Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
30 Αυγούστου 2018
Λίγες μόνο εβδομάδες, μετά το «τουρκικό επεισόδιο» της μεσανατολικής κρίσης, η τελευταία εκδηλώνεται πάλι με πολύ απειλητικό τρόπο γύρω από τη Συρία, όπου σημειώνεται τώρα η μεγαλύτερη στην ιστορία συγκέντρωση του ρωσικού πολεμικού στόλου στην περιοχή της Αν. Μεσογείου. Αλλά και διατυπώνονται απειλές από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ για την εξαπόλυση νέων επιθέσεων κατά της Συρίας και του Ιράν, πολύ σοβαρότερων από αυτές της περασμένης φοράς.
Ταυτόχρονα, η Γερμανία παίρνει αποστάσεις από την Αμερική και η σοβαρότατη εσωτερική πολιτική κρίση στις ΗΠΑ καθιστά ακόμα πιο ευάλωτο τον Πρόεδρο Τραμπ στις πιέσεις των νεοσυντηρητικών να κλιμακώσει την πολεμική δράση στη Μέση Ανατολή, αλλά και τις πιέσεις στην Τουρκία. Τηρουμένων των αναλογιών η Αμερική μπαίνει σε μία νέα περίοδο αστάθειας, τύπου Γουότεργκέιτ, που εγκυμονεί αντίστοιχους κινδύνους. (Θυμίζουμε ότι ήταν οι «πρόγονοι» των Νεοσυντηρητικών, γύρω από τον Χένρι Κίσινγκερ που, εκμεταλλευόμενοι τα προβλήματα του Νίξον οργάνωσαν το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974).
Αφορμή για τον τωρινό παροξυσμό της κρίσης γύρω από τη Συρία, η προετοιμαζόμενη, κατά τα φαινόμενα, επιχείρηση ανακατάληψης του Ιντλίμπ από τον συριακό στρατό (παρά τις αντιρρήσεις της Άγκυρας), αλλά και η υπογραφείσα συμφωνία Τεχεράνης και Δαμασκού για την ιρανική συνδρομή στην αναδιοργάνωση του συριακού στρατού. Σημειωτέον, ότι ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν, σε μια πολύ σπάνια αυτοκριτική δήλωση, που πιθανώς συνιστά και την «καταδίκη» του Προέδρου Ρουχανί, είπε ότι ήταν λάθος η συμφωνία για τα πυρηνικά με τους Αμερικανούς.
Ευρώπη κατά Αμερικής, Αμερική κατά Ευρώπης
Ταυτόχρονα το Βερολίνο παίρνει μεγάλες αποστάσεις, τουλάχιστο φραστικές, από την Ουάσιγκτων, σε ολόκληρη σειρά σημαντικών διεθνών θεμάτων, περιλαμβανομένης της Τουρκίας, του ρωσικού αερίου και της επέκτασης του ΝΑΤΟ στον Καύκασο. Οι Γερμανοί, με τελευταία αφορμή τις κυρώσεις εναντίον των συναλλασσόμενων με το Ιράν, αντιμετωπίζουν τώρα τη δημιουργία αντίπαλου του SWIFT συστήματος χρηματοπιστωτικών ανταλλαγών, που μπορεί προοπτικά να προκαλέσει ρήγμα στην ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ και το μεγάλο διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο, χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση. Αλλά που μπορεί επίσης μακροχρόνια να υπονομεύσει τον διεθνή ρόλο του δολαρίου, ένα από τα θεμέλια της αμερικανικής κυριαρχίας, αλλά και βασικό μέσο χρηματοδότησης της αμερικανικής οικονομίας.
Βεβαίως, όπως συμβαίνει πάντα με την Ευρώπη, πρέπει να περιμένουμε να δούμε αν οι πράξεις θα ακολουθήσουν τα λόγια.
Πίσω από τις διαμάχες αυτές, αναβιώνει επίσης ξανά ο διαρκής «εμφύλιος» στο κέντρο του δυτικού κατεστημένου, μεταξύ «παγκοσμιοποιητών» και «εθνικιστών-νεοσυντηρητικών».
Οι Νεοσυντηρητικοί στην επίθεση (και η Τουρκία)
Σε αντίθεση με το προηγούμενο επεισόδιο αμερικανο-ρωσικής αντιπαράθεσης, ο Υπουργός Άμυνας στρατηγός Ματίς δίνει τώρα σημεία υποχώρησης έναντι των πιέσεων των Νεοσυντηρητικών που, αν δεν είναι τακτικές κινήσεις, πολλαπλασιάζουν τους κινδύνους απευθείας αντιπαράθεσης ΗΠΑ και Ρωσίας στη Μέση Ανατολή. Θυμίζουμε ότι ο Ματίς και οι ένοπλες δυνάμεις ήταν αυτές που εμπόδισαν, κατά τη Γουώλ Στρητ Τζόρναλ, μια επίθεση μεγαλύτερη κατά της Συρίας την τελευταία φορά, επικαλούμενοι τον κίνδυνο τρίτου παγκοσμίου πολέμου. Παραδόξως, το «βαθύ κράτος» της Αμερικής είναι σήμερα η κύρια δύναμη ανάσχεσης νέων πολεμικών περιπετειών που σχεδιάζουν οι Νεοσυντηρητικοί στη Μέση Ανατολή, με τους τελευταίους να έχουν επικρατήσει κατά κράτος στο κράτος, τα Μέσα και το Κογκρέσο.
Σημειωτέον αυτή η επικράτηση εκδηλώθηκε και στο τουρκικό θέμα, όπως φάνηκε από το άρθρο του Προέδρου του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (CFR) Ρίτσαρντ Χάας στο «Πολίτικο», που εκφράζει τον κύριο άξονα του αμερικανικού κατεστημένου, και που κατατάσσει ουσιαστικά την Άγκυρα στους εχθρούς. Η Γουόλ Στριτ Τζέρναλ δημοσίευσε ένα άρθρο για την ανάγκη να δοθεί ένα μάθημα στην Τουρκία από τον Γάλλο «νέο φιλόσοφο» Μπερνάρ Ανρί-Λεβί, που έπαιξε κεντρικό ρόλο στη γαλλική επιχείρηση καταστροφής της Λιβύης επί Σαρκοζί, ενώ η Ουάσιγκτον Ποστ αναδημοσίευσε ένα άρθρο κατά της Τουρκίας του Μαρκ Ρούμπιν, «λαγού» των νεοσυντηρητικών. (Ο Ρούμπιν σημειωτέον όχι μόνο είχε προαναγγείλει, τρεις μήνες πριν γίνει, το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν, αλλά και κάλεσε περίπου τους Τούρκους αξιωματικούς να το κάνουν, διαβεβαιώνοντάς τους ότι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα από το ΝΑΤΟ).
Το μέλλον της Αυτοκρατορίας
Οι Νεοσυντηρητικοί δεν σχεδιάζουν νέες πολεμικές επιχειρήσεις γιατί είναι πολεμοχαρείς, που είναι, πέραν κάθε αμφιβολίας. Έχουν ένα πολύ σημαντικό λόγο. Μεταξύ 1990 και 2015, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ έκαναν ότι ήθελαν σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, από το Ιράκ στη Λιβύη, από το Σουδάν στην Υεμένη. ‘Όμως, τον Σεπτέμβριο του 2015, αντιδρώντας πιθανότατα στις εξελίξεις στην Ουκρανία, ο Πρόεδρος Πούτιν διέταξε την επέμβαση των ρωσικών στρατευμάτων στη Συρία, αλλάζοντας άρδην όχι μόνο την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, αλλά παγκοσμίως.
Αυτή τη στιγμή, η Ρωσία και το Ιράν διαθέτουν δεσπόζουσα επιρροή στη Μέση Ανατολή και, για πρώτη φορά, ο Άσαντ, ένας ηγέτης που «μπήκε στο στόχαστρο», δεν γνώρισε την τύχη του Μιλόσεβιτς, του Σαντάμ, του Καντάφι…
Οι Νεοσυντηρητικοί δεν μπορούσαν να φανταστούν ούτε στους χειρότερους εφιάλτες τους μια τέτοια κατάσταση. Δεν ξεκίνησαν τον αγώνα για ένα «νέο αμερικανικό αιώνα», για να καταλήξουν στο τέλος με έναν «πολυπολικό», πόσο μάλλον με έναν «κινεζικό» ή «ρωσο-κινεζικό» αιώνα. (Το κινέζικο ΑΕΠ έχει ήδη ξεπεράσει το αμερικανικό, μετρούμενο σε όρους εγχώριας αγοραστικής ικανότητας).
Μόνο που όλα αυτά έχουν κατατρομάξει τους ίδιους τους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών, εξ ου και οι όλο και σοβαρότερες διαφοροποιήσεις της Γερμανίας. Που ίσως, μαζί με τη Μόσχα, την Τεχεράνη και το Πεκίνο, βοήθησαν παρασκηνιακά στην (προσωρινή) εκτόνωση της τουρκικής κρίσης, φοβούμενοι και τις γεωπολιτικές, αλλά και τις ενδεχόμενες οικονομικές συνέπειές της.