Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Στην αρχή, όταν γεννιέται μια καινούρια ιδέα, κάνουν ότι δεν την ακούνε, παριστάνουν ότι δεν έχει σημασία. ‘Όταν αυτό δεν είναι πια δυνατό, αρχίζουν να την πολεμάνε. Στο τέλος την παραδέχονται για να τη διαστρεβλώσουν και να τη χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους. To ίδιο συνέβη και με την αναλογία ανάμεσα στην κρίση της προπολεμικής Γερμανίας και της Ελλάδας σήμερα. (1)
Ο Αλέξης Τσίπρας έκανε πρόσφατα μια σημαντική ομιλία στη Γερμανία. Θύμισε στους Γερμανούς την τραγική δική τους ιστορία, την κρίση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης που οδήγησε στην άνοδο των Ναζί στην εξουσία και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κατάρρευση του καθεστώτος της Βαϊμάρης, υπήρξε το άμεσο αποτέλεσμα της Συνθήκης των Βερσαλλιών που επεβλήθη στο Βερολίνο μετά την ήττα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1918), σε συνδυασμό με την παγκόσμια οικονομική κρίση (1929). Οι επαχθείς οικονομικοί, πολιτικοί και στρατιωτικοί όροι της αποσταθεροποίησαν μια εύθραυστη μεταπολεμική «ισορροπία» και την αστική «μισοδημοκρατία» της Γερμανίας, που γνώρισε δύο επαναστατικά εργατικά κινήματα το 1919 και το 1923 και ένα πραξικόπημα-οπερέτα του Χίτλερ.
Μετά την καταστολή του πρώτου κύματος, δολοφονήθηκαν από τους Σοσιαλδημοκράτες η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λήμπκνεχτ, δύο ιστορικοί ηγέτες του γερμανικού σοσιαλιστικού-εργατικού κινήματος, ηγέτες των «Σπαρτακιστών», αριστερής διάσπασης της Σοσιαλδημοκρατίας, που εξελίχθηκε αργότερα στο γερμανικό ΚΚ, το ισχυρότερο τότε παγκοσμίως εκτός ΕΣΣΔ. Η Λούξεμπουργκ θεώρησε ότι δεν μπορούσε να φύγει από το Βερολίνο, αφήνοντας τους εργάτες να δολοφονούνται. Ο θάνατός τους έπαιξε σπουδαίο ρόλο – αν είχαν επιβιώσει και ηγούντο του ΚΚ θα ήταν πιθανότατα δυνατή η αποτροπή της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία.
Οι αναφορές του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ έχουν μεγάλη σημασία για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί οφείλουμε όλοι μας και πρώτα και κύρια η ελληνική αριστερά να λάβουν σοβαρότατα υπόψιν το τι σημαίνει να είσαι σε «περιβάλλον Βαϊμάρης». Σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν λειτουργούν τα συνήθη «κόλπα» της επικοινωνιακής πολιτικής, το είναι μετράει πολύ περισσότερο από το φαίνεσθαι, η σημασία του κοινοβουλίου εκ των πραγμάτων μειώνεται, η προσφυγή στη βία, με τη μία ή την άλλη μορφή, τίθεται δυνητικά στην ημερήσια διάταξη και η τραγωδία ελλοχεύει στην κάθε στροφή. Δεν μπαίνει κανείς σε ναρκοπέδιο σα να μπαίνει σε παιδική χαρά. Η αντιμετώπιση μιας τέτοιας πρόκλησης προϋποθέτει μια τεράστια ηθική, πολιτική, πρακτική και οργανωτική προσπάθεια, προϋποθέτει ότι τα πολιτικά στελέχη συνειδητοποιούν τον βαθμό στον οποίο η χώρα βρίσκεται ουσιαστικώς σε έκτακτη ανάγκη. Η διστακτική ακόμη μετατόπιση του Αλέξη Τσίπρα (Αυγή, 21.10.2012) από το σύνθημα «κυβέρνηση της αριστεράς» στο σύνθημα «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας» αντανακλά μια αρχή αναγνώρισης της πραγματικότητας, απομένει όμως να δούμε κατά πόσον η απομάκρυνση της «αριστερής φορμόλης» θα οδηγήσει σε συμπλήρωση του κενού που προκύπτει με σοβαρό και ταυτόχρονα ριζοσπαστικό περιεχόμενο, ή θα προκαλέσει ενδεχομένως εκφυλισμό (όπως συνέβη με την «ανανέωση» του ΚΚΣΕ από τον Γκορμπατσώφ). Πάντως, η ψυχολογία πολλών στελεχών και διανοουμένων της αριστεράς δεν αντανακλά την πραγματικότητα – εξακολουθούν να δρουν σα να βρίσκονται σε σχετικά ομαλό, έστω και εν κρίσει, περιβάλλον. Η παράταση αυτής της κατάστασης εγκυμονεί τον κίνδυνο μιας κολοσσιαίας πολιτικής καταστροφής, σε συνθήκες εθνικής τραγωδίας. (2)
Ο δεύτερος λόγος που η αναφορά Τσίπρα έχει σημασία είναι γιατί κινητοποιεί βαθύτερες «φλέβες» του γερμανικού «συλλογικού ασυνείδητου», και της ελίτ και της κοινωνίας. Τέτοια επιχειρήματα έχουν πολύ μεγαλύτερη «διεισδυτικότητα», απότι πιο παραδοσιακές και «τελετουργικές» ομιλίες της αριστεράς κατά της λιτότητας, του νεοφιλελευθερισμού κλπ.. Για την Ελλάδα και για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτά έχουν κολοσσιαία σημασία, γιατί δέχονται επί τρία χρόνια (ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις 6.5.12) μια γιγαντιαία επικοινωνιακή επίθεση διεθνώς στην οποία δεν απαντά κανένας. Αυτό συνέβη, πριν από την Ελλάδα, με τη Σερβία και το Ιράκ και κατέστησε δυνατή τη στρατιωτική τους καταστροφή στη συνέχεια. Σε μας επιτρέπει την οικονομική καταστροφή και δημιουργεί τις προϋποθέσεις να μας ξωπετάξουν αύριο, κακήν-κακώς από την Ευρώπη. ‘Εχει τεράστια σημασία, έστω και τώρα, παρά την απώλεια πολλού και κρίσιμου χρόνου, η οργάνωση μιας επικοινωνιακής αντεπίθεσης, μαζικής στην ποσότητά της, ποιοτικής στα επιχειρήματά της.
Ενοχοποιημένοι/κατεστραμμένοι από τον πόλεμο, οι Γερμανοί παραιτήθηκαν των φιλοδοξιών τους και έφτυσαν αίμα για να ανοικοδομήσουν την πατρίδα τους. ‘Εχουν τώρα πεισθεί από την καμπάνια του τύπου τους, ότι βοηθάνε ανεπρόκοπους ‘Ελληνες, που παίρνουν το υστέρημά τους για να πίνουν ούζα και να παίρνουν σύνταξη στα 50. «Πόσο καιρό θα πληρώνουμε για τον πόλεμο;», αναρωτιούνται.
Επιχειρήματα όπως αυτά της Βαϊμάρης, κινητοποιούν την λανθάνουσα, εκρηκτική συναισθηματική βαρύτητα της τραυματικής τους ιστορίας, ξεμπλοκάροντάς τους και επαναφέροντάς τους στην πραγματικότητα. Δεν τους «εκμεταλλεύεται» η Ελλάδα, αλλά το παγκόσμιο χρηματιστικό κεφάλαιο, βάζοντάς τους να του παραδώσουν την εξουσία στην Ευρώπη, ώστε να την πειθαρχήσουν υπό την κυριαρχία των «αγορών», που νομίζουν ότι θα είναι γερμανική, αφαιρεί όμως από τα Γερμανία το μεγαλύτερο πολιτικό της κεφάλαιο: την αποδοχή και την αναγνώρισή της από την Ευρώπη, ως φιλικής, ειρηνικής, προοδευτικής δύναμης. Για πρώτη φορά μετά το 1945, Ευρωπαίος ηγέτης έγινε δεκτός με διαδηλώσεις σε άλλη χώρα της ΕΕ.
Αν συνεχιστεί αυτό ένα χρόνο, η Γερμανία θα γίνει το πιο μισητό κράτος στην Ευρώπη, υποστήριξε ο Σόρος, που ξέρει τι λέει, ακριβώς γιατί ο ίδιος πιθανώς συνέβαλε, όσο κανείς άλλος, να συμβεί!
Τι ήταν η Βαϊμάρη;
Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης δεν σταθεροποιήθηκε ποτέ, παρέμεινε μια διαρκής και εύθραυστη ανταγωνιστική ισορροπία ανάμεσα στους εργάτες και τους αστούς, την αριστερά και τους φασίστες, την επανάσταση και τον πόλεμο. Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 την αποσταθεροποίησε οριστικά. Ο Καγκελλάριος Μπρούνινγκ εφήρμοσε το 1930 ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής πειθαρχίας και λιτότητας σαν αυτό που εφαρμόζεται σήμερα στην Ελλάδα, ολοκληρώνοντας τη διάλυση της γερμανικής οικονομίας. Οι σοσιαλιστές δεν θέλησαν να αγωνιστούν για την εξουσία. Ο Στάλιν, είτε γιατί έκανε ένα τραγικό σφάλμα, είτε γιατί προτιμούσε να δει τον Χίτλερ παρά μια αριστερή κυβέρνηση στη Γερμανία, που θα αμφισβητούσε την πρωτοκαθεδρία του στον παγκόσμιο κομμουνισμό, έδωσε εντολή στους Γερμανούς κομμουνιστές, το «επαναστατικό κόμμα των εργατών», να αρνηθούν κάθε ενιαίο μέτωπο και συνεργασία με τους Σοσιαλιστές, που τότε αποκαλούσαν «σοσιαλφασίστες», πολιτική που έκανε περίπατο την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και μάλιστα χωρίς αντίσταση από τα αριστερά κόμματα. (Υπέρ της δεύτερης εκδοχής για τα κίνητρα του Στάλιν, συνηγορεί η παράδοση στη Γκεστάπο μεγάλου αριθμού Γερμανών κομμουνιστών ηγετών, που κατέφυγαν στην ΕΣΣΔ, η συνεργασία με τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες για τον αποκεφαλισμό του Κόκκινου Στρατού, το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ και η προπαγάνδα των ΚΚ την περίοδο 1939-41 περί κοινής πάλης κατά της παγκόσμιας πλουτοκρατίας).
Την καλύτερη ανάλυση της γερμανικής, που εξελίχθηκε σε παγκόσμια τραγωδία, αλλά και μερικές από τις καλύτερες μελέτες πολιτικής στρατηγικής της νεώτερης εποχής, επιπέδου Θουκυδίδη, μας άφησε ο πολιτικός αντίπαλος του Στάλιν Λέον Τρότσκι, στις μπροσούρες και τα άρθρα του εκείνης της εποχής για τη Γερμανία. Ανεξαρτήτως του αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με τις πολιτικές ιδέες του συγγραφέα, είναι αδύνατο να κατανοήσει την ιστορία του 20ού αιώνα χωρίς να διαβάσει αυτά τα κείμενα και την εφάμιλλη, επίσης δική του, «Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης» (3).
Η κατάληψη της εξουσίας από τον Χίτλερ και η ήττα χωρίς μάχη του σημαντικότερου εργατικού, σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος της Ευρώπης, οδήγησε στην έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την παρολίγον ήττα της ΕΣΣΔ, το 1941-42. Η αρχική «αντικαπιταλιστική» και «αντιπλουτοκρατική» ρητορεία του Χίτλερ απεδείχθη άνευ αντικειμένου, γιατί ο ίδιος ελέγχθηκε από το γερμανικό κεφάλαιο και δυνάμεις που είχαν ασυμφιλίωτη, «ταξική» αντίθεση προς τον σοβιετικό κομμουνισμό και τη Ρωσία – η τελευταία μάλλον είχε ανεπαρκή συνείδηση αυτής της πραγματικότητας.
Αναδρομικά, με τη γνώση της ιστορικής συνέχειας που σήμερα έχουμε, η ήττα αυτή πρέπει να θεωρηθεί η σημαντικότερη στην ιστορία του σοσιαλιστικού κινήματος που ανδρώθηκε στην Ευρώπη μετά την έκδοση του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», προάγγελος της παρακμής και της πτώσης της ίδιας της ΕΣΣΔ, το 1991. Η Γερμανία κατεστράφη ολοσχερώς για να ανοικοδομηθεί μετά τον πόλεμο υπό καθεστώς διχοτόμησης και ημικατάληψης ή πάντως ειδικής εποπτείας από τους νικητές, προσπαθώντας μάλλον να «ξεχάσει μετανοώντας» (τουλάχιστον επισήμως και στα λόγια) παρά να «κατανοήσει» το παρελθόν της. Η γερμανική ενοχή, υπαρκτή δεδομένης της έκτασης υποστήριξης του Χίτλερ από τον γερμανικό λαό και των εγκλημάτων του, χρησιμοποιήθηκε από τους νικητές για να «λοβοτομήσει» το γερμανικό έθνος, να το καταστήσει πνευματικά ανήμπορο να παράγει στρατηγική, τα μέσα δηλαδή φιλοδοξιών αντίστοιχων με τη δύναμή του. Αλλά και για να κρύψει τις ευθύνες πολλών άλλων που οδήγησαν την Ευρώπη στο δρόμο του πολέμου και της καταστροφής. Το Βερντέν προηγήθηκε και προκάλεσε το Γκουλάγκ και το Νταχάου – όχι το αντίστροφο!
Βαϊμάρη και Ελλάδα
Σε τι μοιάζει τώρα η προπολεμική Γερμανία με τη σημερινή Ελλάδα; Οι απαιτήσεις των Πιστωτών από τη χώρα μας, όπως κωδικοποιήθηκαν από τα Μνημόνιο και τις Δανειακές είναι το ισοδύναμο της Συνθήκης των Βερσαλλιών και οδηγούν στα ίδια αποτελέσματα, όπως η σημερινή ελληνική οικονομική πολιτική είναι το ισοδύναμο της πολιτικής του Καγκελλάριου Μπρούνινγκ, αλλά και του σχεδίου Μοργκεντάου, που επίσης υπενθύμισε ο κ. Τσίπρας. Το σχέδιο Μοργκεντάου ήταν το πρώτο σχέδιο των ΗΠΑ για τη Γερμανία και αποσκοπούσε στην καταστροφή της βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης της, την επιστροφή της στην «προβιομηχανική εποχή». Αντιμέτωποι με την τεράστια απήχηση των αριστερών ιδεών, των Κομμουνιστικών Κομμάτων και της Σοβιετικής ‘Ενωσης σε όλη την Ευρώπη, την επαύριο μιας εν πολλοίς δικής της νίκης επί του Χίτλερ, το 1945, οι Αμερικανοί άλλαξαν γρήγορα τροπάρι, υιοθετώντας το σχέδιο Μάρσαλ, για τις ανάγκες όχι της Ευρώπης, αλλά του ψυχρού πολέμου.
Υπό το βάρος του εξωτερικού καταναγκασμού, ενός νέου «τοκογλυφικού ιμπεριαλισμού», που αντανακλά την είσοδο στη φάση ενός καθαρά «χρηματιστικού» καπιταλισμού και μιας κοινωνίας που κάπως διαισθητικά υπαινίσσεται ο Μαρξ στα Γκρούντρισε, ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός, η δημοκρατία, το κράτος, τα πολιτικά κόμματα, η οικονομία λυγίζουν, τσακίζονται και, αν η διαδικασία ολοκληρωθεί, τελικά θα σπάσουν, όπως έσπασε, υπό το βάρος του εξωτερικού καταναγκασμού και της παγκόσμιας κρίσης το καθεστώς της Βαϊμάρης. Υπάρχουν δυνάμεις διεθνώς που το γνωρίζουν αυτό και σε αυτό αποβλέπουν. ‘Όταν πέρυσι, στα πλαίσια μιας συνέντευξης, είπα στον Κραλ, εκπρόσωπο του «Εύρηκα», ενός κονσόρτσιουμ συμφερόντων που ήρθε να αγοράσει όλη τη δημόσια περιουσία της Ελλάδας, έναντι 120 δις ευρώ από το χρέος της, ότι οι στατιστικές μας είναι ανάλογες με αυτές της Βαϊμάρης, δεν του προκάλεσα καμία συγκίνηση. Μου απάντησε απαθώς: «Κάνεις λάθος, είναι χειρότερες!»
Οικονομικές και εκλογικές στατιστικές ακολουθούν τώρα την ίδια και χειρότερη πορεία με αυτές της Βαϊμάρης, υποδεικνύοντας τη βαθύτερη, «δομική» ομοιότητα των δύο διαδικασιών, που δεν συνεπάγεται ασφαλώς μηχανική επανάληψη του προηγουμένου. Η αναλογία παραμένει χρήσιμη για να ξέρουμε τι πρέπει να περιμένουμε, όχι εξαιτίας των ιδεών των ανθρώπων, κι αυτό έχει πολύ κρίσιμη σημασία για να ερμηνεύσουμε το φαινόμενο του ΣΥΡΙΖΑ και της Χρυσής Αυγής, ή την καταστροφή των δύο κομμάτων εξουσίας και ιδίως του ΠΑΣΟΚ, κόμματος-καθεστώτος κατά τη μεταπολίτευση, που οι τελευταίες μετρήσεις το φέρνουν στο 5%. Δεν είναι οι ιδέες των ανθρώπων που αλλάζουν και γι’ αυτό έχει πολύ περιορισμένη σημασία και αποτελεσματικότητα ο τρόπος που αντιμετωπίζει η αριστερά τη Χρυσή Αυγή – συχνά μάλιστα την βοηθάει με τον τρόπο που τη «μάχεται». Είναι οι ιδέες και οι ιδεολογίες των ανθρώπων που λοιώνουν, σπάνε, τεμαχίζονται, τροποποιούνται ριζικά, εξαιτίας της οικονομικής, κοινωνικής και ψυχολογικής εντέλει πίεσης που ασκείται πάνω τους, όπως η ελιά στο ελαιοτριβείο.
Το ΠΑΣΟΚ ήταν η μεταπολίτευση, η περιορισμένη και τελικώς παρακμάσασα Δημοκρατία της, ο βαθμός ανεξαρτησίας που πέτυχε η Ελλάδα μετά την κυπριακή τραγωδία, τα κοινωνικά επιτεύγματα, όσα έδωσε η παράταξη της κεντροαριστεράς, μετά 40 χρόνια αυταρχισμού και εξοβελισμού της από τη δημόσια ζωή (1936-1974). Είτε πρέπει τώρα να γίνει «νέα μεταπολίτευση», που θα εγκαινιάζοντας μια εποχή αγώνων για εθνική αναγέννηση και αληθινή δημοκρατία (εθνικά απαραίτητη στις ελληνικές συνθήκες), είτε πάμε σε ένα «1974 από την ανάποδη». Αυτές είναι οι πραγματικές, ρεαλιστικές δυνατότητες στο πεδίο που προκαλεί ο εξωτερικός οικονομικός ανταγωνισμός. Ανάλογου βάθους κρίση δεν αντιμετώπισε άλλωστε προπολεμικά μόνο η Γερμανία. Ανάλογου βάθους ήταν οι κρίσεις που προκάλεσαν στη Ρωσία οι δύο πόλεμοι με την Ιαπωνία και τη Γερμανία, υπεύθυνοι για τις Επαναστάσεις της (1905, 1917). Η Ισπανία οδηγήθηκε επίσης σε εμφύλιο (1936-39).
Οικονομία, γεωπολιτική, ελληνικές «ιδιαιτερότητες»
Στην πραγματικότητα η Ελλάδα αντιμετωπίζει, για τρεις λόγους, μια κατάσταση πιο περίπλοκη και πιο δύσκολη από τη Βαϊμάρη:
Πρώτον, δεν έχει τον βαθμό εξωτερικής αυτονομίας της Γερμανίας και της Ρωσίας. Κινδυνεύει, όπως συνεθλίβη η Πολωνία μεταξύ των δύο το 1939, να συνθλιβεί γεωπολιτικά μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ. Επιβάλλεται ακραία προσοχή σε Κύπρο, Θράκη και Κρήτη.
Δεύτερο, αντιμετωπίζει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, πολύ σχεδιασμένο πρόγραμμα καταστροφής του έθνους-κράτους της, στηριγμένο στη λογική και τη μέθοδο «Σοκ και Δέους» που ανέλυσε η Ναόμι Κλάιν στο «Δόγμα του Σοκ». Το πρόγραμμα, πέραν του «μικροσκοπικού» ελέγχου των πολιτικών ηγεσιών και των ελίτ και της χειραγώγησης της μαζικής ψυχολογίας, επιδιώκει να καταστρέψει τα ίδια τα μέσα δυνητικής άμυνας του ελληνικού λαού/κράτους, πριν τυχόν αποπειραθούν να προτάξουν συγκροτημένη αντίσταση. Η ύφεση κατέστρεψε την ελληνική οικονομία, η αδυναμία ανακοπής της πορείας, η αυτοενοχοποίηση της Ελλάδας, η παγκόσμια επικοινωνιακή επίθεση σμπαριάλασε την κοινωνική αυτοπεποίθηση, το αγγλικό δίκαιο πάγωσε το χρέος σε ευρώ, η διεθνής πολιτική επίθεση κατά της Ελλάδας, με συνενοχή των ελίτ της, της αφήρεσε μέρος της πολιτικής δυνατότητας να χρησιμοποιήσει τα θεσμικά όπλα που διαθέτει ως μέλος ευρωζώνης/ΕΕ. Δημιουργείται έτσι μια κατάσταση που μπορεί αύριο να έρθει, έκουσα-άκουσα, η αριστερά στη εξουσία, χωρίς εργαλεία να δράσει και να αποπειραθούν να της φορτώσουν την ευθύνη της τραγωδίας, ώστε να τσακίσουν έτσι και τη δημοκρατική ραχοκοκαλιά του ελληνικού λαού, του έθνους.
Τρίτο, σε αντίθεση με την Τουρκία των πασάδων ή την Ελλάδα της μεταπολίτευσης, η χώρα μας σήμερα δεν έχει παρά πολύ περιορισμένες πολιτικές, κοινωνικές, πνευματικές εφεδρείες, γι’ αυτό και κινδυνεύει η αντισυστημική «επαναστατικότητα» και οργή να γίνει όχι δύναμη ανόρθωσης, αλλά αυτοκαταστροφής. Αυτό έκανε ο Χίτλερ στη Γερμανία. Απογοητευμένες από μια αριστερά που δεν ήθελε την εξουσία, σφόδρα εχθρικός στον καπιταλισμό, ο γερμανικός λαός διοχέτευσε στους ναζί όλο το δυναμικό της αγανάκτησής του, αγνοώντας ότι χειραγωγούνται στην κορυφή τους από τους ίδιους καπιταλιστές που μισούσε. Στην Ελλάδα, αν γίνει εμφύλιος, ο στόχος αυτών που θα τον προκαλέσουν θα είναι να διοχετεύσουν την οργή του ελληνικού λαού όχι στις ξένες τράπεζες, τα δικά του αφεντικά και τους ηγετικούς κύκλους της Γερμανο-ευρώπης, αλλά να την εκτονώσουν στους μετανάστες, «αναρχικούς» και «αριστερούς».
Αποδόμηση της μεταπολίτευσης, αποδόμηση του μεταπολεμικού κόσμου
Σε συνθήκες σχετικής ισορροπίας εργατών/αστών στη Δυτική Ευρώπη, κομμουνιστών/γκωλικών στη Γαλλία, ΗΠΑ/ΕΣΣΔ παγκόσμια, απεκατεστάθη μεν η κλονισμένη αστική εξουσία στη Δυτική, καπιταλιστική Ευρώπη, έγινε δυνατή όμως ταυτόχρονα η ανάπτυξη μιας σχετικά κοινωνικής «οικονομίας της αγοράς», ενός μοντέλου συναίνεσης στη Γαλλία και του «καπιταλισμού του Ρήνου» στη Γερμανία. Προβλήθηκε ιδεολογικο-πολιτικά το όραμα μιας Ευρώπης «ευημερίας, δημοκρατίας και ειρήνης», εναλλακτικής στο πολεμικό παρελθόν και στον σταλινικό κομμουνισμό, απέκτησαν, για πρώτη φορά στην ιστορία των δυτικών κοινωνιών, οι εργαζόμενοι μέρος τουλάχιστο της θέσης και του σεβασμού που άξιζαν, αναγνωρίστηκαν ως άνθρωποι, αναγκάστηκαν, έστω και με αιματηρούς αγώνες, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις να εγκαταλείψουν τις αποικίες τους. Σε αυτές τις συνθήκες επαγγέλθηκε ο στρατηγός Ντε Γκωλ το όραμα μιας «Ευρώπης από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια». Ο Σπούτνικ ενθουσίασε τους Σοβιετικούς και κέντρισε τους Αμερικανούς. Το ’68 και οι αξίες της αυτοδιαχείρισης απέδειξαν τη ζωντάνια των κοινωνιών μας.
Αυτός είναι ο κόσμος που δημιούργησε η νίκη των ευρωπαϊκών λαών επί του φασισμού, το 1945. Η Ελλάδα μπήκε μόνο ως προς το σκέλος του ψυχρού πολέμου, που εγκαινίασε μάλιστα με έναν θερμότατο εμφύλιο (1947-49). Χρειάστηκε να περιμένουμε το 1974 και μια εθνική τραγωδία για να συμμετάσχουμε, με τις ιδιομορφίες μας, στη μεταπολεμική Ευρώπη. ‘Όπως το 1947, έτσι και τώρα, η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα της Ευρώπης που μπήκε στον «νέο κόσμο» της μεταψυχροπολεμικής αποδόμησης.
Αποδόμηση που ξεκίνησε με τα κύματα «απελευθερώσεων» και τον νεοφιλελευθερισμό πριν 40 χρόνια, συνεχίστηκε με τη διάλυση του ανατολικού μπλοκ και τους πολέμους στη Μέση Ανατολή, για να μπει τώρα στην «καρδιά» του «πρώτου κόσμου», αρχίζοντας από την Ελλάδα την επίθεση στο επίπεδο δημοκρατίας, το έθνος-κράτος, το κοινωνικό κράτος που γνώρισε ο κόσμος τον 20ό αιώνα. Μια «ολοκληρωτική αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης» είναι το νέο, «κρυμμένο» υποκείμενο της διαδικασίας, συσπειρωμένο περί μια συμμαχία Χρήματος και αμερικανικών όπλων, όλο και πιο άνιση υπέρ του πρώτου πόλου, γύρω από την επιδίωξη επιβολής ενός «χρηματοπιστωτικού ολοκληρωτισμού» με τον «τοκογλυφικό ιμπεριαλισμό» που υφιστάμεθα, «κοινωνικές» και άλλες τεχνολογίες που θα κάνουν να ωχριούν μπροστά τους Στάζι και Γκεστάπο και, βέβαια, μιας παγκόσμιας «γεωπολιτικής δικτατορίας».
Στην Ελλάδα δοκιμάζουν τώρα οι Αυτοκράτορες του Χρήματος και της τεχνολογίας την είσοδο στον κόσμο του Ζαμιάτιν, του ‘Οργουελ και του Χάξλευ, των θεωρητικών του αντιανθρωπισμού και της ανισότητας, όπως οι Χάντιγκτον, Χάγιεκ, Φρήντμαν, Γινόν κ.α. Ο Χάγιεκ είναι ο δικός τους Μαρξ, ο Φρήντμαν ο Λένιν τους και αναμένεται τώρα ο Στάλιν τους.
Υπάρχει δυνατότητα ανακοπής αυτής της πορείας στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και παγκοσμίως; ‘Όλα υποδεικνύουν το αντίθετο, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι έτσι. Πρώτο, το μη ανακοινωμένο πρόγραμμα της «κρυμμένης» Αυτοκρατορίας είναι τόσο παρατραβηγμένο, που η έγκαιρη συνειδητοποίησή του μπορεί να προκαλέσει μαζική εξέγερση. Βλέπουμε ήδη, μετά τέσσερις δεκαετίες χειμέριας νάρκης των ευρωπαϊκών κοινωνιών, με εξαιρέσεις στη Γαλλία, «χορτασμένους» ως πρόσφατα λαούς να κινητοποιούνται στον νότο της Ευρώπης. Αλλού, η αντίσταση των Σουνιτών στο Ιράκ (2003), των Σιϊτών στον Λίβανο (2006), ανέκοψαν πάνω από πενταετία τα σχέδια πλήρους αποικιακού ελέγχου της Μέσης Ανατολής, που τώρα συναντούν μεγάλα εμπόδια στη Συρία.
Η «αποδόμηση» στηρίζεται πάρα πολύ και χρησιμοποιεί την «πληροφορία». Τα προγράμματά της προσπαθούν να οδηγήσουν τα υποκείμενα να παραλύσουν, όχι μόνο να μην αντισταθούν, αλλά να αυτοκτονήσουν μόνα τους, όπως έπραξε η ΕΣΣΔ, με κατάλληλα χειραγωγούμενη την ηγεσία της ή όπως έπραξε με το Μνημόνιο, τη Δανειακή και το αγγλικό δίκαιο το ελληνικό κράτος. Ακριβώς όμως επειδή στηρίζεται σε μια ιδέα, η κατάσταση είναι πολύ εύκολο να αντιστραφεί αν παρουσιαστεί παίκτης με επαρκή στρατηγική ενόραση. Μια νίκη από την άλλη μεριά αρκεί για να αλλάξει όλο το ψυχολογικό παιχνίδι, αν δεν προλάβει να προκαλέσει «ανήκεστο βλάβη».
Ευρώπη, ανθρωπισμός, Διαφωτισμός
Είναι για αυτό που είμαστε εξαιρετικά επιφυλακτικοί έναντι όσων υποστηρίζουν την έξοδο από το ευρώ ή/και την ΕΕ. ‘Όχι από έρωτα προς αυτές τις γενικά απαράδεκτες δομές, τις οποίες επικρίναμε συγκεκριμένα και σφοδρά όταν ουδείς ησχολείτο. Αλλά γιατί δεν μας αρέσει η φυγή από την πραγματικότητα με τη βοήθεια συνθηματολογίας χωρίς κόστος και, αντίθετα, μας ενδιαφέρει όχι απλά να γκρεμίσουμε αυτό που δεν μας αρέσει, αλλά να βρεθούμε σε καλύτερη τελική κατάσταση.
Στην ΕΣΣΔ δεν υπήρχε ίχνος σοσιαλισμού, πέραν της επίσημης αναφοράς του καθεστώτος, που έκανε άλλωστε ζημιά στις σοσιαλιστικές ιδέες. ‘Ηταν όμως μια δομή με πολύ εντυπωσιακά κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά επιτεύγματα, συγκρινόμενη με την πραγματικότητα του πλανήτη, όχι των δέκα πιο αναπτυγμένων χωρών του. Η διάλυσή της προς όφελος ενός καθεστώτος «μαφιόζικου κπαιταλισμού» που περιεβλήθη τον μανδύα μιας ψευτο-δημοκρατίας, απετέλεσε παγκόσμιας σημασίας, ιστορική οπισθοδρόμηση και εξίσου ιστορική ήττα του σοσιαλισμού.
‘Ετσι και σήμερα, η αποσύνθεση μιας δομής αντιφατικής, με ανθρωπιστική/δημοκρατική ιδεολογία και μερικά αντιδημοκρατική δομή όπως η ΕΕ, δεν θα οδηγήσει βεβαίως, στις συγκεκριμένες συνθήκες, από μόνη της, στην «απελευθέρωση» των εθνών της, αλλά στον έξαλλο ανταγωνισμό τους, δημιουργώντας πολιτικές και οικονομικές συνθήκες για να γίνει όλη η ήπειρος μια μπουκιά για την «Αυτοκρατορία των Αγορών». Αν το τέλος της ΕΣΣΔ ήταν, με μια έννοια τουλάχιστο, το «τέλος του σοσιαλισμού», παρόλο που δεν υπήρχε ίχνος του εκεί, έτσι και το τέλος της ΕΕ, υπό τις συγκεκριμένες σήμερα συνθήκες, κινδυνεύει να αποδειχτεί «τέλος του ανθρωπισμού», του προτάγματος του Διαφωτισμού, μια παγκόσμια ιστορική καταστροφή δηλαδή πολύ χειρότερη στις συνέπειές της από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Δεν σημαίνει αυτό, προς Θεού, ότι πρέπει να υποταγούμε στις επιλογές των ανώτερων τάξεων της Ευρω-Γερμανίας. Το αντίθετο. Σημαίνει όμως ότι πρέπει να αποφύγουμε τις προβοκάτσιες, σημαίνει ότι αναδεικνυόμενη, μια ηγεσία της αριστεράς ή του έθνους που θέλει να οδηγήσει σε αναγέννηση πρέπει να λάβει υπόψιν της την πραγματική εσωτερική και παγκόσμια κατάσταση, αναπτύσσοντας στρατηγική που θα διευρύνει, δεν θα περιορίζει τις συμμαχίες και τους βαθμούς ελευθερίας της Ελλάδας. Αυτό που έκαναν οι «ραγιάδες των Αθηνών» μέχρι τώρα, ήταν να επικαλούνται τα πλεονεκτήματα από την ένταξη στην ΕΕ και το ευρώ για να τα εξουδετερώνουν! Αν η αριστερά δεν θέλει να τελειώσει τον ιστορικό της βίο συνδεόμενη με μια εθνική τραγωδία, οφείλει να εκμεταλλευθεί τον ελάχιστο χρόνο που της απομένει για να προετοιμαστεί σοβαρότατα για όλα τα ενδεχόμενα.
22 Οκτωβρίου 2012
Σημειώσεις
(1) Αν δεν κάνω λάθος, ήμουν ο πρώτος που εισήγαγα την αναλογία ανάμεσα στην προπολεμική Γερμανία και τη σημερινή Ελλάδα στην ελληνική συζήτηση και, στη συνέχεια, στη γερμανική, με ένα άρθρο στη Handelsblatt (16.6.2011). Αρχικά, στην Ελλάδα η ιδέα πέρασε απαρατήρητη, στην Ευρώπη όμως έκανε μια κάποια εντύπωση, λόγω της ιστορικής βαρύτητας του παραδείγματος. Αργότερα άρχισε να ενοχλεί κάπως ορισμένα στελέχη της Αριστεράς, γιατί, υποθέτω, τους έθετε ενώπιον προβλημάτων που δεν ένοιωθαν ότι μπορούσαν να αντιμετωπίσουν. Στο τέλος η «Βαϊμαρολογία» μπήκε για τα καλά στη δημόσια συζήτηση, συνήθως όμως με τα χαρακτηριστικά της «ανοητολογίας», που χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό δημόσια και πνευματική ζωή στην Ελλάδα, αχρηστεύοντας και τις ιδέες ως μέσο αντιμετώπισης κρίσεων.
(2) Ο φόβος μπροστά στην πραγματικότητα μιας τόσο βαθιάς κρίσης και η συνακόλουθη άρνηση αποδοχής της κατάστασης, ίσως εξηγεί την αμηχανία και τον σκεπτικισμό με τον οποίο μερικοί αριστεροί διανοούμενοι αντιμετωπίζουν την αναλογία της Βαϊμάρης ή τη χαρακτηρίζουν «εκφοβιστική». Τείνουν να προσεγγίσουν τη γερμανική κρίση «θεσμολαγνικά» και «νομικίστικα» σα μια αρρώστια του κόσμου που επιθυμούν να ζουν, μιας σχετικά σταθερής αστικής δημοκρατίας, της οποίας αποτελούν τους διανοούμενους.
Για παράδειγμα, ο καθ. Κουζέλης, σε συνέντευξή του στην Αυγή (21.10) και αναφερόμενος στο παράδειγμα της Βαϊμάρης, υποστηρίζει ότι «δεν μπορούμε να προάγουμε λχ την καταγγελία της τοκογλυφίας σε βασικό σύνθημα, όπως η Χρυσή Αυγή», που δεν το κάνει «τυχαία» αφού «οι τοκογλύφοι γι’ αυτήν είναι βέβαια οι Εβραίοι»! Αφήνουμε το απερίγραπτο επιχείρημα να μη λέμε κάτι γιατί το λέει κάποιος άλλος ή τη μάλλον αμφίβολη «υπηρεσία» στους Εβραίους, “out of the blue”. Μην αναγνωρίζοντας τον κεντρικό ρόλο του χρηματιστικού κεφαλαίου, περιοριζόμενοι, όπως λέει παρακάτω, στο να θεωρούμε την τοκογλυφία «μορφή αξιοποίησης του κεφαλαίου», με το οποίο έχουμε, γενικά, αλλά ποτέ ειδικά, «μέτωπο», δεν προσδιορίζουμε το ειδικό καθεστώς που αντιμετωπίζουμε και δεν μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί αποσυνθέτει την αστική δημοκρατία. Η Ελλάδα καταστρέφεται δια πληρωμής τόκων και φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια τα «ενεχυροδανειστήρια χρυσού» στις πόλεις μας, πιο θλιβερά από Γραφεία Τελετών, γιατί θάβουν ζωντανούς τους ανθρώπους. Πως είναι δυνατόν κάποιος να θεωρεί τον εαυτό του αριστερό διανοούμενο, χωρίς να αναλύει τη λειτουργία του καπιταλισμού, απολυτοποιώντας μια ορισμένη περίοδό του, πολύ περισσότερο αν δεν έχει επαφή με την κοινωνία που ζει και τον λαό που τον περιβάλλει;
(3) Δυστυχώς τα κείμενα αυτά είναι δυσεύρετα στα ελληνικά. Εκδόθηκαν στη δεκαετία του 1970 στην ολότητά τους σε δύο τόμους από την «Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη». Ορισμένα επανεκδόθηκαν έκτοτε. Η «Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης» κυκλοφορεί από το «Παρασκήνιο|, στην κλασική, όχι ικανοποιητική μετάφραση του Λίλλη
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nexus, τεύχος Νοεμβρίου 2012