτάσεων υπό τον Χ. Ν. Γουάιτ. Κύριο σημείο της λύσης Γουάιτ, ήταν ότι τα ελλειμματικά, υπερχρεωμένα έθνη, έφεραν στο ακέραιο, όλο το βάρος της προσαρμογής στην ισορροπία, ενώ τα πλεονασματικά θα απολάμβαναν τα οφέλη. Το ‘Διεθνές Ταμείο Σταθερότητας’, το ΔΝΤ δηλαδή, θα διατηρούσε σταθερές τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, θα μείωνε τους ελέγχους στο ξένο συνάλλαγμα και θα δάνειζε χρήματα στα ελλειμματικά έθνη. Όσο περισσότερα χρήματα δανείζονταν ένα έθνος τόσο θα αύξανε το επιτόκιο του, ενώ δεν θα υπήρχε όριο στα εξαγωγικά πλεονάσματα. Παράλληλα η Παγκόσμια Τράπεζα θα δάνειζε τα αναγκαία κεφάλαια για την ανάπτυξη. Αν σας θυμίζουν κάτι σύγχρονο τα παραπάνω, καλώς σας θυμίζουν. Παρομοιάζει με το εσωτερικό της ευρωζώνης, και ακόμα παραπάνω σήμερα με το νέο σύμφωνο σταθερότητας. Τα πλεονασματικά κράτη θα βρίσκονται στο απυρόβλητο, χωρίς να καλούνται να συνεισφέρουν ουσιαστικά στην εξισορρόπηση. Τα ίδια στενόμυαλα συμφέροντα έσπρωξαν το 1944 τις ΗΠΑ και σήμερα την Γερμανία στην υιοθέτηση κανόνων πνιγμού του χρεώστη, ωφελώντας βραχυχρόνια τον πιστωτή, εις βάρος του συνόλου μακροχρόνια. Η Γερμανία δεν συλλαμβάνει σήμερα ότι αυτό που λειτούργησε υπέρ της μεταξύ 1950-1980 και μετά το 2000, δηλαδή η σταθερή εξάρτηση από τις εξαγωγές για την ανάπτυξη, αρχικά κυρίως προς τις ΗΠΑ και μετά και προς την ευρωπαϊκή περιφέρεια, δεν θα λειτουργήσει στις 17 ή 27 + χώρες της ΕΕ.

Την ίδια άρνηση είχαν και οι ΗΠΑ το 1944, αλλά ευτυχώς για αυτές παράγοντες εξωγενείς από το σύστημα του Μπρέτον Γουντς, όπως η ισχυρή μεταπολεμική ανάπτυξη και ιδίως η ανάγκη αντιμετώπισης της ΕΣΣΔ, επέβαλαν άλλες ρυθμίσεις (σχέδιο Μάρσαλ, ανοχή συνεχών εμπορικών πλεονασμάτων των ηττημένων χωρών –Γερμανία, Ιαπωνία κτλ.) ως την δεκαετία του 1970. Μετά το 1945 υπήρχε φόβος για επανεμφάνιση της ύφεσης στην Ευρώπη όπως ακριβώς μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και την λιτότητα που έπληξε την Γερμανία, στην οποία επιβλήθηκαν αβάσταχτοι όροι αποζημιώσεων, (σε αντίθεση με την διαγραφή των χρεών της μετά τον Β Παγκόσμιο) και σε συνδυασμό με την κρίση του 29, οδήγησαν στον φασισμό και τον πόλεμο. Οι κίνδυνοι αυτοί μετά το 1945 αποφεύχθηκαν από ένα συνδυασμό μέτρων, μεταξύ των οποίων κεντρική θέση κατείχε ή μη τιμωρία των ηττημένων και η μη εξαθλίωση των χρεωστών. Οι εξελίξεις αυτές δεν απέρρεαν από το Μπρέτον Γουντς, αλλά από μονομερείς ad hoc παρεμβάσεις των ΗΠΑ: σχέδιο Μάρσαλ, διαγραφή χρεών της Γερμανίας, παρατεταμένη ανοχή σε εμπορικές πρακτικές των ηττημένων χωρών που χρέωναν τις ΗΠΑ κτλ. Και αυτές απέφυγαν την αναμενόμενη μεταπολεμική κάμψη, παρά το Μπρέτον Γουντς. Σήμερα τα πράγματα διαφέρουν. Άρνηση μονομερούς διαγραφής χρεών, κανένα σχέδιο Μάρσαλ, για να μην μιλήσουμε για εμπορικές πρακτικές ενίσχυσης των εξαγωγών… Αναμένεται επομένως βύθιση της ευρωζώνης στην κρίση και συνακόλουθη παγκόσμια ύφεση.

Αφήνοντας στην άκρη την επανακάμπτουσα λύση Γουάιτ, ας συγκεντρωθούμε στην απορριφθείσα από τις ΗΠΑ λύση του Κέυνς. Κατ’ αυτόν τα έθνη οφειλέτες ελάχιστα επηρεάζουν από μόνα τους το ισοζύγιο πληρωμών τους και τα συσσωρευμένα χρέη τους. Η υποτίμηση του νομίσματος τους για να τονωθούν οι εξαγωγές είναι δευτερεύουσας σημασίας γιατί τα αυξημένα εξαγωγικά οφέλη αντισταθμίζονται ουσιωδώς από τις μειωμένες τιμές (ας θυμηθούμε την ελληνική εμπειρία 1970- 2000, με τις συνεχείς υποτιμήσεις -διολισθήσεις που ελάχιστα βελτίωσαν το εμπορικού ισοζύγιο της χώρας, ενώ πρόσθεσαν ένα συνεχή και επίμονο πληθωρισμό). Τα υπερχρεωμένα έθνη διαθέτοντας το σύνολο των αποταμιεύσεων τους στην αποπληρωμή των χρεών, ελάχιστες δυνατότητες έχουν να επενδύσουν, με αποτέλεσμα επιδείνωση των εξαγωγών τους και επιστροφή στον φαύλο κύκλο. Επιπλέον τα κερδοσκοπικά κεφάλαια, τότε μετακινούμενα υπό προϋποθέσεις, αλλά σήμερα ελεύθερα, εγκαταλείπουν τις υπερχρεωμένες χώρες την στιγμή της μεγαλύτερης ανάγκης τους (όπως γνωρίζουμε καλά σήμερα εμείς). Τώρα στα πλαίσια της ευρωζώνης ακόμα και τα δευτερεύοντα οφέλη της υποτίμησης, γίνονται εξαιρετικά πιο αβέβαια μέσω της εσωτερικής υποτίμησης. Ο Κέυνς συμπέρανε ότι και οι δύο ομάδες χωρών παρέμειναν αγκυλωμένες: οι οφειλέτριες χώρες καταδικασμένες στον φαύλο κύκλο φτώχιας –υπερχρέωσης, οι πιστώτριες σε συσσώρευση άγονου από αναπτυξιακή άποψη πλούτου, με τελικό αποτέλεσμα την κρίση. Έτσι πρότεινε τον εξαναγκασμό των πιστωτών –εθνών να ξοδέψουν μέρος του πλεονάσματος τους στις οφειλέτριες χώρες. Με ένα σύστημα που δεν υπάρχει χώρος να αναλυθεί εδώ, θα τιμωρούνταν τόσο τα ελλειμματικά έθνη, όσο και τα πλεονασματικά , με επιβολή επιτοκίου επί των ελλειμμάτων και των πλεονασμάτων τους. Τα πλεονασματικά έθνη θα υποχρεώνονταν σε ανατίμηση του νομίσματος τους ( στην ευρωζώνη σε εσωτερική ανατίμηση, δηλαδή αύξηση μισθών και τιμών, ακριβώς αντίθετα από ότι πράττει η Γερμανία), σε εξαγωγή κεφαλαίων προς τα ελλειμματικά, ακόμα και σε κατασχέσεις των πλεονασμάτων που τυχόν παρέμεναν. Το σύστημα του Κέυνς φτιάχτηκε για να σπάσει τον φαύλο κύκλο, υπερχρέωσης- πλεονασματικότητας- οικονομικής κρίσης. Τα μικρά και προσωρινά χρέη δεν θα εξελίσσονταν σε μεγάλα και μόνιμα και συνακόλουθα η οικονομική και πολιτική ισχύς των πιστωτριών χωρών δεν θα συσσωρεύονταν με την εξάρτηση των οφειλετριών να μεγαλώνει. Ένα σύστημα που στοχεύει στην γενική ευημερία και στην αποφυγή της εξάρτησης, πρέπει να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν του τις προτάσεις Κέυνς . Δεν είναι τυχαίο που στα 1944 η χώρα που εναντιώθηκε ήταν οι ΗΠΑ. Ούτε είναι τυχαίο, που και η παραμικρή συμμετοχή στα χρέη των οφειλετριών χωρών, βρίσκει αντίθετη την Γερμανία: και οι δύο χώρες θα περιόριζαν την σχετική θέση εξουσίας τους. Όπως εξηγήσαμε οι ΗΠΑ ευνοήθηκαν από τις μεταπολεμικές συγκυρίες , παρά ίσως το σύστημα Μπρέτον Γουντς, για να ηγεμονεύσουν για 25-30 χρόνια. Στην συνέχεια το εγκατέλειψαν για να ανταγωνιστούν τις αναδυόμενες Ιαπωνία, Γερμανία κτλ. Η τύχη απέτρεψε την μεταπολεμική κρίση και εξωτερικά γεγονότα όπως η παρουσία της ΕΣΣΔ, επέτρεψαν την επίφαση της διατήρησης μιας διεθνούς κοινότητας, η οποία άλλωστε βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού σήμερα.

Δυστυχώς για την Γερμανία καμιά ανάλογη τύχη δεν της επιφυλάσσει η μοίρα. Οι σημερινές συνθήκες παγκόσμιας ύφεσης, οι διεθνείς ανταγωνισμοί ισχύος, και η αυτόνομη (;) δράση των αγορών, είναι απίθανο να της επιτρέψουν την ηγεμονία. Οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο καραδοκούν να εκμεταλλευτούν και την παραμικρή δυσαρέσκεια χωρών. Οι αγορές επιδιώκοντας αύξηση κερδών, ενθαρρυμένες από την δουλική στάση απέναντι τους και χωρίς φόβο επιπλέον κουρεμάτων θα αυξήσουν αντί να μειώσουν τα μέσα ευρωπαϊκά επιτόκια εξυπηρέτησης του χρέους και οι ‘υποδουλωμένες χώρες’ θα αναζητήσουν ευκαιρίες απελευθέρωσης ∙ πράγματι σκοτεινές εξελίξεις. Ακόμα και αν όλα τα παραπάνω δεν συμβούν, η επερχόμενη λιτότητα θα αποκαλύψει ένα άλλο ‘ χαίνον βάραθρο’ πολύ απειλητικότερο από το δημόσιο χρέος: το ιδιωτικό που σχετίζεται πολύ πιο συστηματικά με την παρούσα κρίση και που θα επιδεινωθεί δραματικά με την γερμανικής εμπνεύσεως λιτότητα. Αργά ή γρήγορα η υιοθέτηση της ‘κοινωνικής’ και της ‘κοινοτικής’ λύσης ή παρεμφερών με σχετικά ισοδύναμα αποτελέσματα (π.χ. στην θέση της φορολόγησης το κούρεμα των χρεών), αποτελεί την μόνη διέξοδο για την Ευρώπη. Όσο γρηγορότερα συνειδητοποιηθεί τόσο πιθανότερο είναι να προλάβουμε μια σοβαρότατη πολιτικο-oικονομική επιδείνωση. ‘Eνα μονοπάτι, μια γέφυρα ανάγκης προς μια τέτοια ρύθμιση συνιστά και η παραπάνω πρόταση μας για την αμοιβαία και όχι μονομερή δέσμευση ΕΕ και χρεωμένων χωρών.

Επίκαιρα, 15.12.2011