Έθνος (και Ευρώπη) “κλειδιά” για τον ΣΥΡΙΖΑ

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

‘Ένα από τα καλά σημεία της προεκλογικής παρουσίας του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η συμμετοχή του Αλέξη Τσίπρα στο ευρωπαϊκό debate. Ο λόγος ήταν απλός: οι ‘Ελληνες είδαν πολύ ευχάριστα έναν πολιτικό να υπερασπίζεται τη χώρα του διεθνώς, αντί να ευχαριστεί τους ξένους που καταστρέφουν και υποδουλώνουν την Ελλάδα! (Ατυχώς βέβαια, τη συζήτηση αυτή παρακολούθησαν ελάχιστοι στην Ευρώπη, στη Γερμανία π.χ. μόνο 160.000, δηλαδή μηδαμινός αριθμός. Προτού η Αθήνα δοκιμάσει να αμφισβητήσει Μνημόνια και Δανειακές, οφείλουν οι «αντιμνημονιακοί» πάσης αποχρώσεως να έχουν εξαπολύσει τεράστια διεθνή καμπάνια κατάδειξης των καταστροφών που υπέστη η χώρα, ώστε να δημιουργήσουν τις απαραίτητες πολιτικές συνθήκες μιας επιτυχούς «διαπραγμάτευσης-σύγκρουσης». Επί τέσσερα χρόνια δεν έκαναν τίποτα!).

‘Εθνος και ηγεμονία

Το «κλειδί» για τη διεκδίκηση της πολιτικο-ιδεολογικής ηγεμονίας στη χώρα είναι το ζήτημα του έθνους. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ (και όχι μόνο) δεν πάθαινε «γλωσσοδέτη» κάθε φορά που έπρεπε να χρησιμοποιήσει τη λέξη «έθνος» και τα παράγωγά της, αν δεν είχε τόσους επικίνδυνους φίλους του ΓΑΠ και μιας παγκοσμιοποίησης που μας καταστρέφει στα ψηφοδέλτιά του και άλλες κρίσιμες θέσεις, θα είχε τουλάχιστο 40 ή 50% στις δημοσκοπήσεις και δεν θα υπήρχε Χρυσή Αυγή. Οι πιο επιτυχείς άλλωστε πολιτικές συνθέσεις στην ιστορία μας είναι αυτές που συνδύασαν εθνικό και κοινωνικό ζήτημα. Τέτοιες ήταν το ΕΑΜ της Κατοχής και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα.

Ανάγκη σχεδίου

Προς αποφυγήν βέβαια παρεξηγήσεων, δεν εννοούμε την επανάληψη στις ομιλίες της λέξης «πατρίδα», στην οποία προσφεύγουν συχνά-πυκνά οι διαφημιστές του ΣΥΡΙΖΑ, όπως, πριν από αυτούς, οι διαφημιστές του ΓΑΠ (ελπίζουμε, για το καλό του κ. Τσίπρα και όλων μας, να μην είναι οι ίδιοι). Εννοούμε μια πολιτική που να αντανακλά όντως την κατανόηση σε βάθος της φύσης του διεξαγόμενου οικονομικού και ιδεολογικού πολέμου κατά του ελληνικού λαού, του ελληνικού έθνους και την αποφασιστικότητα να αντισταθεί κανείς σε αυτόν.

Οι επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ πριν από τις εκλογές του 2012 οφείλονται στο ότι εξέφρασε, έστω και μισοσυνειδητά, έστω και δανειζόμενος ιδέες, μια βαθύτερη ανάγκη. Οι δυσκολίες μετά τις εκλογές αντανακλούν το ότι ένα σχέδιο εθνικής απελευθέρωσης και κοινωνικής σωτηρίας, που υπαινίχθηκε, αντικαταστάθηκε από ένα σχέδιο «να κερδίσουμε τις εκλογές» που ενδιαφέρει μόνο τα προς υπουργοποίηση στελέχη και φίλους του. Γι’ αυτό και δυσκολεύεται τόσο πολύ να προχωρήσει, παρόλο που κανονικά θα έπρεπε να είναι ήδη κυβέρνηση έχοντας πάρει τις εκλογές με 60% – τόσο ευνοϊκές συνθήκες για κόμμα έχουν να παρουσιαστούν από την περίπτωση του ΚΚΕ το 1943! Αντίστοιχα είναι και τα προβλήματα των υπόλοιπων αριστερών και αντιμνημονιακών δυνάμεων, προβλήματα που ακριβώς εξηγούν την ορμητική άνοδο της ΧΑ.

Παρόλα αυτά παραμένει πολύ πιθανό ο ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει τις ευρωεκλογές με επαρκή διαφορά για να θέσει αίτημα διεξαγωγής προώρων εκλογών, αν και δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για κάτι τέτοιο. Είναι τέτοια η κοινωνικο-οικονομική καταστροφή που συντελείται στη χώρα ώστε θα αποτελέσει όντως μεγάλο παράδοξο αν ευρύτατα στρώματα του πληθυσμού δεν του δώσουν ψήφο (απαλλαγής από τους Μνημονιακούς ολετήρες) παρά τις επιφυλάξεις τους. Και παρά επίσης την κραυγαλέα απουσία ιδιαίτερων δεσμών με το κόμμα μιας «νομενκλατούρας» που διόρισε, με περισσή οίηση, «τους δικούς της» ως αυτοδιοικητικούς υποψηφίους με τα γνωστά αποτελέσματα (ιδιαίτερα μάλιστα εκεί που επιχείρησε να τους επιβάλλει κόντρα στην ίδια τη βάση του κόμματος, όπως στις περιπτώσεις Καρυπίδη και Βουδούρη).

Ανέφικτο το «νέο νέο ΠΑΣΟΚ»

«Σχέδιο» κοινωνικής και εθνικής σωτηρίας όμως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το χρειάζεται μόνο ή ιδίως για να πείσει τους εκλογείς για τη φερεγγυότητά του. Το χρειάζεται κυρίως για να το … εφαρμόσει! Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο συνέχισης ιδιόμορφης, πελατειακής «σοσιαλδημοκρατικής» διαχείρισης, α λα ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ, με μεγάλη δόση ανεκπλήρωτων υποσχέσεων και παιχνίδια με τις λέξεις και τις κοροϊδίες, όπως γινόταν επί δεκαετίες και όπως ελπίζουν διάφοροι κύκλοι ότι μπορεί να συνεχιστεί. Η χώρα υπέστη ήδη πολύ μεγάλη καταστροφή και παραμένει πάντα εντός «σπείρας θανάτου». Δεν υπάρχει πλεόνασμα προς διανομή. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να διαχειριστεί αυτή την πραγματικότητα, αλλά στη ζωή δεν επιλέγουμε την πραγματικότητα που διαχειριζόμαστε, επιλέγουμε το πως διαχειριζόμαστε την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε.

Η αντιμετώπιση τέτοιας πραγματικότητας δεν μπορεί να γίνει μόνο με εκλογική νίκη και κοινοβουλευτικές μεθόδους. ‘Οποιος έκανε ζάπινγκ τη βραδυά των εκλογών, μόνο βαθιά θλίψη θα μπορούσε να νοιώσει με την κατάσταση μιας χώρας που, ενώ ζει μια τραγωδία, συζητά σχεδόν αποκλειστικά για το ποιος κέρδισε τις εκλογές! Μια στιγμή μονάχα σε έξη ώρες προγράμματος πήρε το μάτι μας τον συμπαθή Κώστα Ζουράρι να θυμίζει ότι υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα δύο εκατομμύρια άνεργοι και τρία εκατομμύρια ανασφάλιστοι – που ασφαλώς λίγο ενδιαφέρονται για τις αρλούμπες που τους βομβαρδίζουν οι καλεσμένοι των πάνελ, ευθέως ανάλογες προς το πόσο επιτηδευμένα ντύνονται και φέρονται.

Είναι πολύ εντυπωσιακό να βλέπει κανείς όχι μόνο τους εκπροσώπους του «καθεστώτος», αλλά και της αντιπολίτευσης, να μιλούν επίσης, σχεδόν αποκλειστικά, ερμηνεύοντας ή προβλέποντας εκλογικά αποτελέσματα (το θέμα που ενδιαφέρει τους ίδιους) και όχι αναφερόμενοι στην κατάσταση της χώρας. ‘Οσο για τον Βόλο, τον Πειραιά και τον Μαραθώνα, τι να πει κανείς; Μερικές φορές ντρέπεσαι να είσαι ‘Ελληνας.

Μόνο μια κοινωνία σε κινητοποίηση και αυτοσυνείδηση μπορεί να αντιμετωπίσει τόσο σοβαρά προβλήματα όσο αυτά που απειλούν σήμερα τον ελληνικό λαό σε Ελλάδα και Κύπρο.

Ελλάδα και Ευρώπη

Και βεβαίως απαιτείται ο αγώνας των Ελλήνων να ενταχθεί σε πολύ ευρύτερο, πανευρωπαϊκό κίνημα υπεράσπισης της ευρωπαϊκής δημοκρατίας και του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, που να υπερβαίνει κατά πολύ τα στενά περιθώρια της «ριζοσπαστικής αριστεράς».

Δεν είναι επαρκείς για κάτι τέτοιο οι διαρκείς αναφορές Τσίπρα στην κάπως «συνδικαλιστική», νεοκεϊνσιανή υπόσχεση «διακοπή λιτότητας για ανάπτυξη» (που μάλιστα στα αυτιά των βόρειων, ιδίως Γερμανών, ακούγεται σαν «πληρώστε εσείς τις ελληνικές αμαρτίες»). Ούτε βέβαια η διαρκής επανάληψη από τους άλλους του συνθήματος εξόδου από το ευρώ ή το ΕΕ, ως υποκατάστατου φοβούμεθα και εδώ της απουσίας προγράμματος, εξόδου που κανείς δεν περιέγραψε με σαφήνεια πως θα μας βοηθήσει να διαγράψουμε το χρέος ή να βρούμε πόρους για την ανάπτυξή μας (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να υποκύψουμε σε εκβιασμούς που διαιωνίζουν το καθεστώς «αποικίας χρέους» για να μην «φύγουμε» από το ευρώ). Μπορεί να χρειαστεί η έξοδος από το ευρώ ή και την ΕΕ, πριν όμως φτάσουμε εκεί χρειάζεται να … μπούμε στην ΟΝΕ και την ΕΕ, να χρησιμοποιήσουμε δηλαδή τα θεσμικά/πολιτικά όπλα που μας παρέχει.

Χρειάζεται οι ‘Ελληνες αντιμνημονιακοί να επιστρέψουν από την μονότονη «αντι-λιτότητα» στις ιδέες που οι Τσίπρας, Λαφονταίν και Μελανσόν, μεταξύ άλλων, υποστήριξαν με την έκκλησή τους για τη σωτηρία των ευρωπαϊκών λαών του Οκτωβρίου 2011, έκτοτε όμως μοιάζει να εγκατέλειψαν πρακτικά.

Χρειαζόμαστε επαναδιαχωρισμό εμπορικών-επενδυτικών τραπεζών, απαγόρευση παραγώγων, έλεγχο της επιρροής του Χρήματος σε πολιτική και Μέσα, μεταρρύθμιση της λειτουργίας και εντολής της ΕΚΤ, κοινωνικές και οικολογικές, εκτός από τις δημοσιονομικές ρήτρες, λελογισμένο προστατευτισμό, που είναι και προϋπόθεση για την επαναφορά νέας, «επικαιροποιημένης», «πράσινης» μορφής κεϋνσιανισμού, μεταβατικής φάσης προς μοντέλο ρήξης με τα οικοκτόνα, πλανητοκτόνα καταναλωτικά-παραγωγικά πρότυπα του μεταπολέμου. Φυσικά, όλα αυτά με την ταυτόχρονη επιδίωξη μιας ανεξάρτητης Ευρώπης, συνιστώσας πολυπολικού κόσμου.

Μόνο προγραμματικές επεξεργασίες και πολιτικές πρωτοβουλίες προς τέτοιες κατευθύνσεις μπορούν να σώσουν την Ευρώπη (και τον πλανήτη) από ζοφερό μέλλον, δημιουργώντας προϋποθέσεις ευόδωσης αγώνα σωτηρίας Ελλάδας και Κύπρου. Η επερχόμενη καταστροφή της ευρωπαϊκής δημοκρατίας και του κοινωνικού κράτους είναι τόσο εκτεταμένη που, για πρώτη φορά μετά το 1970, δημιουργούνται ίσως συνθήκες αφύπνισης/κινητοποίησης των ευρωπαϊκών λαών. Το πρόβλημα είναι η «προδοσία» των διανοουμένων και των κομματικών γραφειοκρατιών της «αριστεράς» ή των συνδικαλιστικών αντίστοιχων. Αυτό εξηγεί και την άνοδο δυνάμεων όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία ή η ΧΑ στην Ελλάδα, δυνάμεων που εκφράζουν με αξιώσεις την εθνική-κοινωνική δυσφορία, απειλώντας όμως, αν κρίνουμε από την εμπειρία όλου του εικοστού αιώνα, να την θέσουν στην υπηρεσία καταστροφικών, διαλυτικών και όχι σωτήριων, απελευθερωτικών επιδιώξεων.

Το ότι η ΕΕ είναι απαράδεκτη δομή, εξελισσόμενη σε δικτατορία του Χρήματος, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι θα βρεθούμε σε καλύτερη κατάσταση αν διαλυθεί σε μια πλειάδα αλληλοσυγκρουόμενων κρατιδίων, που θα ανταγωνίζονται να αποσπάσουν μερίδια μιας συρρικνούμενης ζήτησης με κοινωνικό-οικολογικό ντάμπινγκ, καθιστάμενα έρμαια διεθνών μεγατραπεζών και των ΗΠΑ.

Αντιμέτωποι με δύο απαράδεκτες εναλλακτικές, οι ευρωπαϊκοί λαοί οφείλουν να αναπτύξουν εγκαίρως δική τους, τρίτη πρόταση, προτού η ήπειρος κατρακυλήσει σε άνευ προηγουμένου ιστορική οπισθοδρόμηση.

konstantakopoulos.blogspot.com

«Επίκαιρα», 19 Μαίου 2014