Συσπείρωση Πανεπιστημιακών: 21 λόγοι για την μη ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων

ΔΗΜΟΣΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ, ΤΟ ΜΟΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ

Η παιδεία είναι κοινωνικό αγαθό, όχι εμπόρευμα
Η εκπαίδευση είναι επένδυση, όχι δαπάνη
Η μόρφωση είναι δικαίωμα, όχι προνόμιο

Το κείμενο αυτό είναι ευρύτερα ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ καθώς περιλαμβάνει σκέψεις, απόψεις και επιχειρήματα που έχουν κατατεθεί στο δημόσιο διάλογο ενάντια στην απόφαση της κυβέρνησης για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα.

Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την ίδρυση «μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών» (στην πραγματικότητα ιδιωτικών, κερδοσκοπικών) πανεπιστήμιων είναι αχρείαστη, γιατί δεν επιλύει κάποιο από τα σοβαρά προβλήματα της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης, όπως είναι η χρόνια υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση, η ανεπάρκεια των υποδομών και η έλλειψη της φοιτητικής μέριμνας.

Είναι όμως και άκαιρη, γιατί το άρθρο 16 του Συντάγματος (έως την πιθανή αναθεώρησή του) αναφέρει ρητά χωρίς κανένα περιθώριο αμφισημίας ότι  η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται.  Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι αποκλειστικά δημόσια. Η κυβέρνηση επιδιώκει την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της δημόσιας δωρεάν ανώτατης εκπαίδευσης, όπως έκανε και στο δημόσιο σύστημα υγείας με τις γνωστές καταστροφικές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία και την οικονομική εξουθένωση των πολιτών.

Η ελληνική κοινωνία, οι νέες και οι νέοι, η ίδια η εξέλιξη των επιστημών και των τεχνών, δεν ωφελούνται από την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης, η οποία οδηγεί νομοτελειακά στην αποδυνάμωση του Δημόσιου Πανεπιστημίου, στην υποβάθμιση των σπουδών και των πτυχίων καθώς και στη γενίκευση επιβολής διδάκτρων και στα δημόσια πανεπιστήμια. Ήδη λειτουργούν παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων μέσω των (κερδοσκοπικών) κολεγίων και παρέχουν πτυχία με επαγγελματικά δικαιώματα, χωρίς ουσιαστικές εγγυήσεις ελέγχου της ποιότητας των παρεχόμενων σπουδών, ενώ εκκρεμεί η ρύθμιση επαγγελματικών δικαιωμάτων για πολλά τμήματα του δημόσιου πανεπιστημίου. Το συνολικό εκπαιδευτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και εθνικό αποτύπωμα που θα προκύψει από την ίδρυση ιδιωτικών κερδοσκοπικών πανεπιστημίων θα έχει αρνητικό, και επομένως αντιαναπτυξιακό πρόσημο, ιδιαίτερα στην περιφέρεια.

Ενάντια στην κυβερνητική προπαγάνδα υπέρ των ιδιωτικών ΑΕΙ, η πανεπιστημιακή κοινότητα ενωμένη και με όλες τις δυνάμεις της θα υπερασπιστεί το θεσμό του Δημόσιου, Δωρεάν, Δημοκρατικού Πανεπιστημίου

21 ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΗ ΙΔΡΥΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

1) Η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων αποτελεί ξεκάθαρη παραβίαση του Συντάγματος. Το άρθρο 16 αναφέρει ρητά χωρίς κανένα περιθώριο αμφισημίας ότι  η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται. Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, με πλήρη αυτοδιοίκηση και με καθηγητές που είναι δημόσιοι λειτουργοί. Η κυβέρνηση επιχειρεί να καταργήσει ένα συνταγματικό άρθρο με έναν υποδεέστερο τυπικό νόμο. Αυτή η απόπειρα συνιστά πολιτειακή κρίση και είναι επικίνδυνη για το δημοκρατικό πολίτευμα, γιατί δημιουργεί προηγούμενο για την παραβίαση οποιοιδήποτε άλλου άρθρου του Συντάγματος.

2) Καμία σύγκρουση δεν υπάρχει μεταξύ του άρθρου 16 του Συντάγματος με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο, ώστε να χρειάζεται να εναρμονιστεί το ελληνικό Σύνταγμα με το ενωσιακό/διεθνές δίκαιο. Το ενωσιακό/διεθνές δίκαιο απλώς δίνει τη διακριτική ευχέρεια, επιτρέπει –δεν επιβάλλει, δεν υποχρεώνει– σε όσα κράτη θέλουν να ιδρύσουν ιδιωτικά πανεπιστήμια, να το πράξουν. Η Ελλάδα, μέσω του άρθρου 16 του Συντάγματος, έχει επιλέξει να μην επιτρέψει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Το Σύνταγμα της χώρας υπέρκειται/υπερέχει του ενωσιακού και διεθνούς δικαίου και των διεθνών συμφωνιών. Μια διακρατική συμφωνία με βάση το άρθρο 28 Συντ., δεν μπορεί να παραμερίσει το άρθρο 16 παρ. 5 και 8 Συντ. και να επιτρέψει την ίδρυση ιδιωτικού πανεπιστημίου στην Ελλάδα. Το θέμα λοιπόν δεν είναι νομικό, αλλά ζήτημα πολιτικής επιλογής και πολιτικής βούλησης. Επομένως, εάν η Ελλάδα πρόκειται να αλλάξει τη συνταγματική επιλογή της και να επιτρέψει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, αυτό πρέπει να γίνει σύμφωνα με τη σχετική συνταγματική διαδικασία, δηλαδή να προηγηθεί η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος και όχι η καταστρατήγηση του.

3) Ο όρος «μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά» πανεπιστήμια είναι εσκεμμένα αποπροσανατολιστικός. Η κυβέρνηση παραπλανητικά αποκαλεί τα δημόσια πανεπιστήμια ως «κρατικά», σε αντιδιαστολή με τα δήθεν «μη κρατικά» που θέλει να ιδρύσει, τα οποία όμως στην πραγματικότητα θα είναι ιδιωτικά κερδοσκοπικά πανεπιστήμια με δίδακτρα. Αυτοί είναι οι όροι εξάλλου που χρησιμοποιούνται και από την Eurostat, δηλαδή public (δημόσια) και private (ιδιωτικά) πανεπιστήμια. Όμως τα ελληνικά, όπως άλλωστε και τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, δεν είναι κρατικά, αλλά δημόσια χωρίς δίδακτρα αυτοδιοικούμενα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Οι διοικήσεις τους δεν διορίζονται από το κράτος αλλά εκλέγονται από την πανεπιστημιακή κοινότητα. Οι καθηγητές τους δεν είναι κρατικοί υπάλληλοι αλλά δημόσιοι λειτουργοί. Τα γνωστικά αντικείμενα, η διδασκαλία και η έρευνα δεν καθορίζονται από το κράτος, αλλά διαμορφώνονται ελεύθερα από το ακαδημαϊκό προσωπικό.

4) Διάσημα και φημισμένα πανεπιστήμια που αναφέρονται στο δημόσιο διάλογο ως δήθεν ιδιωτικά στην πραγματικότητα έχουν δημόσιο χαρακτήρα (όπως για παράδειγμα το MIT και το Harvard στις ΗΠΑ, το Cambridge στο Ηνωμένο Βασίλειο και το Bocconi στην Ιταλία). Τα πανεπιστήμια αυτά ιδρύθηκαν πριν από αρκετούς αιώνες από κληροδοτήματα και μεγάλες δωρεές ιδιωτών χορηγών και διαθέτουν μεγάλης αξίας περιουσιακά στοιχεία. Όμως δεν είναι κερδοσκοπικά, δεν έχουν ιδιοκτήτες-μετόχους, αλλά διοικούνται από ένα Διοικητικό Συμβούλιο με ακαδημαϊκά κριτήρια. Επιπλέον των εσόδων από τα υψηλά δίδακτρα που πληρώνει ο μικρός αριθμός φοιτητών σε αυτά, λαμβάνουν επίσης σημαντική κρατική χρηματοδότηση, ενώ όλα τα έσοδα επενδύονται στην ανάπτυξη του πανεπιστημίου. Ιδιωτικά πανεπιστήμια υψηλών προδιαγραφών όπως το Columbia ή το Yale δεν θα δημιουργηθούν ποτέ στην Ελλάδα, αλλά ούτε και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

5) Εμβληματικά ξένα πανεπιστήμια δεν πρόκειται να ανοίξουν «παραρτήματα» στην Ελλάδα, όπως επικαλείται η κυβέρνηση, γιατί απλά δεν το έπραξαν πουθενά αλλού στον κόσμο, σε πολύ πλουσιότερες χώρες και δυναμικές αγορές σε σχέση με την Ελλάδα. Αλλά και γιατί να το πράξουν άλλωστε, αφού δεν ενδιαφέρονται για το κέρδος καθώς πρόκειται για μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια. Ένα πανεπιστήμιο δεν μπορεί να «αναπαραχθεί» με τα ίδια χαρακτηριστικά σε μια άλλη κοινωνία, ούτε καν σε άλλη περιοχή μέσα στην ίδια τη χώρα που ιδρύθηκε, είναι μοναδικό. Ακόμη λοιπόν και εάν αποφασίσει ένα πανεπιστήμιο υψηλού κύρους να κάνει παράρτημα στην Ελλάδα, αυτό δε θα έχει καμία σχέση με το μητρικό πανεπιστήμιο. Γιατί η ποιότητα των πανεπιστημίων καθορίζεται από το διδακτικό/ερευνητικό προσωπικά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των περιοχών και χωρών στις οποίες τα πανεπιστήμια δημιουργούνται και λειτουργούν και τα οποία δεν μπορούν να αναπαραχθούν σε μια άλλη κοινωνία. Τα εμβληματικά πανεπιστήμια, αλλά και κάθε φημισμένο πανεπιστήμιο, δεν είναι «εκπαιδευτικοί γυρολόγοι» που ανοίγουν χαμηλής ακαδημαϊκής αξίας παραρτήματα σε άλλες χώρες. Ούτε οι νομπελίστες καθηγητές που διδάσκουν σε αυτά είναι «ιπτάμενοι διδάσκοντες». Αυτά τα φημισμένα πανεπιστήμια έχουν ιστορία αιώνων και δεν διακινδυνεύουν τη φήμη τους. Επενδύουν τα έσοδά τους για την ακαδημαϊκή ανάπτυξη του μητρικού πανεπιστημίου στη χώρα που αυτό ιδρύθηκε και υπάρχει επί αιώνες. Επίσης, οι επίδοξοι έλληνες οι αλλοδαποί μεγιστάνες που έχουν την οικονομική δυνατότητα να κάνουν μεγάλες χορηγίες, προτιμούν να χορηγήσουν μια πανεπιστημιακή έδρα στο αυθεντικό πανεπιστήμιο στην πόλη και στη χώρα που αυτό λειτουργεί και όχι σε κάποιο «παράρτημα» σε άλλη χώρα, το οποίο άλλωστε δεν υπάρχει.

6) Αυτό που θα συμβεί είναι τα κάθε είδους κολέγια «του ενός ορόφου» με 3 Σχολές/Τμήματα και 5 αίθουσες διδασκαλίας παρότι δεν καλύπτουν ούτε στο ελάχιστο τις επιστημονικές προδιαγραφές διδασκαλίας και έρευνας των πανεπιστημίων, να «αναβαθμιστούν» σε «πανεπιστήμια». Δηλαδή οι απόφοιτοι των κολεγίων να λάβουν και την ακαδημαϊκή αναγνώριση των τίτλων σπουδών (ακαδημαϊκή ισοδυναμία), ως ισότιμων των πτυχίων των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων, επιπλέον της επαγγελματικής αναγνώρισης των τίτλων σπουδών (επαγγελματικής ισοδυναμίας πτυχίου) που έχουν ήδη λάβει ως παράρτημα ευρωπαϊκών ΑΕΙ που λειτουργούν στη χώρα μας. Ταυτόχρονα θα δημιουργηθούν συνθήκες ώστε ξένα ιδιωτικά κερδοσκοπικά πανεπιστήμια χαμηλής ακαδημαϊκής ποιότητας να λαμβάνουν «τη σφραγίδα ποιότητας» και να «αναβαθμίζονται» μέσω της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) και μέσω των συμπράξεων με δημόσια πανεπιστήμια της χώρα μας.

Επιπλέον, η πρόσφατη κύρωση της διακρατικής συμφωνίας Ελλάδας – Κύπρου για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών των ιδιωτικών πανεπιστημίων της Κύπρου, αναγνωρίζει τα πτυχία των ιδιωτικών της Κύπρου ως ισότιμα με τα πτυχία των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων, παρακάμπτοντας τις διαδικασίες που απαιτούνται μέσω του ΔΟΑΤΑΠ για την αναγνώριση τίτλων σπουδών. Η κυβέρνηση επιδιώκει την εμπορευματοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης με τη μεταφορά πόρων από το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα σε ιδιώτες, όπως έκανε και στο δημόσιο σύστημα υγείας με τις γνωστές καταστροφικές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία. Η δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση θα συρρικνωθεί περαιτέρω. Η δρομολογημένη αυτή πορεία οδηγεί νομοτελειακά στη γενίκευση επιβολής διδάκτρων και στα δημόσια πανεπιστήμια.

7) Δεν είναι η Ελλάδα η μόνη χώρα που δεν έχει ιδιωτικά πανεπιστήμια. Είναι όμως η μόνη χώρα που δεν χρηματοδοτεί επαρκώς τα δημόσια πανεπιστήμια υποβαθμίζοντάς τα, ώστε να ανοίξει τον δρόμο στα ιδιωτικά. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (2024), η συντριπτική πλειονότητα (άνω του 83%) των προπτυχιακών φοιτητών στην Ευρώπη σπουδάζουν σε δημόσια πανεπιστήμια. Στην Ελλάδα, στο Λουξεμβούργο, στη Δανία, στην Ιρλανδία και την Ολλανδία, το ποσοστό αυτό ανέρχεται ή αγγίζει το 100%. Επίσης, σε χώρες όπως η Μάλτα, η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Γαλλία, η Κροατία, η Λιθουανία, η Ρουμανία, η Σλοβακία και η Σουηδία, τα ποσοστά φοίτησης σε δημόσια πανεπιστήμια κυμαίνονται μεταξύ 85-93%. Αλλά ακόμη και στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου ένα σημαντικό ποσοστό φοιτητών σπουδάζει σε ιδιωτικά πανεπιστήμια, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, στο Βέλγιο, στη Φιλανδία, στη Λετονία, αυτά τα ιδιωτικά πανεπιστήμια χρηματοδοτούνται από δημόσιους πόρους. Στην Κύπρο τα ιδιωτικά πανεπιστήμια χρηματοδοτούνται βασικά από ιδιωτικούς πόρους. πανεπιστήμια βασικός χρηματοδότης παραμένει το Κράτος (σε ποσοστό από 80% έως και 100%).

Στην Πορτογαλία από το 1980 και μετά άνοιξαν πολλά ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά έχει κλείσει το 90% από αυτά λόγω χαμηλής ποιότητας και έλλειψης φοιτητών/τριών. Στη Γερμανία, στα 83 μικρά ιδιωτικά πανεπιστήμια που έχουν ιδρυθεί και λειτουργούν, σπουδάζει μόλις το 1% του φοιτητικού πληθυσμού. Στη Ηνωμένο Βασίλειο από τα 166 πανεπιστήμια μόνο 8 είναι ιδιωτικά, κι αυτά μικρά, υποβαθμισμένα και άγνωστα. Γενικά, σε ιδιωτικά μη εξαρτώμενα από την κρατική χρηματοδότηση πανεπιστήμια φοιτά περίπου το 10% του συνόλου των φοιτητών της ΕΕ 27. Στην Αυστραλία και στον Καναδά, όπως και στην Ευρώπη, υπάρχουν ελάχιστα ιδιωτικά πανεπιστήμια που είναι χαμηλής ποιότητας και άγνωστα. Στις ΗΠΑ, από το σύνολο των 4300 πανεπιστημίων, τα 200 πανεπιστήμια είναι εξαιρετικής ποιότητας. Τα υπόλοιπα είναι από καλά και μέτρια έως χαμηλής ποιότητας. Στις ΗΠΑ τα φημισμένα πανεπιστήμια έχουν δημόσιο χαρακτήρα και είναι μη κερδοσκοπικά.

8) Αποκλίνουμε από τη Ευρώπη, όχι επειδή το σύνταγμα μας δεν επιτρέπει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, αλλά επειδή η κυβέρνηση δεν εκπληρώνει τη θεμελιώδη συνταγματική της υποχρέωση να χρηματοδοτεί επαρκώς τα δημόσια πανεπιστήμια, όπως πράττουν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση στην Ευρώπη των 27 ως προς την κρατική χρηματοδότηση της δημόσιας παιδείας, με τη χρηματοδότη στο 7,1% του ετήσιου προϋπολογισμού, έναντι του μέσου όρου 9,6% για τα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια. Η χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων το 2010 πριν την οικονομική κρίση ήταν 380 εκατ. ευρώ, ενώ το 2023 μειώθηκε δραματικά στα 116 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί σε μείωση περίπου 70%. Η δημόσια δαπάνη ανά φοιτητή στην Ελλάδα είναι μόλις 2.300 ευρώ, έναντι 11.500 ευρώ της μέσης δαπάνης στα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια, δηλαδή αντιστοιχεί μόλις στο 20% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (2024), από το 2009 έως το 2019 το μόνιμο διδακτικό ερευνητικό προσωπικό (μέλη ΔΕΠ) στα ελληνικά πανεπιστήμια μειώθηκε περίπου κατά 22%, ενώ παράλληλα αυξήθηκαν οι έκτακτοι διδάσκοντες με συμβάσεις περιορισμένου χρόνου και επισφαλείς συνθήκες εργασίας. Συγκεκριμένα, κατά το ακαδημαϊκό έτος 2009/10, από το σύνολο των περίπου 13300 διδασκόντων, μόνο το 71,5% ήταν μόνιμο διδακτικό ερευνητικό προσωπικό (μέλη ΔΕΠ). Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2019/20, από το σύνολο των περίπου 19100 διδασκόντων, μόλις το 52,1% ήταν μέλη ΔΕΠ. Η πορεία μείωσης του αριθμού των μελών ΔΕΠ συνεχίζεται, καθώς οι προσλήψεις είναι λιγότερες από τις αποχωρήσεις οι οποίες δεν αντικαθίστανται. Για την χρονική περίοδο μεταξύ 2008/9 και 2019/20 ο αριθμός των εγγεγραμμένων φοιτητών, εντός της προβλεπόμενης διάρκειας φοίτησης ν+2, αυξήθηκε πάνω από 60%. Έτσι, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (2022), το 2020 η Ελλάδα έφτασε να βρίσκεται στην τελευταία θέση στην Ευρώπη των 27 ως προς την αναλογία φοιτητών/διδασκόντων. Συγκεκριμένα, η αναλογία καθηγητών/φοιτητών είναι 1 καθηγητής/ανά 47 φοιτητές στην Ελλάδα, έναντι της αναλογίας 1 καθηγητής/ανά 13 φοιτητές που είναι ο μέσος όρος στην Ευρώπη των 27.

Το ποσό του 1 δις. ευρώ, που η κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι θα δοθεί στα πανεπιστήμια από τον τακτικό προϋπολογισμό, το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, δεν προβλέπει ούτε μία πρόσληψη μόνιμου διδακτικού ή/και διοικητικού προσωπικού, ούτε ένα ευρώ δεν θα διατεθεί για αναπτυξιακούς σκοπούς λόγω των αυξανόμενων ανελαστικών δαπανών των πανεπιστημίων. Στο 1 δις, προβλέπονται, και είναι καλοδεχούμενα, σημαντικά ποσά για ανέγερση νέων κτιριακών εγκαταστάσεων και φοιτητικών εστιών. Ωστόσο, δεν αντιμετωπίζονται οι αυξημένες άμεσες ανάγκες, καθώς για την ολοκλήρωση και λειτουργία κτιρίων και εστιών απαιτούνται πολλά χρόνια.

9) Οι έλληνες προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί (στην πλειονότητά τους) φοιτητές που σπουδάζουν στο εξωτερικό δεν θα επιλέξουν να σπουδάσουν σε παραρτήματα ιδιωτικών πανεπιστημίων με δίδακτρα στην Ελλάδα. Σύμφωνα με στοιχεία της UNESCO (OECD/UIS/Eurostat, 2022), το 2021 σπούδαζαν στο εξωτερικό 37.530 Έλληνες φοιτητές/τριες. Φοιτούν κυρίως σε Ηνωμένο Βασίλειο (9500), Γερμανία (4340), Κύπρο (4220), Βουλγαρία (4200), Τουρκία (2800), Γαλλία (2300), ΗΠΑ (2100), Ιταλία (1500), Ρουμανία (1000), Ελβετία (800), Σουηδία (700), Δανία (700), Αυστρία (540), Βέλγιο (370), Ισπανία (350), Καναδά (210), Σλοβακία (200), Τσεχία (200), Φινλανδία (180), Αλβανία (170), Αυστραλία (170), Νορβηγία (130), Ιρλανδία (100) και σε διάφορες άλλες χώρες σε μικρότερους αριθμούς. Αυτό όμως που αποκρύπτει η κυβέρνηση είναι ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ελλήνων φοιτητών φεύγει στο εξωτερικό κυρίως για μεταπτυχιακές σπουδές, με την επιδίωξη μετά να αναζητήσει εργασία στη χώρα υποδοχής ή σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των ελλήνων που φοιτούν σε άλλη χώρα κάνει προπτυχιακές σπουδές. Κι αυτοί σπουδάζουν κυρίως σε Σχολές υψηλής ζήτησης και μεγάλης δυσκολίας εισαγωγής μέσω των πανελλαδικών εξετάσεων στην Ελλάδα, όπως για παράδειγμα η Ιατρική, η Νομική, η Πολυτεχνική Σχολή. Φοιτούν κυρίως σε χώρες της νότιας Ευρώπης όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Κύπρος. Σε αυτές τις χώρες οι σπουδές θα είναι πιο οικονομικές από τις αντίστοιχες σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο ή παράρτημα ξένου πανεπιστημίου στην Ελλάδα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και ίσως άλλες μεγάλες πόλεις, όπου θα ιδρυθούν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια (υψηλά δίδακτρα, υψηλό κόστος διαμονής, δυσκολία εύρεσης κατοικίας, ακρίβεια, υψηλό κόστος ζωής). Επομένως, δεν έχει καμία βάση ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα ανακόψει τη “ροή” χιλιάδων νέων για σπουδές στο εξωτερικό.

Ανέκαθεν, Έλληνες προπτυχιακοί και κυρίως μεταπτυχιακοί φοιτητές που έχουν την οικονομική δυνατότητα (ή με υποτροφία) να σπουδάσουν σε κάποιο φημισμένο πανεπιστήμιο του εξωτερικού (συνήθως με υψηλά δίδακτρα) και να αναζητήσουν μια πιθανή εργασιακή προοπτική στη χώρα υποδοχής ή να επιστρέψουν να αναλάβουν την οικογενειακή επιχείρηση, επιλέγουν να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Επομένως ένας σημαντικός αριθμός νέων θα συνεχίσει να πηγαίνει για σπουδές στο εξωτερικό στο πανεπιστήμιο που έχει επιλέξει, ανεξάρτητα από την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων ή παραστημάτων ξένων πανεπιστημίων στη χώρα μας. Είναι άδικο και υποκριτικό η κυβέρνηση να δαιμονοποιεί τις σπουδές στο εξωτερικό. Οι νέες και οι νέοι επιστρέφουν με εμπειρίες και γνώσεις τις οποίες μεταφέρουν στη χώρα μας. Στα πανεπιστήμια του εξωτερικού σπούδασε και συνεχίζει να σπουδάζει μεγάλος μέρος της άρχουσας τάξης. Μακάρι περισσότεροι συμπολίτες μας να είχαν την οικονομική δυνατότητα ή να υπήρχε ικανός αριθμός υποτροφιών, ώστε να σπουδάσουν στο εξωτερικό εάν έτσι επιλέξουν.

Επιπλέον, ένας αριθμός χιλιάδων νέων χαμηλότερης οικονομικής δυνατότητας, αναγκάζεται να πάει για ανώτατες σπουδές στο εξωτερικό ξοδεύοντας από το υστέρημα του (συνήθως σε πανεπιστήμια με χαμηλότερα δίδακτρα), επειδή δεν εισάγεται στα ελληνικά πανεπιστήμια, λόγω των φραγμών της ελάχιστης βάσης εισαγωγής (ΕΒΕ) και της μείωσης του συνολικού αριθμού των εισακτέων που νομοθέτησε και εφάρμοσε η κυβέρνηση κατά τα τελευταία τρία έτη. Επομένως, εάν η κυβέρνηση όπως ισχυρίζεται, θέλει ειλικρινώς να παραμείνουν/σπουδάσουν στην Ελλάδα αυτές οι χιλιάδες νέοι και νέες, για να μην επιβαρυνθούν οικονομικά οι οικογένειές τους, θα πρέπει να καταργήσει την ΕΒΕ (που αποκλείει κάθε έτος τουλάχιστον 20.000 υποψήφιους φοιτητές/τριες) και να διατηρήσει/αυξήσει τον αριθμό των εισακτέων στα πανεπιστήμια, ώστε να δώσει τη δυνατότητα σε αυτούς τους υποψηφίους να εισαχθούν στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Παράλληλα να αναβαθμιστεί το Λύκειο, να αποσυνδεθεί από τις πανελλαδικές εξετάσεις και να ενισχυθεί το Εθνικό Απολυτήριο.

10) Η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα δεν πρόκειται να προσελκύσει χιλιάδες φοιτητές από άλλες χώρες ώστε να έρθουν εδώ να σπουδάσουν. H Ελλάδα να μην υποβαθμιστεί ακαδημαϊκά σε ένα «περιφερειακό κέντρο παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών». Σύμφωνα με στοιχεία της UNESCO (OECD/UIS/Eurostat, 2022), το 2021 σπούδαζαν στην Ελλάδα περίπου 23.800 ξένοι φοιτητές. Προέρχονται κυρίως από την Κύπρο (15000), Αλβανία (1400),  Γερμανία (1300), Ρωσία (500), Βουλγαρία (300), Ουκρανία (300), Γεωργία (200), Συρία (200), Ιορδανία (150), Νίγηρα (140), Αίγυπτο (140), Παλαιστίνη (140), Ρουμανία (130), ΗΠΑ (130), Τουρκία (110) και από διάφορες άλλες χώρες σε μικρότερους αριθμούς.

Στην Ελλάδα οι ξένοι φοιτητές αντιστοιχούν περίπου στο 3% του συνόλου των προπτυχιακών φοιτητών, στο 1,35% των μεταπτυχιακών και στο 1,5% των διδακτορικών φοιτητών στη χώρα μας, κατατάσσοντας την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις προσέλκυσης ξένων φοιτητών και στους τρεις κύκλους πανεπιστημιακών σπουδών. Ο μέσος όρος των αντίστοιχων τιμών των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 4,9%, 14,3%, και 24,3%. Ενώ σε όλες τις χώρες το ποσοστό των ξένων φοιτητών αυξάνεται ανάλογα με το επίπεδο εκπαίδευσης (από προπτυχιακό, προς μεταπτυχιακό, σε διδακτορικό), στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο, δηλώνοντας ότι ούτε ο μεταπτυχιακός, ούτε ο διδακτορικός κύκλος σπουδών προσελκύουν ξένους φοιτητές στη χώρα μας. Η πολύ χαμηλή ελκυστικότητα της Ελλάδας για τους ξένους φοιτητές μεταξύ των άλλων σχετίζεται με: την ομιλούμενη γλώσσα (οι αγγλόφωνες χώρες είναι οι πιο ελκυστικές), το υψηλό κόστος διαμονής, τη δυσκολία εύρεσης κατοικίας, την ακρίβεια, το υψηλό κόστος ζωής, τις περιορισμένες προοπτικές απασχόλησης μετά το πέρας των σπουδών, τις δυσμενείς εργασιακές συνθήκες, τις μη ικανοποιητικές απολαβές, τις χαμηλές οικονομικές επιδόσεις της χώρας, τις ανεπαρκείς εκπαιδευτικές υποδομές, την υποχρηματοδότηση της έρευνας. Πάντως ούτε τα 36 κολέγια που λειτουργούν σήμερα στη χώρα μας σε συνεργασία με ξένα πανεπιστήμια, όπως δηλαδή προβλέπει το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά ΑΕΙ, έχουν καταφέρει να προσελκύσουν στην Ελλάδα σημαντικό αριθμό φοιτητών από το εξωτερικό.

Η διεθνοποίηση των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων συμβαίνει πολλά χρόνια τώρα μέσα από διεθνείς ακαδημαϊκές συνεργασίες και συμφωνίες. Με την προσπάθεια για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΧΑΕ), τα ευρωπαϊκά και διεθνή προγράμματα κινητικότητας διδασκόντων και φοιτητών, τις στρατηγικές συμπράξεις μεταξύ ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ για τη δημιουργία δικτύων/συμμαχιών Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων τα οποία θα χορηγούν κοινά πτυχία.  Στα επόμενα χρόνια θα έχουν δημιουργηθεί περισσότερα από 60 δίκτυα ευρωπαϊκών πανεπιστημίων με τη συμμετοχή 500 και πλέον πανεπιστημίων. Στα 41 και πλέον δίκτυα ευρωπαϊκών πανεπιστημίων που λειτουργούν σήμερα περιλαμβάνονται περισσότερα από 280 πανεπιστήμια. Ήδη από το 2019 και σταδιακά, 10 από τα 24 δημόσια ελληνικά πανεπιστήμια συμμετέχουν σε αυτό το ευρωπαϊκό εγχείρημα διεθνοποίησης. Συγκεκριμένα πρόκειται για τα εξής 10 πανεπιστήμια (με αλφαβητική σειρά): Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (EPICUR), Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (CONEX US), Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (CIVIS), Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (EULiST), Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο (ATHENA), Πανεπιστήμιο Αιγαίου (ERUA), Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (INVEST), Πανεπιστήμιο Κρήτης (INGENIUM), Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου (EUNICE), Πολυτεχνείο Κρήτης (EURECA-PRO). Η κυβέρνηση πρέπει να υποστηρίξει αυτές τις πρωτοβουλίες και να ενισχύσει τις δυνατότητες συνεργασίας των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων με τα ευρωπαϊκά και διεθνή ακαδημαϊκά ιδρύματα. Με σεβασμό στις ακαδημαϊκές αξίες και διατηρώντας τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα αυτών των συνεργασιών.

11) Η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα έχει αρνητικές συνέπειες στα περισσότερα Περιφερειακά Πανεπιστήμια με κίνδυνο αυτά να κλείσουν, λόγω της δραματικής μείωσης του αριθμού των εισακτέων σε αυτά, με τραγικά αποτελέσματα για την ευρύτερη ανάπτυξη (οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική) των τοπικών κοινωνιών και της περιφέρειας. Το ελάχιστο κόστος ζωής για έναν φοιτητή/τρια που σπουδάζει σε πανεπιστήμιο στην περιφέρεια εκτιμάται τουλάχιστον στα 700 ευρώ το μήνα, δηλαδή ετήσιο κόστος για σπουδές άνω των 8.000 ευρώ ετησίως. Εάν ένας φοιτητής έχει αυτή την οικονομική δυνατότητα και παράλληλα έχει την ευκαιρία να πληρώσει αυτά τα χρήματα σε δίδακτρα σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη ή σε άλλη μεγάλη πόλη (όπου προβλέπεται να ιδρυθούν τα ιδιωτικά), μάλλον δεν θα πάει να σπουδάσει στο περιφερειακό πανεπιστήμιο στο οποίο θα έχει περάσει με τις πανελλαδικές εξετάσεις. Θα είναι οικονομικότερο να παραμείνει στην πόλη διαμονής του και να πάει στο ιδιωτικό, κι ας είναι χαμηλότερης ποιότητας από το δημόσιο πανεπιστήμιο. Εξάλλου τόσο οι απόφοιτοι των δημόσιων όσο και ιδιωτικών θα έχουν ισότιμα επαγγελματικά και ακαδημαϊκά δικαιώματα.  Έτσι, θα υπάρξει μια περαιτέρω συσσώρευση του φοιτητικού σώματος στα αστικά κέντρα/περιοχές και κυρίως στις πολύ μεγάλες πόλεις, ενώ θα απομειωθεί ο φοιτητικός πληθυσμός στην περιφέρεια. Όμως έρευνες έχουν δείξει ότι η αύξηση του αριθμού των πανεπιστημίων σε μια περιφέρεια ευνοεί την ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε αυτήν την περιοχή. Επιπλέον, υπάρχουν θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις από τα πανεπιστήμια στις γεωγραφικά κοντινά γειτονικές περιφέρειες. Αντίθετα με τη μείωση του αριθμού των πανεπιστημίων επιβραδύνεται η ανάπτυξη στη συγκεκριμένη περιοχή. Με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων που σχεδιάζει σήμερα η κυβέρνηση, το συνολικό εκπαιδευτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και εθνικό κόστος από την παρακμή της περιφέρειας θα είναι πολύ μεγαλύτερο από τα έσοδα κάποιων χιλιάδων φοιτητών που θα σπουδάσουν στα ιδιωτικά πανεπιστήμια των μητροπολιτικών κέντρων.

12) Από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια απουσιάζει η έννοια της έρευνας και  η παραγωγή νέας γνώσης που είναι θεμελιακό συστατικό του ρόλου των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Διδασκαλία και έρευνα βρίσκονται σε μια διαλεκτική σχέση και αποτελούν τους δύο πυλώνες της ανώτατης εκπαίδευσης. Ο πανεπιστημιακός ερευνητής δεν μεταφέρει απλά στους φοιτητές/τριες την πληροφορία ενός βιβλίου ή επιστημονικού άρθρου, αλλά διδάσκει αυτό που ο ίδιος παράγει μέσα από τη διαδικασία της έρευνας. Επίσης στα ιδιωτικά πανεπιστήμια απουσιάζει η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και της αμφισβήτησης της γνώσης, που είναι στενά συνυφασμένη με την έννοια της έρευνας, αλλά και της δημοκρατίας. Στα ιδιωτικά πανεπιστήμια δημιουργούνται οι συνθήκες ώστε η όποια επιστημονική έρευνα να χειραγωγείται από τα συμφέροντα του ιδιώτη που χρηματοδοτεί την έρευνα, αντί αυτή να είναι ελεύθερη, αδέσμευτη και ακηδεμόνευτη ακολουθώντας τους κανόνες της επιστημονικής δεοντολογίας και ηθικής και λειτουργώντας προς όφελος της κοινωνίας. Η παραγόμενη γνώση μετατρέπεται σε αγοραίο εμπόρευμα  Οι ιδιώτες δεν επενδύουν ούτε στην έρευνα ούτε στους νέους επιστήμονες/ερευνητές. Στοιχεία της Eurostat ( 2021) φανερώνουν ότι στους ΕΕ 27, το συνολικό ποσοστό των υποψηφίων διδακτόρων σε ιδιωτικά πανεπιστήμια που στηρίζονται σε ιδιωτικούς πόρους ήταν μόλις 3,2% επιβεβαιώνοντας ότι η έρευνα είναι σχεδόν αποκλειστικά χρηματοδοτούμενη από κρατικούς/δημόσιους πόρους.

13) Το εργασιακό περιβάλλον στο ιδιωτικό πανεπιστήμιο είναι εξουθενωτικό και δεν ευνοεί την ακαδημαϊκή ανάπτυξη και εξέλιξη των διδασκόντων καθηγητών. Όπως συμβαίνει και με τα ιδιωτικά κολλέγια, πολλοί από τους νέους επιστήμονες, με καλές σπουδές και γνώσεις, για να βιοποριστούν  θα αναγκαστούν να διδάξουν στα ιδιωτικά πανεπιστήμια 20-25 ώρες την εβδομάδα, χωρίς να τους μένει χρόνος να διαβάσουν, να κάνουν έρευνα, να δημοσιεύσουν. Έτσι οι νέοι επιστήμονες μένουν ακαδημαϊκά «εγκλωβισμένοι», καθώς δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις να κάνουν έρευνα και να δημοσιεύσουν ερευνητικές εργασίες σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συγκεντρώσουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για να διεκδικήσουν μια θέση καθηγητή σε ένα καλύτερο πανεπιστήμιο. Οι νέοι επιστήμονες στα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα είναι μεταφορείς γνώσης και όχι παραγωγοί και φορείς νέας γνώσης που θα προκύψει από τη έρευνά τους.

14) Τα παραδείγματα από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο προειδοποιούν ότι δήθεν υποκατάστατα της δωρεάν ανώτατης εκπαίδευσης, όπως η χορήγηση φοιτητικών δανείων και υποτροφιών, όχι μόνο έχουν ήδη ναυαγήσει ως πολιτική οξύνοντας τους ταξικούς φραγμούς στην εκπαίδευση, αλλά επίσης προκαλούν μεγάλα κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδα. Τα φοιτητικά δάνεια παράγουν νέους επιστήμονες εξαρχής χρεωμένους και αιχμάλωτους στην αγορά, ενώ δημιουργούν τραπεζικές πιστωτικές φούσκες.  Στις ΗΠΑ πάνω από το 50% των φοιτητών λαμβάνει δάνειο από το κράτος ή με την εγγύηση του κράτους για να πληρώσει τα δίδακτρα των σπουδών και να καλύψει το κόστος διαβίωσης. Υπάρχουν 45 εκ δανειολήπτες φοιτητικών δανείων με χρέος δεκάδων χιλιάδων δολαρίων ο καθένας. Ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς θα εγκαταλείψει τις σπουδές και δεν θα πάρει ποτέ πτυχίο, όμως θα του μείνει εφόρου ζωής το χρέος του δανείου. Στις ΗΠΑ τα χρέη από τα φοιτητικά δάνεια φθάνουν στο αστρονομικό ποσό των 1,77 τρις δολαρίων αρκετά από τα οποία είναι ανεξόφλητα. Το μέσο χρέος για κάθε φοιτητή είναι περίπου 40 χιλ δολάρια, ενώ για ορισμένες Σχολές ανέρχεται στις 150 χιλ δολάρια (Νομικές), στις 200 χιλ δολάρια (Ιατρικές) ή ακόμη και στις 300 χιλ δολάρια (Οδοντιατρικές). Το χρέος των φοιτητικών δανείων στην Αμερική ξεπερνά κάθε άλλου τύπου χρέους. Για παράδειγμα είναι 6 φορές μεγαλύτερο από το χρέος των πιστωτικών καρτών των αμερικανών πολιτών και 5 φορές μεγαλύτερο από το ελληνικό δημόσιο χρέος.

Παρόλα αυτά στα αμερικανικά πανεπιστήμια το ποσοστό συμμετοχής των φτωχών στην ανώτατη εκπαίδευση δεν αυξήθηκε. Αντίθετα, η χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης μέσω φοιτητικού δανεισμού αποτελεί ένα «φόρο φτώχειας», υπό την έννοια ότι οι φτωχότεροι χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αποπληρώσουν το δάνειο και τους τόκους που συσσωρεύονται. Επομένως σπουδάζουν με υψηλότερο κόστος, αυξάνοντας την τιμή του πτυχίου. Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο στα άτομα που προέρχονται από τις λεγόμενες ομάδες μειονοτήτων, είτε λόγω φυλής (Αφροαμερικάνοι, Ισπανόφωνοι), είτε λόγω φύλου (γυναίκες), όπου επιπλέον η φτώχια ενυπάρχει και τροφοδοτείται από κοινωνικά στερεότυπα και αποκλεισμούς.

Από σχετικές μελέτες (Institute for Fiscal Studies, 2017) φαίνεται ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, μέσα σε μια εικοσαετία από το 1998 με την εισαγωγή διδάκτρων στα πανεπιστήμια,  το χρέος από τα φοιτητικά δάνεια το 2023 εικοσαπλασιάστηκε, ξεπερνώντας τα 200 δισ. λίρες. Οι φοιτητές από τα φτωχότερα οικονομικά στρώματα που αναγκάστηκαν να πάρουν δάνειο για να σπουδάσουν, ως απόφοιτοι πλέον έχουν ατομικό χρέος σπουδών 57 χιλ λιρών. Επιπλέον, ιδιωτικά funds έχουν αγοράσει από τις τράπεζες μέρος των φοιτητικών δανείων σε τιμές πολύ χαμηλότερες της λογιστικής αξίας τους, ενώ απαιτούν από τους δανειολήπτες φοιτητές την αποπληρωμή του δανείου στη λογιστική του αξία, με σκοπό την κερδοσκοπία. Σύμφωνα με στοιχεία του European University Association (2021), στο Ηνωμένο Βασίλειο για το χρονικό διάστημα από 2008/09 έως 2018/19 η άμεση κρατική χρηματοδότηση των πανεπιστημίων μειώθηκε κατά 63%. Την ίδια περίοδο αυξήθηκε η έμμεση χρηματοδότηση των πανεπιστημίων μέσω της αύξησης των φοιτητικών δανείων για την κάλυψη των διδάκτρων.

Με αυτόν τον τρόπο οι δημόσιοι πόροι κατευθύνονται σε ιδιωτικά πανεπιστήμια μέσω της πληρωμής διδάκτρων για τις σπουδές των φοιτητών ( κυρίως με τη μορφή δανείων και δευτερευόντως μέσω υποτροφιών). Αυτή η μεγάλη ρευστότητα κεφαλαίων για φοιτητικά δάνεια οδηγεί πληθωριστικά σε συνεχώς μεγαλύτερη αύξηση των διδάκτρων. Όμως αυτή η έμμεση κρατική επιχορήγηση των πανεπιστημίων με την παροχή φοιτητικών δανείων μετατρέπεται σε ιδιωτικό χρέος για τον δανειολήπτη φοιτητή και σε επιχειρηματική δραστηριότητα για το δανειστή κράτος (ή για κάποιο ιδιωτικό fund που θα τα αγοράσει), αφού τα φοιτητικά δάνεια θα  αποπληρωθούν προσαυξημένα με τόκους.

Το παράδειγμα της αλόγιστης χορήγησης καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων που όμως δεν μπορούν να αποπληρωθούν από τους δανειολήπτες αυξάνοντας το ιδιωτικό χρέος, προϊδεάζει για την έκβαση της χορήγησης φοιτητικών δανείων και των δραματικών συνεπειών που θα έχει για όσους δανειολήπτες φοιτητές δεν μπορέσουν να το αποπληρώσουν, όταν πια τελειώσουν τις σπουδές τους ή ακόμη κι εάν τις εγκαταλείψουν και δεν πάρουν πτυχίο.

15) Η Κύπρος δεν αποτελεί πρότυπο ακαδημαϊκής ανάπτυξης, αλλά ευρωπαϊκό αντιπαράδειγμα πλήρους ιδιωτικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης. Το αντιπαράδειγμα της Κύπρου με την εσπευσμένη «αναβάθμιση» των κολλεγίων σε ιδιωτικά «πανεπιστήμια» και την αλόγιστη ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης δεν ταιριάζει στην ευρωπαϊκή και ελληνική εκπαιδευτική κουλτούρα και ιστορία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ούτε ικανοποιεί τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια (πρώην κολλέγια) είναι χαμηλού επιπέδου και σε αυτά καταφεύγουν οι υποψήφιοι που δεν πέτυχαν στις πανελλαδικές εξετάσεις στην Ελλάδα ή σε τρίτες χώρες με ανάλογα συστήματα επιλογής των φοιτητών. Στα ιδιωτικά η επιλογή των φοιτητών για να γίνουν δικηγόροι, μηχανικοί, φαρμακοποιοί, γιατροί γίνεται μόνο με το απολυτήριο του λυκείου και τη δυνατότητα της καταβολής υψηλών διδάκτρων. Εξαίρεση αποτελεί το δημόσιο Πανεπιστήμιο της Κύπρου, το οποίο διατηρεί ισχυρά ακαδημαϊκά κριτήρια για την επιλογή των φοιτητών (επιλογή μέσω των πανελλαδικών στην Ελλάδα ή άλλων ανάλογων συστημάτων για τρίτες χώρες). Περίπου 20 χιλιάδες Έλληνες, κυρίως μεταπτυχιακοί και πολύ λιγότεροι προπτυχιακοί, φοιτητές σπουδάζουν σε ιδιωτικά πανεπιστήμια με δίδακτρα στη Κύπρο. Ωστόσο άλλοι 20 χιλιάδες κύπριοι φοιτητές σπουδάζουν δωρεάν σε δημόσια πανεπιστήμια στην Ελλάδα.

16) Το ποιοτικό δημόσιο πανεπιστήμιο δεν βελτιώνεται περαιτέρω δημιουργώντας δήθεν ανταγωνισμό με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι κατά κανόνα πολύ λίγα, πολύ μικρά και πολύ μέτρια, για αυτό και άγνωστα, ώστε να ανταγωνιστούν τα δημόσια. Σε όλες τις χώρες τα δημόσια πανεπιστήμια κατατάσσονται σε πολύ υψηλότερες θέσεις από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στις διεθνείς κατατάξεις στην εκπαίδευση και στην έρευνα. Τα 24 Ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια κατατάσσονται πολύ πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο και τα μισά από αυτά συγκαταλέγονται μεταξύ των κορυφαίων του κόσμου, στο 1-5% παγκοσμίως των καλύτερων ανώτατων εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων σε σύνολο 35 χιλ πανεπιστημίων. Αντίστοιχα οι καθηγητές των ελληνικών πανεπιστημίων κατατάσσονται στο 1-5% των επιστημόνων παγκοσμίως με τη μεγαλύτερη επιρροή στον επιστημονικό-ερευνητικό τομέα τους.  Συνεπώς το επιχείρημα ότι ο ανταγωνισμός των ιδιωτικών κερδοσκοπικών ξένων πανεπιστημίων θα βελτιώσει τα δημόσια δωρεάν ελληνικά πανεπιστήμια δεν έχει καμία βάση. Ο μόνος αθέμιτος ανταγωνισμός που θα αναπτυχθεί είναι η συμμετοχή των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην πενιχρή κρατική χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης, αποστερώντας από το δημόσιο πανεπιστήμιο αναγκαίους πόρους για την ανάπτυξη του και την επίτευξη του κοινωνικού ρόλου του. Για την περαιτέρω βελτίωση του δημόσιου πανεπιστημίου και την ενίσχυση της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας, η πολιτεία πρέπει να ξεκινήσει άμεσα με την αντιμετώπιση της υποστελέχωσης και της υποχρηματοδότησης των πανεπιστημίων, με τη βελτίωση των υποδομών τους και την ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας. Η χώρα σήμερα χρειάζεται ισχυρά δημόσια πανεπιστήμια που θα διασφαλίσουν την επιστροφή των Ελλήνων ερευνητών του εξωτερικού σε ελκυστικά πλαίσια εργασίας και με αξιοπρεπείς μισθούς.

17)  Με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων η κυβέρνηση επιδίδεται σε εμπόριο ελπίδας και υπόσχεται στις μη προνομιούχες λαϊκές οικογένειες «οικονομικά συμφέρουσες» σπουδές στον τόπο κατοικίας τους, ενώ οι σπουδές αυτές μπορούν να είναι δωρεάν στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Πολλοί νέοι/νέες σπουδάζουν σε κάποιο δημόσιο πανεπιστήμιο μακριά από τον τόπο κατοικίας με έξοδα για μετακίνηση, διαμονή, στέγαση και σίτιση που επιβαρύνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό, λόγω της έλλειψης φοιτητικής μέριμνας. Αλλά κι όσοι/ες δεν έχουν περάσει στο δημόσιο πανεπιστήμιο, εάν έχουν την οικονομική δυνατότητα θα μπορούσαν να σπουδάσουν κοντά στον τόπο κατοικίας τους σε ένα ιδιωτικό κολλέγιο, το οποίο εντωμεταξύ έχει «αναβαθμιστεί» σε πανεπιστήμιο και χορηγεί πτυχία με ισότιμα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά δικαιώματα με αυτά ενός δημόσιου πανεπιστημίου. Η κυβέρνηση υπονοεί ότι τα δίδακτρα του ιδιωτικού πανεπιστημίου θα είναι κάπως μικρότερα από τα έξοδα διαμονής σε μια άλλη πόλη μακριά από τον τόπο κατοικίας για σπουδές σε δημόσιο πανεπιστήμιο, καθιστώντας «οικονομικά συμφέρουσες» τις σπουδές σε ιδιωτικό. Για να σταματήσει το εμπόριο ελπίδας που εγκλωβίζει τους νέους και τις οικογένειες τους αρκεί η ενίσχυση των δημόσιων πανεπιστημίων και των δημόσιων Ι.Ε.Κ. σε προσωπικό, υποδομές και χρηματοδότηση, καθώς και η ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας, ώστε να εξασφαλιστεί η δυνατότητα καθολικής δωρεάν φοίτησης.

18) Στα ιδιωτικά πανεπιστήμια παρατηρούνται πιο συχνά περιστατικά κακοδιαχείρισης, αθέμιτων πρακτικών και παράκαμψης της ακαδημαϊκής δεοντολογίας, όπως απάτη, οικονομικά σκάνδαλα, χρηματισμό, παραπλανητικές πρακτικές προσέλκυσης φοιτητών, μη τήρηση κριτήριων εισαγωγής, προνομιακή εισαγωγή φοιτητών, παραποίηση των στοιχείων εγγραφής, ακόμη και εξαγορά πτυχίων. Σύμφωνα με τον Guardian (Theguardian 2024, 2023), στις ΗΠΑ το 2024 εκδικάστηκε πρόστιμο 62 εκατ. δολαρίων σε βάρος 3 φημισμένων πανεπιστημίων (Brown, Yale, Columbia), επειδή οι διοικήσεις τους ευνοούσαν την εισαγωγή πλούσιων αιτούντων φοιτητών σε αυτά τα Ιδρύματα. Για τον ίδιο λόγο, το 2022 άλλα 4 πολύ γνωστά πανεπιστήμια πλήρωσαν πρόστιμο περίπου 20 εκατ. δολαρίων το καθένα (The University of Chicago, Vanderbilt, Emory, Rice). Αντίστοιχες δικαστικές αποφάσεις αναμένονται και για τα υπόλοιπα 7 από το σύνολο των 17 φημισμένων πανεπιστημίων των ΗΠΑ, τα οποία κατηγορούνται για αντιακαδημαϊκές πρακτικές που αδικούν τους φτωχούς αιτούντες φοιτητές. Οι οποίοι, ενώ είχαν υψηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις δεν γινόταν δεκτοί να φοιτήσουν στα πανεπιστήμια αυτά επειδή δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν τα υψηλά δίδακτρα (Cornell University, the University of Pennsylvania, Georgetown University, Caltech, Northwestern University, Dartmouth College, Johns Hopkins University, Duke University, the Massachusetts Institute of Technology and the University of Notre Dame).

Αλλά και παλιότερα, έρευνα του Observer το 2004 ανέδειξε το μείζον σκάνδαλο με τα πτυχία προς πώληση από φημισμένα πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου. Τα πανεπιστήμια αυτά για να μην χάσουν τα έσοδα από τα δίδακτρα απένειμαν προπτυχιακά και μεταπτυχιακά πτυχία σε αλλοδαπούς και ημεδαπούς φοιτητές, οι οποίοι θα έπρεπε να αποτύχουν γιατί δεν είχαν γράψει προβιβάσιμο βαθμό στις εξετάσεις.

Όπως αναφέρεται στον Guardian (Theguardian 2019), φαίνεται ότι η φοίτηση σε καλά πανεπιστήμια στις ΗΠΑ είναι προνόμιο των οικονομικά ευκατάστατων λευκών ανδρών, ενώ για τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα υπάρχουν εμπόδια που ενισχύονται από προκαταλήψεις ως προς το φύλο, τη φυλή και άλλα χαρακτηριστικά. Σίγουρη θέση φοίτησης στα καλά πανεπιστήμια έχουν τα τέκνα των πλούσιων οικογενειών που οι γονείς τους είτε είναι απόφοιτοι των πανεπιστημίων αυτών,  είτε έχουν καταθέσει μεγάλα ποσά ως δωρεές στα πανεπιστήμια αυτά, συνήθως συμβαίνουν και τα δύο. Για παράδειγμα στο Χάρβαρντ, το ποσοστό αποδοχής για φοιτητές των οποίων οι γονείς έχουν κάνει δωρεές στο Ίδρυμα είναι περίπου 33%, σε σύγκριση με ένα συνολικό ποσοστό αποδοχής κάτω του 6%. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη καθώς σε πέντε από τα πιο φημισμένα πανεπιστήμια στις ΗΠΑ οι περισσότεροι φοιτητές προέρχονται από το ανώτερο 1% της κλίμακας εισοδήματος παρά από ολόκληρο το χαμηλότερο 60%. Αυτή η μεγάλη αναλογία φοιτητών από οικογένειες με υψηλό εισόδημα στα καλύτερα πανεπιστήμια, δεν παρατηρείται μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη.

Επομένως ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα αυξήσει την κοινωνική κινητικότητα και την πρόσβαση των παιδιών των ασθενέστερων οικονομικά οικογενειών στην ανώτατη εκπαίδευση όχι μόνο είναι τελείως αβάσιμος, αλλά ανατρέπεται από τη διεθνή πραγματικότητα.

Στην Ελλάδα, οι έντονες οικονομικές ανισότητες που συνεχώς διευρύνονται και η ραγδαία φτωχοποίηση όλο και μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο παρερμηνείας για την αδυναμία πρόσβασης των μεσαίων και χαμηλών οικονομικών στρωμάτων στα ιδιωτικά κερδοσκοπικά πανεπιστήμια.

19) Η αυτοδιοίκηση του δημόσιου πανεπιστημίου δεν διασφαλίζει μόνο την ελευθερία του λόγου, την αντιπροσώπευση και τη λογοδοσία διαχείρισης, αλλά ως διαδικασία – πλαίσιο ανοιχτού διαλόγου, αποτελεί επίσης τρόπο παραγωγής γνώσης. Στο ιδιωτικό πανεπιστήμιο η αντίθετη άποψη, αν και διαλεκτικά πάντοτε αναγκαία, περιορίζεται. Χαρακτηριστικό το πολύ πρόσφατο παράδειγμα «νεο-μακαρθισμού» που έλαβε χώρα σε πανεπιστήμια κυρίως των ΗΠΑ και δευτερευόντως του Ηνωμένου Βασιλείου. Με πειθαρχικά μέτρα, διώξεις, διαπόμπευση και επαγγελματική εξόντωση φοιτητών και καθηγητών, καθώς και με απολύσεις/παραιτήσεις πρυτάνεων πανεπιστημίων, με αφορμή την αντιμετώπιση «φαινομένων αντισημιτισμού» στις πανεπιστημιουπόλεις λόγω της επίθεσης του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας, ως απάντηση στην αιματηρή τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο έδαφος του Ισραήλ. Αντιμέτωποι με τον χαρακτηρισμό του «αντισημίτη» βρέθηκαν όσοι φοιτητές και καθηγητές πήραν θέση υπέρ της κατάπαυσης πυρός, του τερματισμού του πολέμου του Ισραήλ με τη Χαμάς και της προστασίας των αμάχων στη Λωρίδα της Γάζας, όπου έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 26000 άνθρωποι, στη μεγάλη πλειονότητά τους γυναίκες και παιδιά.

Οι γυναίκες πρυτάνεις τριών εμβληματικών πανεπιστημίων των ΗΠΑ (Χάρβαρντ, Πενσυλβάνια,  Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης) υπέστησαν αφόρητες πολιτικές πιέσεις, εκφοβισμό, ακρόαση σε ειδική επιτροπή του Κογκρέσου, απειλές για ακύρωση μεγάλων δωρεών στα πανεπιστήμια από ευεργέτες πρώην αποφοίτους τους. Εβδομήντα μέλη του  Κογκρέσου (Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί) απεύθυναν επιστολή προς τα διοικητικά συμβούλια των τριών πανεπιστημίων να απολύσουν τις πρυτάνεις τους. Με την κατηγορία ότι επέτρεψαν και δεν αντιμετώπισαν επαρκώς την ανάπτυξη αντισημιτισμού στα πανεπιστήμιά τους, όπως αυτός εκδηλώθηκε στις εκκλήσεις για βία ή γενοκτονία κατά της εβραϊκής κοινότητας, που εξέφρασαν ομάδες φοιτητών στα τρία πανεπιστήμια. Το MIT υπερασπίστηκε σθεναρά τη δική του πρύτανη, αλλά οι πρυτάνεις της Πενσυλβάνιας και του Χάρβαρντ εξαναγκάστηκαν σε παραίτηση και δημόσια συγγνώμη. Είναι εύλογος ο έντονος προβληματισμός της πανεπιστημιακής κοινότητας για την επαπειλούμενη ακαδημαϊκή ελευθερία της έκφρασης στα ιδιωτικά πανεπιστήμια που θα χρηματοδοτούνται από ιδιωτικά κεφάλαια.

20) Η δωρεάν φοίτηση στο πανεπιστήμιο δεν αποτελεί απλώς μια στήριξη στους φτωχούς και στους αδυνάτους. Αποτελεί κατεξοχήν μέσο διεύρυνσης της συμμετοχής στη γνώση και επομένως μέσο καλλιέργειας, προόδου και ανάπτυξης. Η οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη μιας χώρας σχετίζεται, επηρεάζεται και διαμορφώνεται από την πανεπιστημιακή εκπαίδευση των πολιτών της. Η φοίτηση στο πανεπιστήμιο και η κατοχή του πτυχίου αποτελούν τον σημαντικότερο μηχανισμό κοινωνικής κινητικότητας και οικονομικής ανέλιξης σε μια σύγχρονη δημοκρατία. Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ως πρόσχημα για να μεταφέρει στον ιδιωτικό τομέα τη θεμελιώδη συνταγματική της υποχρέωση να χρηματοδοτεί, να στελεχώνει και να εξοπλίζει τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση. Οι πολίτες θα αναγκαστούν να πληρώνουν δίδακτρα για μια υπηρεσία που σε ολόκληρο τον κόσμο, παρά τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, είναι δημόσια και δωρεάν για όσους δεν έχουν δυνατότητα να επιλέξουν την ιδιωτική οδό των διδάκτρων.

21) Το μόνο πραγματικά Ελεύθερο Πανεπιστήμιο είναι το Δημόσιο, Δωρεάν, Δημοκρατικό, Ποιοτικό, Συμπεριληπτικό Πανεπιστήμιο που παρέχει ελεύθερη πρόσβαση στην επιστημονική γνώση και έρευνα ισότιμα σε όλους τους πολίτες, σύμφωνα με τις δυνατότητές τους. Το δημόσιο πανεπιστήμιο που παρέχει πλουσιοπάροχα και ανιδιοτελώς στους νέους και στις νέες τη γνώση, τη μόρφωση, την καλλιέργεια, την εκπαίδευση, τη μεθοδολογία, διευκολύνοντας την κοινωνική κινητικότητα. Το δημόσιο πανεπιστήμιο που ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της νέας γενιάς και καλλιεργεί την πρόοδο των επιστημών, των τεχνών και του πολιτισμού προς όφελος της κοινωνίας. Το δημόσιο πανεπιστήμιο που είναι πυλώνας του κοινωνικού κράτους, παραγωγική δύναμη της εθνικής ανάπτυξης και της οικονομίας. Το Πανεπιστήμιο είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να μην είναι δημόσιο. Οι πολίτες εμπιστεύονται τα δημόσια πανεπιστήμια, πρέπει να τα εμπιστευτεί και η πολιτεία ενισχύοντάς τα με πράξεις κι όχι με λόγια.

Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.