Εξέγερση στη Γαλλία: Η μητέρα όλων των μαχών (και οι διαφορές με την Ελλάδα)

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Η σημαντικότερη, κρίσιμη για όλη την Ευρώπη, κοινωνική σύγκρουση εδώ και πολλά χρόνια, διεξάγεται τώρα στη Γαλλία. ‘Oπως με όλα τα μεγάλα κοινωνικά φαινόμενα, δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί εκ των προτέρων η εξέλιξή τους, είναι όμως ήδη βέβαιο ότι οποιαδήποτε έκβασή της θα επηρεάσει βαθιά όλη την ευρωπαϊκή κατάσταση. Γι’ αυτό το λόγο, παρακολουθούν τώρα με κομμένη την ανάσα τις κινητοποιήσεις των Γάλλων εργαζομένων και νέων το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, η Κομισιόν και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις – υπάλληλοι κατ oυσία των διεθνών τραπεζών.

Η επιτυχία ή αποτυχία των μεταρρυθμίσεων του συνταξιοδοτικού από τον Σαρκοζί (που προβλέπουν μεταξύ άλλων την αύξηση του ορίου ηλικίας από τα 60 στα 62 χρόνια)έχει πολύ ευρύτερη του επίδικου αντικειμένου σημασία, γιατί θα αποτελέσει πρόκριμα για το πόσο εύκολα θα περάσει και τι εμπόδια θα συναντήσει το σχέδιο των κυρίαρχων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Που επιδιώκουν να φορτώσουν στους Ευρωπαίους πολίτες το κόστος της οικονομικής κρίσης και της διατήρησης, σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα, κερδών και ελευθερίας του χρηματιστικού κεφαλαίου, που είναι υπεύθυνο για τη σημερινή κρίση. Αυτό ακριβώς επιχειρούν οι διεθνείς τράπεζες, που κινούν στην πραγματικότητα τα νήματα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, απαιτώντας την κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας, τη διαιώνιση της λιτότητας του Βορρά και τη μετατροπή του Νότου σε Τρίτο Κόσμο. Με την Ελλάδα να πρωτοπορεί θλιβερά στην πορεία κοινωνικής και οικονομικής αποσύνθεσης και καταστροφής.

Το κλίμα στη Γαλλία είναι τώρα εκρηκτικό, με τις μαζικές κινητοποιήσεις να προσλαμβάνουν κατά περίπτωση σχεδόν εξεγερσιακό χαρακτήρα. Η όλη ατμόσφαιρα είναι στον αντίποδα όσων συμβαίνουν στην Ελλάδα. Εδώ επικρατεί, προς το παρόν τουλάχιστο, το “O σώζων εαυτόν σωθήτω», ο κυνισμός κοινωνικών κατηγοριών και ατόμων, που αφήνουν τους άλλους (δημοσίους υπαλλήλους, φορτηγατζήδες, συνταξιούχους, σιδηροδρομικούς) να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους, μην αντιλαμβανόμενοι ότι θα την πατήσουν και οι ίδιοι στο τέλος, κατά τον κλασικό τρόπο του Μπρεχτ: δεν θα υπάρχει κανείς να τους βοηθήσει όταν έρθει η ώρα τους.

Στην Ελλάδα, η ηγεσία των μεγάλων συνδικάτων, όπως της ΓΣΕΕ, μπορούν ακόμα να δρουν ανενόχλητα εναντίον των εργαζομένων και των συμφερόντων τους. Οι νέοι σκέφτονται να φύγουν, όχι να παλέψουν, στην κοινωνία κυριαρχεί η συνεχιζόμενη και ενθαρρυνόμενη από την κυβέρνηση, με τη ρητορεία περί διαφθοράς και απώλειας της εθνικής κυριαρχίας, μεταξύ πολλών άλλων, αποσύνθεση οποιουδήποτε εθνικού σχεδίου, η καταστροφή της συλλογικής αυτοπεποίθησης των Ελλήνων, προκειμένου να μικρύνουν οι απαιτήσεις τους σε απαιτήσεις ραγιάδων και να δικαιολογηθεί ως αναπόφευκτη η ασκούμενη πολιτική. Για να κρύψει τη γύμνια της, η κυβέρνηση μικραίνει τη χώρα στα πολύ μικρά μέτρα των δικών της ικανοτήτων. Ο ελληνικός λαός αιφνιδιάστηκε από την ταχύτητα της επίθεσης κατά των δικαιωμάτων του, η κοινωνία εμφανίστηκε απολύτως απροετοίμαστη για το είδος των επιχειρημάτων που της εκτοξεύθηκαν και ηττήθηκε στο μυαλό της, προτού καλά καταλάβει τι συμβαίνει και βγει στους δρόμους.

Οι αντίθετες ακριβώς τάσεις επικρατούν τώρα στη Γαλλία. Τις γαλλικές κινητοποιήσεις χαρακτηρίζουν προπάντων:

– η αλληλεγγύη των γενεών, των μαθητών και των συνταξιούχων, που κατεβαίνουν από κοινού στον δρόμο και δίνουν πάνδημο χαρακτήρα στο κίνημα (το 71% των Γάλλων συμφωνεί με τις κινητοποιήσεις)

– η μαζική και δυναμική συμμετοχή μαθητών και φοιτητών, με καταλήψεις εκατοντάδων λυκείων, που δείχνει μια γενιά και μια χώρα που πιστεύει και αγωνίζεται για το μέλλον της, μια γενιά νέων που δεν έχει παραιτηθεί από τα δικαιώματά της

– ένα κίνημα που αναγκάζει τις ηγεσίες των συνδικάτων, αν και θα ήθελαν να είναι πιο μετριοπαθή, να ακολουθούν, αντί να ποδηγετούν τη βάση τους. Οι κινητοποιήσεις έχουν ξεφύγει εν μέρει από τον έλεγχο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και συχνά οι αποφάσεις παίρνονται απευθείας από τη βάση με γενικές συνελεύσεις

– σε αντίθεση με το παρελθόν, ο ιδιωτικός τομέας είναι πολύ περισσότερο ενεργός στις κινητοποιήσεις, με μεγάλη συμμετοχή στους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας (μεταφορές και ενέργεια). Οι κινητοποιήσεις είναι συγκρίσιμες ή ανώτερες με τις μεγάλες απεργίες του 1995 και, σε ορισμένες περιπτώσεις υπερέβησαν τα επίπεδα του 1968.
– Για πρώτη φορά επίσης εδώ και πολλά χρόνια, οι Γάλλοι εργαζόμενοι διαπνέονται από αυτοπεποίθηση και από την προσδοκία της νίκης τους στην αναμέτρηση.

Κύρια δύναμη της αντιπολίτευσης, οι Γάλλοι σοσιαλιστές παραμένουν με την πλάτη στον τοίχο, υποχρεωμένοι από τα μια να διαβεβαιώνουν το τραπεζικό και πολιτικό κατεστημένο της Ευρώπης, ότι επιθυμούν και αυτοί κάποια μορφή μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού, υποχρεωμένοι όμως από την άλλη να ακολουθούν το κίνημα εναντίον της. Μόνο ο οιωνεί αρχηγός της δεξιάς πτέρυγας και υποψήφιος για υποψήφιος Πρόεδρος Ντομινίκ Στρως-Καν είναι υπέρ των σχεδίων του Σαρκοζί.

Φυσικά, η Γαλλία είναι μια μεγάλη χώρα και κατά συνέπεια είναι και μεγαλύτερη η πεποίθηση του πληθυσμού ότι μπορεί να υπερασπίσει τις κατακτήσεις του, σε αντίθεση με την Ελλάδα. Στη χώρα μας εξάλλου δεν υπήρξε κανένα είδος κινήματος εθνικής ανόρθωσης τα τελευταία χρόνια της απίστευτης παρακμής. Αντίθετα, από το ευρωδημοψήφισμα του 2005 και έπειτα, η γαλλική κοινωνία έχει πραγματοποιήσει μια συντριπτική, θεωρητική και πρακτική κριτική του “ευρωφιλελευθερισμού” και της παγκοσμιοποίησης, με αποτέλεσμα να μην ενοχοποιείται και να μην παραλύει με το πρώτο επικοινωνιακό μπαράζ εναντίον των κινητοποιήσεων.

Ενδιαφέρουσα είναι και η στρατηγική του Σαρκοζί, η δημοτικότητα του οποίου έχει πέσει από το 67% όταν εξελέγη Πρόεδρος, στο 27% σήμερα. Ο αρχηγός της γαλλικής ριζοσπαστικής και αυταρχικής νεοδεξιάς εγκατέλειψε τις διάφορες δημαγωγικές φιοριτούρες του για να ταχθεί τελικά αποφασιστικά στο πλευρό της Μέρκελ και των τραπεζών. Προκαλεί ο ίδιος, συνειδητά, τη σύγκρουση, ελπίζοντας ίσως να τσακίσει μέσα από μια παρατεταμένη αναμέτρηση το γαλλικό κοινωνικό κίνημα.

Το τελευταίο διακρίνεται μεν για τη μεγάλη μαχητικότητά του, τον βαθύτατα δημοκρατικό χαρακτήρα του, την πολύ σοβαρή κριτική που ασκεί στο σύστημα. Παραμένει όμως ακόμα σε μεγάλο βαθμό αμυντικό και στερείται διεθνών συμμάχων. Ούτε οι Σοσιαλιστές, άμεσα υπεύθυνοι για το κατασκεύασμα του Μάαστριχτ και προσχωρήσαντες εδώ και καιρό στην παγκοσμιοποίηση και τις αρετές της διαρκούς απελευθέρωσης των αγορών, ούτε η ριζοσπαστική αριστερά, δεν διαθέτουν στοιχειώδες εναλλακτικό σχέδιο, ικανό να συσπειρώσει γύρω από την απαίτηση βασικών μεταρρυθμίσεων, όπως η επαναφορολόγηση και ο επανέλεγχος των ροών του χρηματιστικού κεφαλαίου, ένα πρόγραμμα ευρωπαϊκών επενδύσεων και προστασίας της Ευρώπης απέναντι στον εξωτερικό ανταγωνισμό, ενός κοινωνικού, φορολογικού και οικονομικού Μάαστριχτ, σε συνδυασμό με την ριζική μεταρρύθμιση των σημερινών κανόνων λειτουργίας του ευρωπαϊκού νομίσματος. Παρά εξάλλου τη μεγάλη ομοιότητα των προβλημάτων των ευρωπαϊκών χωρών, παρά το γεγονός ότι το κεφάλαιο ασκεί άμεσα διεθνή πολιτική, παρά το ότι οι λύσεις μπορούν συχνά να δοθούν μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι κοινωνικές αντιδράσεις στη βαρβαρότητα και τον ολοκληρωτισμό που επιβάλει το χρηματιστικό κεφάλαιο, η Διεθνής των Τραπεζών, διακρίνονται για τον αποσπασματικό, εθνικό χαρακτήρα τους.

Η ζήτηση για μια προοδευτική, δημοκρατική διέξοδο από την κρίση είναι σήμερα πολύ έντονη. Παρόλο που ο τύπος αρέσκεται να τονίζει την άνοδο της άκρας δεξιάς, ιδίως σε ορισμένες περιφερειακές χώρες, στις δύο βασικότερες ευρωπαϊκές χώρες, Γερμανία και Γαλλία, είναι η δεξιά που τώρα καταποντίζεται στις δημοσκοπήσεις.

Είναι πολύ νωρίς για να προβλέψουμε τις εξελίξεις. ‘Iσως, μέσα από μια σειρά εξεγέρσεων, που δεν θα μείνουν περιορισμένες στη Γαλλία, να προκύψει σταδιακά το περίγραμμα μιας δημοκρατικής απάντησης στην οικονομική κρίση. Αλλοιώς η Ευρώπη, στην πορεία της προς τριτοκοσμοποίηση, είτε θα γίνει μια απολύτως “γερμανική” και “ατλαντική” ολοκληρωτική δομή, είτε, το πιθανότερο, θα αποσυντεθεί και θα διασπασθεί μέσα σε ένα επικίνδυνο χάος.

Επίκαιρα, 21.10.21