Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Γράφαμε αυτό το κείμενο, όταν πληροφορηθήκαμε τη δολοφονική επίθεση κατά του βουλευτή της Αριστεράς και μαχητικού υπερασπιστή, όλη του τη ζωή, των δικαιωμάτων των εργαζομένων, Δημήτρη Στρατούλη.
Δεν γνωρίζουμε αυτή τη στιγμή επαρκή δεδομένα, ώστε να μπορούμε να εξάγουμε ένα ασφαλές συμπέρασμα για την επίθεση. Eπιφυλασσόμεθα. Ελπίζουμε να μη συνιστά ένδειξη εισόδου σε ελληνικό «κύκλο της έντασης», σαν αυτόν που γνωρίσαμε στο παρελθόν σε Ελλάδα, Κύπρο, Ιταλία. Δεν μπορούμε όμως να το αποκλείσουμε.
Ανεξαρτήτως του τι συνέβη με τον Στρατούλη έχουμε στην Ελλάδα, από τη μια την βίαιη, εμφυλιοπολεμική κουλτούρα που «εκπέμπει» η Χρυσή Αυγή, από την άλλη τις καθόλου ακίνδυνες δυνάμεις που «επιστάτησαν»/«επιστατούν» στα Μνημόνια, αρχικά δια της επιρροής τους στους συμβούλους του Γιώργου Παπανδρέου και, μετά, στις κυβερνήσεις που ακολούθησαν. Δεν πρόκειται μόνο για οικονομικές/πολιτικές δυνάμεις. Διαθέτουν αυτόνομη, διεθνή παρακρατική υποδομή. ‘Εχουν δραστηριοποιηθεί σε «καυτά σημεία» (Βαλκάνια, πρ. ΕΣΣΔ, Μέση Ανατολή), σε συνεργασία με διάφορες υπηρεσίες. Για να μη μιλήσουμε για τη δράση «συνιστωσών» ξένων συμφερόντων στο ίδιο το ελληνικό «βαθύ κράτος».
Επανειλημμένα υποστηρίξαμε ότι ο δρόμος του Μνημονίου οδηγεί στην καταστροφή της ελληνικής δημοκρατίας, όσης και όποιας υπάρχει τέλος πάντων. Γι’ αυτό είναι γελοία η πρόταση σύμπηξης «αντιφασιστικού μετώπου» από τον ΣΥΡΙΖΑ και τα κόμματα των Πιστωτών. Πως είναι δυνατόν να ενωθούν οι ‘Ελληνες που πέφτουν από τα μπαλκόνια κι αυτοί που τους σπρώχνουν με την πολιτική τους; Η Χρυσή Αυγή είναι γνήσιο τέκνο του Μνημονίου. Αν θέλεις να την καταπολεμήσεις, πρέπει να σταματήσεις το Μνημόνιο! Μόνο την αυτοκαταστροφή της μπορεί να προκαλέσει η αριστερά, συνεργαζόμενη με πολιτικές δυνάμεις που προώθησαν/προωθούν την καταστροφή, λεηλασία και προδοσία του ελληνικού λαού.
Τελειώνει η μετεκλογική «ισορροπία»
Φεύγοντας από τη βία, διαπιστώνουμε μια γενικότερη πολιτική «αντεπίθεση», εσωτερικά και διεθνώς, των δυνάμεων του Μνημονίου, των κομμάτων των Πιστωτών. Πριν από έξη μήνες, όλοι εξεπλάγησαν και πανικοβλήθηκαν από τα αποτελέσματα των εκλογών της 6.5. Αποτελέσματα που απέδειξαν την έκταση της αποδοκιμασίας των δύο κομμάτων που διοίκησαν τη χώρα μετά το 1974, εκτοξεύοντας βίαια τον ΣΥΡΙΖΑ στη δεύτερη θέση, εξαιτίας ιδίως του κύριου προεκλογικού του μηνύματος «Θέλουμε να σταματήσουμε το μνημόνιο και θα το κάνουμε αν μας εμπιστευτείτε». Το μικρό έως τότε κόμμα της αριστεράς έθεσε έτσι υποψηφιότητα να γίνει κύριο εθνικό υποκείμενο για τη διακοπή της αυτοκαταστροφικής «δίνης θανάτου» στην οποία μπήκε η χώρα με τη Δανειακή και τα Μνημόνια.
Υπό συνθήκες πρωτοφανούς και μαζικής παρέμβασης των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, ο ελληνικός λαός δεν αποφάσισε να ολοκληρώσει το βήμα της 6ης Μαίου στις εκλογές της 17ης Ιουνίου. Οι εκλογές κερδήθηκαν, σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν, οριακά, από τη ΝΔ, που σχημάτισε κυβέρνηση με τη συνδρομή του εκλογικού νόμου, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ. Και συνέχισε, χωρίς καμιά «επαναδιαπραγμάτευση», την πορεία καταστροφής.
Ο ελληνικός λαός δεν τόλμησε να κάνει το επόμενο βήμα, είτε γιατί φοβήθηκε τις συνέπειες, είτε γιατί έκρινε «ασταθές» το σήμα που λάμβανε από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και ανεπαρκώς έτοιμο το κόμμα να ηγηθεί του έθνους στον τιτάνιο αγώνα που οφείλει να δώσει, αν θέλει να διακόψει τη μνημονιακή πορεία.
‘Εκτοτε, τα πράγματα έμειναν σε μια σχετική ισορροπία, με το μνημονιακό μπλοκ να καταρρέει σε όλες τις εκφράσεις του, τη Χρυσή Αυγή να γίνεται βασικός υποδοχέας της αγανάκτησης των νέων, συνεχώς καταστρεφόμενων κοινωνικών στρωμάτων και τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σταθεροποιημένο με ελαφρή αυξητική τάση στα θερινά ποσοστά του. Αυτή όμως δεν ήταν και δεν μπορούσε να είναι, από την ίδια τη φύση της μνημονιακής διαδικασίας καταστροφής, τίποτα περισσότερο από μια ασταθής, προσωρινή και, παρά τα φαινόμενα, δυναμική και όχι στατική ισορροπία. Τα ποδήλατα δεν μπορούν να σταματήσουν. Αν δεν προχωρήσεις πέφτεις.
Τα Plan A και B των Πιστωτών
Το διεθνές κόμμα του Μνημονίου και τα εγχώρια κόμματα των Πιστωτών είχαν προσώρας αδρανοποιηθεί από το σήριαλ της επόμενης δόσης και την προσπάθεια να πεισθεί η κυβέρνηση Σαμαρά να προχωρήσει σε απίστευτες πράξεις κοινωνικής βαρβαρότητας και εθνικού ακρωτηριασμού, με τις νέες νομικές ρυθμίσεις που δένουν την Ελλάδα στο καθεστώς της αποικίας. Με το που γίνανε αυτά, ξεκίνησαν ήδη την πολιτική τους αντεπίθεση, σε μια στρατηγική που περιέχει, κατά τα φαινόμενα plan A και plan B, αν όχι και περισσότερα.
To plan A συνίσταται στο να εμποδιστεί η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε περίπτωση νέων εκλογών και ο σχηματισμός αντιμνημονιακής κυβέρνησης, ιδίως πριν τις γερμανικές εκλογές.
Το plan B είναι, εφόσον το πρώτο δεν καταστεί δυνατό, να σχηματιστεί κυβέρνηση με πυρήνα την Αριστερά και να συντριβεί, ώστε αφενός να πέσει σε αυτή την παράταξη η ευθύνη μιας μείζονος ιστορικής τραγωδίας, που δεν τη βαρύνει ασφαλώς και, καταστρεφόμενης αυτής της παρατάξεως, που συνιστά αντικειμενικά, την κύρια και μάλλον τελευταία ευκαιρία ειρηνικής και δημοκρατικής εξέλιξης, να ανοίξει ο δρόμος πολύ χειρότερων καταστροφών για τον ελληνικό λαό, από αυτές που γνωρίσαμε τα δυόμισυ τελευταία χρόνια.
Αυτή είναι η στρατηγική του Μνημονίου και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Δεν έχουμε λόγους να εκτιμάμε ότι, επ’ αυτού του ζητήματος, διαφοροποιείται ουσιωδώς η προσέγγιση των κυρίαρχων κύκλων της «Γερμανοευρώπης» και των ΗΠΑ, έστω κι αν οι τελευταίες (και το ΔΝΤ, και ακόμα περισσότερο η πιο ριζοσπαστική πτέρυγα της «Αυτοκρατορίας του Χρήματος») προφανώς θα χρησιμοποιήσουν, αν δεν ενθαρρύνουν ενδεχομένως, μια σύγκρουση Βερολίνου και Αθήνας, εφόσον κρίνουν ότι είναι προς το συμφέρον τους.
Πρώτες πολιτικές πρωτοβουλίες
Αν αυτή η ανάλυση είναι σωστή, τότε μπορούμε καλύτερα να ερμηνεύσουμε το παζλ των πιο πρόσφατων πολιτικών εξελίξεων.
Πολλά μπορεί ενδεχομένως να προσάψει κανείς στον Πάνο Καμμένο, πράγματα βέβαια που δεν έγιναν γνωστά στους βουλευτές του την τελευταία εβδομάδα – οι αποχωρήσαντες τα γνώριζαν και τα ανέχθηκαν πολύ καιρό. Η κίνηση όμως των βουλευτών της ΝΔ που προσχώρησαν την τελευταία στιγμή σε αντιμνημονιακές θέσεις και δεν έπαψαν ποτέ να κλείνουν στην πραγματικότητα το μάτι στη ΝΔ, και μάλιστα με το επιχείρημα ότι ο Καμμένος θέλει να συνεργασθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να θεωρηθεί ενδεικτική των επιδιώξεων που έρχεται να εξυπηρετήσει η νέα κίνηση.
Η εκδήλωση αυτής της κίνησης είναι βέβαια και αντανάκλαση της κατάστασης που επικρατεί στην κοινωνία, των ανεπαρκειών και αδυναμιών δηλαδή της αντιμνημονιακής τάσης στο επίπεδο των ιδεών και των πολιτικών πρωτοβουλιών.
Η διάλυση των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» περιορίζει ακόμα περισσότερα τα περιθώρια ελιγμών του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, αν χρειαστεί δυνητικούς συμμάχους για τη διακοπή των Μνημονίων. Πόσο μάλλον αν οι μνημονιακοί επιβάλλουν την απλή αναλογική, που ορθώς έχει υποστηρίξει, κακώς έχει θεοποιήσει, κατά τη γνώμη μας, η αριστερά. Στην περίπτωση αυτή, και με τα σημερινά δεδομένα, καθίσταται σχεδόν αδύνατος ο σχηματισμός αντιμνημονιακής κυβέρνησης. Και, περαιτέρω, πιέζεται ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεργαστεί με μνημονιακές δυνάμεις για να κυβερνηθεί η χώρα.
Ταυτόχρονα, η ανακήρυξη τώρα ΑΟΖ, θα περισπάσει την προσοχή του ελληνικού λαού από τα κρίσιμα για την επιβίωσή του θέματα της συνεχιζόμενης μνημονιακής καταστροφής, της πλήρους κατάρρευσης της δυνατότητας αναπαραγωγής της ελληνικής κοινωνίας και του κράτους. Διεθνώς, θα δώσει ένα σοβαρό επιχείρημα σε όσους αντιτίθενται σε οποιαδήποτε διαγραφή του ελληνικού χρέους, απαραίτητο συστατικό οποιασδήποτε «στρατηγικής βιωσιμότητας» του ελληνικού λαού και του κράτους του.
Τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μεσο-μακροπρόθεσμα είναι ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ να εκπονήσει τεκτικές και στρατηγική, αντιμέτωπος με πολύ δύσκολα προβλήματα, ορισμένα παγκοσμίως πρωτότυπα και με τελικό διακύβευμα που δεν είναι συγκρίσιμο με οτιδήποτε αντιμετώπισε η αριστερά μετά το 1949.
Είναι φυσικό να αντιμετωπίζει δυσκολίες, γιατί μόνο η Αθηνά βγήκε πανέτοιμη, με την πανοπλία της, από το κεφάλι του Δία. Οπωσδήποτε όμως η τόλμη, η σοβαρότητα και το ανοιχτό μυαλό, θα αποτελέσουν κρίσιμους παράγοντες για την επιτυχία της προσπάθειάς της και την δική της και την τύχη της Ελλάδας.
Επίκαιρα, 20.12.2012