Οι κίνδυνοι και η άλλη άποψη
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Σοβαρά ερωτήματα θέτει η πρόσφατη δημοσιοποίηση έκθεσης της Ντώυτσε Μπανκ για τα ενδεχόμενα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες. Πρώτον, σε ότι αφορά την σκοπιμότητα της δημοσιοποίησής της, σε μια περίοδο που γίνεται διεθνής συζήτηση και διαπραγμάτευση μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανίας για το βιώσιμο του ελληνικού χρέους. Δεύτερον, για το ποια είναι τα σχέδια των Πιστωτών για τον ελληνικό ορυκτό πλούτο, κατά πόσον δηλαδή θέλουν να χρησιμοποιήσουν προς ώφελός τους τυχόν ενεργειακούς πόρους της χώρας. Σύμφωνα με πληροφορίες του περιοδικού μας, απεφεύχθη την τελευταία στιγμή η υπαγωγή συμβάσεων για μέταλλα στο ΤΑΙΠΕΔ, το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων, που έχει συσταθεί με νομοθετημένη εντολή να διαχειρίζεται τους πόρους για την αποκλειστική αποπληρωμή του χρέους και μάλιστα, υπογραμμίζει ο καθηγητής Κασιμάτης, σε λογαριασμό επ’ ονόματι των Πιστωτών, αρχικά στην Τ.τ.Ε. και αργότερα σε τράπεζα του Λουξεμβούργου.
Η δημοσιοποίηση συμπίπτει με έντονη κινητικότητα στο θέμα της ΑΟΖ, καθώς η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζεται, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, να προχωρήσει στην ανακήρυξη, αφού ολοκληρωθούν ορισμένες κινήσεις ιδίως με τη Λιβύη. «Λιβυκή κυβέρνηση» δεν υπάρχει ακριβώς, αλλά υπάρχει ο αμερικανικός έλεγχος επί της Λιβύης και η ισραηλινή επιρροή επί της αμερικανικής διπλωματίας. Αντιθέτως, το Κάιρο του Μόρσι δημιουργεί προσκόμματα ως προς την οριοθέτηση της ΑΟΖ, αφενός λόγω προσέγγισης με την ‘Αγκυρα του Ερντογάν, αφετέρου λόγω αραβικής δυσαρέσκειας για την προσέγγιση της Ελλάδας και της Κύπρου με το Ισραήλ. Υπέρ της ανακήρυξης ΑΟΖ λέγεται ότι συνηγορεί έντονα ο σύμβουλος του πρωθυπουργού Χρύσανθος Λαζαρίδης και για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. Είναι γνωστό ότι ο κ. Λαζαρίδης ασκεί σημαντική επιρροή στον κ. Σαμαρά, φέρεται άλλωστε και ως ο βασικός εισηγητής και το στήριγμα της στροφής του, τον Νοέμβριο 2011, από το «‘Όχι» στο «Ναι» στα Μνημόνια. Διατηρεί επίσης εξαίρετες σχέσεις με τον «διεθνή παράγοντα», ιδίως Ισραήλ και ΗΠΑ.
Η ανακήρυξη ΑΟΖ είναι χρήσιμη για τους αλιευτικούς πόρους, για την διεκδίκηση της ευθύνης έρευνας και διάσωσης στις θάλασσες που αφορά, ενώ διευκολύνει, χωρίς όμως να είναι απαραίτητη, την πόντιση υποβρυχίων καλωδίων και αγωγών. Αντίθετα, δεν είναι απαραίτητη για τους υποθαλάσσιους υδρογονάνθρακες, δεδομένου ότι η κυριότητα επ’ αυτών διασφαλίζεται ήδη με την υφαλοκρηπίδα που είναι φυσικό δικαίωμα κάθε κράτους (δεν προϋποθέτει ανακήρυξη). Η υφαλοκρηπίδα εκτείνεται σε απόσταση ίση ή μεγαλύτερη από το όριο της ΑΟΖ (200 ν.μ.) και η διαδικασία οριοθέτησης είναι ταυτόσημη με αυτή της οριοθέτησης της ΑΟΖ. Το βασικό για όλες τις θαλάσσιες ζώνες είναι όχι η ανακήρυξη, όσο η οριοθέτηση με τα αντικείμενα κράτη, που επιτυγχάνεται, είτε με διαπραγματεύσεις, είτε με προσφυγή στη διεθνή δικαιοσύνη. Το μόνο πρόβλημα που ενδεχομένως να προκύψει από την ανακήρυξη ΑΟΖ είναι ότι μπορεί να θεωρηθεί από την Τουρκία ανατροπή του ατύπου, πλην πραγματικού modus vivendi μεταξύ των δύο χωρών (διερευνητικές), προκαλώντας μια μάλλον ανεπιθύμητη, υπό τις παρούσες συνθήκες, ένταση.
Τα ερωτήματα που τίθενται από την προοπτική ανεύρεσης ενδεχομένως σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων είναι το κατά πόσον μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να ξεφύγει η χώρα από τη θηλιά του χρέους και των Μνημονίων, κατά πόσον μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τις εθνικές μας ανάγκες και όχι να καταλήξουν στις τσέπες των Πιστωτών, που ασφαλώς τα ορέγονται όπως ορέγονται και τη γεωπολιτική «υπεραξία» της χώρας (τα δύο πάνε συνήθως μαζί).
Ανεξαρτήτως πάντως του τι θα γίνει με τα ίδια τα κοιτάσματα, η καταρχήν παράξενη (αφού δεν είναι θέμα της η ενέργεια) έκθεση της Ντώυτσε Μπανκ, προκαλεί εντύπωση για δύο λόγους. Πρώτον γιατί δεν αναφέρει κανένα νέο ή βέβαιο στοιχείο, στηρίζεται αποκλειστικά σε εκτιμήσεις Ελλήνων επιστημόνων, που επισημαίνουν την αναλογία των λεκανών Λεβαντίνης και Ηροδότου και η ίδια άλλωστε τηρεί επιφυλάξεις ως προς τη βασιμότητα των εκτιμήσεων, έως ότου ολοκληρωθούν οι έρευνες. Δεύτερον γιατί δημοσιοποιείται σε μια εποχή που τίθεται εκ των πραγμάτων αλλά και του ΔΝΤ, θέμα βιωσιμότητος του ελληνικού χρέους. Η δημοσιοποίηση μιας τέτοιας έκθεσης, αυτή τη χρονική στιγμή, ενισχύει τα επιχειρήματα όσων αντιτίθενται σε μια περικοπή του ελληνικού χρέους. Αν η Ελλάδα διαθέτει ένα «Ελντοράντο αερίου» γιατί να μην πληρώσει το χρέος μέχρι τελευταία δεκάρα;
Για σχεδόν όλους τους οικονομολόγους παγκοσμίως, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και πρέπει να περικοπεί. Δεν είναι όμως αυτή η άποψη των κ.κ. Σαμαρά και Μέρκελ, οι οποίοι επιμένουν ότι το χρέος είναι βιώσιμο και η Ελλάδα οφείλει, μέσω «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», όπως λένε, να βρει τον τρόπο να το ξεπληρώσει και να ξαναγίνει «αξιόπιστη» έναντι των «αγορών», ώστε να μπορεί να επαναχρηματοδοτηθεί. Για τον λόγο αυτό λέγεται ότι ο κ. Σαμαράς αναφέρει συχνά στις διεθνείς επαφές του την εικαζόμενη ύπαρξη πόρων, ως επιχείρημα ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να αποπληρώσει το χρέος της.
Τα ερωτήματα που τίθενται όμως από πολλούς αναλυτές είναι, εν προκειμένω, δύο και αφορούν την οικονομική κατάσταση της χώρας και το διεθνές νομικό καθεστώς της. Εάν το χρέος είναι βιώσιμο, η διοχέτευση πόρων στην εξυπηρέτησή του είναι σκόπιμη για να μειωθεί. Αν δεν είναι, τότε μια τέτοια διοχέτευση εξασθενεί τη χώρα, αυξάνοντας ταυτόχρονα το χρέος!
Δεύτερον, όπως υπογραμμίζει ο πρύτανης των Ελλήνων συνταγματολόγων καθηγητής Κασιμάτης, αλλά και άλλοι διαπρεπείς συνταγματολόγοι, όπως ο καθηγητής Χρυσόγονος του ΑΠΘ, η Δανειακή Σύμβαση έχει δεσμεύσει με το άρθρο 4 το σύνολο της ελληνικής δημόσιας περιουσίας, ενώ, με το άρθρο 15, ήρε όλες τις ασυλίες εθνικής κυριαρχίας και εισήγαγε το αγγλικό δίκαιο. Σε εφαρμογή αυτών των διατάξεων και της Δανειακής στο σύνολό της θεσπίστηκε το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων και εισάγονται τώρα στην ελληνική νομοθεσία μια σειρά διατάξεων που καθιστούν τη χώρα «αποικία χρέους». Είναι αλήθεια, όπως παρατηρεί ο νομικός Αλέξης Μητρόπουλος, ότι η πρόσφατη νομοθεσία για το ΤΑΙΠΕΔ άφησε σε «ασαφές» καθεστώς τον ορυκτό πλούτο, αλλά είναι θέμα κατά πόσον οι Πιστωτές θα αφήσουν ελεύθερη τη διαχείρισή του από το ελληνικό κράτος. Κυβερνητικές πηγές, υπόψιν των οποίων θέσαμε το θέμα, δεν απέκλεισαν την πιθανότητα εμπλοκής, υποστήριξαν όμως ότι ίσως μπορεί να βρεθεί κάποια λύση, με την εξεύρεση κάποιας φόρμουλας για το νομικό καθεστώς της εκμετάλλευσης.
Στην πραγματικότητα λίγοι άνθρωποι στην Ελλάδα και διεθνώς, πλην της ίδιας της τρόικας, γνωρίζουν τι ακριβώς γίνεται με τα κείμενα χιλιάδων σελίδων δυσνόητων και περίπλοκα διατυπωμένων νομικών όρων, που εισάγονται με τη διαδικασία του κατεπείγοντος στην ελληνική νομοθεσία, χωρίς κανείς να μπορέσει όχι να αναλύσει και σκεφθεί, αλλά συχνά και να διαβάσει ακόμα.
Υπό παρόμοιες συνθήκες φοβάται κανείς ότι, αν υπάρχουν, οι πόροι από τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων της χώρας κινδυνεύουν να μη χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες και τη σωτηρία μας, αλλά να καταλήξουν τελικά στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών των Πιστωτών.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επίκαιρα, 13/12/2012