Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Το τελευταίο εξάμηνο ιδίως, διαπιστώσαμε ότι ισχυρές διεθνείς δυνάμεις εκτός της περιοχής μας, συμβάλλουν συστηματικά στη δημιουργία περίπου «προπολεμικού» κλίματος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Διαπιστώσαμε επίσης ότι οι ίδιες δυνάμεις, δια των ισχυρότατων ερεισμάτων που διαθέτουν εντός του πολιτικού, οικονομικού και κρατικού συστήματος Ελλάδας και Κύπρου, ασκούν εντεινόμενη πίεση στις κυβερνήσεις Αθήνας και Λευκωσίας να λάβουν αποφάσεις σε θέματα θαλασσίων ζωνών και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, που μπορεί να έχουν πολύ επιβλαβείς και επικίνδυνες συνέπειες και για τα οικονομικά συμφέροντα των δύο χωρών, ακόμα όμως και να τις εμπλέξουν σε πολύ επικίνδυνες περιπέτειες. Τελευταίο δείγμα από τα πολλά που έχουμε αυτών των πιέσεων προς τον κ. Τσίπρα είναι και το πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της Εστίας, στις 9.6.2018. Προφανώς, η εφημερίδα δεν το έβγαλε «από την κοιλιά της».
Διαπιστώσαμε επίσης ότι η κυπριακή κυβέρνηση αγνοεί όχι μόνο τις πιθανές στρατηγικές συνέπειες των δράσεών της, επί των οποίων ο καθένας μπορεί να έχει μία γνώμη και όχι αναγκαστικά την ίδια, αλλά ακόμα και πραγματολογικά και νομικά ζητήματα ζωτικής σημασίας για το καθεστώς των θαλασσίων ζωνών Κύπρου και Ελλάδας, όσο απίστευτο κι αν φαίνεται αυτό! Το ίδιο συμβαίνει και με κυβερνητικούς παράγοντες των Αθηνών. Ελπίζουμε βέβαια η άγνοια και σύγχυση να μην είναι ηθελημένο προκάλυμμα τυχοδιωκτισμού.
Αυτά συμβαίνουν ενώ ο ελληνισμός διέρχεται την πιο επικίνδυνη ίσως κρίση της νεώτερης ιστορίας του, δεχόμενος πρωτοφανή οικονομική επίθεση εδώ και οκτώ χρόνια. Συμβαίνουν επίσης ενώ όλο το σύστημα διεθνών σχέσεων διέρχεται πρωτοφανή και πολύ επικίνδυνη κρίση στο σύνολό του, χωρίς προηγούμενο μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη γειτονιά μας ακούγονται ευκρινώς τα τύμπανα του πολέμου που ετοιμάζεται εναντίον του Λιβάνου, της Συρίας, του Ιράν, αν όχι και της συμμάχου τους Ρωσίας, ενός πολέμου που δυνητικά μπορεί να εξελιχθεί σε παγκόσμια σύγκρουση και για την έκβαση του οποίου μόνο τραγικά ανόητοι μπορούν να είναι σίγουροι. Δεν χρειάζεται πολύ φαντασία για να αντιληφθεί κανείς ότι οποιαδήποτε ελληνική εμπλοκή σε αυτά, και μάλιστα στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, κινδυνεύει να προκαλέσει τον τερματισμό της Ελλάδας, δηλαδή μια Ελληνική, μετά τη Μικρασιατική και την Κυπριακή, Καταστροφή.
Εξαιτίας αυτών των διαπιστώσεων, αποφασίσαμε να γράψουμε μια σειρά άρθρων, το πρώτο από τα οποία τώρα διαβάζετε. Σε αυτό το πρώτο άρθρο κάνουμε μια, πιστεύουμε, χρήσιμη ιστορική υπενθύμιση, γιατί μόνο συνειδητοποιώντας την ιστορία μας, θα μπορέσουμε ίσως να την αποφύγουμε να μας ξαναεπισκεφθεί.
Αριστοτέλης Ωνάσης και Δημήτριος Ιωαννίδης
Την άνοιξη του 1974 ο Δημήτριος Ιωαννίδης ζήτησε να δει τον Αριστοτέλη Ωνάση και του είπε:
«Στην εξωτερική πολιτική πάμε πολύ καλά. Και στο βορειοηπειρωτικό και στο κυπριακό. Οι Αμερικανοί μούπαν να βγάλω από τη μέση τον Παπά (Μακάριο) και θα μας δώσουν το νησί, θα γίνει η Ενωση».
«Και γιατί δεν τον βγάζουν αυτοί και σου λένε να τον βγάλεις εσύ; Τόσα μέσα έχουν», του απάντησε ο Ωνάσης.
Τίποτα όμως δεν κρατούσε τον Ιωαννίδη. Ξεκίνησε για την ‘Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα, βέβαιος ότι έχει την υποστήριξη του άξονα ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Gladio-Ισραήλ, αφού άλλωστε αυτός ακριβώς τον έσπρωχνε στην επιχείρηση.
Βέβαια, δεν είχαν εξηγήσει ακριβώς στον Ιωαννίδη όλο το έργο. Για την πρώτη πράξη τον χρειάζονταν και αυτός είχε «μεθύσει» από την προοπτική της «’Ενωσης». Οι φάκες έχουν συνήθως και τυρί…
Όταν ο Ιωαννίδης κατάλαβε ότι τον ξεγέλασαν διέταξε γενική επίθεση κατά της Τουρκίας. Διαπίστωσε ότι κανείς δεν τον υπήκουε. Από τον βαθμό του λοχαγού και πάνω, οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις ελέγχονταν από τους Αμερικανούς, τη CIA και το Gladio.
O ταξίαρχος πέθανε στη φυλακή χωρίς να μιλήσει. Οπως είπε ο ίδιος: «Αν μιλήσω, όλοι οι Ελληνες θα γίνουν κομμουνιστές».
Η επιχείρηση «εξοντώστε τον Μακάριο, εξοντώστε το κράτος του» οργανώθηκε από δυνάμεις του προαναφερθέντος άξονα, εκτελέστηκε όμως από Ελληνες και Τούρκους. Τη σχεδίασε και τη διηύθυνε στο σύνολό της, ακόμα και στις λεπτομέρειές της, πολύ μεθοδικά, ο Χένρι Κίσσινγκερ, που και σήμερα έχει βαρύνοντα λόγο στην κυβέρνηση Τραμπ και στη διεθνή πολιτική.
Το αποτέλεσμα των «πατριωτικών εξάρσεων» του Ιωαννίδη ήταν η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, η εκδίωξη του μισού πληθυσμού της από εκεί που έμενε μερικές χιλιάδες χρόνια, η δολοφονία χιλιάδων Ελλήνων και ο βιασμός χιλιάδων Ελληνίδων. Οι σχέσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων καταστράφηκαν, φοβόμαστε οριστικά. Η Κύπρος έχασε μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού της απότι το Ιράκ κατά την αμερικανο-βρετανική εισβολή του 2003. Η Ελλάδα ξεκίνησε έναν «Ψυχρό Πόλεμο» εξοπλισμών που, λόγω και του τρόπου που διεξήχθη, συνέβαλε ουσιαστικά στην οικονομική της καταστροφή.
Αμα έχεις τέτοιους φίλους, τι να τους κάνεις τους εχθρούς;
Η Μικρασιατική Καταστροφή
Ο Ιωαννίδης δεν είναι το μόνο τέτοιο παράδειγμα στην ελληνική ιστορία. ‘Άλλο κορυφαίο παράδειγμα ήταν οι ‘Εξη, που ξεκίνησαν τη Μικρασιατική Εκστρατεία, με την ενθάρρυνση πάλι της Δύσης, της Αγγλίας και της Γαλλίας τότε, νομίζοντας ότι θα ξαναφτιάξουν την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Το αποτέλεσμα ήταν η καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Οι Αγγλοι και οι Γάλλοι μας ενθάρρυναν να πάμε στα βάθη της Ασίας, για να εμποδίσουμε εμείς τον Κεμάλ να πάρει τα πετρέλαια της Μοσούλης. ‘Ένα χρόνο αργότερα, ο Μικρασιατικός Ελληνισμός, μετά από μερικές χιλιάδες χρόνια παρουσίας και έναν πολιτισμό που περιέλαβε μερικές από τις λαμπρότερες σελίδες ολόκληρης της παγκόσμιας εποποιίας του Ανθρώπου, στο Ιωνικό Δωδεκάπολο, έγινε στάχτη.
Οι Ελληνες ιθύνοντες, που με τόση προθυμία εξετέλεσαν τις εντολές των Αγγλογάλλων, δεν ενδιαφέρθηκαν, αντίθετα, ούτε καν αμυντική γραμμή να φτιάξουν, όπως μπορούσαν, μπροστά στη Σμύρνη, ούτε καν στο τέλος να πάρουν μέτρα ασφαλούς μεταφοράς του πληθυσμού.
Η μεγαλύτερη σε πληθυσμό ελληνική πόλη της εποχής, το καμάρι της Ανατολής, εκεί που ο Καραθεοδωρής ήθελε να φτιάξει το πανεπιστήμιό του, παραδόθηκε στη φωτιά και στο μαχαίρι. Τέσσερις νύχτες τις έκαναν μέρες από τις ουρανομήκεις φλόγες που την έκαιγαν.
Οι ναύτες των «συμμαχικών» πλοίων, της Αγγλίας και της Γαλλίας, που μας είχαν στείλει εκεί, έκοβαν τώρα τα χέρια των Ελλήνων που προσπαθούσαν να σωθούν ανεβαίνοντας στα καράβια τους.
Οι Έξι οδηγήθηκαν στον εκτελεστικό απόσπασμα. Αλλά ήταν πια αργά.
Αμα έχεις τέτοιους φίλους, τι να τους κάνεις τους εχθρούς;
Στα δύο εξάλλου προαναφερθέντα παραδείγματα μπορούμε να προσθέσουμε και τις άλλες δύο μεγάλες καταστροφές του Ελληνισμού, τον Εμφύλιο μεσούσης της Επαναστάσεως του 1821 (επίσης εν πολλοίς αντανάκλαση της πολιτικής ξένων δυνάμεων) και τον Εμφύλιο του 1943-49. Οι Μεγάλοι μας Σύμμαχοι αντάμειψαν τον ελληνικό λαό, που αγωνίστηκε όσο κανείς άλλος στην Ευρώπη εναντίον του Χίτλερ και είχε καθοριστική ίσως συμβολή στην έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οργανώνοντας έναν από τους πιο αιματηρούς και άγριους Εμφυλίους που γνώρισε η ήπειρος και κάνοντας μεταπολεμικά πολιτική και οικονομική εξουσία στην Ελλάδα τους συνεργάτες των Γερμανών. Και σήμερα ακόμα πληρώνουμε πολύ ακριβά το τεράστιο, αν και αθέατο κόστος αυτού του πολέμου, όχι το υλικό, αλλά το ηθικό.
Βεβαίως, για να γίνουν αυτά, χρειάστηκε και πάλι, όπως έγινε πριν στη Μικρασία και στην Κύπρο, η άρχουσα τάξη και ο αστικός πολιτικός κόσμος να ακολουθήσουν τυφλά, χωρίς αντιρρήσεις, τις οδηγίες των διεθνών φίλων τους, αδιαφορώντας σχεδόν ολοκληρωτικά για τις συνέπειες στη χώρα. (Το αυτό συνέβη στη δεκαετία του 1940 και με την ηγεσία του ΚΚ που ακολούθησε πιστά και επέβαλε στα στελέχη και τους οπαδούς του τις οδηγίες της Μόσχας, η οποία είχε συνεννοηθεί στο μεταξύ με το Λονδίνο για την τύχη της Ελλάδας, οδηγώντας τελικά στη σφαγή τους οπαδούς του).
Γι’ αυτό τον λόγο πιστεύουμε ότι η κύρια, η μακράν σοβαρότερη σήμερα εθνική απειλή ασφάλειας για τον ελληνικό λαό, είναι η εξάρτηση της Ελλάδας από ξένες δυνάμεις. Αν δεν αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, αν η χώρα δεν αποκτήσει ένα μίνιμουμ κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, αν φορείς ξένων επιρροών συνεχίσουν να έχουν την επιρροή που σήμερα έχουν, σε ζωτικούς κρατικούς μηχανισμούς, στην πολιτική, στην κοινωνία, στα μέσα, συμβατικά και εναλλακτικά, η μοίρα του ελληνικού λαού είναι προδιαγεγραμμένη.
Οι Ελληνες δεν κατάλαβαν ότι τώρα πια δεν τους χρειαζόμαστε, έγραψε ο Φρήντμαν του Στράτφορ το 2010. Αλλά η αλήθεια είναι άλλη. Δεν μας χρειάζονται, μόνο όσο μας ελέγχουν.
(Συνεχίζεται)
Διαβάστε επίσης: