Σκιές ξανά πάνω από την Κύπρο αφήνει το Pegasus
25 Ιουλίου 2021
Στο στόχαστρο της Κομισιόν αναμένεται να βρεθεί για ακόμα μια φορά η Κύπρος, αφού μαζί με τη Βουλγαρία, φαίνεται στα δημοσιεύματα που προέκυψαν από τη διεθνή έρευνα 17 δημοσιογραφικών οργανισμών για την ισραηλινή εταιρεία NSO, να είναι τα δύο κράτη από τα οποία αγοράστηκε και εξήχθη το λογισμικό παρακολούθησης κινητών τηλεφώνων Pegasus. Αν και πλέον η ισραηλινή NSO δεν διατηρεί γραφεία στην Κύπρο, η χώρα αναμένεται να κληθεί να δώσει απαντήσεις για τον έλεγχο που άσκησε στη διακίνηση του Pegasus.
Με ερώτησή της προς την Κομισιόν, η Ολλανδή ευρωβουλευτής Sophia in’ t Veld ζήτησε ενημέρωση για το ενδεχόμενο η ΕΕ να χρηματοδότησε δραστηριότητες της NSO σε Κύπρο ή Βουλγαρία και έρευνα για τον έλεγχο που άσκησαν τα δύο κράτη-μέλη ως προς τη συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία κατά την εξαγωγή του Pegasus. Ειδικά το δεύτερο ερώτημα προς την Κομισιόν αναδεικνύει την πιθανή ευθύνη των κυπριακών αρχών στην κυκλοφορία του Pegasus εντός της Ένωσης, αφού η προμήθειά του αντιμετωπίζεται ως στρατιωτική, απαιτώντας δηλαδή αυξημένες φροντίδες ελέγχου για κάθε πράξη αγοραπωλησίας του και εξαγωγής του.
Επίδειξη του Pegasus στη Λεμεσό;
Αγοραστές του Pegasus ήταν κυβερνήσεις και κρατικές υπηρεσίες. Ωστόσο η χρήση του, όπως απέδειξαν τα δημοσιεύματα που ξεκίνησαν στις 18 Ιουλίου σε Washington Post, Haaretz, The Guardian, OCCRP και σε ακόμα 13 διεθνή ΜΜΕ, στόχευσε τουλάχιστον τρεις εν ενεργεία προέδρους, περιλαμβανομένου του Γάλλου Εμανουέλ Μακρόν, τρεις εν ενεργεία πρωθυπουργούς, εφτά πρώην πρωθυπουργούς, κυβερνητικούς αξιωματούχους σε χώρες από το Μεξικό μέχρι το Καζακστάν, και ακτιβιστές και δημοσιογράφους ακόμα και στο κέντρο της Ευρώπης, στην Ουγγαρία.
Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως του Γάλλου Προέδρου, η παγίδευση του κινητού φέρεται να έγινε για λογαριασμό ξένου κράτους, σε άλλες περιπτώσεις όπως του Προέδρου του Καζακστάν ή του βασιλιά του Μαρόκου, οι παρακολουθήσεις έγιναν από τις κυβερνητικές υπηρεσίες πληροφοριών. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον και συνεπακόλουθα ευθύνη του κράτους από το οποίο εξήχθη το Pegasus εγείρουν περιπτώσεις παρακολούθησης που ενδεχομένως να κατέληξαν σε βίαια πολιτικά εγκλήματα, όπως ήταν η δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβρη του 2018. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του The Pegasus Project, ένας κύκλος ανθρώπων κοντά στο δημοσιογράφο της Washington Post είδε τις συσκευές του να παγιδεύονται από το Pegasus, ενώ ένα χρόνο προηγουμένως, στην Λεμεσό η NSO έκανε επίδειξη του Pegasus σε αξιωματούχους του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας.
Η υπόθεση του κατασκοπευτικού βαν
Οι αποκαλύψεις γύρω από το Pegasus δεν είναι οι πρώτες που εμπλέκουν την Κύπρο στην ισραηλινή βιομηχανία παρακολούθησης. Το 2019 είχε ξεκινήσει έρευνα της αστυνομίας για την εισαγωγή μετεωρολογικού εξοπλισμού που ήταν τελικά κατασκοπευτικός καθώς και για υποκλοπή πληροφοριών και παραβιάσεις ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων από την εταιρεία Wispear. Η έρευνα ξεκίνησε μετά από τη δημοσιοποίηση βίντεο από το περιοδικό Forbes, στο οποίο εμφανιζόταν ο ιδιοκτήτης της εταιρείας Tal Dilian να διαφημίζει τις κατασκοπευτικές υποδομές που διαθέτει στη Λάρνακα, μεταξύ των οποίων και ένα μαύρο βαν που μπορούσε να υποκλέψει δεδομένα από κινητά.
Μάλιστα σημειωνόταν πως το λογισμικό που διέθετε το βαν είχε κωδικοποιηθεί από την ισραηλινή εταιρεία NSO με την οποία είχε συγχωνευτεί μια πρώην επιχείρηση του Dilian, με την επωνυμία Circles. Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις σε ΜΜΕ του εκπροσώπου Τύπου της Αστυνομίας, ο φάκελος της υπόθεσης του κατασκοπευτικού βαν, για το οποίο είχαν διατυπωθεί κατηγορίες από την αντιπολίτευση το 2019 ότι μπορεί και να χρησιμοποιήθηκε από την ίδια την κυβέρνηση για παράνομους σκοπούς, έχει συμπληρωθεί και βρίσκεται από τον περασμένο Μάιο ενώπιον του γενικού εισαγγελέα. Σύμφωνα με πληροφορίες της DW, για την υπόθεση αναμένεται να εκδοθούν εντάλματα σύλληψης ακόμα και εντός της επόμενης εβδομάδας.
Λουκιανός Λυρίτσας, Λευκωσία
Πηγή: www.dw.com
Τα άρθρα που δημοσιεύουμε δεν απηχούν αναγκαστικά τις απόψεις μας και δεν δεσμεύουν παρά τους συγγραφείς τους. Η δημοσίευσή τους έχει να κάνει όχι με το αν συμφωνούμε με τις θέσεις που υιοθετούν, αλλά με το αν τα κρίνουμε ενδιαφέροντα για τους αναγνώστες μας.