«Οι αθλητικοί αγώνες και η άμεση δημοκρατία στα Κουλέντια Λακωνίας»

Του Γιώργου Σταματόπουλου
24 Μαρτίου 2024

Kαρπός εικοσάχρονης έρευνας, το βιβλίο του συναδέλφου Παναγιώτη Γεωργουδή φέρνει στο φως μια άγνωστη στους πολλούς περίοδο της Μονεμβασιάς κατά την οποία πολλά και θαυμαστά περιέχει σε ό,τι αφορά την πολιτική, πολιτισμική και κοινωνική οργάνωση της περιοχής. Πρώτα από όλα τη μορφή άμεσης δημοκρατίας που είχαν επιτύχει οι κάτοικοι με τη διοργάνωση αθλητικών αγώνων, με συχνές λαϊκές συνελεύσεις, με ροπή στη μουσική [δημοτικά τραγούδια, ρεμπέτικα, αυτοσχέδιες ποιητικές ρίμες γυναικών] και τον λαϊκό πολιτισμό [οι περισσότεροι γνώριζαν και τραγουδούσαν τον Ερωτόκριτο!], με έντονα ανεπτυγμένη την αλληλεγγύη, τη φιλοξενία και τη φιλία, όλα εκείνα δηλαδή που ενισχύουν και προάγουν τον πολιτισμό και τη δημοκρατία και που γίνονται φάρος για την προώθηση παγκόσμιων αξιών [ισότητα, ελευθερία, δικαιοσύνη, ανεκτικότητα…].

Ανατρέχοντας σε αρχεία αλλά και πολύτιμες μαρτυρίες γηραιών Κουλεντιανών, επιτυγχάνει να συγκεράσει την παράδοση με το σήμερα και να αναδείξει όλα εκείνα τα στοιχεία που εξυψώνουν την κοινότητα και τον άνθρωπο γενικότερα όταν αυτός συμμετέχει σε δημοκρατικές μορφές διοίκησης, έξω από εξουσιαστικούς μηχανισμούς οι οποίοι εν πολλοίς χειραγωγούν συνειδήσεις, διαμορφώνουν πολίτες δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας, μακριά από υπευθυνότητα, κριτική ματιά και προτάσεις μιας διαφορετικής ζωής, απαλλαγμένης από μίση και πάθη. To «αυτεξούσιο» αυτό κράτησε, λέει ο συγγραφέας, στηριζόμενος στα πορίσματα της μελέτης του, ώς τη δεκαετία του 1960, κρίσιμη δεκαετία για την αποκοπή της χώρας από παλιές παραδοσιακές μορφές διοίκησης και την ένταξή της στα νέα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα, παρά τη διακοπή αυτής της μεταβολής από τη χούντα, που έφερε τόσα χρόνια πίσω την Ελλάδα. Οι αθλητικοί αυτοί αγώνες που λάβαιναν χώρα στα Κουλέντια αλλά και στα γύρω χωριά κρατάνε από τους αρχαίους χρόνους, τότε που πολιτική, ηθική και αθλητισμός σχετίζονταν απολύτως και οδηγούσαν κατευθείαν σε καθεστώς δημοκρατίας.

Μέριμνα και αγωνία του συγγραφέα είναι να μας κάνει γνωστή αυτήν την αμεσοδημοκρατική κοινωνία, που λες και είναι δισέγγονη της αρχαίας αθηναϊκής, και να γνωρίσουμε έναν κόσμο που θα μπορούσε να αποτελέσει σήμερα μια διέξοδο, ένα πρότυπο για την οργάνωση μικρών, περιφερειακών κοινοτήτων, ώστε να βγούμε από το τέλμα στο οποίο μας έχουν οδηγήσει αλαζονικοί και κυνικοί εκπρόσωποι του νέου κόσμου.

Σημειώνει ο ίδιος (σελ. 112): «Σήμερα που τα πάντα κατακερματίζονται, η συνειδητή ανάδυση τέτοιων παραδόσεων, όπως αυτή των Κουλεντίων, και ο επαναστοχασμός πάνω στη συλλογική μνήμη, στην προφορική παράδοση και στον πλούτο του καθημερινού λαϊκού βίου, είναι θέμα ζωής και θανάτου για να δούμε “πόσο το πνεύμα του Ελληνα μένει πάντοτε όμοιον εαυτώ”, όπως τονίζει ο νομπελίστας ποιητής (Γιώργος Σεφέρης), δηλαδή ενεργοποιείται με βάση τις οικουμενικές αξίες.

Κυρίως όμως για να επαναχαράξουμε δημιουργικά -στις συνταρακτικές αλλαγές της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης που συντελούνται, ειδικά στο πλαίσιο της καταιγιστικής τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης- τους στρατηγικούς πολιτισμικούς εθνικούς άξονες σε συνάρτηση με τη δημιουργία των άλλων λαών που θα μας δώσουν την ώθηση για ένα νέο πολιτισμικό άλμα, το οποίο θα είναι απελευθερωτικό εφαλτήριο πολιτισμού για όλη την ανθρωπότητα».

Ερευνώνται η ισχυρή παρουσία, για αιώνες, της Μονεμβασιάς και ο σπουδαίος ρόλος που έπαιξε κατά την εποχή του Βυζαντίου και της Αναγέννησης (ενετοκρατία), καθώς και η συσχέτισή της με τα Κύθηρα και βεβαίως την Κρήτη. Ο συγγραφέας θεωρεί καθοριστικό αυτόν τον δεσμό για να ερμηνεύσει και την τάση των Κουλεντιανών προς πολιτισμικές και κοινοτιστικές κατευθύνσεις σε ό,τι αφορά την οργάνωση των κοινοτήτων της περιοχής.

Ο όρος έθνος προσεγγίζεται με διαφορετική οπτική από εκείνη σύγχρονων άλλων διανοητών [π.χ. Γιάννης Μηλιός], ως κατασκευή δηλαδή των νεότερων χρόνων, αλλά ως ιστορική αναλλοιότητα όπως επισημαίνεται από τον Νίκο Πουλαντζά. Ο συγγραφέας αντλεί από τον τελευταίο την έννοια έθνος σαν μια ιδιαίτερη ενότητα αναπαραγωγής των συνόλων των κοινωνικών σχέσεων, πολύ πριν από τον καπιταλισμό, προστρέχοντας στη σταθερή χρήση της ελληνικής γλώσσας στην Κρήτη (και άρα στη Μονεμβασιά). Γράφει σχετικά: «Μια πολιτισμική σταθερά στην Κρήτη είναι η χρήση της ελληνικής γλώσσας, δηλαδή της κρητικής διαλέκτου, η οποία είναι φορτισμένη, όπως κάθε γλώσσα, με το αξιακό και εθνικό φορτίο το οποίο είναι αυλακωμένο από τα πολιτικά κινήματα αντίστασης, καθώς και από την ταξική πάλη, όπως όλη η ιστορία, η κρατική οντότητα, η εθνική κουλτούρα και οι τοπικές κουλτούρες».

Η όλη έρευνα του συγγραφέα ενισχύεται από το Επίμετρο, που είναι μια φιλοσοφική ματιά, στηριζόμενος κυρίως στην αρχαία ελληνική γραμματεία, πάνω στη νέα τάξη πραγμάτων, ενάντια στην απάνθρωπη, αντιδημοκρατική μεταπολιτική των ελίτ και των διανοούμενων που την «υπηρετούν» χωρίς αντίσταση και κριτική στα πεπραγμένα τους. Μέσα από κείμενα του Ομήρου, του Ηράκλειτου, του Πλάτωνα κυρίως και του Αριστοτέλη, αναδεικνύει τον αέναο κριτικό επαναστοχασμό ο οποίος, μέσω της διανοίας, αναπτύσσει την ελευθερία της σκέψης, θεμελιώνει βαθύτερα την ελευθερία, την εξελίσσει πνευματικά, ηθικά και πολιτικά. Θα μπορούσε το Επίμετρο να αποτελέσει ένα ξεχωριστό δοκίμιο εάν σκοπός του δεν ήταν να ενισχύσει την έρευνά του για τα Κουλέντια.

Ως κατακλείδα επιλέγουμε μια αποστροφή [ευχή και αισιοδοξία ταυτόχρονα] από το Επίμετρο: «Τα Κουλέντια μπορεί να αποτελέσουν έναν ευρύτερο πολιτισμικό κόμβο επαναστοχασμού με άξονα τη γυμναστική, τους καθημερινούς αθλητικούς αγώνες, σε συνδυασμό με τη λειτουργία της άμεσης δημοκρατίας, και αυτά σε συνάρτηση με τη δημοτική ποίηση, αργότερα το ρεμπέτικο τραγούδι και προπάντων το αριστούργημα του Βιτσέντζου Κορνάρου, Ερωτόκριτο -που ήταν γνωστό σε όλη την περιοχή της Μονεμβασίας και των Βατίκων από καταγραφές που έχουμε πραγματοποιήσει-, ως τρόπος ζωής του πλατωνικού “ευ πράττειν” και του “ευ ζην”».

Πηγή: www.efsyn.gr

Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις  θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.