Στον καιάδα του ΔΝΤ η Ελλάδα του Γιώργου Παπανδρέου

Των Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου και Δημοσθένη Γεωργόπουλου

‘Εστω και με ωραιοποιημένο «περιτύλιγμα», οι πρώτες αποφάσεις των Βρυξελλών, αυτές που είναι τουλάχιστο γνωστές καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές, παραπέμπουν ουσιαστικά την Ελλάδα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και, πάντως, σε συνταγή ΔΝΤ.

Τι σημαίνει ΔΝΤ

Το που θα οδηγήσει αυτό δεν χρειάζεται να συζητηθεί, γιατί υπάρχει πλουσιότατη και παγκόσμια ιστορική πείρα. Η Ρωσία εφήρμοσε τις συνταγές του ΔΝΤ στη δεκαετία του 1990 με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη οικονομική, κοινωνική και δημογραφική καταστροφή στην ιστορία του βιομηχανικού κόσμου, του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου περιλαμβανομένου. Τον Αύγουστο του 1998, μερικές μέρες αφότου ο Γενικός Διευθυντής του ΔΝΤ κ. Καμντεσού την επαινούσε για τη διαχείρισή της, βραβεύοντας τον τότε Υπουργό Οικονομικών της και «βασιλιά των ιδιωτικοποιήσεων» Ανατόλι Τσουμπάις με το βραβείο του «Υπουργού Οικονομικών της χρονιάς», η χώρα κήρυξε πτώχευση! Εξίσου καταστροφικά υπήρξαν τα αποτελέσματα της συνεπέστατης νεοφιλελεύθερης διαχείρισης στη Λατινική Αμερική, οδήγησε τελικά και στη χρεωκοπία της Αργεντινής. Η ήπειρος προσπαθεί ακόμα να συνέλθει από το πέρασμα του Ταμείου.

Στην Ελλάδα δεν κινδυνεύουν μόνο τα κεκτημένα γενεών, κινδυνεύει και η εθνική της κυριαρχία, κινδυνεύει και η Κύπρος, γιατί είναι πολύ αμφίβολο ότι μια κοινωνία σε τέτοια κατάσταση μπορεί να βρει τη δύναμη να αντισταθεί σε μεγάλες εξωτερικές απειλές. Η κοινωνική μπορεί να γίνει προάγγελος εθνικής καταστροφής. Πόσο μάλλον που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τελεί υπό την ασφυκτική επιρροή των ΗΠΑ, δύναμης της οποίας οι επιδιώξεις στην Αν. Μεσόγειο συγκρούονται με ζωτικά ελληνικά συμφέροντα.

Αν πράγματι πάντως πρέπει να θεωρηθεί, στις συνθήκες που φτάσαμε, αναγκαία η προσφυγή στο ΔΝΤ, αυτό συνιστά πιστοποιητικό πλήρους χρεωκοπίας όχι αυτής ή της προηγούμενης κυβέρνησης μόνο, αλλά ολόκληρου του πολιτικού κόσμου και του συστήματος εξουσίας της μεταπολίτευσης. Και θα του καταλογισθεί όταν κατακαθίσει λίγο ο διασπειρόμενος τώρα από τα ΜΜΕ κουρνιαχτός. Αλλά παραμένει πάντως ακατανόητο και δυσεξήγητο γιατί η Αθήνα έφτασε στην κατάσταση αυτή χωρίς τουλάχιστο να διερευνήσει τις δυνατότητες εξωτερικού δανεισμού από την Κίνα και τη Ρωσία, ή ακόμα και γιατί δεν απευθύνθηκε πολύ νωρίτερα διμερώς στο Παρίσι και το Βερολίνο, αλλά προτιμά να ακολουθεί πολιτική ευθυγράμμισης άνευ ανταλλαγμάτων προς Ουάσιγκτον και Λονδίνου, των δύο κύριων εχθρών της Ελλάδας.

Αν είναι δεδομένη η ευθύνη όσων κυβέρνησαν τη χώρα μετά τη μεταπολίτευση για αυτό το κατάντημα, φέρει επίσης ιστορική ευθύνη και η ‘Αγκελα Μέρκελ που πιθανώς διαπράττει στρατηγικής σημασίας σφάλμα αφήνοντας αβοήθητη και σπρώχνοντας την Ελλάδα στο ΔΝΤ και υπερασπιζόμενη μέχρι το τέλος μια μη βιώσιμη αρχιτεκτονική της ευρωζώνης (αν δηλαδή τελική επιδίωξη δεν είναι η αποβολή της Ελλάδας). Το Βερολίνο υπονομεύει την ίδια την ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά και τον ρόλο που επιθυμεί να παίξει στα ευρωπαϊκά πράγματα.

Η κρίση του Ευρώ και η κρίση της Ελλάδας

Η κρίση δεν είναι μόνο ή κυρίως ελληνική, είναι ευρωπαϊκή και παγκόσμια, πλήττει όμως, όπως είναι φυσικό, τον πιο αδύνατο κρίκο. To be or not to be, διερωτήθηκε ο ‘Αμλετ. Το ίδιο πρόβλημα τίθεται σήμερα για το Ευρώ, το «τρελλό νόμισμα», που συμβολίζει την Ευρώπη, αλλά κινδυνεύει τώρα να γίνει το εργαλείο της καταστροφής της. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, η σημερινή ελληνική κρίση είναι ευρωπαϊκή κρίση και, σε επίσης μεγάλο βαθμό, η ευρωπαϊκή κρίση είναι η κρίση του ευρωπαϊκού νομίσματος.

Το δίλημμα για τους Ευρωπαίους είναι αν θα περάσουν από τη νομισματική σε μια αληθινή οικονομική και πολιτική ένωση και τι μορφή μπορεί να πάρει μια τέτοια ‘Ενωση, ή αν θα διαλυθούν στα εξ ων συνετέθησαν. Το ζήτημα για τους ‘Ελληνες είναι αν πρέπει να παραμείνουν στην ΟΝΕ και υπό ποίους όρους μπορούν να παραμείνουν ή να φύγουν. (Το ζήτημα μάλιστα στη δική μας περίπτωση είναι πιο περίπλοκο, γιατί δεν είμαστε μόνο στο επίκεντρο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αλλά και σε ζώνη έντονα αντιτιθέμενων γεωπολιτικών δυνάμεων και με κατεστραμμένες, λόγω της πολύπλευρης κρίσης μας, πολλές από τις δυνατότητας χάραξης στρατηγικής).

Αν φύγουμε από την ευρωζώνη, πως μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την αποπληρωμή του χρέους, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου το χρωστάμε σε γερμανικές και γαλλικές τράπεζες; Στρατηγικά που θα πάμε αν φύγουμε; Θα γίνουμε αποικία των Αμερικανών, που θέλουν να μας βάλουν σε μια «νεοοθωμανική» ζώνη υπό την εποπτεία της ‘Αγκυρας, αφού δώσουμε ένα σημαντικό κομμάτι του εθνικού μας χώρου στην Τουρκία ή το θέσουμε υπό αγγλοαμερικανική διαιτησία; Θα τα βρούμε με τους Ρώσους και τους Κινέζους; Αν πάλι μείνουμε στην ευρωζώνη, πως μπορούμε να αναπτυχθούμε στα πλαίσια μιας ‘Ενωσης, οι παροχές της οποίας τελειώνουν και μιας ευρωζώνης που συνιστά, με τους κανόνες και το πανάκριβο νόμισμά της, ασφυκτικό κορσέ στην ανάπτυξή μας, εργαλείο κυριαρχίας της Γερμανίας επί των φτωχότερων μελών της ‘Ενωσης, οδηγώντας μας σε άνευ προηγουμένου οικονομική και κοινωνική καταστροφή; Μπορούμε να οικοδομήσουμε μια διαφορετική, πιο ισότιμη στρατηγική σχέση με μια Γαλλογερμανία που μας χρειάζεται, όπως κι εμείς τη χρειαζόμαστε, αλλά φαίνεται τώρα να απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο.

Δημόσιοι Υπάλληλοι

Δύσκολα ερωτήματα, αλλά που δεν έχουν καν αρχίσει να τίθενται και να συζητιώνται στη χώρα μας, πολύ περισσότερο αντικείμενο παρά υποκείμενο, πόσο μάλλον να αχνοφαίνονται κάποιες απαντήσεις. Στην Ελλάδα, αν και είμαστε τα πρώτα θύματα της κρίσης και απειλούμεθα με κάποιας μορφής χρεωκοπία, αλλά και απώλεια εθνικής κυριαρχίας, δεν έχουμε καν αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται, τι μας συμβαίνει. Νομίζουμε και συζητάμε σοβαρά στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις ότι το πρόβλημα της χώρας είναι τα … επιδόματα των Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων, που, ας μας επιτραπεί στο σημείο αυτό μια παρένθεση, που επιβάλλει η επικαιρότητα, είναι από τους πιο κακοπληρωμένους της Ευρώπης και τους λιγότερο προστατευμένους απέναντι στις αυθαιρεσίες των διαπλεκομένων εκπροσώπων του κομματικού, ιδιωτικοποιηθέντος κράτους.

Δεν έχουμε κράτος όχι γιατί οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι τεμπέληδες. Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι τεμπέληδες και διεφθαρμένοι – όσοι δηλαδή είναι, γιατί στη γενίκευση περιέχεται και μεγάλη δόση υστερόβουλης εμπάθειας και αδικίας – γιατί διατάχθηκαν να γίνουν. Γιατί τέτοιους χρειάζονται αυτοί που μας διοικούν και μας λεηλατούν για να κάνουν τη δουλειά τους. Το ελληνικό «κλεπτοκρατικό» σύστημα, που αγκαλιάζει εξίσου δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, είναι που έχει ως δομικές αρχές του «προτίμησε πάντα τον ανίκανο από τον ικανό, τον ανέντιμο από τον έντιμο». ‘Όχι, θα άφηναν οι διαπλεκόμενοι να επιζήσουν έντιμοι και παραγωγικοί υπάλληλοι στις Πολεοδομίες, τις Εφορίες, τη Δίωξη Λαθρεμπορίου Καυσίμων, τις Διευθύνσεις Προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων κ.ο.κ.! Είναι προφανές ποιους βολεύει να συζητάμε στη χώρα αυτή για τους υπαλλήλους, χωρίς μάλιστα να κάνουμε τίποτα, να μη συζητάμε όμως ποιοί ακριβώς κέρδισαν δηλητηριάζοντας τα ποτάμια μας και τινάζοντας στον αέρα τα νοσοκομεία μας, πως βρέθηκε με τη BMW o πιτσιρικάς της διπλανής πόρτας, από πού ξεφύτρωσαν τα χιλιάδες οικοκτόνα τζιπ-νεκροφόρες στους δρόμους μας, οι θεόρατες όσο και ακαλαίσθητες βίλες στις παραλίες και τα βουνά μας, όλος αυτός ο ορατός και αφορολόγητος πλούτος, όπου κατέληξε το μεγαλύτερο μέρος και από τα περίφημα ΚΠΣ, αφήνοντας στα πρόθυρα της καταστροφής τη χώρα.
Από την ένωση στη διάσπαση της Ευρώπης;

Τις τελευταίες εβδομάδες, με τη συζήτηση για το ενδεχόμενο οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα, αναφέρθηκε ο όρος της συνθήκης του Μάαστριχτ που απαγορεύει την οικονομική βοήθεια μέλους της ευρωζώνης από τα άλλα μέλη. Ας αφήσουμε προς στιγμήν τις ήδη ορατές οικονομικές συνέπειες μιας τέτοιας πρόβλεψης. Και μόνο η συμπερίληψή της στη συνθήκη φανερώνει τον τερατώδη χαρακτήρα του σημερινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Αυτό βέβαια απεκρύβη την εποχή της έγκρισης της συνθήκης μόνο και μόνο γιατί η παγκόσμια οικονομία γνώρισε ένα τεράστιο μπουμ επί δύο δεκαετίες και γιατί ολόκληρη η ανθρωπότητα τάχασε από τον απόηχο της σοβιετικής κατάρρευσης. Πως είναι δυνατόν να φτιάξεις μια ενωμένη Ευρώπη, μια ‘Ενωση, ή ένα ενωμένο οτιδήποτε, ξεκινώντας από την απαγόρευση της αλληλεγγύης μεταξύ των μελών και λαών της ‘Ενωσης;

Φυσικά και δεν είναι δυνατό. Αν υπάρχει ένας τέτοιος όρος, είναι γιατί αντανακλά την πραγματική πρόθεση των συντακτών της συνθήκης του Μάαστριχτ, που δεν ήταν να φτιάξουν μια δημοκρατική ευρωπαϊκή ομοσπονδία, αλλά να θεσμοποιήσουν μια Αυτοκρατορία του Χρήματος, της Παγκοσμιοποίησης και των Τραπεζών, o μηχανισμός της οποίας είναι η σταδιακή κατάργηση όλων των φραγμών στην αύξηση του περιθωρίου κέρδους και η «καρδιά» της οποίας πάλλεται περισσότερο εκτός, παρά εντός Ευρώπης (γι’ αυτό άλλωστε και η συνθήκη εγκαθίδρυσης της ΟΝΕ περιέχει και όρο υποταγής στο ΝΑΤΟ!).

Εν ονόματι της υπερεθνικής ολοκλήρωσης, απήχθη εθνική κυριαρχία, υπό τη μορφή ιδίως νομισματικής πολιτικής και προστατευτικών φραγμών από τα έθνη-κράτη της Ευρώπης, αλλά αυτή η κυριαρχία δεν επανεμφανίσθηκε σε κάποιο δημοκρατικό υπερεθνικό κέντρο. Μέσω των κανόνων λειτουργίας του κοινού νομίσματος και με εργαλείο την Κομισιόν και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η κυριαρχία μεταφέρθηκε στις «αγορές», σε ένα πολύ περιορισμένο δηλαδή αριθμό «ευρωατλαντικών» χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τύπου Γκόλντμαν Ζακς και Μούντις. Είναι οι «αγορές» που υποχρέωσαν το 2008 τα κράτη να τις σώσουν με δημόσιο χρήμα και αγωνίζονται τώρα να αναγκάσουν τους Ευρωπαίους εργαζόμενους να πληρώσουν το χρέος που δημιούργησε η σωτηρία τους.

Οι Γάλλοι δέχθηκαν να υποδουλωθούν με τη συνθήκη του Μάαστριχτ στο παγκόσμιο χρηματιστικό κεφάλαιο γιατί τους έσκιαζε ο υφέρπων, σχεδόν παθολογικός φόβος τους μιας ισχυρής Γερμανίας. Οι Γερμανοί επέβαλαν αυτή την ανοησία γιατί τους έσκιαζε ο φόβος του πληθωρισμού που κατέστρεψε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, γιατί ήθελαν να είναι Ευρωπαίος ηγεμόνας αλλά όχι και να πληρώνουν κάτι τις και γιατί εμπιστεύονταν τις εξαγωγικές τους ικανότητες για να ευημερήσουν στο περιβάλλον του πιο αχαλίνωτου παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Μη αλληλεγγύη μεταξύ των μελών, αλλά και μη εναρμόνιση κοινωνικών και φορολογικών στάνταρτς, κατάργηση όλων των προστατευτικών φραγμών, κατάργηση ακόμα και των εργαλείων έμμεσου προστατευτισμού όπως η νομισματική πολιτική και, στην κορωνίδα όλων αυτών ένα ευρώ ισχυρό από το ίδιο το «σύνταγμα» της ‘Ενωσης, απαγόρευση επεκτατικής οικονομικής πολιτικής μέσω του συμφώνου σταθερότητας, σταδιακή κατάργηση της κοινής αγροτικής και των πολιτικών συνοχής, διαρκής διεύρυνση με συμπερίληψη όλο και πιο φτωχών χωρών. Με δύο λόγια μια ‘Ενωση που κατεδαφίζει το κοινωνικό κράτος της Ευρώπης, οργανώνοντας τον ανταγωνισμό από την αγορά εντός και εκτός των συνόρων της, δια της εξίσωσης προς τα κάτω.

Το αποτέλεσμα είναι ήδη ορατό. Η Κίνα ξεπέρασε ακόμα και τη Γερμανία ως πρώτη εξαγωγική δύναμη παγκοσμίως, όσο για τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου κατακλύζονται από έναν συνδυασμό γερμανικών και κινεζικών εξαγωγών που έπνιξε τη βιομηχανία τους. Για να ανταπεξέλθουν, οι νότιες χώρες δανείστηκαν, το δημόσιο στην Ελλάδα, οι ιδιώτες στην Ισπανία και τώρα δεν έχουν να πληρώσουν τα δανεικά και απειλούνται με κατάρρευση. Αλλά δεν είναι μόνο οι «διεφθαρμένοι ‘Ελληνες» (από τη Ζήμενς παρεπιπτόντως!) που έχουν το πρόβλημα, τα τελευταία στοιχεία για το σύνολο της ευρωζώνης αποδεικνύουν ότι δεν μπορεί να ανακάμψει η ευρωπαίκή οικονομία στο σύνολό της.

Οι ευρωπαϊκοί λαοί εκφράζουν άλλωστε όλο και μεγαλύτερη δυσφορία με μια ‘Ενωση που τους «φόρεσαν» καπέλο και στην οποία αποδίδουν ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος των δεινών τους. Ανοχύρωτη απέναντι στα κινέζικα εμπορεύματα, η ‘Ενωση είναι εξίσου ανοχύρωτη απέναντι στα νομισματικά παιχνίδια της Ουάσιγκτον και ένα δολλάριο που έχει πίσω του κυβέρνηση και ιδία βούληση.

Η παρούσα κρίση είναι η σοβαρότερη στην ιστορία του ευρώ και απειλεί να θέσει την Ευρώπη προ του διλήμματος είτε μιας ριζικής αναδιάρθρωσης των κανόνων του Μάαστριχτ, αλλά και αναθεώρησης των παγκόσμιων κανόνων απόλυτα ελεύθερης ροής κεφαλαίων και εμπορευμάτων, που εφαρμόζονται τα τελευταία σαράντα χρόνια, είτε μιας καταστροφής της ευρωζώνης.

Στην Ελλάδα το μείγμα είναι ιδιαιτέρως εκρηκτικό γιατί η οικονομική κρίση συνδυάζεται αφενός με πλήρη εσωτερική κατάρρευση κράτους και κοινωνίας, αφετέρου με έντονες γεωπολιτικές πιέσεις από Κύπρο μέχρι Βόρειο Ελλάδα, καθιστώντας πιθανή την εμφάνιση «χαοτικών» εξελίξεων. Τέτοια χαοτική περιδίνηση την καθιστά πιθανότερη η εμφανής αδυναμία και αστάθεια ενός «εικονικού» πολιτικού συστήματος που, όχι μόνο δεν μπορεί να διαχειρισθεί την κρίση της χώρας, δεν διαθέτει άλλωστε ούτε τα διανοητικά εργαλεία για να την αναλύσει, αλλά και κινδυνεύει να προκαλέσει κολάπς, κατάρρευση του συστήματος δια των άναρχων ταλαντώσεών του σε διάφορες κατευθύνσεις.

Μια χώρα σε αυτή την κατάσταση πρέπει να βρει τον τρόπο να αλλάξει γρήγορα στο εσωτερικό, αλλά και να αναζητήσει από μηχανής θεούς στο εξωτερικό, καθιστώντας την ασυναγώνιστη γεωπολιτική της θέση από πρόβλημα προσόν. Η Αθήνα θάπρεπε τώρα να διευρύνει στον μέγιστο βαθμό και με έξυπνο τρόπο όλες τις σχέσεις της με τη Μόσχα και το Πεκίνο, κάτι που προσκρούει βέβαια μονίμως στον επαρχιωτισμό και την υποτέλεια στις ΗΠΑ της συντριπτικής πλειοψηφίας των ελληνικών «ελίτ», στην αδυναμία του ελληνικού κράτους να διαπραγματευθεί διεθνώς.

Δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσουμε να αποφύγουμε ορισμένες τουλάχιστο από τις καταστροφές που μας απειλούν. Τουλάχιστο όμως και ελλείψει μετρητών, θα μπορούσαμε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τα προβλήματά μας και τις πιθανές λύσεις. Η σκέψη, η στρατηγική ευφυία είναι το πιο φτηνό και πιο αποτελεσματικό όπλο μιας χώρας και μιας κοινωνίας.
15.2.2010

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό HellenicNexus του Μαρτίου 2010