Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
H συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ανεξαρτήτως ιδεολογικo-πολιτικών προτιμήσεων, εύχεται την επιτυχία μιας κυβέρνησης που συμπυκνώνει τη μεγάλη ελπίδα της χώρας. Eίναι έτοιμη να τη στηρίξει αποφασιστικά, κάνοντας και θυσίες αν χρειαστεί, σε τυχόν σύγκρουση με τους πιστωτές. Εφόσον νοιώσει ότι έχει ηγεσία ψυχωμένη, αποφασισμένη, στιβαρή, που ξέρει τι θέλει και που πάει, στο ύψος της πρόκλησης που αντιμετωπίζει η Ελλάδα.
Βεβαίως ούτε η υποστήριξη είναι χωρίς όρους, ούτε διαρκεί αιώνια. Το χαρακτηριστικό περιόδων «καθεστωτικών» κρίσεων είναι η ευκολία που το εκκρεμές πηγαίνει από «αριστερά» «δεξιά» και τούμπαλιν. Το ΚΚΕ π.χ. είχε την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, 70-80% το 1944, περιλαμβανομένων των μεσαίων τάξεων. Ενάμισυ χρόνο αργότερα, η σύγχυση που επέδειξε ως προς το ζήτημα της εξουσίας οδήγησε μαζικά τα μεσαία στρώματα στα αστικά κόμματα. Η επιρροή του έπεσε ίσως στο μισό – αν και η ηγεσία του εξακολουθούσε να σκέπτεται με την αλαζονεία της δύναμης της προηγούμενης περιόδου.
Η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ δεν οφείλεται μόνο ή κυρίως στον ίδιο, όσο στους … Πιστωτές. Το πρόγραμμα που επέβαλαν στη χώρα είναι τόσο ριζοσπαστικό, που γρήγορα συντρίβει οποιονδήποτε «μηχανοδηγό» δοκιμάσει να το εφαρμόσει. Τυχόν «μνημονιοποίηση» του ΣΥΡΙΖΑ θα εξαφανίσει το κόμμα εις τα εξ ων συνετέθη σε χρόνους μικρότερους απότι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Αλλά και η απαλλαγή από το χρέος και τα μνημόνια, η ανάκτηση της εθνικής μας ανεξαρτησίας και αξιοπρέπειας δεν είναι ο περίπατος που περιεγράφη προεκλογικά.
Το σταθερό τιμόνι
Σε τέτοιες κρίσεις έχει τεράστια, καθοριστική σημασία να ξέρεις τι θέλεις, να διαθέτεις ξεκάθαρη στρατηγική, έξυπνες τακτικές που να μην υπονομεύουν όμως στρατηγικές επιδιώξεις, να συνδυάζεις επί μέρους ευελιξία με ατσάλινη αποφασιστικότητα στο κύριο. Δεν μπορεί να οδηγηθεί λαός σε σύγκρουση με πολιτικαντισμούς, αντιφάσεις, προσπάθειες εξωραϊσμού της πραγματικότητας, κλασικές μεθόδους που διοικούνταν η Ελλάδα και τα κόμματά της επί δεκαετίες. Για να σε στηρίξουν σε τέτοιες συνθήκες, οι άνθρωποι πρέπει να νοιώσουν ότι είσαι ειλικρινής και σοβαρός, ότι μπορούν και αυτοί να στηριχτούν πάνω σου.
Γι’ αυτό και είναι δυνητικά καταστροφικές οι στρατηγικές αντιφάσεις από τις οποίες βρίθει, δυστυχώς, ο πολιτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ. Αν π.χ. «το νόμισμα δεν είναι φετίχ», γιατί τρομοκρατείται με τόση ελαφρότητα ο ελληνικός λαός με δηλώσεις επισήμων ότι θα πάει στη «νεολιθική εποχή» αν φύγει από το ευρώ; Δεν είναι δυνατόν να διακηρύσσει από τη μια ο ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν υπάρχει λύση χωρίς γενναία διαγραφή χρέους και από την άλλη να αναγνωρίζει τα χρέη. Αυτά δεν συνιστούν «δημιουργικές», αλλά δυνάμει «καταστροφικές» ασάφειες.
Τέτοια κρίση, για να βγει πέρα, χρειάζεται επίσης ηγεσία με βαθειά ενσυναίσθηση της τραγωδίας που ζει η Ελλάδα, «μελετημένη» και αποφασισμένη. Αν ο αντίπαλος νοιώσει ότι δεν είσαι έτοιμος για σύγκρουση, όχι μόνο δεν θα κάνει παραχωρήσεις, θα σου πάρει «και τα σώβρακα». Κι ο άγιος, λένε, φοβέρα θέλει, πόσο μάλλον ο διάβολος. Χρειάζεται ο λαός να νοιώθει την ειλικρίνεια/σοβαρότητα του ηγέτη και του κόμματος, πολύ περισσότερο για να κάνει θυσίες.
Ο λαός δεν θα κάνει επίσης θυσίες για ένα κόμμα που δεν δίνει πρώτο το παράδειγμα, κόμμα που, ενώ βγήκε στα πράγματα γιατί βρέχει απελπισμένους από τις ταράτσες, βουλευτές του ζητούν διαιώνιση εξοργιστικών προνομίων μιας κατηγορίας αξιωματούχων, καθολικά απαξιωμένης στη λαϊκή συνείδηση.
Η κριτική συχνά ενοχλεί ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. ‘Όχι μόνο δεν θα έπρεπε, να την επιδιώκουν θα χρειαζόταν και να τη μελετούν με πολύ μεγάλη ανοχή και σοβαρότητα. ‘Όχι μόνο για λόγους αρχής. Αλλά γιατί είναι αδύνατον σε οποιαδήποτε ομάδα, όσο καλά εξοπλισμένη κι αν ήτανε, να αντιμετωπίσει κρίση τέτοιου βάθους και δυσκολίας μόνη της, χωρίς το απαραίτητο feedback από το κοινωνικό σώμα και από τη βάση του κόμματός της. Θέλει βέβαια αυτό μια γενναιοψυχία που σπανίως βρίσκεται σε χώρα τόσο άρρωστα ελλειμματικών και ιδιοτελών ατόμων, συχνά καλυπτόμενων όπισθεν ριζοσπαστικών διακηρύξεων. ‘Αλλα λέμε, άλλα πιστεύουμε, άλλα κάνουμε στην Ελλάδα και αυτό ισχύει για όλους μας σχεδόν, του αριστερού πολιτικού προσωπικού περιλαμβανομένου. Η κρίση των ατόμων, η ηθική κρίση είναι η άλλη όψη της οικονομικο-πολιτικής.
Ενδεχόμενη αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι απλή «κομματική» ήττα της αριστεράς. Θα κινδυνεύσει να αποβεί μείζων ήττα της ελληνικής κοινωνίας, οικονομική, πολιτική, αλλά και ηθική, αν βιωθεί ως επιβεβαίωση της αδυναμίας της να ανακόψει την πορεία κοινωνικής-εθνικής καταστροφής και υποδούλωσης. Κινδυνεύει να βιωθεί ως επιβεβαίωση της δυσκολίας του ελληνισμού να συνεχίσει να υπάρχει ως συγκροτημένη εθνική οντότητα. Τέτοια ήττα θα έχει πολύ μεγάλες συνέπειες σε Ευρώπη και Μεσόγειο.
Για να πετύχει η κυβέρνηση στο ασύγκριτης δυσκολίας έργο της δεν φτάνουν δυστυχώς οι ευχές. Χρειάζεται πληθώρα προϋποθέσεων, στις οποίες ο γράφων και όχι μόνο αναφέρθηκε πολύ προ των εκλογών. Scripta manent. Δυστυχέστατα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εκμεταλλεύθηκε «δώρο» δυόμισυ χρόνων περιθωρίου προετοιμασίας που του έδωσε η Ιστορία για να προχωρήσει στην αναγκαία προγραμματική, τεχνοκρατική, διεθνή, κινηματική, οργανωτική προετοιμασία.
Τους επόμενους πολύ λίγους μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κάνει τεράστια προσπάθεια αναπλήρωσης του κενού σε πολύ δυσκολότερα και ασφυκτικά περιθώρια και στα τρία «μέτωπα» που αντιμετωπίζει: α) σχέσεις με ΕΕ, β) απάντηση στην κατάρρευση εσωτερικών δομών και το παραγωγικό έλλειμμα, γ) ανάγκη διατήρησης γεωπολιτικής «ασφάλειας», ιδίως στο κυπριακό, όπου πρέπει φυσιολογικά να αναμένεται νέα προσπάθεια επαναφοράς σχεδίου τύπου Ανάν.
Η σύγκρουση με τους πιστωτές
Υποστηρίξαμε επίμονα στην αρθρογραφία δυόμισυ χρόνων ότι ενδεχόμενη εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγούσε, πιθανότατα, σε σοβαρή σύγκρουση με την ΕΕ και θα ήταν πολύ επικίνδυνη αφέλεια να περιμένει κανείς από την Μέρκελ να αντιμετωπίσει με «καλωσύνη» την άνοδο αντιμνημονιακής κυβέρνησης. Υποστηρίξαμε ότι είναι αδιανόητο σχέδιο Α χωρίς σχέδιο Β, ότι δεν κάνεις «έξοδο του Μεσολογγίου» υποσχόμενος «ουζάκια στο Αιτωλικό». Υπογραμμίσαμε ότι χρειάζεται πληθώρα άλλων προϋποθέσεων και προετοιμασιών για να έχεις σοβαρή ελπίδα σε διαπραγμάτευση-σύγκρουση με τους πιστωτές. Προειδοποιήσαμε ότι η ελπίδα μιας αποφασιστικής αμερικανικής «συνδρομής» είναι φρούδα στην καλύτερη περίπτωση, παγίδα στη χειρότερη – αντανακλά μάλλον την αιώνια καιροσκοπική φύση μας, που μας οδήγησε εδώ που είμαστε, παρά στέρεη ανάλυση της πραγματικότητας.
Είναι σοβαρό λάθος να αντιμετωπίζεται η ελληνική κατάσταση ως «σφάλμα» της ευρωπαϊκής πολιτικής, που θα το διορθώσουμε εύκολα με «ένεση» κεϋνσιανισμού, ανθρωπισμού και λογικής. Το ελληνικό πρόγραμμα είναι αιχμή μείζονος προσπάθειας αναθεώρησης του μεταπολεμικού κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού καθεστώτος της Ευρώπης. Η αντίσταση και απάντηση σε αυτό πρέπει να είναι τουλάχιστο όσο σύνθετη και φιλόδοξη είναι η πρόκληση των αγορών και των αρχουσών τάξεων της «Ευρω-Γερμανίας».
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει τάχιστα να απαλλαγεί από το σοβαρότερο κατά τη γνώμη μας λάθος του, που είναι να «προσαρμόζει» ενίοτε ως Προκρούστης την πραγματικότητα στις επιθυμίες και δυνατότητές του, αντί να αναπτύσσει τις δυνατότητες που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τα αντικειμενικώς προσδιοριζόμενα προβλήματα.
Χρόνος για ποιόν;
Υπό τις συνθήκες που προσήλθε στη διαπραγμάτευση ο ΣΥΡΙΖΑ φοβούμαστε ότι δεν μπορούσε να αποσπάσει κάτι πολύ καλύτερο από την προβληματική προσωρινή συμφωνία-γέφυρα που απέσπασε, αν απέσπασε, γιατί κατά τα φαινόμενα θα περάσουμε τους επόμενους μήνες υπό τη διαρκή απειλή χρηματοδοτικού πνιγμού. ‘Εστω και αν η Ελλάδα απέφυγε την ισοπέδωση τύπου Γκίκα-Χαρδούβελη ή άνοιξε την κουβέντα για τα πλεονάσματα.
Για να αποσπάσει όμως έστω και αυτή τη «συμφωνία, μη συμφωνία» ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε σημαντικές υποχωρήσεις, που θα βρει μπροστά του και ο ίδιος και η χώρα. Πρόκειται κυρίως για την αναγνώριση των χρεών, την τουλάχιστο αμφίσημη υποχρέωση να αναλάβει η Ελλάδα την εξασφάλιση της βιωσιμότητάς τους, την απόσυρση κάθε κριτικής στο μνημονιακό πρόγραμμα και επομένως και της απαίτησης διαγραφής χρέους εξαιτίας των ευθυνών για αυτό το πρόγραμμα. Καμία αναφορά στον λογιστικό έλεγχο του χρέους.
Εκ των πραγμάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχθηκε την απομάκρυνση της συζήτησης από το έδαφος που συμφέρει την Ελλάδα, το έδαφος του δικαίου, του παράνομου χαρακτήρα των δανειακών, του καταστροφικού χαρακτήρα των μνημονιακών πολιτικών, της απειλής για την ζωή, υγεία και ασφάλεια του πληθυσμού, της πολιτικής απειλής για τις αρχές της ‘Ενωσης και το όλο ευρωπαϊκό εγχείρημα από την ελληνική καταστροφή. Το έκανε μάλιστα χωρίς σπουδαίο αντάλλαγμα και χωρίς μια επιφύλαξη βρε αδερφέ, έναν «αστερίσκο» όπως αυτούς του Ανδρέα Παπανδρέου κάποτε στο ΝΑΤΟ. Τείνουμε τώρα να συζητάμε όλο και πιο πολύ εξεύρεση «ισοδυνάμων», μέσω καταπολέμησης διαφθοράς-φοροδιαφυγής.
Η ιδέα είναι σωστή, αλλά δεν επαρκεί για να καταστήσει το χρέος βιώσιμο. Δεν απαλλάσσει την Ελλάδα από τον βασικό μηχανισμό υποδούλωσης-καταστροφής. Με το χρέος εκεί που είναι, χωρίς ρήτρα ανάπτυξης και τους αποικιακούς όρους των δανειακών, η χώρα παραμένει «καταστρεφόμενη αποικία χρέους».
Για να αμφισβητήσει η Αθήνα δανειακές, μνημόνια και τα χρέη που περιγράφουν, πρέπει να είναι έτοιμη για στάση πληρωμών, ελέγχους κίνησης κεφαλαίων, εισαγωγή εσωτερικών μέσων πληρωμής, μέτρα έκτακτης ανάγκης οικονομίας πολεμικής περιόδου, αναζήτηση γεωπολιτικών συμμάχων, πάνδημη λαϊκή κινητοποίηση. Είναι εξαιρετικά δυσάρεστα/επικίνδυνα τέτοια μέτρα, εγκληματικό ότι οι ηγεσίες μας συνολικά άφησαν τη χώρα να έρθει σε τέτοια κατάσταση. Η ανάγκη όμως της εγχείρησης και το είδος της δεν προσδιορίζονται από τις διαθέσεις, αλλά την αρρώστια. Ελπίζουμε οι πρώτες 40 μέρες διακυβέρνησης να έπεισαν τον ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη προετοιμασίας ρήξης – με μεγάλη σοβαρότητα βέβαια, όχι με την επιπολαιότητα που συνηθίζουμε εν Ελλάδι. Τέτοια προετοιμασία θα είναι και σοβαρός ενδεχόμενος λόγος που θα καθιστούσε κάποιον συμβιβασμό εφικτό.
Επίκαιρα, 12.3.2015