Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Μετά την σοβαρή ήττα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που παρέπεμψε τους ιδιοκτήτες καταπατημένων περιουσιών σε όργανο των αρχών κατοχής, ένα νέο “Βατερλώ” προετοιμάζεται για την Κυπριακή Δημοκρατία (και κατ¨ επέκταση την Ελλάδα). Πρόκειται για την προώθηση, από την ευρωπαϊκή Κομισιόν, και εξαιτίας σοβαρών αμελειών της κυπριακής και ελληνικής διπλωματίας, όπως υπογραμμίζουν διπλωματικοί παρατηρητές και η ηγεσία των Κυπρίων Σοσιαλιστών, του κανονισμού για το απευθείας εμπόριο με τα κατεχόμενα, που έχει παγώσει εδώ και χρόνια με συμφωνία κυρίων. Αμφότερες οι εξελίξεις αντανακλούν τη μεταβολή του συσχετισμού δυνάμεων, αλλά και του πολιτικού κλίματος διεθνώς. Αποδίδονται, από πεπειραμένους διπλωμάτες στη Λευκωσία, στην παραίτηση, εδώ και καιρό, από μια δραστήρια πολιτικο/διπλωματική υπεράσπιση των κυπριακών θέσεων διεθνώς, εν ονόματι της ανάγκης διατήρησης του καλού κλίματος, ανάγκη που δεν δεσμεύει όμως την άλλη πλευρά, που δεν κουράζεται να δραστηριοποιείται σε όλα τα φόρουμ. Η Λευκωσία έχει περιορισθεί στη χρήση, όσο κάνει, του νομικού οπλοστασίου της, που όμως αποδεικνύεται μακροχρόνια ανεπαρκές για να αντιμετωπίσει τις πολιτικές πιέσεις. . Η Τουρκία από κατέχουσα δύναμη, υπόλογη ενώπιον της διεθνούς κοινότητας, τείνει να γίνει κατήγορος, ανταμειβόμενος μάλιστα με την σθεναρή υποστήριξη της ένταξής της στην ΕΕ από τη Λευκωσία και την Αθήνα!
Επιλέγοντας στο μεταξύ μια σολομώντεια λύση ο Πρόεδρος Χριστόφιας συνυπέγραψε με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ μια δήλωση, προορισμένη να βοηθήσει τον Τουρκοκύπριο ηγέτη να κερδίσει τις εκλογές. Η δήλωση διαπιστώνει σημαντικές συγκλίσεις στον τρόπο διακυβέρνησης του νέου κράτους και εξουσιοδοτεί τον κ. Ταλάτ να αναφερθεί στο περιεχόμενο των συγκλίσεων που επιτεύχθηκαν παρά τον όρο της εμπιστευτικότητας. Μόνο που, αυτές οι συγκλίσεις, δεν βρίσκουν σύμφωνο ούτε τον κυπριακό λαό, ούτε τα περισσότερα κόμματά του! Η δήλωση απέχει από την προσωρινή συμφωνία που επεδίωκαν Ουάσιγκτον και Λονδίνο και δύσκολα παράγει νομικά αποτελέσματα. Παράγει όμως πολιτικά. Δύσκολα μια οποιαδήποτε κυβέρνηση της Λευκωσίας θα μπορέσει αύριο να αναιρέσει τις προτάσεις εκ περιτροπής προεδρίας που φέρουν την υπογραφή του κ. Χριστόφια ή να απαιτήσει την απομάκρυνση των Τούρκων εποίκων. Οι πολίτες μπορούν και πιθανώς θα απορρίψουν σε δημοψήφισμα τις προτάσεις, θα τεθούν όμως προ της εκβιαστικής συνθήκης να καταβάλει η Κύπρος τεράστιο πολιτικό κόστος για να απορρίψει ο λαός της προτάσεις που έκανε ο ηγέτης της!
Ο ίδιος ο κ. Χριστόφιας απαντάει όλο και πιο εκνευρισμένος στις βολές που δέχεται από όλες τις πολιτικές πλευρές, περιλαμβανομένου και του ΔΗΚΟ, του τελευταίου κόμματος που παρέμεινε στην κυβέρνησή του, αν και διαφωνεί και αυτό με την πολιτική του! Το ΑΚΕΛ φημιζόταν πάντα για την ικανότητά του να ελίσσεται, συμπράττοντας με διάφορες πολιτικές δυνάμεις, σπάνια στην ιστορία του εμφανίστηκε τόσο απομονωμένο και αμφισβητούμενο όσο σήμερα. Η ηγεσία Χριστόφια έβαλε όλα τα αυγά της στο καλάθι μιας σύντομης και εύκολης λύσης, υποτιμώντας τις δυσκολίες και μην εκπονώντας εναλλακτική στρατηγική, σχέδιο Β. Τώρα ο Κύπριος Πρόεδρος βλέπει την άλλη πλευρά να εγκολπώνεται τις παραχωρήσεις του ζητώντας όλο και περισσότερες, τον Ταλάτ να μετατοπίζεται σε πιο εθνικιστικές θέσεις, την βρετανική και αμερικανική διπλωματία να του ζητάνε και αυτές περισσότερες υποχωρήσεις και στο εσωτερικό να του ασκούν κριτική ακόμα και οι συμπολιτευόμενοι. Εξεγείρεται με τις ελληνικές παραχωρήσεις ακόμα και ο διευθυντής της εφημερίδας Αφρίκα Σενέρ Λεβέντ, εμβληματική μορφή της τουρκοκυπριακής αντίστασης στην τουρκική κατοχή, με δολοφονικές απόπειρες, βόμβες στην εφημερίδα του και αναρίθμητες καταδικαστικές αποφάσεις στην πλάτη του, από το καθεστώς Ντενκτάς. Μίλησε, σε πρόσφατο άρθρο του, για σύνδρομο της Στοκχόλμης των Ελληνοκυπρίων, το σύνδρομο δηλαδή των ομήρων που ταυτίζονται με τους απαγωγείς τους!
Τα καλά της Λισσαβώνας και το κόστος της αμέλειας
Στις 17 Μαρτίου ο Επίτροπος για τη Διεύρυνση Στέφαν Φούλε, γνωστός για τις έντονα ατλαντικές αντιλήψεις του, διαβίβασε στο Ευρωκοινοβούλιο με τη διαδικασία omnibus τον παγωμένο κανονισμό για το απευθείας εμπόριο με τα κατεχόμενα. Μέχρι τότε, η Λευκωσία και η Αθήνα θα μπορούσαν να σταματήσουν τη διαδικασία, με διαβήματα στον Πρόεδρο Μπαρόζο. Τα διαβήματα δεν έγιναν και οι πιθανότητες τελικής έγκρισης του κανονισμού είναι τώρα σημαντικές, χάρη στις νέες ρυθμίσεις που εισήγαγε η συνθήκη της Λισσαβώνας. Για ακόμα μια φορά, Αθήνα και Λευκωσία αντιμετωπίζουν τις συνέπειες του διεκπεραιωτικού τρόπου με τον οποίο αποδέχονται πρακτικά τη συντριπτική πλειοψηφία των ρυθμίσεων της ΕΕ.
Είναι απορίας άξιον γιατί ο κ. Φούλε δεν ενημέρωσε για τις προθέσεις του τους Μάρκο Κυπριανού και Δημήτρη Δρούτσα με τους οποίους συναντήθηκε πρόσφατα. Ακόμα πιο αξιοπερίεργοι είναι οι εκ των υστέρων ισχυρισμοί του Μπαρόζο και της Κυπρίας Επιτρόπου ότι δεν γνώριζαν καν τις προθέσεις του Επιτρόπου και της Επιτροπής!
Οι κινήσεις Φούλε-Κομισιόν είναι ακόμα περισσότερο προκλητικές, γιατί παραβιάζουν συμφωνία κυρίων για το θέμα, αλλά και συμπίπτουν με την επιβεβαίωση της άρνησης του Ερντογάν να ανοίξει τα τουρκικά λιμάνια και αεροδρόμια στα κυπριακά σκάφη, παρά τη σχετική υποχρέωση της ¨Αγκυρας. Η Κομισιόν, αντί να διαμαρτύρεται για αυτά, επιβραβεύει την Αγκυρα. Λιγότερο όμως από την ενόισχυση των Τουρκοκυπρίων, η Κομισιόν ενδιαφέρεται στην πραγματικότητα να πιέσει και αυτή, με τη δαμόκλειο σπάθη της ημιαναγνώρισης των κατεχομένων, τους Κυπρίους να αποδεχθούν ρυθμίσεις με τις οποίες διαφωνούν, προκειμένου να κλείσει άρον-άρον το κυπριακό, σημαντικότερο εμπόδιο στην τουρκική ένταξη στην ΕΕ.
Το θέμα του κανονισμού παραμένει εκκρεμές στο Συμβούλιο Υπουργών από το 2006. Τότε, όπως αποκαλύπτει σήμερα, μιλώντας στον Κ.τ.Ε., ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Λιλλήκας, είχε επιτευχθεί μυστική συμφωνία με τον Ταλάτ που προέβλεπε το άνοιγμα του λιμανιού της Αμμοχώστου για το εμπόριο των κατεχομένων, με αντάλλαγμα την επιστροφή της πόλης-φάντασμα στους κατοίκους της. ¨Όταν πληροφορήθηκε τη συμφωνία ο κ. Ερντογάν έγινε έξαλλος με τον Ταλάτ και τον υποχρέωσε να την ακυρώσει, αποδεικνύοντας, για μια ακόμα φορά, το προφανές, ότι στην κατεχόμενη Κύπρο κάνει κουμάντο η κατέχουσα δύναμη!
Ενδεχόμενη έγκριση του Κανονισμού από την Ευρωβουλή, θα χρησιμοποιηθεί για άσκηση ισχυρότατων πιέσεων στη Λευκωσία για να πετύχει έγκριση και σε επίπεδο Συμβουλίου, όπου δεν θα διαθέτει βέτο, αφού ο Φερχόιγκεν είχε προνοήσει το 2004, να θέσει τον Κανονισμό υπό το άρθρο 133 της Συνθήκης, που προβλέπει ειδική πλειοψηφία και όχι ομόφωνη έγκριση. Μάλιστα το άρθρο 133 αφορά εμπόριο Ε.Ε και τρίτων «κρατών», που αναβαθμίζει την παράνομη οντότητα των κατεχομένων. Ακόμα και σε περίπτωση διαφωνίας του Συμβουλίου, το θέμα παραπέμπεται σε επιτροπή διαιτησίας μεταξύ συμβουλίου και ευρωβουλής.
Τώρα οι Κύπριοι μπορούν να επικαλεσθούν τον «Συμβιβασμό του Λουξεμβούργου», μια πολιτική συμφωνία του 1965 χωρίς νομική ισχύ, σύμφωνα με την οποία η Ε.Ε είθισται να αναστέλλει την διαδικασία έγκρισης μιας απόφασης, εάν ένα κράτος-μέλος της Κοινότητας επικαλεστεί βλάβη «ζωτικού εθνικού συμφέροντος». Ωστόσο, ο «Συμβιβασμός του Λουξεμβούργου» στερείται νομικής βάσης και εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια και κατ’ επέκταση στην αλληλεγγύη που θα επιδείξουν οι εταίροι της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε.
Κόσμος του Επενδυτή, 02.04.2010