Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Oι καταιγίδες θα γίνουν πιο σπάνιες, αλλά πιο σφοδρές και με μεγαλύτερη διάρκεια στη λεκάνη της Μεσογείου, φτάνοντας προς τα τέλη του αιώνα στην κατηγορία 1, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, προβλέπει ένα νέο κλιματικό μοντέλο που δημοσιεύτηκε στο Geophysical Research Letters.
Αλλά οι σφοδρότερες καταιγίδες είναι μόνο μία από τις πολλές μεταβολές που θα σημειωθούν στη Μεσόγειο εξαιτίας όχι μόνο της κλιμακτικής αλλαγής, αλλά της αλλελεπίδρασης των συνεπειών της με τα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και οικολογικά προβλήματα της περιοχής.
Από τον μεσογειακό στον τροπικό τύπο κλίματος
Η μελέτη για τις καταιγίδες πραγματοποιήθηκε από τα Πανεπιστήμια της Castilla-La Mancha και του Πρίνστον
Τέτοια φαινόμενα μπορεί να είναι συνηθισμένα στου τροπικούς, στην Κεντρική αλλά και στη Βόρειο Αμερική, είναι όμως πρωτοφανή για την Αν. Μεσόγειο και αντανακλούν μια μεταβολή από το μεσογειακό προς το τροπικό κλίμα της μεσογειακής λεκάνης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το κλίμα της Αν. Μεσογείου – και ειδικά το ελληνικό – θεωρείται από πολλούς μελετητές το καλύτερο στον κόσμο, υπάρχουν μάλιστα και επιστήμονες που έχουν δι’ αυτού ερμηνεύσει την ανάδυση στην περιοχή των σπουδαιότερων ίσως αρχαίων πολιτισμών.
Οι τροπικές και οι μεσογειακές καταιγίδες μοιάζουν ως προς τον βασικό μηχανισμό σχηματισμού τους, αλλά διαφέρουν ως προς το ύψος που σχηματίζονται και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να έχουμε λιγότερο ισχυρούς επιφανειακούς ανέμους στη Μεσόγειο απότι στους τροπικούς.
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι μόνο σταδιακά οι επιστήμονες αρχίζουν να προσπαθούν να καταλάβουν τους περίπλοκους μηχανισμούς με τους οποίους είναι πιθανό να οδηγηθούμε σε οικολογικές καταστροφές και πως μια καταστροφή μπορεί να επηρεάσει μια άλλη, καθώς όλο το γήινο κλιματικό σύστημα αρχίζει να απομακρύνεται από το παρόν σημείο ισορροπίας.
Μια πρώτη συνθετική μελέτη για τη Μεσόγειο
Στο μεταξύ, ένα διεθνές δίκτυο επιστημόνων συνεργάστηκαν για να επιχειρήσουν την πρώτη σύνθεση των αποτελεσμάτων της κλιματικής αλλαγής και των άλλων περιβαντολλογικών προβλημάτων στη Μεσόγειο, όπως και των κινδύνων που συνεπάγονται. Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο Νature Climate Change.
Οι ρυθμοί της κλιματικής αλλαγής που παρατηρούνται στη λεκάνη της Μεσογείου ξεπερνάνε τις παγκόσμιες τάσεις σε ότι αφορά τις περισσότερες μεταβλητές. Η κλιματική αλλαγή έχει επίσης περαιτέρω ενισχύσει τα προβλήματα στο περιβάλλον που δημιουργούν οι αλλαγές χρήσης της γης, όπως η αστικοποίηση και η εντατικοποίηση της γεωργίας, η αυξανόμενη ρύπανση και η μειούμενη βιοποικιλότητα.
Του επιστημονικού δικτύου που κατήρτισε τη μελέτη ηγείται ο Dr Wolfgang Cramer του Μεσογειακού Ινστιτούτου Βιοποικιλότητας και Οικολογίας. Ο Καθηγητής Michael Tsimplis από το City University του Χόνγκ Κονγκ που συμμετέχει σε αυτή την ομάδα υπογραμμίζει ότι τα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής στη Μεσόγειο υποτιμήθηκαν γιατί εξετάστηκαν ξεχωριστά. Στην πραγματικότητα όμως αλληλεπιδρούν με τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της περιοχής και πρέπει να αντιμετωπισθούν όλα μαζί και μέσα στους ίδιους χρηματοδοτικούς περιορισμούς.
Επί παραδείγματι, οι μέσες θερμοκρασίες στην περιοχή της Μεσογείου αυξήθηκαν ήδη κατά 1,4 βαθμούς εν σχέσει με την προ-βιομηχανική εποχή, δηλαδή κατά 0,4 βαθμούς περισσότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Ακόμη κι αν η μελλοντική παγκόσμια αύξηση περιορισθεί στους 2 βαθμούς, όπως προβλέπουν οι συμφωνίες του Παρισιού, οι καλοκαιρινές βροχές κινδυνεύουν να μειωθούν κατά 10% έως 30% σε ορισμένες περιοχές, και επομένως αυξάνοντας υπάρχουσες ελλείψεις ύδατος και μειώνοντας την γεωργική παραγωγικότητα, ιδίως στην Βόρειο Αφρική.
Εξαιτίας μόνο της κλιματικής αλλαγής, η ζήτηση υδάτινων πόρων θα αυξηθεί κατά 4 έως 18% έως τα τέλη του αιώνα σε αυτή την περιοχή, ενώ η αύξηση του πληθυσμού μπορεί να οδηγήσει σε κλιμάκωση αυτών των αριθμών. Στην ίδια κατεύθυνση θα συντελέσουν η τουριστική ανάπτυξη, οι νέες βιομηχανίες και η επέκταση των αστικών ζωνών.
Η αύξηση της οξύτητας (acidification) των θαλασσίων υδάτων, τα αυξανόμενα κύματα θερμότητας σε συνδυασμό με ξηρασίες και αλλαγή των χρήσεων της γης επίσης επηρεάζουν τα φυσικά οικοσυστήματα, απειλώντας τη βιοποικιλότητα και τα αλιευτικά αποθέματα.
Η παραγωγή τροφής από τη γεωργία και την αλιεία τροποποιείται λόγω των κοινωνικο-οικονομικών και περιβαντολλογικών αλλαγών. Σε συνδυασμό με την στορφή στην παραγωγή ζωϊκών τροφών, οι χώρες της Βόρειας Αφρικής θα εξαρτηθούν περισσότερο από τις εισαγωγές.
Η δημόσια υγεία επίσης θα επηρεασθεί λόγω των κυμάτων καύσωνα, της ρύπανσης του αέρα (αυξημένος κίνδυνος καρδιαγγειακών και αναπνευστικών παθήσεων) και της αυξανόμενης διασποράς φορέων ασθενειών (ιός του δυτικού Νείλου, Dengue, Chikungunya). Σε πολιτικά ασταθείς χώρες, η περιβαντολλογική αλλαγή είναι επίσης παράγων κινδύνου μαζί με την πείνα, την μετανάστευση και τις διαμάχες κάθε τύπου. Η ανθρώπινη ασφάλεια θα απειληθεί επίσης εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων, ιδίως σε παραθαλάσσιες περιοχές