Το μίνι τραπεζικό κραχ ήρθε να υπενθυμίσει το εξαιρετικά τρωτό της ελληνικής κατάστασης, αλλά και την ανάγκη ύπαρξης μιας δημόσιας, υπό κοινωνικό έλεγχο, αναπτυξιακής τράπεζας.
Βρήκαμε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την ανάλυση του Πέτρου Λινάρδου-Ρυλμόν στην Εφημερίδα των Συντακτών, που δημοσιεύτηκε προ ορισμένων ημερών και που αναπαράγουμε παρακάτω, εκτός των άλλων και γιατί μας υπενθυμίζει το διεθνές οικονομικό και ευρύτερο περιβάλλον στο οποίο πιθανότατα θα κινηθεί η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Στις απειλές που βλέπει μάλιστα, θα μπορούσαμε ενδεχομένως να προσθέσουμε και αρκετές άλλες, όχι λιγότερο σοβαρές.
Το θέμα βέβαια είναι άλλο. Είναι το κατά πόσον υπάρχουν σπουδαία περιθώρια αντιμετώπισης μιας τέτοιας κατάστασης τη στιγμή που η χώρα έχει αναλάβει την καταστροφική υποχρέωση να αποπληρώσει κανονικά ένα “εξαιρετικά μη βιώσιμο χρέος”, δεσμεύεται από δρακόντειους νομικούς όρους, έχει λεηλατηθεί και συνεχίζει να λεηλατείται, ενώ ο ελληνικός λαός έχει δεχθεί ένα πολύ βαρύ ψυχολογικό και ηθικό πλήγμα από τη συνθηκολόγηση και μνημονιακή μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ στο αντίθετό του, αλλά και την πλήρη διάλυση και αποσύνθεση του λεγόμενου “αντιμνημονιακού τόξου”, των υπολειμμέτων δηλαδή των κινήσεων που διαφώνησαν με τη συνθηκολογηση του 2015.
Σημειωτέον, αυτά τα ζητήματα θα εξακολουθούν να υπάρχουν είτε είμαστε, είτε δεν είμαστε εντός της Ευρωζώνης και της ΕΕ (αυτό προς εκείνους τους φίλους που συγκαλύπτουν την έλλειψη προγράμματος περιορίζοντάς το στο αίτημα αποχώρησης από το ευρώ ή/και την ΕΕ).
Εν πάση περιπτώσει εκτιμούμε ότι το άρθρο του Π.Λ.-Ρ., όπως και άλλα που δημοσιεύουμε στην ιστοσελίδα μας συνιστούν, ανεξάρτητα από τη γνώμη που έχει ο καθένας, μια χρήσιμη συνεισφορά σε μια περισσότερο από αναγκαία συζήτηση.
Του Πέτρου Λινάρδου Ρυλμόν
21.09.2018
Ολες οι ανθρώπινες κοινωνίες πρέπει να διαχειριστούν, για να σχεδιάσουν το μέλλον τους, τρεις παγκόσμιες κρίσεις: την καλπάζουσα κλιματική αλλαγή και τις επιμέρους εκρηκτικές καταστάσεις που αφορούν την ποιότητα και τη διαθεσιμότητα φυσικών πόρων, την κρίση του διεθνούς τραπεζικού συστήματος και τη βεβαιότητα μιας νέας κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού αλλά και του παραγωγικού συστήματος, την προσφυγική κρίση που είναι αποτέλεσμα πολέμων αλλά και της αποτυχίας της παγκοσμιοποίησης και των συσσωρευόμενων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Ο δρόμος προς το μέλλον δεν είναι ανοιχτός, δεν θα χαραχθεί με τη νομοτελειακή συσσώρευση παραγωγικού δυναμικού και πλούτου, δεν περνάει από τη συνέχιση της παγκοσμιοποίησης, αλλά από τη δυνατότητα των εθνικών κοινωνιών να οργανώσουν την άμυνά τους απέναντι σε αυτές τις κρίσεις, να εξασφαλίσουν δηλαδή με νέες πολιτικές τη δυνατότητα των πληθυσμών, των γηγενών και των μεταναστών ή προσφύγων, να ζήσουν αξιοπρεπώς, να αποφύγουν συνειδητά και συστηματικά την έκρηξη της φτώχειας, των ανισοτήτων και της βίας.
Η απάντηση της Δεξιάς στην Ευρώπη σε αυτές τις κρίσεις είναι πλέον διαμορφωμένη. Η πολύμορφη βία απέναντι στους πρόσφυγες αποτελεί προγραμματική συμφωνία κρατών και κομμάτων σχεδόν παντού. Ο Ορμπαν έκανε την εξής αποκαλυπτική δήλωση: «Οι κοινωνίες που βασίζονται στη φιλελεύθερη δημοκρατία θα είναι πιθανόν ανίκανες να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους κατά τις επόμενες δεκαετίες». Η αυταρχικότητα και η καταστολή των κοινωνικών αγώνων είναι επομένως απαραίτητα εργαλεία της παγκοσμιοποίησης υπό το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, ιδιαίτερα σε περίπτωση μιας νέας κρίσης αυτού του συστήματος.
Ο Μακρόν στη Γαλλία έδιωξε τον υπουργό Περιβάλλοντος Νικολά Ιλό, αρνούμενος να πάρει στα σοβαρά την υλοποίηση αναγκαίων περιβαλλοντικών πολιτικών, την ίδια στιγμή που εντείνει τις αντεργατικές του επιθέσεις. Οπως εξηγεί η Ναόμι Κλάιν(1), οι ελίτ στον σημερινό κόσμο δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή, γιατί αρνούνται να ανατρέψουν το πρότυπο πολιτικών που υλοποιούν συνολικά.
Η Νέα Δημοκρατία του Κ. Μητσοτάκη προσαρμόζεται σε αυτή την ευρωπαϊκή τάση. Η μετατόπιση προς την Ακροδεξιά, η επιβεβαίωση της αντεργατικής και αντικοινωνικής πολιτικής, η αντι-φορολογική δημαγωγία δεν επιδιώκουν τίποτε άλλο από την υποστήριξη μιας πολυδιάστατης και εν πολλοίς παρασιτικής άρχουσας τάξης, διατηρώντας τη συμμαχία με μεσαία στρώματα και αδρανοποιώντας τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού. Αυτό είναι το νόημα της ευθυγράμμισης με τις συνταγές του ΔΝΤ, που είχαν ήδη οδηγήσει στην όξυνση της οικονομικής κρίσης.
Η υποστήριξη του κόσμου της εργασίας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων σε επαγγελματίες και αγρότες, αλλά και σε επιχειρήσεις, είναι κυβερνητικές πολιτικές προς την αντίθετη κατεύθυνση, την ίδια στιγμή όμως που η αναμονή πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων στην οικονομία και εισροής ξένων επενδύσεων, είναι μια αβέβαιη προοπτική. Η αποκατάσταση του ελέγχου επί των δημοσίων οικονομικών και σε κάποιο βαθμό επί της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, δεν σημαίνει αποκατάσταση του ελέγχου της οικονομίας, κυρίως εν όψει νέων αναταραχών στον παγκόσμιο χώρο.
Χωρίς να αρνηθούμε την ανάγκη της εξωστρέφειας και τον ρόλο μιας υγιούς και νόμιμης επιχειρηματικότητας, πρέπει να σχεδιάσουμε την εσωστρεφή τοπική ανάπτυξη, η οποία θα είναι ενισχυτική της εθνικής ανάπτυξης, αλλά και θα διαμορφώσει παραγωγικές δικτυώσεις με αμυντικό ρόλο στην περίπτωση αλλαγής της διεθνούς συγκυρίας, μια εσωτερική παραγωγική δομή για την προστασία του εργαζόμενου πληθυσμού.
Απέναντι σε συστημικές τράπεζες που παλεύουν να διατηρήσουν την κερδοφορία τους έπειτα από ένα πλήθος παρανομιών και αποτυχημένων επιλογών, αγνοώντας σταθερά την παραγωγική οικονομία, είναι αναγκαίο και εφικτό να αναπτυχθούν, σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο, συμπληρωματικά μέσα πληρωμής τα οποία θα επιτρέψουν τη χρηματοδότηση υποδομών, για την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών κινδύνων αλλά και για την εξασφάλιση κοινωνικών και δημόσιων υπηρεσιών. Αυτές οι δαπάνες με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν ζήτηση για τοπικά προϊόντα και απασχόληση, ακόμα και για μικρούς πληθυσμούς μεταναστών και προσφύγων.
Οι τρεις παγκόσμιες κρίσεις πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε και σχεδιάζουμε το μέλλον. Να στραφούμε άμεσα στην κάλυψη των αναγκών των πολλών, των ανθρώπων της εργασίας και της παραγωγής, απέναντι στα σημερινά κοινωνικά προβλήματα, αλλά και απέναντι σε κινδύνους τους οποίους γνωρίζουμε από τώρα. Ενας τέτοιος προσανατολισμός δεν θα αναιρέσει τις συμφωνημένες υποχρεώσεις για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους, αλλά, αντίθετα, θα επιτρέψει την ευκολότερη αντιμετώπισή τους. Θα αποτελέσει μια παραδειγματική αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου που μόνο η Αριστερά μπορεί να σκεφτεί και να υλοποιήσει.
(1) Ναόμι Κλάιν, «Αυτό αλλάζει τα πάντα»
* οικονομολόγος
Πηγή: https://www.efsyn.gr/arthro/oi-treis-pagkosmies-kriseis-kai-i-anaptyxi