Βack to the USSR. Το παράξενο «πραξικόπημα» του Αυγούστου 1991

Ήταν η πορεία προς τον καπιταλισμό και τη Δύση που είχε και ως προϋπόθεση και ως συνέπεια τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης…

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
19 Αυγούστου 2021

«Το έργο ήταν άλλο»
Μπαρίς Πάστερνακ, ‘Αμλετ

Η συμφωνία διάλυσης της Σοβιετικής ‘Ενωσης που συνήφθη, με πρωτοβουλία του Προέδρου της Ρωσίας Μπαρίς Γέλτσιν, από τον ίδιο και τους Προέδρους της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας, τον Δεκέμβριο του 1991, είχε κοσμοϊστορικές συνέπειες όχι μόνο στη ζωή των 290 εκατομμυρίων Σοβιετικών πολιτών, αλλά σε όλο τον πλανήτη.

Υπήρξε το «ιδρυτικό», τρόπον τινά, διαμορφωτικό γεγονός της παγκόσμιας ιστορίας τα επόμενα 20 έως 30 χρόνια, της περιόδου που πολλοί την ονομάζουν «παγκοσμιοποίηση», αν και ο καθένας εννοεί πολύ διαφορετικά πράγματα με αυτόν τον μάλλον ασαφή όρο.

Μεταξύ πολλών άλλων επιπτώσεων, η διάλυση της ΕΣΣΔ ευνόησε βαθείς μετασχηματισμούς των ίδιων των μητροπολιτικών καπιταλιστικών κοινωνιών και της δομής της παγκόσμιας οικονομίας. Επέτρεψε την εξαπόλυση μιας αλυσίδας καταστροφικών πολέμων (πρ. ΕΣΣΔ, Βαλκάνια, Μέση Ανατολή, Αφρική), φτάνοντας, επί κυβέρνησης Τραμπ – Νετανιάχου στις ΗΠΑ, κοντά ακόμα και στο ενδεχόμενο χρήσης πυρηνικών όπλων. Η υποστολή της κόκκινης σημαίας από το Κρεμλίνο στις 25.12.91, κατέστρεψε για μεγάλο χρονικό διάστημα την ιδέα παγκοσμίως ότι μια εναλλακτική προς τον καπιταλισμό κοινωνία είναι δυνατή. Έκλεισε έτσι, τουλάχιστο για μια ολόκληρη μακρά περίοδο, την εποχή που άνοιξαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς δημοσιεύοντας το Κομμουνιστικό Μανιφέστο τους το 1848, μια περίοδο ενάμισυ περίπου αιώνα, που χαρακτηρίστηκε από πολύ μεγάλη αμφισβήτηση του καπιταλισμού, μεγάλες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στη Δύση, τη Ρωσική και την Κινεζική Επανάσταση στην Ανατολή και την απελευθέρωση των αποικιών στον Νότο της ανθρωπότητας. Η εξαφάνιση της ΕΣΣΔ επέτρεψε στο Καπιταλισμό και τη Δύση να δείξουν το αληθινό τους πρόσωπο.

Η ήττα των Αμερικανών στο Αφγανιστάν είναι ένα δεύτερο Βιετνάμ και επισφραγίζει το τέλος μιας εποχής παντοδυναμίας της Αμερικής και του καπιταλισμού που διήρκεσε δυόμισυ δεκαετίες, πόσο μάλλον συνδυαζόμενη με την εκρηκτική οικονομική και τεχνολογική άνοδο της Κίνας. Αν και ποτέ το μέλλον δεν έδειχνε τόσο άδηλο όσο δείχνει σήμερα.

Στο Βιετνάμ νίκησαν όμως οι εκπρόσωποι μιας ορθολογικής και προοδευτικής δύναμης, του Κομμουνιστικού Κόμματος, ακόμη κι αν κάποιος παραμένει κριτικός απέναντι στο βιετναμικό καθεστώς. Στο Αφγανιστάν νίκησαν οι εκπρόσωποι ενός μεσαιωνικού οπισθοδρομικού ρεύματος. Μοιάζει σαν η ανθρωπότητα, μη μπορώντας να ανοίξει δρόμο για το μέλλον, να στρέφεται απελπισμένη σε ότι μπορεί να βρει στο παρελθόν της, αγωνίζεται, για να υπάρξει, να βρει κάτι γνήσιο, ακόμα και ψάχνοντας στα πιο βαθιά «πετρώματα» της ιστορικής «γεωλογίας» της, ανακαλύπτοντας όσα άφησε ανέγγιχτα το παγκόσμιο σύστημα του ύστερου καπιταλισμού.

Απουσιάζει από τον σημερινό κόσμο το όραμα μιας νέας διεθνούς τάξης, ικανής να αντιμετωπίσει τις καθαρά υπαρξιακές πλέον παγκόσμιες απειλές που απειλούν την ανθρωπότητα με τρόπο πολύ πιο σοβαρό και άμεσο σήμερα από ότι το 1991. Και ένας από τους λόγους είναι ότι ακόμα την βαρύνει η σκιά της σοβιετικής αποτυχίας και ήττας. Πόσο μάλλον που, εξασθενημένη από την ίδια την πτώση της ΕΣΣΔ, η παγκόσμια κριτική σκέψη όχι μόνο περιορίστηκε σε ελαχιστότατους εκπροσώπους πλέον, στάθηκε και εντελώς αμήχανη μπροστά και στο ίδιο το φαινόμενο της σοβιετικής κατάρρευσης – αυτοκτονίας και στις επιπτώσεις του.

Αυτό είναι που κάνει ακόμα πιο σημαντικό να ξαναγυρίσουμε και να δούμε κριτικά τη σοβιετική αποτυχία και ήττα, πόσο μάλλον που η Οκτωβριανή Επανάσταση, αυτή που δημιούργησε στον καιρό της τη Σοβιετική ‘Ενωση, έθεσε παγκόσμια προβλήματα που ναι μεν η Ρωσία δεν μπόρεσε να λύσει, εξακολουθούν όμως σήμερα να παραμένουν επίκαιρα, ίσως και πιο επίκαιρα από όσο ήταν το 1917.

Επειδή όλα όσα περιγράψαμε ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο του 1991, θεωρήσαμε σκόπιμο να επανέλθουμε, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης φέτος 30 χρόνων από τότε πούγιναν, σε αυτά τα γεγονότα, που παραμένουν άλλωστε πολύ παραμορφωμένα στην παγκόσμια συνείδηση. Οτιδήποτε αφορά την Σοβιετική Ένωση ήταν πάντα και παραμένει και σήμερα, αντικείμενο ενός ανελέητου, ιδεολογικού «Ψυχρού Πολέμου». Θα δημοσιεύσουμε στη συνέχεια μια σειρά άρθρων, συνεντεύξεων και πρωτότυπων ντοκουμέντων αυτής της καθοριστικής περιόδου. Αρχίζουμε σήμερα με την περιγραφή του «πραξικοπήματος» του Αυγούστου 1991, που δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη διάλυση της ΕΣΣΔ, τέσσερις μήνες αργότερα.

Το «πραξικόπημα» του 1991

Βλαδιβοστόκ, ρωσική Άπω Ανατολή, 19 Αυγούστου 1991, ώρα 16.00 τοπική. Επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο μου, μετά από μια περιήγηση στη ρωσική «πύλη του Ειρηνικού», εκεί που τελειώνει ο Υπερσιβηρικός, πέφτω απάνω στον Γιαπωνέζο συνταξιδιώτη μου. «Έγινε πραξικόπημα. Κήρυξαν κατάσταση έκτακτης ανάγκης και έβγαλαν τον στρατό στους δρόμους», μου λέει μόλις με βλέπει.

Τον Γιαπωνέζο τον είχα γνωρίσει στο αεροπλάνο που μας έφερε στο Βλαδιβοστόκ από το Χαμπάροφσκ, το διοικητικό κέντρο της ρωσικής Άπω Ανατολής. Στέλεχος του Ιαπωνικού Υπουργείου Εξωτερικού Εμπορίου, του περίφημου ΜΙΤΙ, είδος Γενικού Επιτελείου της ιαπωνικής εξαγωγικής επίθεσης μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, ερχόταν εδώ να οργανώσει μια μεγάλη έκθεση ιαπωνικών προϊόντων. Είχε ήδη αρχίσει η εποχή που οι πάντες «έβλεπαν φως και έμπαιναν» στη Σοβιετική ‘Ενωση. Μου εξηγούσε στη διάρκεια της πτήσης από το Χαμπάροφσκ πως οι Αμερικάνοι προκάλεσαν το μεγάλο σκάνδαλο της Λόκχηντ για να ρίξουν τον Ιάπωνα Πρωθυπουργό Τανάκα που ήθελε άνοιγμα στη Μόσχα.

«Τι μου λες;» του λέω, «πάει τώρα και η έκθεση που ετοίμαζες». Αλλά αυτός δεν ανησυχούσε καθόλου: «Δεν νομίζω, για την έκθεση θα είναι ίσως καλύτερα τώρα», μου απάντησε.

Τρέχω στο δωμάτιο του ξενοδοχείου και ανοίγω την τηλεόραση. Η σοβαρή κυρία διάβαζε τα ανακοινωθέντα μεταξύ αποσπασμάτων της Λίμνης των Κύκνων του Τσαϊκόφσκι. Δεν χρειαζόταν καν να ακούσει κάποιος τι έλεγε. Με μια ματιά στο ύφος της καταλάβαινες ότι είχαμε γυρίσει σε μια άλλη ιστορική εποχή και σε μια άλλη χώρα, είμαστε τώρα σε χρόνο προ 1985, όταν είχε αρχίσει η Περεστρόικα στη Σοβιετική Ένωση.

Ή έτσι φαινόταν.

Περιμένοντας το πραξικόπημα

‘Oχι ότι με ξάφνιασε και πολύ η είδηση. Οι πάντες μιλούσαν για επικείμενο πραξικόπημα αυτή τη χρονιά. Ο Αλεξάντρ Γιάκοβλεφ (μέλος του Πολιτικού Γραφείου και εκ των πρωταγωνιστών της περεστρόικα) είχε αρχίσει να το προβλέπει από τον Ιούνιο ήδη του 1990. Ο σοβιετικός Υπουργός Εξωτερικών Έντβαρντ Σεβαρντάντζε είχε πηδήξει από το τραίνο της περεστρόικα τον Ιανουάριο παραιτούμενος και λέγοντας ότι έρχεται δικτατορία.

Η ίδια η κατάσταση άλλωστε ζητούσε κάτι να γίνει. Η χώρα ζούσε ήδη μια κατάσταση πρωτοφανούς αποσύνθεσης σε όλα τα επίπεδα. Από την καθαρίστρια που έπαιρνε μια λάμπα από το εργοστάσιο για το σπίτι της μέχρι τις ομάδες γραφειοκρατών που ήθελαν να γίνουν αρχηγοί «ανεξαρτήτων κρατών» και να αποκτήσουν μεγάλες περιουσίες. Υπήρχαν μεγάλα προβλήματα στον ανεφοδιασμό σε τρόφιμα, καύσιμα και πρώτες ύλες λόγω κατάρρευσης του μηχανισμού διανομής.

Το ανέκδοτο της εποχής ήταν το εξής: «Κάποιος περιμένει στην ουρά επί ώρες, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να φύγει, δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Αποχωρεί βρίζοντας και φωνάζοντας, «θα σκοτώσω τον Γκορμπατσώφ». Την άλλη μέρα γυρνάει στην ουρά. Τι έγινε, τον ρωτάνε, τον σκότωσες τον Γκορμπατσώφ; Όχι, τους απαντάει, υπήρχε τόσο μεγάλη ουρά από ανθρώπους που ήθελαν να τον σκοτώσουν που δεν μπορούσα να περιμένω».

Στη χώρα επικρατούσε ένα είδος δυαδικής εξουσίας, αν όχι έρποντος εμφυλίου πολέμου, ανάμεσα στο Σοβιέτ της Ρωσίας, υπό τον Γέλτσιν και τη σοβιετική κυβέρνηση. Μια ατμόσφαιρα μεγάλης δυσπιστίας επικρατούσε επίσης ανάμεσα στο κυβερνών ΚΚΣΕ και τον αρχηγό του, τον Γενικό Γραμματέα και σοβιετικό Πρόεδρο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, που, επιδιδόμενος στην τακτική που τον χαρακτήρισε καθόλη τη διάρκεια της «περεστρόικα», άλλαζε διαρκώς τη θέση του μετακινούμενος από την «αριστερά» στη «δεξιά» και τούμπαλιν και επιτείνοντας το χάος.

Στις 17 Μαρτίου του 1991 οι Σοβιετικοί πολίτες ψήφισαν σε δημοψήφισμα με συντριπτική πλειοψηφία υπέρ της διατήρησης του κράτους τους, της Σοβιετικής ‘Ενωσης. ‘Όμως, το δεύτερο ισχυρότερο πρόσωπο στη χώρα, ο Πρόεδρος της Ρωσίας και αρχηγός των Δημοκρατών Μπαρίς Γέλτσιν, αν και δεν το έλεγε ανοιχτά, δρούσε από τότε για τη διάλυση της.

Σε μια δεξίωση που παρέθεσε σε ένα κύκλο ξένων δημοσιογράφων ο Γκορμπατσώφ, τον Ιούλιο, το κύριο θέμα συζήτησης μεταξύ μας δεν ήταν αν θα γίνει ένα πραξικόπημα ή μια δικτατορία ή κάτι τέλος πάντων, ήταν μάλλον γιατί δεν έχει γίνει ακόμα. Αυτός ήταν μάλιστα, παραδόξως, ένας από τους λόγους που είχα βρεθεί στο Βλαδιβοστόκ. Στη Μόσχα δούλευα ήδη δύο χρόνια ως ανταποκριτής αλλά δεν μου είχε δοθεί η ευκαιρία να επισκεφθώ το ασιατικό τμήμα της χώρας. Σκεφτήκαμε με τη γυναίκα μου ότι ήταν ευκαιρία να πάμε εκεί το καλοκαίρι, προτού γίνει τίποτα και δυσκολέψουν πολύ τα ταξίδια. «Πηγαίνετε να δείτε τα χάλια μας», μου είπε πριν φύγω ένας φίλος μου, σπουδαίος ιστορικός, που συνδεόταν στενά με τον Γκορμπατσώφ. Με έπιασε πάλι απελπισία με τον τρόπο που αντιμετώπιζαν οι Ρώσοι τον εαυτό τους και τη χώρα τους και δεν ήταν θα απέβαινε τελικά χωρίς συνέπειες διευκολύνοντας το άδοξο τέλος της.

Στην Κεντρική Ασία

Ξεκινήσαμε από την Κεντρική Ασία, πήγαμε μετά στη Μπουριάτια, την μάλλον καθυστερημένη πατρίδα του «σοβιετικού Βουδισμού», συνεχίσαμε στην Ανατολική Σιβηρία, συγκινηθήκαμε βλέποντας στο Ιρκούτσκ το μεγαλείο της Βαϊκάλης και, στο τοπικό μουσείο, τις πρωτότυπες εκδόσεις των μεγάλων Διαφωτιστών που είχαν κουβαλήσει μαζί τους στην εξορία οι Δεκεμβριστές. Με τόσους εξόριστους ή αυτοεξόριστους, και με έναν αέρα ελευθερίας που δεν είχαν γνωρίσει η Μόσχα και η Πετρούπουλη πριν την Επανάσταση, η Σιβηρία είχε παίξει τεράστιο ρόλο στον χρυσό πνευματικό αιώνα της Ρωσίας, που άρχισε το 1825 με την εξέγερση ακριβώς των Δεκεμβριστών, την καθυστερημένη αντανάκλαση της μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης. Θα τελείωνε όλο αυτό πολύ αργότερα, υπό το καταιγιστικό πυρ των πολυβόλων. Τύφλα νάχε ο «μυδραλλιοβολητής» της Λυόν Ιωσήφ Φουσέ, ο ίδιος που θα έκοβε μετά το κεφάλι του Ροβεσπιέρου και θα σφράγιζε τη Λέσχη των Ιακωβίνων.

Στην Τασκένδη είχα μια μακρά συζήτηση με τον Ισλάμ Καρίμωφ, μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΣΕ, γραμματέα του Ουζμπεκικού ΚΚ και «άρχοντα» του Ουζμπεκιστάν πριν και μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ. «Που το πάει ο Γκορμπατσώφ;» τον ρώτησα κι αυτός ανασήκωσε τους ώμους του: «δεν έχω ιδέα, δεν καταλαβαίνω τι κάνει», μου είπε.

Η μεγάλη ελπίδα των «στρατηγιστών»  του Ψυχρού Πολέμου, όπως ο Μπρζεζίνσκι ή η Hélène Carrère d’Encausse, ήταν ότι θα ξεσηκώνονταν κάποτε οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί της ΕΣΣΔ εναντίον του σοβιετικού καθεστώτος. Αυτός ήταν κι ο μεγάλος φόβος της Μόσχας, πιθανώς ένας από τους λόγους που επενέβη στο Αφγανιστάν. Μόνο που, και οι μεν και οι δε, δεν είχαν καταλάβει πόσο ισχυρή ήταν η σοβιετική, σοσιαλιστική ταυτότητα και πόσο ασήμαντη, συγκρινόμενη με τη δική της, η δύναμη της ισλαμικής ή των επιμέρους εθνικών ταυτοτήτων. Κάνανε γεωπολιτικά σχέδια, χωρίς να παίρνουν υπόψιν τους τι σκέφτονταν πραγματικά οι άνθρωποι. Ακόμα και τέσσερα χρόνια μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ μια διπλωμάτης στο Τουρκμενιστάν θα μας έλεγε: «Εμείς, πριν από τη σοβιετική Επανάσταση, δεν είχαμε ούτε σεντόνια να κοιμηθούμε».

Ρώσοι «εθνικιστές» και Ρώσοι «δημοκράτες»

Τη Σοβιετική ‘Ενωση δεν τη διέλυσε η «μουσουλμανική» Κεντρική Ασία, τη διέλυσε προπάντων ο ίδιος ο ρωσικός και, δευτερευόντως, ο σύμμαχός του ουκρανικός εθνικισμός. Αυτός, μαζί με τις σημαίες της Δημοκρατίας, επελέγησαν τελικά ως το κατάλληλο ιδεολογικό ένδυμα των δυνάμεων που απέβλεπαν ήδη στην αποκατάσταση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ και στην άνευ όρων προσχώρηση του σοβιετικού χώρου στη Δύση. Δεν τους ενδιέφερε κανένας δημοκρατικός μετασχηματισμός του σοσιαλισμού που, αν γινόταν, θα ήταν ασφαλώς μεγάλο εμπόδιο σε αυτό που ήδη κάνανε και ήθελαν να κάνουνε σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, δηλαδή να αρπάζουνε δημόσια περιουσία και εξουσία όπου και όση μπορούσαν. Αλλά ντρέπονταν να πουν ότι ήθελαν καπιταλισμό, που παρέμενε μια αρνητική ιδέα στην κοινή γνώμη, έπρεπε επομένως να βρούνε κάτι άλλο και το βρήκαν στα εθνικά σύμβολα και τα δημοκρατικά συνθήματα. Το πολύ πολύ να μιλάγανε για «αγορά», εκμεταλλευόμενοι τη σύγχυση δύο εννοιών (αγορά και καπιταλισμός) που ναι μεν σχετίζονται, αλλά δεν είναι ταυτόσημες.

«Τι χρειαζόμαστε αυτές τις ασιατικές σατραπείες;», μου έλεγαν οι φίλοι μου Δημοκράτες. Και στον αντίποδα, η εθνικιστική Σοβιέτσκαγια Ρασία διαμαρτυρόταν ότι τις επιδοτούσε η Ρωσία. Το αποτέλεσμα; Δέκα πόλεμοι, δέκα εκατομμύρια πρόσφυγες, μεγάλο οικονομικό κόστος από τη διάρρηξη των δεσμών ανάμεσα στις Δημοκρατίες και η πιο δυνητικά επικίνδυνη κρίση στον κόσμο σήμερα στην Ουκρανία. Η Ρωσία θα έτρωγε επί τρεις δεκαετίες το 80% του διπλωματικού κεφαλαίου της για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της σοβιετικής διάλυσης.

‘Ηταν η πορεία προς τον καπιταλισμό και τη Δύση που είχε και ως προϋπόθεση και ως συνέπεια τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και αυτή ήταν που κυρίως τροφοδοτούσε και τροφοδοτούνταν από τις αποσχιστικές τάσεις που εκδηλώνονταν σε διάφορες περιφέρειες. Στην πραγματικότητα, ελάχιστα κινήματα από αυτά που αναπτύχθηκαν στην ΕΣΣΔ μετά το 1985, είχαν κυρίως ή αποκλειστικά εθνικά αίτια. Yπήρχε ασφαλώς μια βαριά ιστορική παρακαταθήκη, κυρίως στην περιφέρεια της χώρας, από το παρελθόν, τόσο από την εποχή των Τσάρων, όσο και από την εποχή του σταλινισμού. Τέτοια υπάρχει ακόμα και στη σημερινή ΕΕ σε λανθάνουσα μορφή, λόγω της ιστορικής παρακαταθήκης του Ναζισμού και δύο παγκοσμίων πολέμων. Δεν μπορεί όμως να προκαλέσει από μόνη της καμία σοβαρή κρίση. Θα επανεμφανισθεί όμως δριμύτερη αν έχουμε αύριο διαλυτική κρίση στην ΕΕ. Τα ενεργά εθνικά ζητήματα στην ΕΣΣΔ ήταν ελάχιστα, περιφερειακά και όχι μεγάλης σημασίας το 1985. Αυτό που πραγματικά τα ενεργοποίησε και τα ενέτεινε στην πράξη ήταν η κρίση της ίδιας της μεταρρύθμισης, η αδυναμία της να προσφέρει ένα συνεκτικό σχέδιο για το μέλλον της χώρας και η αλλοπρόσαλλη πολιτική της Μόσχας που αποσταθεροποίησε η ίδια με τις αντιφάσεις και την απουσία στρατηγικής για το εθνικό ζήτημα όλο τον χώρο της ΕΣΣΔ. Σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης, που πάντα στην ιστορία ξυπνάει τις εθνικές ταυτότητες, εθνικές πλατφόρμες έτειναν να γίνουν τώρα το προνομιακό πεδίο εκδήλωσης των αποσυνθετικών τάσεων της χώρας, τάσεων που θα εκδηλωθούν τελικά στο ίδιο το κέντρο της και θα τη διαλύσουν. (*)

Οι Ρώσοι Δημοκράτες άλλωστε, που πρωταγωνίστησαν στη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης κραδαίνοντας τις σημαίες και την κυριαρχία της Ρωσίας αλλά και αποδίδοντας στον εαυτό τους το μονοπώλιο της Δημοκρατίας, θα αποδεικνυόταν σύντομα ότι ούτε πολύ Ρώσοι ήτανε, ούτε πολύ δημοκράτες.

Δεν χρειάζεται να μακρηγορήσουμε για να αποδείξουμε αυτό το σημείο. Ο Μπαρίς Γέλτσιν ο ίδιος και ουδείς  άλλος θα έπαιρνε την πρωτοβουλία για τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης τον Δεκέμβριο του 1991, ενός κράτους που είχαν δημιουργήσει οι Ρώσοι και στο οποίο θα έπρεπε να είναι κανείς παρανοϊκός για να τους θεωρήσει είδος καταπιεσμένου έθνους. Μάλιστα το έπραξε αυτό σε μια περίοδο που παγκοσμίως, όλες οι περιοχές του κόσμου έτειναν σε περισσότερη, όχι σε λιγότερη οικονομική ενσωμάτωση. Και δεν έκανε μόνο αυτό. Αδιαφόρησε για την τύχη του ενός τετάρτου του ρωσικού λαού, που άφησε εκτός ρωσικών συνόρων, όπως για παράδειγμα τη συμπαγή και συντριπτική πλειοψηφία Ρώσων που κατοικούσαν (και κατοικούν) στο Ντονμπάς και την Κριμαία, δύο περιοχές που ήταν (και παραμένουν), περισσότερο ρωσικές κι από την ίδια τη Μόσχα ακόμα. Τόσο Ρώσος ήταν ο κ. Γέλτσιν.

Όσο για τις δημοκρατικές διακηρύξεις του αρχηγού των Ρώσων «Δημοκρατών», πάλι ο ίδιος θα απεδείκνυε, πέραν κάθε αμφιβολίας, την αξία τους, όταν θα διέτασσε τον στρατό του να κανονιοβολήσει, επί μία ολόκληρη μέρα, το πιο δημοκρατικά εκλεγμένο κοινοβούλιο της ρωσικής ιστορίας, τον Οκτώβριο του 1993, με την ενθάρρυνση και υπό τις επευφημίες του Μπιλ Κλίντον, προκαλώντας πιθανώς τον θάνατο 1500 ανθρώπων, σύμφωνα με ένα δημοσίευμα, αργότερα, της «Νεζαβίσιμαγια Γκαζέτα». Το έκανε γιατί το κοινοβούλιο ήταν αντίθετο με τα οικονομικά του σχέδια που επρόκειτο να οδηγήσουν στη μεγαλύτερη λεηλασία της παγκόσμιας ιστορίας, τις ρωσικές ιδιωτικοποιήσεις.

Αλλά τώρα είναι ακόμα Αύγουστος του 1991. Το Βλαδιβοστόκ ήταν ο τελευταίος σταθμός του ταξιδιού κι εκεί θα μας έβρισκαν οι ειδήσεις του πραξικοπήματος, για να μεταδώσουν τις οποίες είχαν διακόψει το πρόγραμμά τους τα παγκόσμια ΜΜΕ.

‘Ερριξα μια τελευταία ματιά στο άκρο της ρωσικής Ασίας καθώς άκουγα τους κινητήρες του γιγαντιαίου αεριωθούμενου της Αεροφλότ να μουγκρίζουν και ένοιωθα την προωθητική τους δύναμη να μας ανεβάζει  στον ουρανό. Κύτταξα να βολευτώ όσο μπορούσα καλύτερα στη θέση μου, καθώς θα πετάγαμε πάνω από το ένα τρίτο της επιφάνειας της Γης πριν προσγειωθούμε στη Μόσχα. Σκεφτόμουν ότι πηγαίναμε στο επίκεντρο μιας σύγκρουσης που μπορεί να καθόριζε για χρόνια ή και δεκαετίες, το μέλλον της ανθρωπότητας.

Πολλές ώρες αργότερα, όταν έφτανα επιτέλους στο γραφείο μου στη λεωφόρο Ρουμπλιώφ, θα διαπίστωνα πολύ γρήγορα δύο πράγματα. Πρώτον, δεν γινόταν καμιά σύγκρουση. Δεύτερον, αυτό το «πραξικόπημα» δεν έμοιαζε με κανένα άλλο γνωστό πραξικόπημα.

(Συνεχίζεται)

(*) Σημείωση: Το εθνικό ζήτημα στην ΕΣΣΔ είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο ζήτημα, που ασφαλώς δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί ικανοποιητικά σε μερικές παραγράφους ενός άρθρου. Εδώ κάνουμε μόνο μερικές αρχικές παρατηρήσεις, τελείως απαραίτητες κατά τη γνώμη μας για να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της σοβιετικής κρίσης. Θα μας απασχολήσει πιο ολοκληρωμένα σε άλλο άρθρο.

Πηγή: kosmodromio.gr