(Τέταρτο από μια σειρά άρθρων, μπορείτε να διαβάσετε το προηγούμενο εδώ: ΕΣΣΔ 1990: Η «δημοκρατική αντεπανάσταση» της νομενκλατούρας)
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Στο δεύτερο άρθρο αυτής της σειράς για τη σοβιετική κατάρρευση του 1989-91, με αφορμή τον θάνατο του φίλου Ρώσου μαρξιστή διανοούμενου Αλεξάντρ Μπουζγκάλιν, υπενθύμισα το ότι το υποτιθέμενο «ισχυρό κράτος» του σοβιετικού σταλινισμού και εν συνεχεία μπρεζνιεφισμού δεν κατέρρευσε ούτε από μια επανάσταση, ούτε από μια εισβολή, ούτε από τα έξω, ούτε από τα κάτω – παρόλο που ασφαλώς του ασκήθηκε μια τεράστια πίεση από το εξωτερικό, διεθνές καπιταλιστικό περιβάλλον του, αλλά και ένα μεγάλο τμήμα των σοβιετικών λαϊκών μαζών προσχώρησε, τουλάχιστο την τελευταία περίοδο, στον Γέλτσιν. Κατέρρευσε προπάντων από μέσα και από πάνω, γιατί το ιθύνον στρώμα του δεν ήθελε πια (και δεν μπορούσε, δεν είχε τις πολιτικές ικανότητες) να το υπερασπιστεί.
Θυμάμαι έναν Σοβιετικό διπλωμάτη, που είχε εργαστεί στο πολωνικό τμήμα του μηχανισμού (απαράτ) της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ, του πραγματικού «νευρικού κέντρου» της «Αυτοκρατορίας», προτού, αντιλαμβανόμενος πού πάει το πράγμα, ζητήσει μετάθεση για το Υπουργείο Εξωτερικών. Μου είπε το εξής: «Δεν υπήρχε στη Σοβιετική Ένωση πιο αντικομμουνιστικό μέρος από τον μηχανισμό της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος». Ο ίδιος ο Μπουζγκάλιν, που υπήρξε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής κατά την τελευταία περίοδο ύπαρξης του κόμματος, έχει πει σε μια συνέντευξή του ότι δεν γνώρισε ούτε έναν κομμουνιστή στις τάξεις της.
Όσο για το επιχείρημα περί «ισχυρού κράτους» και αυτό είναι επιφανειακό, όπως άλλωστε επεσήμανε με μεγάλη οξυδέρκεια ο Αλέξις ντε Τοκβίλ, στο κλασικό έργο του «Το παλιό καθεστώς και η Επανάσταση» πολύ πριν τη Ρωσική Επανάσταση. Η φαινομενική ισχύς ενός τέτοιου «ισχυρού» (επειδή είναι απολυταρχικό) κράτους αντανακλά στην πραγματικότητα τη δυσκολία του να διαχειριστεί τις υφέρπουσες αντιθέσεις και το κάνει μακροχρόνια περισσότερο, όχι λιγότερο τρωτό.
Στην περίπτωση της ΕΣΣΔ η απαγόρευση κάθε αντίθεσης και, εν τέλει, και κάθε έννοιας πολιτικής, οδήγησε στην εμφάνιση της «αντεπανάστασης» στο ίδιο το κέντρο του συστήματος, ενώ παράλληλα είχε στερήσει την κοινωνία, αλλά ακόμα και τους διευθύνοντες, από τα απαραίτητα όπλα της κριτικής και του feedback, από τα απαραίτητα αντισώματα, όταν τα χρειαζόταν για να υπερασπιστεί ό,τι έπρεπε να υπερασπιστεί από το καθεστώς της.
Το «ισχυρό» σοβιετικό κράτος απεδείχθη ότι συνοδευόταν από μια πολύ ανίσχυρη, αδύνατη κοινωνία, που άφησε να της αρπάξουν εύκολα όλες τις κοινωνικές και άλλες κατακτήσεις της. Τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο του 1991 είναι ζήτημα αν εκατό ή διακόσιοι άνθρωποι στη Μόσχα αντιστάθηκαν στη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, υπέρ της οποίας ψήφισε ακόμα και το Κομμουνιστικό Κόμμα του Γκενάντι Ζιουγκάνωφ. Πόσο ισχυρό μπορεί κάποιος να θεωρήσει ένα κράτος που διαλύεται τόσο εύκολα στα εξ ων συνετέθη, σαν πύργος από τραπουλόχαρτα;
Υπήρχε αριστερή εναλλακτική;
Ο Αλεξάντρ Μπουζγκάλιν δεν ήταν μόνο θεωρητικός. Είχε μεγάλη πολιτική δράση στην περίοδο της περεστρόικα, μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από πολύ έντονη κινητικότητα των εργατικών μαζών και των διανοητικά εργαζόμενων. Ο Αλεξάντρ βρέθηκε στην ηγεσία ενός μεγάλου κινήματος που ένωνε τις σοβιετικές εργατικές κολλεκτίβες σε ένα κίνημα υπέρ της αυτοδιαχείρισης. Όπως μου είπε ο ίδιος σε μια συνέντευξη το 2021, «υπήρξε δημοκρατική κομμουνιστική αντιπολίτευση στη Σοβιετική Ένωση. Ήταν το κίνημα της αυτοδιαχείρισης στις εργατικές κολλεκτίβες και τις επιχειρήσεις. Ήταν πρωτότυπο αυτοδιαχειριστικό κίνημα σοσιαλιστικών τάσεων».
Αλλά αυτό το κίνημα συνάντησε την έντονη αντίθεση της γραφειοκρατίας, των διευθυντών των επιχειρήσεων, καθώς και του ίδιου του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, που δεν εννοούσε στην πραγματικότητα οι δημοκρατικές διακηρύξεις του να υλοποιηθούν πραγματικά στην ίδια τη βάση της κοινωνίας. Οι ανθρακωρύχοι κατεβαίνουν αργότερα σε γιγάντιες απεργίες, που συγκλονίζουν το καθεστώς, στο Κουζμπάς, το Ντονμπάς, τη Βορκουτά και την Καραγκαντά (Καζαχστάν), και ο Αλεξάντρ θα συμμετάσχει στο συνέδριο των ανθρακωρύχων του Κουζμπάς. Δρα προς την κατεύθυνση της συγκρότησης μιας «αριστερής αυτοδιαχειριστικής εναλλακτικής» στην φιλελεύθερη, φιλοκαπιταλιστική και φιλοδυτική κατεύθυνση που τείνει να πάρει η μεταρρύθμιση του Γκορμπατσόφ.
Δυστυχώς, η πλειοψηφία των εργατών τελεί σε ένα περιβάλλον απερίγραπτης σύγχυσης. Όπως την περιγράφει, στην ίδια συνέντευξη ο Μπουζγκάλιν: «Στο συνέδριο των απεργιακών επιτροπών του Κουζμπάς (στη Σιβηρία) οι περισσότεροι αντιπρόσωποι έλεγαν ότι θέλουν να έχουν «δημοκρατική κοινωνία της αγοράς», όπου οι εργάτες θα είναι τα αφεντικά των εργοστασίων και των ορυχείων, όπου όλοι θα πληρώνονται με καλούς μισθούς, όπου θα υπάρχουν δυνατά συνδικάτα, ανεξάρτητες εργατικές οργανώσεις, δεν θα υπάρχει νομεκλατούρα, το κράτος θα διευθύνεται από τους πολίτες κλπ.». Μια σειρά από αυταπάτες δηλαδή.
Θυμάμαι και εγώ τότε μια συνέντευξη που πήρα για την ελληνική εφημερίδα «Τα Νέα» από τον Ασλανίδη, ελληνικής καταγωγής ηγέτη των απεργών ανθρακωρύχων στο Κουζμπάς, που εμφάνιζε τη Δύση, για την οποία προφανώς δεν γνώριζε τίποτα, ως υπόδειγμα πολιτισμένου τρόπου διαβίωσης. Οσάκις κουβέντιασα εκείνη την περίοδο με σοβιετικούς εργάτες κατάλαβα ότι πίστευαν πως με την ιδιωτικοποίηση θα έπαιρναν οι ίδιοι τα εργοστάσια και θα διατηρήσουν και όλα τα μεγάλα πλεονεκτήματα που είχαν στις σοβιετικές επιχειρήσεις, έναν έξτρα κοινωνικό μισθό δηλαδή. Οι εργαζόμενοι στα σοβιετικά εργοστάσια διέθεταν δωρεάν βρεφονηπιακούς σταθμούς και σχολεία, εστιατόρια όπου έτρωγαν τρεις φορές την ημέρα και έπαιρναν και για το σπίτι, αναρρωτήρια (πρωτοβάθμιας ιατρικής περίθαλψης), σανατόρια και παιδικές κατασκηνώσεις για τις διακοπές τους, πολιτιστικά ιδρύματα, ενώ στις αραιοκατοικημένες περιοχές όπου χτιζόντουσαν νέα εργοστάσια και επιχειρήσεις, τους διέθεταν και σπίτια, όπως και δωρεάν μεταφορά από και προς την επιχείρηση. Πίστευαν λοιπόν ότι θα τα διατηρήσουν όλα αυτά και μαζί και νέα πλεονεκτήματα. Τέτοιο ήταν το επίπεδο συνείδησης της πραγματικότητας που ερχόταν και των αυταπατών που είχαν. Θυμάμαι μάλιστα ότι όταν πήγα στην Καραγκαντά στο Καζακστάν, λίγο μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ρώτησα τους ηγέτες των ανθρακωρύχων τι λένε οι εργάτες που βρέθηκαν ξαφνικά σε… άλλη χώρα. Μου απάντησαν ότι τους εργάτες δεν τους ενδιαφέρει αυτό, γιατί δεν επηρεάζει τη σχέση τους με τα αφεντικά τους. Τους ενδιέφεραν οι άμεσες κοινωνικές σχέσεις που τους αφορούσαν, δεν έκριναν ότι τους έπεφτε λόγος και είχαν αφήσει στα αφεντικά τα ευρύτερα ζητήματα του κράτους. Σε αυτό το επίπεδο πολιτικής και «ταξικής» συνείδησης οδήγησε τη σοβιετική εργατική τάξη το υποτιθέμενο πρώτο εργατικό κράτος στην ιστορία. Αυτό το πολιτικό επίπεδο, όπως και το επίπεδο όλης της σοβιετικής κοινωνίας και ιδίως του διευθύνοντος στρώματος επέτρεψε σε ένα χαμένο κορμί, όπως ο Μπαρίς Γέλτσιν να γίνει πρόεδρος της Ρωσίας και να διαλύσει τη Σοβιετική Ένωση, μέσω μιας από τις μεγαλύτερες απάτες στην ιστορία («Αν πέσει το βιοτικό επίπεδο θα πέσω στις γραμμές να με πατήσει το τραίνο», έλεγε αυτό το απερίγραπτο πρόσωπο, προτού εξαπολύσει τη «θεραπεία-σοκ» της ρωσικής οικονομίας, που του συνέστησαν οι Αμερικανοί, το «οικονομικό ισοδύναμο» δηλαδή μιας μεσαίου μεγέθους πυρηνικής επίθεσης. Και πήγαιναν οι φουκαράδες οι Ρώσοι να αγοράσουν τρόφιμα για να έχουν για τους τρεις πρώτους δύσκολους μήνες).
Να προσθέσω ότι όλοι οι «παίκτες» είχαν μια εξαιρετικά περιορισμένη συνείδηση, όταν συνέβαιναν όλα αυτά, της σημασίας που είχαν οι τεράστιες παραχωρήσεις του Γκορμπατσόφ στον δυτικό ιμπεριαλισμό και πως άνοιγαν το δρόμο στην ανατροπή του σοβιετικού καθεστώτος και τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Νόμιζαν ότι ζούσαν σε μια ήπειρο ανεξάρτητη από τον κόσμο, λες και η ΕΣΣΔ ήταν ένας πλανήτης στο διάστημα. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα, με τη μέθοδο του σοκ, προτού προλάβουν να συγκροτηθούν οι αντιδράσεις και να γίνουν αντιληπτά τα διακυβεύματα.
Πηγή: kosmodromio.gr
Διαβάστε επίσης
O Αλεξάντρ Μπουζγκάλιν και η εποχή του: Η σοβιετική/ρωσική τραγωδία