Της Μαρίας Νεγρεπόντη – Δελιβάνη
6 Μαρτίου 2019
Η τελευταία έκθεση της Κομισιόν αναγνωρίζει, με συγκατάβαση είναι αλήθεια, κάποια λίγα θετικά βήματα, που πραγματοποίησε η ελληνική οικονομία. Παραδόξως, όμως, η έκθεση αναφέρεται, και σε επίτευγμα της ελληνικής οικονομίας, που όμως δεν επιβεβαιώνεται από πουθενά: δηλαδή, στη δήθεν βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της. Ακριβώς, επειδή η Ελλάδα δεν έπραξε αρκετά, κατά την Κομισιόν, πρέπει ενδεχομένως να τιμωρηθεί, για αυτήν την ανικανότητά της. Οι εταίροι μας, λοιπόν, θα «σκεφθούν αν θα μας δώσουν το 1 δισ. ευρώ, που από καιρό μας οφείλουν ή αν θα το καθυστερήσουν ακόμη επ’ αόριστον».
Από την έκθεση της Κομισιόν προκύπτει ότι είναι ουτοπία η τυχόν πεποίθηση ότι «βγήκαμε από τα μνημόνια». Αντιθέτως, επιβεβαιώνεται με τον πιο αδιάψευστο τρόπο, η παραμονή μας εντός, μέχρις ότου ξεπληρώσουμε το 80% του μη βιώσιμου χρέους μας, του οποίου η αποπληρωμή δεν άρχισε καν στα εννέα αυτά μνημονιακά χρόνια.
Η μοναδική αλλαγή στο καθεστώς χρέους μας είναι ότι οι δόσεις εξυπηρέτησής του, που ήταν εξασφαλισμένες και με χαμηλό επιτόκιο, τώρα θα πρέπει να αναζητούνται στις αγορές, με τους κινδύνους που αυτές περιλαμβάνουν. Οι κίνδυνοι αυτοί εμφανίζονται ενισχυμένοι, καθώς οι σειρήνες για την έλευση μιας νέας παγκόσμιας κρίσης ηχούν ολοένα και πιο απειλητικές.
Εξακολουθούμε, και μετά την υποτιθέμενη έξοδό μας από τα Μνημόνια, να μην έχουμε το δικαίωμα να αναπνεύσουμε χωρίς την άδεια των θεσμών. Έτσι, ανάμεσα και σε άλλα, οι θεσμοί βρήκαν υπερβολική την αύξηση του 11% του κατώτατου μισθού, γιατί κατ’ αυτούς «κινδυνεύει να δημιουργήσει ανεργία«. Όπως υποστήριξα σε προηγούμενο άρθρο μου, ο κίνδυνος αυτός είναι υπαρκτός, όχι βέβαια επειδή η αύξηση, ύστερα από πάγωμα των μισθών, για εννέα περίπου έτη, μπορεί να θεωρηθεί υπερβολική, αλλά επειδή η οικονομία βρίσκεται σε πλήρες αδιέξοδο, με το σύνολο των αναπτυξιακών δεικτών της να χειμάζει.
Οι διαπιστώσεις και κρίσεις της έκθεσης αυτής (όπως και όλων των προηγουμένων) είναι βραχυχρόνιες και δεν υπεισέρχονται στον πυρήνα του προβλήματος. Ειδικότερα, οι παρατηρήσεις της έκθεσης δεν ασχολούνται με τις απαιτήσεις ανόρθωσης της κατεστραμμένης ελληνικής οικονομίας,, αλλά αντιθέτως αρκούνται στην κουραστική επανάληψη «της ανάγκης διαρθρωτικών αλλαγών».
Αυτές, ωστόσο, οι αλλαγές, όπως έγινε πια γενικότερα συνειδητό, επιδιώκουν μόνιμα και απροκάλυπτα, την εξασφάλιση των συμφερόντων των δανειστών, ενώ ουδεμία σχέση έχουν με τις αναπτυξιακές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας. Πρόκειται, ανάμεσα και σε άλλα, για την προτροπή των θεσμών να επιταχυνθούν οι διαδικασίες του ξεπουλήματος ολόκληρης της Ελλάδας, αυτές των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας, της μείωσης των συντάξεων, της καταπάτησης των εργασιακών δικαιωμάτων κ.ο.κ.
Η πλευρά Κομισιόν
Από την πλευρά, τώρα, της Κομισιόν υποστηρίζεται ότι υπάρχουν μεγάλες ανισορροπίες, που συλλήβδην καταλήγουν στην αδυναμία ανάπτυξης. Αυτές είναι:
- Το τεράστιο χρέος. Ορθή διαπίστωση, αλλά όμως το δήθεν σταθεροποιητικό πρόγραμμα των εταίρων μας, που εφαρμόστηκε επί εννέα χρόνια, όχι μόνο δεν κατόρθωσε να το περιορίσει, αλλά αντιθέτως το γιγάντωσε. Πώς; Μα πολύ απλά: όταν έχει αποκλειστεί κάθε αναπτυξιακή δυνατότητα, και παράλληλα το πρόγραμμα που επιβάλλεται στην οικονομία καταλήγει σε μείωση του ΑΕΠ της τάξης του 27%, σε σχέση με το σημείο εκκίνησης, περιττεύουν πρόσθετες ερμηνείες.
- Τα υψηλά κόκκινα δάνεια. Σωστά, αλλά και αυτά είναι το αποτέλεσμα του καταστρεπτικού προγράμματος της δήθεν σταθεροποίησης, που επιβλήθηκε στην Ελλάδα. Με 27% ανεργία (της οποίας η εξαγγελλόμενη μείωση είναι εν πολλοίς εικονική, δεδομένου ότι δεν λαμβάνει ταυτόχρονα υπόψη την καταστρεπτική πτώση του ενεργού πληθυσμού), με διοχέτευση ολοένα μεγαλύτερου αριθμού εργαζομένων σε ανασφαλείς και κακοπληρωμένες εργασίες και με κατακόρυφη πτώση των συντάξεων, μόνο με θαύμα θα μπορούσε να αποφευχθεί η εκτόξευση των κόκκινων δανείων στα ύψη.
- Δεν γίνονται επενδύσεις. Πράγματι δεν γίνονται. Αλλά, με τι είδους λογική θα ανέμενε κανείς τη διενέργειά τους, ενόσω οι δανειστές απαιτούν από την ελληνική οικονομία, που καταγράφει αρνητική ή δυσδιάκριτα αναιμική ανάπτυξη, και χρόνια αρνητική αποταμίευση, την καταβολή πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης των 3,5%;
Καταστρεπτικό πρόγραμμα σταθεροποίησης
Η Κομισιόν, με περισσή υποκρισία, αποδίδει το σύνολο των αρνητικών εξελίξεων της ελληνικής οικονομίας, σε ανικανότητα των Ελλήνων. Δηλαδή, δεν συνδέει τις ανισορροπίες αυτές με το αδιέξοδο πρόγραμμα που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα. Και πράττει ευφυώς από την πλευρά της, εφόσον ουδείς των εκτελεστών αυτών των παρανοϊκών και εγκληματικών προγραμμάτων τολμά να απαντήσει το αυτονόητο. Ότι, δηλαδή, τα Μνημόνια που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα, και που αδιαμαρτύρητα εφάρμοσε η ίδια επί εννέα χρόνια, είναι υπεύθυνα για την καταστροφή της, ακριβώς επειδή απέκλειαν κάθε αναπτυξιακή δυνατότητα.
Ο ελληνικός λαός, που βίωσε, βιώνει και θα βιώσει επ’ αόριστον, από ότι φαίνεται, αυτές τις γενοκτονικές καταστάσεις, είναι ο μόνος που μπορεί και που οφείλει να δώσει μάχες με νύχια και δόντια, για να ξεφύγει από τον θανατηφόρο αυτό εναγκαλισμό, και για να προσπαθήσει να επιβιώσει. Το 2015, με την πρωτοφανή συνταγματική εκτροπή της μετάλλαξης του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος από ΟΧΙ σε ΝΑΙ, χάθηκε η ευκαιρία διάσωσης της Ελλάδας. Ασφαλώς, υπήρχαν και κίνδυνοι. Αλλά, ο ελληνικός λαός, από τον οποίον το δημοψήφισμα ζήτησε τη γνώμη του, ήταν αποφασισμένος να τους αναλάβει.
Όσο παγιώνεται αυτή η αρρωστημένη κατάσταση του εμπαιγμού ενός ολόκληρου λαού, που επιπλέον διευκολύνθηκε χάρη στη συμπαράσταση και τις ευλογίες των δανειστών, δεν υπάρχει ελπίδα ανόρθωσης της Ελλάδας. Πρέπει να ανοίξει, κατεπειγόντως, αυτή η πληγή, που από τότε σωρεύει πύο, να πέσει άπλετο φως στις συνθήκες αυτού του εθνικού ανοσιουργήματος, για να πιστέψει ο ελληνικός λαός ότι μπορεί να του δοθεί και μια δεύτερη ευκαιρία.
Πηγή: slpress.gr