Ένας ήρωας της εργατικής τάξης στο τιμόνι της Νότιας Κορέας;

Ποιος είναι και τι εκφράζει ο ‘’Bernie Sanders’’ της Νότιας Κορέας;

Του Βαγγέλη Μαρινάκη
22 Οκτωβρίου 2021

Στην πασίγνωστη πλέον από τα γεμάτα ευρηματικότητα κινηματογραφικά (‘’Παράσιτα’’) και τηλεοπτικά της (‘’Squid Game’’) επιτεύγματα Νότια Κορέα η πολιτική φαίνεται πως ακολουθεί την Τέχνη.

Στις 10 Οκτωβρίου ο πρώην δικηγόρος υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, νυν κυβερνήτης της επαρχίας Γκιόνγκι και εκπρόσωπος της αριστερής τάσης του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος, Λι Τζέι-μιουνγκ, επικράτησε έναντι 39.14% του πρώην πρωθυπουργού Λι Νακ-γιονγκ στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές της 10ης Οκτωβρίου σχετικά με το ποιος θα είναι ο υποψήφιος των προεδρικών εκλογών του 2022.

Η είδηση εδώ δεν έχει να κάνει τόσο με την ίδια την νίκη του Λι (στα κορεατικά είναι το οικογενειακό όνομα που γράφεται πρώτο) που εμφανίζεται στις μέχρι ώρας δημοσκοπήσεις ως ο δημοφιλέστερος εκ των διεκδικητών της προεδρίας, όσο με τη σύμπτωση του ανδρός με τις τρέχουσες ανησυχίες και απαιτήσεις της κορεατικής κοινωνίας. Κι αυτό γιατί ο 57χρονος πολιτικός είναι ένα γέννημα της εργατικής τάξης σε μια χώρα που βιώνει το τέλος του ‘’κορεατικού ονείρου’’ σε πλήρη συντονισμό με τις ανασφάλειες της μεσαίας τάξης παγκοσμίως.

Γεννημένος την περίοδο της ξέφρενης βιομηχανοποίησης της χώρας και όντας ο έβδομος γιός μιας οικογένειας εννέα παιδιών ο Λι δούλευε παράλληλα με τις σπουδές του στη Νομική ως εργάτης σε βιομηχανική μονάδα της πόλης της Γκιόνγκι, Σιονγκάμ. Η πόλη, κέντρο σήμερα της τεχνολογίας της πληροφορίας, ήταν μέχρι και τη δεκαετία του ’80 μια πόλη απόκληρων της πρωτεύουσας Σεούλ και μεταναστών της επαρχίας και το 2010 θα γινόταν το πρώτο σκαλοπάτι στην πολιτική καριέρα του.

Εκεί θα έθετε σε εφαρμογή για πρώτη φορά  μια δέσμη κοινωνικών παροχών όπως η δωρεάν παροχή φροντίδας μετά τον τοκετό και η κάλυψη της (ενιαίας μετά τη δευτεροβάθμια βαθμίδα) σχολικής ενδυμασίας από τους πόρους του δήμου. Αλλά θα ήταν η ιδέα του βασικού καθολικού εισοδήματος (γνωστού με το ακρωνύμιο UBI), αυτή που θα έχτιζε την εικόνα του ‘’Bernie Sanders’’  της Νότιας Κορέας. Το μέτρο, που αφορούσε την παροχή επιδόματος ύψους 220 ευρώ ανά τετράμηνο σε όλους τους νέους 19-24 ετών με μοναδικό κριτήριο τη διαμονή για τουλάχιστον τρία έτη στην πόλη και δίχως κανένα άλλο προαπαιτούμενο θα γινόταν συνώνυμο του Λι, ο οποίος θα το εφήρμοζε και το 2020 ως κυβερνήτης εν μέσω πανδημίας, καθιστώντας το έκτοτε προμετωπίδα της πολιτικής του και βασική προεκλογική του υπόσχεση.

Το γεγονός μάλιστα πως κι η κεντρική κυβέρνηση προχώρησε κι η ίδια σε χορήγηση εκτάκτων επιδομάτων ώστε να ανασχεθεί η πτώση της κατανάλωσης εξαιτίας της πανδημικής ύφεσης, κατέρριψε κάθε κατηγορία περί λαϊκισμού και αφόπλισε τους μανδαρίνους του Δημοκρατικού Κόμματος που έκαναν τα προηγούμενα χρόνια λόγο για ‘’αριστερίστικη υπερβολή’’, αναδεικνύοντας τον δικαιωμένο πια Λι, ως άνθρωπο του λαού και σε ηγέτη πλήρως ευθυγραμμισμένο με την εποχή του. Ο ίδιος δεν μένει στο βασικό καθολικό εισόδημα, αλλά υπόσχεται ένα γενναιόδωρο πρόγραμμα κατασκευής ενός εκατομμυρίου σπιτιών, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις διαρκώς αυξανόμενες τιμές των κατοικιών, αποτέλεσμα όπως καταγγέλλει της κερδοσκοπίας του real estate.

Στο ταξίδι προς τις εκλογές ο σκληροτράχηλος αυτοδιοικητικός δεν έχει μοναδική του αποσκευή τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και την ρητορική του δεινότητα. Τον συνοδεύει η φήμη του αποτελεσματικού αξιωματούχου, που δεν διστάζει να γίνει δυσάρεστος και αμφιλεγόμενος. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν δίστασε να κάνει έξωση σε πανεπιστημιακούς φοιτητές ώστε να μετατρέψει τους κοιτώνες τους σε κλίνες Covid, ενώ κατηγορήθηκε για πολιτική διακρίσεων όταν την περασμένη άνοιξη ανάγκασε σε υποχρεωτική διαγνωστικό έλεγχο όλους τους ξένους εργαζόμενους της επαρχίας, στη λογική ότι αποτελούν ‘’ομάδα υψηλού ρίσκου’’.

Είναι επίσης γνωστός για το αντισυμβατικό του στιλ και τον τρόπο που διαχειρίζεται την δημόσια εικόνα του. Όταν για παράδειγμα έγινε λόγος για εξωσυζυγική του σχέση με γνωστή ηθοποιό ο Λι προκειμένου να διαψεύσει τον ισχυρισμό της περί γενετήσιου σημαδιού στα γεννητικά όργανα του δεν δίστασε να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση. Και όταν τον Ιούλιο ένας εκ των ανταγωνιστών του για το κομματικό χρίσμα επανέφερε το ζήτημα εκ νέου δεν δίστασε με τον τόσο χαρακτηριστικό του τρόπο να διερωτηθεί: ‘’Πρέπει πάλι να κατεβάσω τα παντελόνια μου;’’

Αν και ο συνδυασμός κυβερνητική πείρας, μιντιακής αντισυστημικότητας και αναδιανεμητικής ατζέντας είναι στοιχεία που απαντούν στο γιατί ο Λι είναι πολιτικό trend, το κλειδί ώστε να ερμηνευτεί η δημοφιλία του βρίσκεται στο ίδιο το βιογραφικό του. Η ιστορία του ευφυούς φτωχού που χρησιμοποίησε την εκπαίδευση ως μέσο κοινωνικοοικονομικής ανέλιξης είναι ένα αφήγημα στο οποίο επιθυμεί να επιστρέψει μια κοινωνία που βιώνει τους κραδασμούς της μετάβασης από την βιομηχανική στην ψηφιακή οικονομία. Η Νότια Κορέα του σήμερα έχει όλα τα συμπτώματα των ανεπτυγμένων κρατών που πέρασαν το ίδιο στάδιο.

Παρότι συνήλθε σχετικά εύκολα από την μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση που έπληξε τις ασιατικές χώρες το 1997 τα επόμενα χρόνια άφησε οριστικά πίσω της το μοντέλο της καθολικής απασχόλησης και των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Αυτή η αλλαγή οδήγησε στο γνώριμο από την ελληνική εμπειρία φαινόμενο της ύπαρξης μιας πληθώρας μορφωμένων νέων, ανίκανης όμως να απορροφηθεί από μία αναιμική αγορά εργασίας. Παράλληλα, σε μια προσπάθεια να τονώσει την οικονομίας της η Σεούλ χαλάρωσε βαθμιαία τους όρους δανεισμού, με τα φτηνά δανεικά να γίνονται απαραίτητο συμπλήρωμα των ανεπαρκών μισθών και την επένδυση στην αγορά ακινήτων των νέο προσοδοφόρο χόμπι μιας μερίδας εύπορων Νοτιοκορεατών. Αποτέλεσμα, το οικιακό χρέος της χώρας να υπολογίζεται σήμερα στο 103% του ΑΕΠ, με τους πολίτες της τους έβδομους πιο χρεωμένους στον κόσμο.

Δεν είναι τυχαίο που αυτή η ζοφερή πραγματικότητα έχει κάνει πολλούς νέους Νοτιοκορεάτες να χρησιμοποιούν το σλόγκαν “Hell Joseon”, όπερ μεθερμηνευόμενο έστι “Να καεί η Τζόσεον” – όπου Τζόσεον το κορεατικό βασίλειο που πήρε το όνομά του από την δυναστεία που το κυβερνούσε από τον 14ο αιώνα έως τις αρχές του 20ου. Το σύνθημα εκτός από αγανάκτηση εμπεριέχει και μια μομφή προς τις παλιότερες γενιές που αδυνατούν να αντιληφθούν τις ανησυχίες των νεότερων. Πράγματι, η πιθανότητα η μεγαλύτερης ηλικίας συντηρητικοί ψηφοφόροι (που θεωρούν την όλη κουβέντα περί ανισότητας καπρίτσιο περισσότερο μιας παραχαϊδεμένης φουρνιάς) να αποδοκιμάσουν στην κάλπη τα νέα ήθη που κομίζει ο Λι δεν στερείται βάσης.

Τα αριθμητικά δεδομένα είναι ανοικτά σε κάθε ερμηνεία. Από τη μια πλευρά και σύμφωνα με τον δείκτη μέτρησης της ανισότητας Gini της Παγκόσμιας Τράπεζας η Νότια Κορέα είναι λιγότερο άνιση χώρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα και το Ισραήλ. Από την άλλη πλευρά, διαθέτει τα θλιβερά πρωτεία στις αυτοκτονίες ανάμεσα στις 38 χώρες του ΟΟΣΑ, και είναι αντιμέτωπη με μια διαρκώς εντεινόμενη δημογραφική κρίση.

“Πριν τη δεκαετία του ’90 είχαμε ένα πατερναλιστικό κρατικό μοντέλο καθολικής απασχόλησης”, επισημαίνει σε πρόσφατη συνέντευξή του στον ιστότοπο Asia Times ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Κορέας, Ίθαν Χι Σέοκ-σιν, για να προσθέσει πως το πέρασμα σε μια πιο βάρβαρη καπιταλιστική οικονομία είχε αρνητικές επιπτώσεις σε μια κλειστή και συνεκτική κοινωνία όπως αυτή της Νότιας Κορέας, όπου λόγω μικρού μεγέθους τα αρνητικά τείνουν να μεγεθύνονται.

Διόλου δυσεξήγητο λοιπόν που σε αυτή τη συγκυρία και σε πλήρη ευθυγράμμιση με την εθνική ψυχολογία ο Λι προβάλει ως η δυναμική διέξοδος στα τρέχοντα προβλήματα, επιχειρώντας με τον ακαταπόνητο δυναμισμό του να γεφυρώσει την απόσταση ανάμεσα στην ασφάλεια του παρελθόντος και το γεμάτο προκλήσεις μέλλον. Το γεγονός μάλιστα πως δεν συμπεριφέρεται με τόσο θεσμικό τρόπο όσο οι προηγούμενοι υποψήφιοι, όντας διατεθειμένος να σπάσει τις ευπρεπείς νόρμες της πολιτικής ελίτ είναι ατού περισσότερο παρά ελάττωμα. Πρόκειται για μια τάση που εκτός των προκριματικών εκλογών του Δημοκρατικού κόμματος την παρατηρεί κανείς και στο δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της χώρας, το δεξιό Κόμμα Λαϊκής Δράσης, στο οποίο οι βασικοί διεκδικητές είναι δύο μέχρι πρότινος αουτσάιντερ με κοινό σημείο την αντίθεσή τους στις κομματικές ελίτ και τον απόλυτα προσωπικό τρόπο άσκησης της πολιτικής.

Είναι το έτος των “κακών παιδιών”, όπως επισημαίνουν πολλοί αναλυτές, αναφερόμενοι στο γεγονός πως τον προεδρικό θώκο διεκδικούν άνθρωποι που τα προηγούμενα χρόνια θα ήταν αδιανόητο πως θα εξελίσσονταν σε πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής της Νότιας Κορέας. “Ο tempora ο mores”! Η νοτιοκορεατική κοινωνία αναζητά δυναμικές λύσεις στα ζέοντα κοινωνικά και οικονομικά της άγχη και είναι διατεθειμένη να πειραματιστεί με έναν αιρετικό πρόεδρο στην προσπάθειά της να δώσει απαντήσεις στα προβλήματά της.

Μια πραγματική φυγή προς τα μπρος θα σημείωνε κανείς, προτού μειδιάσει στην σκέψη πως τα δύο άκρως επιτυχημένα πολιτιστικά προϊόντα της ασιατικής χώρας αφορούν ακριβώς ανθρώπους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο παγιδευμένους σε καταστάσεις από τις οποίες επιδιώκουν να δραπετεύσουν πάση θυσία.

Πηγή: kosmodromio.gr

Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.