Κρίσιμα ερωτηματικά για την ελληνογαλλική συμφωνία

Toυ Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Κυριολεκτικά «εκτός τόπου και χρόνου» αρχίζει η συζήτηση για την ελληνογαλλική συμφωνία αν κρίνουμε από αυτά που λένε κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση.

Ο κ. Τσίπρας, ενώ άρχισε επιτέλους – και έκανε άριστα- να θίγει ορισμένα κρίσιμα ζητήματα όπως το ζήτημα των αποστολών (αν είναι δυνατόν !!!) ελληνικών δυνάμεων στην Αφρική και τη Σαουδική Αραβία, επιμένει να εστιάζει την κριτική του όχι στα τόσο σοβαρά προβλήματα της ελληνογαλλικής συμφωνίας, αλλά στο ανύπαρκτο ζήτημα της μη παροχής εγγυήσεων για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ!

Ανύπαρκτο γιατί, για να υπάρξουν κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας εκτός της επικράτειάς της, απαιτείται η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ με την Τουρκία, οριοθέτηση που δεν έχει κάνει καμία ελληνική κυβέρνηση μετά το 1975, όχι γιατί δεν ήθελε αλλά γιατί δεν μπορούσε. Τι θα πάμε να ζητήσουμε από τη Γαλλία, να μας συνδράμει ενόπλως για να υπερασπιστούμε κάτι που δεν έχει διεθνή νομική υπόσταση;

Από την άλλη μεριά, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Άδωνις Γεωργιάδης, απαντώντας στον Τσίπρα, μπερδεύει αλήθειες με ανακρίβειες. Είναι ακριβές και απολύτως σωστό ότι δεν μπορούμε να ζητήσουμε από τη Γαλλία να μας συνδράμει ενόπλως στην υπεράσπιση μιας ΑΟΖ που δεν έχουμε. Είναι όμως ανακριβές ότι δεν έχουμε γιατί δεν την έχουμε ανακηρύξει, όπως επίσης είπε. Γιατί για να έχουμε ΑΟΖ και για να εκμεταλλευθούμε υφαλοκρηπίδα πρέπει προηγουμένως να έχει οριοθετηθεί είτε με συμφωνία, είτε με απόφαση διεθνούς δικαστικού οργάνου. Συμφωνία με την Τουρκία δεν έχουμε και για να πάμε στη Χάγη, υπό τις σημερινές συνθήκες, πρέπει, μεταξύ άλλων, να αποδεχτούμε ότι εκατό ελληνικές νήσοι και νησίδες είναι αμφισβητούμενο έδαφος.

Το θέμα δεν είναι και τόσο αθώο. Το να αποδίδουμε την μη ύπαρξη ΑΟΖ στην μη ανακήρυξη όχι μόνο προκαλεί σύγχυση, αλλά και αφήνει ανοιχτό το παράθυρο σε μελλοντικούς τυχοδιωκτισμούς από μια νέα, «υπερεθνικόφρονα δεξιά», που ως συνήθως είναι «ακριβή στα πίτουρα και φτηνή στ’ αλεύρι» και πάντα στην ιστορία μας έχει οδηγήσει σε εθνικές καταστροφές (Μικρά Ασία, Κύπρος).

Δεν είναι δυνατόν ένα κράτος που βρίσκεται μάλιστα στη θέση της Ελλάδας και αντιμετωπίζει τέτοιες απειλές να κάνει εξωτερική πολιτική και πολιτικό διάλογο για την εξωτερική πολιτική με τρόπο που στερείται τόσο πολύ σοβαρότητας, χωρίς να πάθει στο τέλος μεγάλες καταστροφές. Εκτός δε από φιλοδοξίες, καλό είναι οι πολιτικοί και τα κόμματα να εργάζονται επίσης και να μελετούν τα θέματα. Δεν μπορεί η εξωτερική πολιτική να εμπίπτει στην «επικοινωνία» και την «κατασκευή αφηγημάτων».

Επιφυλασσόμεθα να επιστρέψουμε αναλυτικά στο θέμα της ΑΟΖ, της υφαλοκρηπίδας και των χωρικών υδάτων, παρόλο που ο δημοσιογράφος και ο αναλυτής, αν θέλει να κάνει έντιμα τη δουλειά του στην Ελλάδα, διερωτάται στο τέλος αν όλα αυτά έχουν κάποιο νόημα στην κατάσταση που ζούμε.

Σε δύο προηγούμενα άρθρα μας αναφερθήκαμε σε δύο ουσιαστικές και εξαιρετικά αρνητικές πτυχές της ελληνογαλλικής συμφωνίας, δηλαδή στο ότι δεν επιδιώχθηκε, κατά τα φαινόμενα, μια «τριγωνική» συνθήκη Ελλάδας – Κύπρου – Γαλλίας που θα συνιστούσε πραγματική και όχι κολοβή εγγύηση ασφάλειας (https://www.konstantakopoulos.gr/17275), όπως και στο γεγονός ότι παίρνοντας αυτά τα πανάκριβα όπλα χωρίς ανάληψη κατασκευαστικού και τεχνολογικού ωφέλους κινδυνεύουμε, αντί να «τορπιλίσουμε» την Τουρκία να τορπιλίσουμε τελικά την ίδια την Ελλάδα (https://www.konstantakopoulos.gr/17291).

Θα αναφέρουμε εδώ συνοπτικά ορισμένα ακόμα κρίσιμα σημεία που εγείρουν σπουδαία ζητήματα και ερωτήματα στα οποία ο δημόσιος διάλογος δεν τα έχει καν θίξει, ή τα έχει θίξει εντελώς ατελώς και παραπλανητικά.

Τι γίνεται με τα όπλα των φρεγατών και με την ελληνοαμερικανική συμφωνία;

  1. Αληθεύει ότι οι φρεγάτες που τελικώς παραγγέλθηκαν δεν φέρουν τα συστήματα που περιείχοντο στην αρχική γαλλική πρόταση και αν ναι γιατί; (https://www.konstantakopoulos.gr/17287/).
  2. Αληθεύει ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται σε μια επ’ αόριστον συμφωνία λειτουργίας των αμερικανικών βάσεων, τόσο της Σούδας, όσο και όσων θέλει να εγκαταστήσει σε όλη σχεδόν την ελληνική επικράτεια, και αν ναι γιατί; (https://www.konstantakopoulos.gr/17284)

Η γαλλική πολιτική στη Μέση Ανατολή και την Αφρική

Η ελληνογαλλική συμφωνία προβλέπει πολιτικο-στρατιωτική συνεργασία στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή με τη Γαλλία.

Όπως αναφέραμε σε προηγούμενα άρθρα μας, η σημερινή Γαλλία δεν είναι η ίδια με τη Γαλλία του Ντε Γκωλ, του Ζισκάρ και του Σιράκ. Πρωταγωνίστησε, ως όργανο των νεοσυντηρητικών, στην καταστροφή της Λιβύης, παρενέβη δυναμικά στην Συρία εναντίον του ‘Ασαντ και λειτούργησε πρακτικά ως φερέφωνο του Ισραήλ στην προσπάθεια να τορπιλισθεί η συμφωνία Ομπάμα για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Εμείς θέλουμε να ενεργοποιηθούμε, διπλωματικά και στρατιωτικά σε τέτοιες κατευθύνσεις; Τι έχουμε πάθει; Αυτοκτονικό ιδεασμό;

Για την Αφρική πάλι τι να πούμε; Το Παρίσι κάνει εκεί, μετά την καταστροφή της Λιβύης, μια σειρά νεοαποικιακών επεμβάσεων, που έχουν στην πραγματικότητα φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Η Γαλλία χάνει τον πόλεμο στην Αφρική και αναζητά χώρες «θύματα» να αναλάβουν μέρος της μάχης οπισθοφυλακής που δίνει στην πραγματικότητα στη Μαύρη Ήπειρο.

Το δουλειά έχει η Ελλάδα με όλα αυτά; Και μάλιστα τώρα, που η Αμερική λέει ότι σταματάει, εκούσα άκουσα τις στρατιωτικές επεμβάσεις και που ένας ολόκληρος, εναλλακτικός προς τη Δύση κόσμος αναδύεται; Αλλά το είπαμε κι άλλοτε. Δεν είμαστε μόνο εξαρτημένοι, είμαστε και καθυστερημένοι!

Όπλα για ποιες αποστολές;

  1. Καλές είναι οι διαφημιστικές εκστρατείες σε όλο τον ελληνικό τύπο για τις φρεγάτες και δεν έχουμε αμφιβολία ότι πρόκειται για πολύ αποτελεσματικό όπλο, όχι όμως, όπως εμφανίζονται ως το μαγικό κλειδί που θα μας επιτρέψει να κοιμόμαστε ήσυχοι. Δυστυχώς αν κρίνουμε από την ιστορική πείρα, από την απουσία οποιασδήποτε σχεδόν δημοσιευμένης σοβαρής εργασίας και από τις πληροφορίες που έχουμε δεν υφίσταται ουδεμία επεξεργασμένη ελληνική στρατηγική που θα έπρεπε να είναι το τελικό και θεμελιώδες κριτήριο για την αγορά όπλων. Μας βρίσκετε υπερβολικούς; Εξηγείστε λοιπόν εσείς πως πέρυσι το καλοκαίρι πήγαμε σε πρόθυρα πολέμου για τα ουδέποτε αποδειχθέντα ως υπάρχοντα πετρέλαια και για τον αδύνατο να κατασκευασθεί EastMed και φέτος η κυβέρνηση διακηρύσσει ότι δεν θέλει εκμετάλλευση υδρογονανθράκων πλην όσων έχουν ξεκινήσει ήδη.
  2. Γιατί χρειαζόμαστε φρεγάτες και όχι κορβέτες, που και φτηνότερες είναι και καλύτερα προσαρμοσμένες στο θέατρο του Αιγαίου, που είναι το κεντρικό σε μια ελληνοτουρκική αντιπαράθεση; Γιατί χρειαζόμαστε φρεγάτες και όχι ένα – πολύ λιγότερο τρωτό – πυκνό αντιαεροπορικό σύστημα επί του κυπριακού εδάφους; Γιατί χρειαζόμαστε μεγάλα πανάκριβα πλοία και όχι ένα πλήθος αεροπορικών, θαλάσσιων και υποθαλάσσιων drones που μπορούμε να κατασκευάσουμε οι ίδιοι;

Δεν έχουμε τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. Αλλά δεν θα πάει μακριά αυτή η χώρα αν συνεχίσει να μην ψάχνει τα ζητήματά της και να μη θέτει τα ερωτήματα, απλώς ψωνίζοντας με ποικίλα κριτήρια από τα πολυτελή μαγαζιά των εμπόρων όπλων.

  1. Προφανώς η Τουρκία δεν θα καθήσει να βλέπει τις φρεγάτες. Θα φροντίσει να απαντήσει στην ελληνική αγορά και πιθανώς προτού έρθουν οι φρεγάτες. Αντέχουμε τέτοιον ανταγωνισμό εξοπλισμών στην κατάσταση που βρισκόμαστε; Μήπως πρέπει να αναγνωρίσουμε την πραγματικότητα και να πάμε στη στρατηγική (και στα όπλα που την εξυπηρετούν) που περιγράφει το γαλλικό δόγμα της «αποτροπής του αδύνατου προς τον ισχυρό» δίνοντας έμφαση σε όπλα που θα μπορούν να επιφέρουν πλήγματα μεγάλου βάθους και «απαράδεκτου κόστους», ικανά να αποτρέψουν τον πόλεμο; Κατά τη γνώμη μας είναι ανέφικτη μια νίκη επί της Τουρκίας και ένας ελληνοτουρικός πόλεμος θα οδηγήσει σε καταστροφή και των δύο χωρών. Είναι όμως εφικτή η αποτροπή του πολέμου και πρέπει τα όπλα που αγοράζουμε να εξυπηρετούν αυτή τη στρατηγική.
  2. ‘Εχει σημειωθεί μια τεχνολογική επανάσταση στην τέχνη του πολέμου. Την είδαμε στη Σαουδική Αραβία, όπου η τόσο εξελιγμένη αντιαεροπορική – αντιπυραυλική της άμυνα δεν εμπόδισε την καταστροφή των μισών εγκαταστάσεων της Αράμκο, στο Καραμπάχ, στον πόλεμο των τάνκερ μεταξύ Ισραήλ και Ιράν και σε αναρίθμητες άλλες περιπτώσεις. Γιατί δεν την παίρνουμε υπόψιν μας, μειώνοντας την έμφαση στα μεγάλα οπλικά συστήματα (που ασφαλώς χρειάζονται και θα συνεχίσουν να χρειάζονται) και αυξάνοντας κατακόρυφα το ενδιαφέρον και τις επενδύσεις στις πολύ φτηνότερες λύσεις;

Στα ζητήματα της Κύπρου, της μη συμπαραγωγής και αντισταθμιστικών ωφελών, της συμμετοχής σε παρά (ελληνική) φύσιν τυχοδιωκτισμούς στην Ασία και στην Αφρική είμαστε κατηγορηματικοί. Στα ζητήματα της εξοπλιστικής στρατηγικής είμαστε λιγότερο κατηγορηματικοί γιατί δεν τα κατέχουμε με την επάρκεια που απαιτείται και δεν διαθέτουμε πολλές πληροφορίες που απαιτούνται. Στο παραπάνω κείμενο θέσαμε απλώς ερωτήματα.  Αλλά τρομάζουμε σε κάθε περίπτωση από την απουσία φοβόμαστε σοβαρής ανάλυσης, μελέτης, διαλόγου για τόσο σοβαρά προβλήματα.

Διαβάστε επίσης

Ελληνογαλλική συμφωνία: Μεγάλο πλήγμα στην ελληνική οικονομία, τεχνολογία και ανεξαρτησία

Τα πολύ σοβαρά προβλήματα της ελληνογαλλικής συμφωνίας και της συζήτησης για αυτήν