«Ούτε υπάρχει πιο σίγουρος θάνατος για ένα έθνος,
πλην να παραδώσεις την πολιτική
στους συμμάχους σου»
Αλέξ. Κοτζιάς, Πολιορκία, 1953
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Ο Πρωθυπουργός, μετά από μία περίοδο ασαφειών, υιοθέτησε για τα Σκόπια τη θέση, ότι ενδεχόμενη συμφωνία Ελλάδας και πΓΔΜ οφείλει, εάν επέλθει, να περάσει και σε αντίστοιχη συνταγματική πρόβλεψη. Γιατί απλούστατα, αν δεν γίνει αυτό, δουλευόμαστε. Δεν μπορεί να συμφωνήσουμε σε ένα όνομα και το Σύνταγμα να γράφει άλλο. Αλλιώς πάμε να λύσουμε ένα πρόβλημα και θα δημιουργήσουμε ένα καινούριο.
Σωστή μεν, ανεπαρκής δε η θέση Τσίπρα. Η όποια συμφωνία πρέπει να εγκριθεί με δημοψήφισμα από τον ελληνικό λαό (όπως και από τους Σλαβομακεδόνες). Γιατί μόνο ο ελληνικός λαός και όχι η Βουλή, διαθέτει την ηθική και δημοκρατική νομιμοποίηση και την ανεξαρτησία από ξένες επιρροές ώστε να αποφασίσει το μέλλον της χώρας του. Αυτή είναι η μόνη μέθοδος που διασώζει και τη δημοκρατική τάξη και συνοχή και την εθνική συνοχή. Το πρότεινε και ο Μίκης Θεοδωράκης μιλώντας στο Σύνταγμα και απορούμε γιατί, αντί να το αποδεχθεί η κυβέρνηση, εξαπέλυσε μια αήθη, όσο και ανόητη επίθεση εναντίον του.
Ναι μεν ο κ. Τσίπρας έχει μέχρι στιγμής επιμείνει στη θέση περί αλλαγής του συντάγματος, προ της απροθυμίας των Σκοπίων να το αλλάξουν και προκειμένου να ικανοποιηθεί η αμερικανική προτεραιότητα να μπει άμεσα η πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, ώστε να προχωρήσει ο έλεγχος των Βαλκανίων και η περικύκλωση της Ρωσίας, ενόψει πιθανού πολέμου εναντίον της, κύκλοι του ελληνικού ΥΠΕΞ διακινούν αριστερά και δεξιά το σενάριο ότι θα υπογράψει η Αθήνα μια «διεθνή συμφωνία» με την πΓΔΜ, που θα προβλέπει την αλλαγή του συντάγματός τους, αλλά στο μέλλον.
Έχει δικαίωμα να υπογράψει τέτοια συμφωνία ο Πρωθυπουργός των Σκοπίων; Απολύτως κανένα όπως και κανείς άλλος Πρωθυπουργός οποιασδήποτε χώρας. Θα μπορούσε π.χ. να πάει ο κ. Τσίπρας και να δεσμευθεί διεθνώς ότι θα αλλάξει το σύνταγμα της Ελλάδας, προεξοφλώντας την ψήφο των βουλευτών που έχουν τη συντακτική αρμοδιότητα; Ασφαλώς και όχι, δεν χρειάζεται να είσαι νομικός για να το καταλάβεις αυτό.
Στην καλύτερη περίπτωση, η «Διεθνής Συμφωνία» θα είναι μια απλή υπόσχεση άνευ αξίας. Στη χειρότερη, μια παράνομη συμφωνία που δεν θα έχει καμία συνέπεια, ούτε «διεθνή νομική», όπως «διαρρέει» το ΥΠΕΞ, ούτε εσωτερική. Θα καταπέσει στην πρώτη ευκαιρία, όπως έγινε π.χ. με τη συμφωνία για την ΑΟΖ που υπέγραψαν τα Τίρανα. Δεν είναι δυνατόν να θεμελιωθεί σοβαρή λύση της διαφοράς πάνω σε μια τόσο καραμπινάτη νομικο-πολιτική παρανομία.
Η Ελλάδα θα εμπλακεί σε μια άνευ λόγου διαμάχη, στο εσωτερικό πλέον του ΝΑΤΟ, με τα Σκόπια, που θα προσφέρει στην Ουάσιγκτων και την ‘Αγκυρα ακόμα ένα μοχλό πίεσης να καθορίζουν, κατά το δοκούν, τις σχέσεις της Ελλάδας με τους γείτονές της. Οι σχέσεις μας με την ίδια την πΓΔΜ θα δηλητηριαστούν, ενώ μέχρι τώρα, και παρά την ύπαρξη της διαφοράς για το όνομα, ήταν αρκετά καλές. Τελικά όχι μόνο θα ηττηθούμε, αλλά θα προσθέσουμε στην εθνική ήττα και τη γελοιοποίηση.
Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους. Οι δημιουργικές ασάφειες κάνουν τις συγκρούσεις και τους πολέμους (όρα Κύπρο). Αν είναι να τα κάνουμε όλα αυτά καλύτερα να πάμε μόνοι μας να τους δώσουμε το όνομα που θέλουν.
Είναι αποκαλυπτικό ότι όπως και στο Κυπριακό, έτσι και στο μακεδονικό, οι εξωφρενικές νομικές ιδέες που παράγονται συστηματικά από τις ελληνικές πολιτικές ηγεσίες, στην προσπάθεια να εξυπηρετήσουν τους ξένους, δεν υποστηρίζονται δημοσίως από κανέναν νομικό, ούτε και εγκρίνονται από τις κρατικές νομικές υπηρεσίες, όπως π.χ. τη Νομική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών.
Και δεν γίνεται αυτό, γιατί κανείς νομικός που σέβεται τον εαυτό του δεν θέλει να υποστηρίξει δημοσίως τέτοιες απόψεις και δύσκολα θα βρεθούν κρατικά όργανα που να βάλουν υπευθύνως υπογραφή και να πιστοποιήσουν το σύννομο τερατουργημάτων όπως π.χ. το σχέδιο Ανάν, ή τα Μνημόνια και οι Δανειακές.
Μένει κανείς κατάπληκτος από την εφευρετικότητα των Ελλήνων πολιτικών όταν θέλουν να εξυπηρετήσουν ξένους, όσο κατάπληκτος μένει και από την απροθυμία τους να αντιμετωπίσουν στοιχειώδη, όχι μεγάλα διεθνή προβλήματα, όπως είναι οι χωματερές ή τα ρέματα στην Ελλάδα. Ο λόγος βέβαια και της εφευρετικότητας και της ανικανότητας είναι ο ίδιος στην πραγματικότητα, δεν έχουν καμία διάθεση να συγκρουστούν και κάθε διάθεση να εξυπηρετήσουν συμφέροντα, είτε είναι εγχώρια, είτε ξένα συμφέροντα.
Ελπίζει κανείς ότι όλα αυτά θα μείνουν σχέδια επί χάρτου. Ίσως μας σώσει ο σλαβομακεδονικός εθνικισμός, και ο σεβασμός, μεγαλύτερος του ελληνικού, που επιδεικνύει η πΓΔΜ στη δική της συνταγματική τάξη και νομιμότητα. Όπως μας έσωσε μέχρι στιγμής, από την εθνική καταστροφή που συνεπάγονται μετά βεβαιότητας τα συζητούμενα για το κυπριακό, η ακαμψία του Ερντογάν. Ίσως συμβάλλει τελικά και το αίσθημα πολιτικής αυτοσυντήρησης του ΣΥΡΙΖΑ, αν και είμαστε λιγότερο βέβαιοι γι’ αυτό, δεδομένου ότι αυτό το κόμμα ήρθε στην εξουσία χωρίς μια δουλεμένη άποψη για τη χώρα και τον κόσμο, καιροσκοπικά προσαρμοζόμενο σε βαθειά ρεύματα που είχαν προκύψει από βαθιές κοινωνικές και εθνικές ανάγκες.
Πρέπει κανείς να έχει πολύ περιορισμένη ενσυναίσθηση και επαφή με τον ελληνικό λαό για να νομίζει, όπως έγραψε ο πρώην «πανελλαδικάριος» και νυν μνημονιακός (!), εξ απορρήτων του κ. Τσίπρα, Υπουργός στην Εποχή, ότι η λαοθάλασσα της πλατείας Συντάγματος ήταν μια εκδήλωση της δεξιάς ή της ακροδεξιάς (η πλειοψηφία των διαδηλωτών σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις είχε ψηφίσει ‘Όχι στο δημοψήφισμα του 2015).
Και η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και τα συλλαλητήρια είναι το ίδιο ρεύμα, το ρεύμα των Ελλήνων που αγωνίζονται, με όποιο μέσο βρουν πρόσφορο στην καθημαγμένη χώρα τους, να σταματήσουν την περαιτέρω καταστροφή της, αν μπορέσουν να την ξαναπάρουν πίσω. Και ενίοτε, τραβάνε τα μαλλιά τους με αυτά που τους προκύπτουν.
Πρέπει εξάλλου να μην καταλαβαίνει κανείς ούτε καν από που έρχεται και που πάει για να κάνει μια χυδαία, συμπλεγματική και βλακώδη εν τέλει επίθεση (όχι κριτική, που έχει κάθε δικαίωμα) κατά του Μίκη Θεοδωράκη, παγκόσμιου συμβόλου της Ελλάδας και της Αριστεράς και της Ελλάδας και να τον «χαρίζει», με αχαρακτήριστη ευκολία, στη Δεξιά και την Ακροδεξιά!
Και να τα λέει αυτά όταν ο ίδιος ήρθε στην εξουσία για να «σκίσει» τα Μνημόνια, καταλήγοντας να προδώσει την εντολή του ελληνικού λαού, όπως έκαναν πριν από αυτόν, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, συμμετέχοντας εντέλει σε μια επιχείρηση υποδούλωσης, λεηλασίας και καταστροφής.
Διαβάστε επίσης: