Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Με την πολιτική κατευνασμού του Χίτλερ από τους Αγγλογάλλους, πριν τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, συνέκρινε ο Κύπριος Πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας την πολιτική «καλοπιάσματος» της ‘Αγκυρας, μιλώντας σε Ευρωπαίους δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες. Εκ των υστέρων διέψευσε ότι το έκανε, αλλά η εντύπωση ήταν αρκετά έντονη για να οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να τοποθετηθεί επί του θέματος. H Κομισιόν μίλησε για «ανιστόρητες συγκρίσεις», ταυτόχρονα όμως ένοιωσε την ανάγκη να απολογηθεί για τη στάση της έναντι της ‘Αγκυρας, υπενθυμίζοντας το μπλοκάρισμα των οκτώ κεφαλαίων. (Στην πραγματικότητα το μπλοκάρισμα έγινε από την ίδια την Κύπρο και επικυρώθηκε στη συνέχεια από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που δεν μπορούσε ούτως ή άλλως να τα ανοίξει, αφού απαιτείται ομοφωνία). Στην Κύπρο, τα «αντιπολιτευόμενα-συμπολιτευόμενα» κόμματα ΔΗΚΟ και ΕΔΕΚ χαιρέτισαν τις δηλώσεις Χριστόφια, αγνοώντας τη διάψευση του Προέδρου!
‘Οσο πλησιάζει ο κρίσιμος Δεκέμβρης και συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις επίλυσης, ο Κύπριος Πρόεδρος αισθάνεται να αυξάνονται οι (αντίθετες) πιέσεις από όλες τις πλευρές προς τη Λευκωσία, και από τον ατλαντικό άξονα στην ΕΕ και από τον γαλλογερμανικό και από την κυπριακή κοινή γνώμη και τους συνεταίρους του στην κυβέρνηση. Οι Αγγλοαμερικανοί και η Κομισιόν θέλουν να περάσει η ‘Αγκυρα τις «εξετάσεις» αβρόχοις ποσίν, χωρίς δηλαδή να ανοίξει τα λιμάνια και αεροδρόμιά της στα κυπριακά σκάφη, όπως έχει αναλάβει υποχρέωση (δεν της έχει ζητηθεί ούτε καν η … αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, πόσο μάλλον η αποχώρηση του στρατού κατοχής).
Ο «τούρκος μαθητής» είναι βέβαια γνωστός για τη «δυστροπία» του. ‘Οχι μόνο συνήθισε να προβιβάζεται ακόμα κι όταν δίνει επιδεικτικά λευκή κόλλα, αλλά και … καμαρώνει γι’ αυτή τη συνήθεια! ‘Οταν οι Αζέροι διαμαρτυρήθηκαν γιατί η ‘Αγκυρα αθέτησε τις υποσχέσεις που τους έδωσε για μη άνοιγμα των συνόρων, ο Πρόεδρος Γκιουλ τους είπε να μην ανησυχούν γιατί δεν πρόκειται να τηρήσει ούτε τη συμφωνία που έκανε με τους Αρμένιους. Προς επίρρωση μάλιστα των ισχυρισμών του, υπενθύμισε ότι και για την Κύπρο η ‘Αγκυρα υπέγραψε συμφωνία χωρίς να την τηρήσει! Οι δηλώσεις αυτές έγιναν στο Ναχιτσεβάν, ενώπιον όλων των ηγετών του «τουρκικού κόσμου».
Από την άλλη μεριά, είναι πια αισθητή η μετατόπιση της Γερμανίας και της Γαλλίας προς όλο και εχθρικότερες, προς την πλήρη ένταξη της Τουρκίας, θέσεις. Η αντίθεση στην ένταξη μοιάζει πλέον πλειοψηφική στην ευρωπαϊκή δεξιά, που ελέγχει τις περισσότερες ευρωπαίκές κυβερνήσεις. Το αν και πόσο έντονα θα εκδηλωθεί τον Δεκέμβριο εξαρτάται από δύο παράγοντες: πρώτον, τη στάση που θα κρατήσουν οι άμεσα θιγόμενες από την τουρκική πολιτική Κύπρος και Ελλάδα, γιατί δεν μπορούν Γάλλοι και Γερμανοί να γίνουν «πιο Κύπριοι ή ‘Ελληνες από τους Κύπριους και τους ‘Ελληνες», δεύτερο, τη διαπραγμάτευση Ευρώπης-ΗΠΑ και το πόση πίεση θα ασκήσει η Ουάσιγκτον στους συμμάχους της. Η ένταξη της Τουρκίας συνιστά μείζονα, στρατηγική επιδίωξη των Αμερικανών, ο Ομπάμα όμως έχει μεγάλη ανάγκη συνεργασίας με την Ευρώπη σε κρίσιμα θέματα όπως το Αφγανιστάν, το Ιράν, αλλά και το σύνολο των αναδυόμενων «παικτών» και «προκλήσεων». Και η Ευρώπη από την πλευρά της δεν επιιθυμεί «μετωπική» σύγκρουση με τις ΗΠΑ, ανάλογη αυτής του 2003 για το Ιράκ. Πάντως, ο Νικολά Σαρκοζί δεν θα μεταβεί τελικά στην Κύπρο αυτές τις μέρες, ενδεχόμενο που είχε αντιμετωπίσει σε μια στιγμή.
Και η κυπριακή κοινή γνώμη δεν θα δεχθεί εύκολα μια ακόμα παράταση στην Τουρκία, πόσο μάλλον που ο ίδιος ο κ. Χριστόφιας έχει δηλώσει ότι η ‘Αγκυρα δεν θα γλυτώσει χωρίς συνέπειες τη μη εφαρμιογή της ανειλημμένης της υποχρέωσης για άνοιγμα λιμανιών και αεροδρομίων. Αν και απέφυγε, είναι αλήθεια, να ξεκαθαρίσει ποιές θα είναι οι συνέπειες.
Η θέση του Κύπριου Προέδρου γίνεται ακόμα δυσκολότερη γιατί, ενώ έχει ήδη κάνει πολύ μεγάλες παραχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα να επικρίνεται από τη «συμπολίτευση-αντιπολίτευση», ιδίως το ΔΗΚΟ, ότι «ξεπέρασε τις κόκκινες γραμμές» κι ότι παραπλάνησε το Εθνικό Συμβούλιο, αποκρύπτοντας προτάσεις που έχει υποβάλλει, δεν έχει συναντήσει ούτε ικανοποιητική ανταπόκριση από την άλλη πλευρά, ούτε αναγνώριση των προσπαθειών του από τον «διεθνή παράγοντα». Η κοινή γνώμη διαφωνεί με τους χειρισμούς του στο κυπριακό, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, αλλά δυσφορία με την τροπή των διαπραγματεύσεων έχει προκληθεί τόσο σε ορισμένους ισχυρούς κύκλους επιχειρηματικούς κύκλους, όσο και στο εσωτερικό του ίδιου του κυβερνώντος ΑΚΕΛ. Το ιστορικό κόμμα της κυπριακής αριστεράς χαρακτηρίζεται άλλωστε διαχρονικά από μεγάλες και απότομες στροφές στην πολιτική του και μεγάλη ικανότητα προσαρμογής στις διαθέσεις της κοινωνίας. Το 1931 αποδοκίμασε την εξέγερση κατά των ‘Αγγλων, για να αλλάξει πορεία τρεις μέρες αργότερα, ενώ το 1955 καυτηρίασε την ΕΟΚΑ, για να μεταβάλλει επίσης πολιτική στη συνέχεια, κάνοντας μάλιστα την αυτοκριτική του.
Λόγω βεβαίως της δομής αυτού του κόμματος, είναι πολύ σπάνια η ανοιχτή εκδήλωση διαφωνιών, εντούτοις καλά πληροφορημένες πηγές υποστηρίζουν ότι αριθμός σημαντικών στελεχών του ανησυχεί έντονα για την πορεία της διαπραγμάτευσης. Αυτός εκριβώς, υποστηρίζουν, είναι ο λόγος που ο κ. Χριστόφιας επεδίωξε και πέτυχε την έκδοση ομόφωνης απόφασης υποστήριξης στην πολιτική του από την Κεντρική Επιτροπή. Η «είδηση», υποστηρίζουν, δεν είναι στην ομοφωνία, αλλά στην ανάγκη έκδοσης της απόφασης για κάτι που είναι ουσιαστικά αυτονόητο και στη σχετική προβολή της από τη «Χαραυγή».
Η κύρια κριτική που ασκείται στον κ. Χριστόφια αφορά τον βιώσιμο και δημοκρατικό χαρακτήρα της λύσης που θα προκύψει, αν γίνουν δεκτές οι ελληνικές προτάσεις. Αλλά επίσης και το γεγονός ότι αυτές οι προτάσεις έγιναν με δική του πρωτοβουλία, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με το Εθνικό Συμβούλιο ή, τουλάχιστο, τα «συγκυβερνώντα» κόμματα και χωρίς να περιέχονται στο προεκλογικό πρόγραμμα του Προέδρου.
Σφοδρή κριτική γίνεται τόσο στην εκ περιτροπής Προεδρία, δηλαδή την πρόνοια ότι θα αναλαμβάνει υποχρεωτικός Τούρκος την προεδρία του κράτους κατά διαστήματα, αν και οι Τούρκοι είναι το 18% μόνο του πληθυσμού. «Αν αυτό το σύστημα ίσχυε το 1963 ή το 1974, ο Κιουτσούκ θα έπαιρνε την Κυπριακή Δημοκρατία και τη διεθνή αναγνώρισή της και θα έφευγε», σχολιάζει χαρακτηριστικά στέλεχος της συμπολίτευσης-αντιπολίτευσης. ‘Εντονη κριτική γίνεται επίσης και σε μια, παγκοσμίως πρωτοφανή, μέθοδο «στάθμισης» των ψήφων, χάρι στην οποία κάθε ψήφος Τουρκοκυπρίου θα μετράει πολύ περισσότερο από την ψήφο ενός Ελληνοκυπρίου! ‘Ολα αυτά προνοούνται ώστε να ικανοποιηθεί η τουρκική απαίτηση να μην είναι, αν και είναι, μειονότητα. Επειδή η απαίτηση αυτή δεν περιορίζεται στην αυτοδιοίκηση της ζώνης τους, ή σε ορισμένα επιμέρους ζητήματα (π.χ. γλώσσα, εκπαίδευση κλπ.) αλλά επεκτείνεται σε όλα τα κεντρικά ζητήματα κυριαρχίας, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί παρά με την κατάργηση των αρχών της πλειοψηφίας και της αρχής «ένας άνθρωπος, μία ψήφος», δηλ. της δημοκρατίας. Ο άλλος τρόπος να «τετραγωνισθεί» αυτός ο κύκλος είναι να μην υπάρχει κράτος, γι’ αυτό και προβλέπεται π.χ. «αποστρατιωτικοποιημένη» Κύπρος, που πρακτικά συνεπάγεται την ύπαρξη δύο παραστρατιωτικών δυνάμεων στις δύο ζώνες, «μασκαρεμένων» σε τοπικές αστυνομίες.
Το ΑΚΕΛ απαντά στις επικρίσεις αυτές υποστηρίζοντας ότι οι παραχωρήσεις αυτές έχουν γίνει από προηγούμενους Προέδρους. ‘Ισως υπολογίζει ότι τη διακυβέρνηση ενός τέτοιου κράτους θα αναλάβουν οι «αδελφές» δυνάμεις της ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής αριστεράς. Το πρόβλημα με τον υπολογισμό αυτό είναι βέβαια ότι, αν αύριο οι Κύπριοι βαρεθούν να κυβερνώνται από τις συνεργαζόμενες αριστερές τους, θα υποστηρίξουν τις εθνικιστικές δεξιές τους. Που θα συνεργασθούν κι αυτές, όπως και στο παρελθόν, διαλύοντας το κοινό κράτος!
Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι μια σοβαρή κρίση προσανατολισμού του Δημοκρατικού Κόμματος, κύριου κληρονόμου της «μακαριακής» παράδοσης, που σήμερα είναι διασπασμένο μεταξύ του Προέδρου του Μάριου Καρογιάν, υπέρμαχου της πάση θυσίας συμμετοχής στην κυβέρνηση και της «συμμορίας των τριών» (αν. Πρόεδρος Κολοκασίδης, αντιπρόεδρος Παπαδόπουλος, Γεν. Γραμματέας Κενεβέζος) που θεωρούν ότι το ΔΗΚΟ οφείλει να αποχωρήσει από την κυβέρνηση και να καταγγείλει ανοιχτά τη διαπραγματευτική τακτική Χριστόφια.
“Κόσμος του Επενδυτή”, 07/11/2009