Επί τάπητος. H απομάκρυνση των αμερικανικών πυρηνικών από την Τουρκία

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

«Όσο ο Ερντογάν ηγείται της Τουρκίας πρέπει να αποδεχθούμε την πραγματικότητα ότι δεν αντιμετωπίζουμε ένα φίλο», δήλωσε ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (CFR) Ρίτσαρντ Χάας, που θεωρείται η σημαντικότερη δεξαμενή σκέψης των ΗΠΑ για θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Ο κ. Χάας ζήτησε επίσης τη μείωση της αμερικανικής στήριξης στις βάσεις  που διαθέτουν οι ΗΠΑ στην Τουρκία και την επανεξέταση της στάθμευσης στη χώρα αυτή αμερικανικών πυρηνικών όπλων. Παρόλο που, όπως αναγνώρισε, η απομάκρυνση των αμερικανικών πυρηνικών όπλων θα μπορούσε να παράσχει στην Άγκυρα μια δικαιολογία για την ανάπτυξη δικών της πυρηνικών όπλων.

Στην Τουρκία και ειδικότερα στη βάση του Ιντσιρλίκ, είναι εγκατεστημένος ο μεγαλύτερος αριθμός αμερικανικών  τακτικών πυρηνικών όπλων στην Ευρώπη, περί τις 50 πυρηνικές βόμβες βαρύτητας B 61. Πρόκειται για ένα από τα υπολείμματα της πυρηνικής στρατηγικής του ΝΑΤΟ επί Ψυχρού Πολέμου, που προέβλεπε τη χρήση τους από αμερικανικά αεροσκάφη και πιλότους σε καιρό ειρήνης, αλλά και από αεροσκάφη των συμμάχων σε καιρό πολέμου. Για να χρησιμοποιηθούν πρέπει να πετάξουν έως το Ιντσιρλίκ κατάλληλα για επιχειρήσεις πυρηνικού βομβαρδισμού αμερικανικά αεροσκάφη και να τις φορτώσουν. Δεν έχουν δοθεί εξουσιοδοτήσεις πτήσεων πυρηνικού βομβαρδισμού σε Τούρκους πιλότους μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990.

Τα όπλα φυλάσσονται από βαριά εξοπλισμένες αμερικανικές δυνάμεις, ενώ η ενεργοποίησή τους απαιτεί τη χρήση 12ψήφιων κωδικών, οι οποίοι μπορούν να καθυστερήσουν, όχι όμως να αποτρέψουν τη μη εξουσιοδοτημένη χρήση των όπλων. Αν αυτά τα εμπόδια δεν σταθούν αρκετά, οι αμερικανικές δυνάμεις μπορούν να καταστρέψουν την ηλεκτρική συνδεσμολογία των όπλων ή να προκαλέσουν έκρηξη των εκρηκτικών τους, χωρίς διαρροή ραδιενέργειας. Στη χειρότερη περίπτωση μπορούν να ανατινάξουν τα όπλα ή τις εγκαταστάσεις όπου βρίσκονται.

Εντούτοις, όπως σημειώνει το Bussiness Insider, οι προβλεπόμενες διαδικασίας δεν είναι σχεδιασμένες για να εμποδίσουν μια στοχευμένη επίθεση ή ένα σαμποτάζ, ιδιαιτέρως από ένα σύμμαχο. Αν αποφάσιζε να αρπάξει τα όπλα και είχε αρκετό χρόνο στη διάθεσή της, η Τουρκία θα μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει, αν όχι για να προκαλέσει πυρηνική έκρηξη, για να διασπείρει ραδιενέργεια.

Πολύ ακραία σενάρια, θα πείτε ίσως, και μόνο όμως το γεγονός ότι αυτά συζητώνται δημοσίως είναι επαρκής ένδειξη τόσο της ραγδαίας επιδείνωσης των τουρκο-αμερικανικών σχέσεων, όσο και της πρωτοφανούς, εκρηκτικής αστάθειας που χαρακτηρίζει πλέον το περιβάλλον στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και διεθνώς.

Γεωπολιτικός σεισμός

Η πρόσφατη εισβολή της Τουρκίας στη Συρία και όσα ακολουθούν με καταιγιστικό ρυθμό, δεν αφήνουν διεθνώς την παραμικρή αμφιβολία για το μέγεθος των παγκόσμιων γεωπολιτικών μεταβολών που σηματοδοτούν και των οποίων είναι ταυτόχρονα το αποτέλεσμα. Ο κόσμος που προέκυψε από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1989-91 δεν υφίσταται πλέον.

Το επισημαίνουν αναλυτές διεθνώς μιλώντας για «γεωπολιτικό σεισμό» (όπως το αμερικανικό CNBC) αλλά και πολιτικοί όπως ο Πρόεδρος Μακρόν στην φετινή – χαρακτηριζόμενη από ορισμένους παρατηρητές ως ιστορική – ομιλία του προς τους Γάλλους Πρέσβεις.

Τρία βασικά στοιχεία της νέας κατάστασης είναι η οικονομική άνοδος της Κίνας και της Ινδίας, η «επιστροφή» της Ρωσίας και του στρατού της στη Μέση Ανατολή, αλλά και η αβεβαιότητα γύρω από το μέλλον της Τουρκίας και των σχέσεών της με τη Δύση.

Έως τώρα ΗΠΑ και Ισραήλ ήταν συγκρατημένοι απέναντι στην Άγκυρα από τον φόβο μήπως την «χάσουν», σπρώχνοντάς την στην αγκαλιά της Ρωσίας, του Ιράν και της Κίνας. Αν και οποιαδήποτε πρόβλεψη ως προς την όλη κατάληξη των σχέσεων ΗΠΑ και Τουρκίας μοιάζει παρακινδυνευμένη, και διαφορετικές τάσεις συγκρούονται στο εσωτερικό των ΗΠΑ, φαίνεται τώρα ότι το «θερμόμετρο» ανεβαίνει και στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ, αν τουλάχιστον κρίνουμε από τις τελευταίες αποφάσεις της αμερικανικής Βουλής, την αναγνώριση της αρμενικής γενοκτονίας κλπ.

Να φύγει η Τουρκία από το ΝΑΤΟ και τα πυρηνικά από την Τουρκία!

Ίδη από την επομένη της τουρκικής εισβολής στη Συρία, και ιδίως από την στιγμή που βομβαρδίστηκαν αμερικανικές ειδικές δυνάμεις, αμερικανοί βουλευτές και από τα δύο κόμματα άρχισαν να συζητάνε την αναστολή της συμμετοχής της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ (κάτι βέβαια που εμφανίζει πολλές θεσμικές δυσκολίες, δεδομένου του κανόνα της ομοφωνίας στην Ατλαντική Συμμαχία).

Αναζωπυρώθηκαν επίσης οι παλαιότερες συζητήσεις για την βάση του Ιντσιρλίκ και ιδίως για το αν θα πρέπει η Ουάσιγκτων να αποσύρει τις περίπου πενήντα πυρηνικές βόμβες βαρύτητας που διαθέτει σε αυτή την βάση. ‘Όπως ανέφεραν αξιωματούχοι στους New York Times, τα Υπουργεία Εξωτερικών και Ενέργειας μελετούν ήδη σχέδια απόσυρσης των όπλων, παρά το γεγονός ότι, κατά την άποψη της εφημερίδας, κάτι τέτοιο «θα σηματοδοτούσε το ντε φάκτο τέλος της τουρκο-αμερικανικής συμμαχίας».

Βέβαια δεν συμφωνούν όλοι με αυτήν την άποψη και υπενθυμίζουν ότι και στο παρελθόν είχαμε απόσυρση τακτικών πυρηνικών όπλων από ευρωπαϊκές χώρες χωρίς να δοθεί πολιτική σημασία, όπως από την Ελλάδα (2001) και τις βάσεις Ραμστάιν στη Γερμανία  και Lakenheath στη Βρετανία στα μέσα της δεκαετίας του 2000 (ενδέχεται να μεταφέρθηκαν τότε και από την Τουρκία, αλλά οι σχετικές πληροφορίες δεν έχουν επιβεβαιωθεί). Υπό τις παρούσες συνθήκες όμως είναι δύσκολο να μη θεωρηθεί η απόσυρση των όπλων βαρύνουσας πολιτικο-στρατιωτικής σημασίας.

 Η βάση του Ιντσιρλίκ

Η αμερικανική βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία έχει πολύ μεγάλη σημασία, όχι μόνο λόγω του ρόλου της στον αμερικανικό πυρηνικό σχεδιασμό. Από εκεί επιχειρούν τα τελευταία χρόνια drones, αεροσκάφη ηλεκτρονικού πολέμου Prowler και βομβαρδιστικά A-10, στα πλαίσια του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Σε περίπτωση μεγάλης κρίσης ή σύρραξης ο ρόλος της βάσης διευρύνεται σημαντικά.

Να σημειώσουμε ότι η βάση υπήρξε το επίκεντρο της αμερικανο-τουρκικής κρίσης κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος του 2016 στην Τουρκία. Οι τουρκικές δυνάμεις την περικύκλωσαν, της έκοψαν την παροχή ηλεκτρικού, απηγόρευσαν τις πτήσεις μαχητικών από αυτή και συνέλαβαν τους Τούρκους ανώτερους αξιωματούχους που υπηρετούσαν εκεί, μεταξύ των οποίων και ο διοικητής της. Ο Ερντογάν δεν κατηγόρησε ποτέ επισήμως τις ΗΠΑ για το πραξικόπημα, περιορισθείς να κατηγορεί τον Γκιουλέν και να ζητάει την έκδοσή του, το έκανε όμως ο Υπουργός Εργασίας της κυβέρνησής του, ενώ ορισμένοι Τούρκοι σχολιαστές έφτασαν στο σημείο να υποστηρίξουν ότι η βάση του Ιντσιρλίκ ήταν το επιτελικό κέντρο του πραξικοπήματος.

Ο πλέον συντεταγμένος τρόπος απομάκρυνσης των όπλων θα ήταν μια συμφωνία ΗΠΑ και Τουρκίας για τον τερματισμό της συνεργασίας στον τομέα αυτό (nuclear sharing relationship). H φυσική απομάκρυνση των όπλων μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους, εκ των οποίων πιθανότερος η χρήση αεροσκαφών C – 17, χωρίς να αποκλείεται η απομάκρυνση δια ξηράς ή θαλάσσης. Η επιχείρηση είναι αρκετά περίπλοκη, ιδίως λόγω των τρομερών προβλημάτων ασφαλείας που θέτει η μεταφορά πυρηνικών υλικών. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν πάντως ότι ήδη έγινε πέρυσι μια σχετική άσκηση στην Τουρκία.

Σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, τα όπλα θα μεταφερθούν είτε στις ΗΠΑ, είτε σε ευρωπαϊκές βάσεις τους. Από πολιτική άποψη, η βάση του Αβιάνο στην Ιταλία θεωρείται η προσφορότερη, αλλά ενδεχομένως δεν διαθέτει επαρκή χώρο. Στις ευρωπαϊκές χώρες, της Ιταλίας περιλαμβανομένης, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών είναι κατά της στάθμευσης πυρηνικών όπλων, σύμφωνα με τις σχετικές δημοσκοπήσεις.

Η εναλλακτική είναι η «αθόρυβη» απομάκρυνση των όπλων με αφορμή την προγραμματισμένη ήδη αναβάθμισή τους στις ΗΠΑ, από τις οποίες θα μπορούσαν να μην επιστρέψουν ποτέ στην Τουρκία.

Δημοσιεύτηκε από το ΑΠΕ-ΜΠΕ στις 3.11.2019