Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Χαίρομαι τον Πρωθυπουργό. ‘Ότι και να συμβαίνει στη χώρα, εκείνος παρουσιάζεται, όπως καλή ώρα στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ τις προάλλες, γεμάτος αισιοδοξία και πεποίθηση ότι κάνει το σωστό και σώζει την Ελλάδα. Φίλοι που έχουν την ευκαιρία να τον βλέπουν κάπου-κάπου, μου λένε ότι μόνο μια πίκρα έχει: πιστεύει ότι οι ‘Ελληνες είμαστε αγνώμονες, δεν του αναγνωρίζουμε τις προσπάθειες που κάνει για μας.
Τι να πω εγώ τώρα; Η πραγματικότητα με υπερβαίνει, σηκώνω τα χέρια ψηλά. Αν πάντως, λέω, αν, έχει βρεθεί, εκεί κατά Αμερική μεριά, ίσως και Ισραήλ, δεν ξέρω, κάνα φάρμακο, κάνα σπρέι, κάνα χάπι που κάνει τον άνθρωπο διαρκώς αισιόδοξο και σίγουρο, ε, είναι κρίμα να το κρατάνε οι πολιτικοί μας για τον εαυτό τους. Αδέρφια, το χρειαζόμαστε και μεις! Γιατί μας αφήνετε με τα Λεξοτανίλ και τα αντικαταθλιπτικά; Και δεν κάνουν και τίποτα, αν ξεχαστείς και δεις ειδήσεις στις 8.
Ακούγοντας τον Πρωθυπουργό, άρχισα να αμφιβάλλω για την ψυχική μου υγεία. Μήπως πάσχω από «καταστροφίτιδα» κι εγώ, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ (αυτό δεν προσήψε ο Παπανδρέου στον Τσίπρα;) Μήπως έχω υπερευαισθησία; Μπας και με επηρέασαν οι φυλλάδες πούγραψαν ότι διπλασιάστηκαν επί μνημονίου οι αυτοκτονίες; Μήπως ζηλεύω Δρούτσα και Γερουλάνο, θάθελα νάμαι στη θέση τους και όχι στη δική μου; Μήπως είμαι αντιδραστικός;
Αυτά σκεφτόμουν με ανησυχία, που έγινε πανικός όταν, κάνοντας ζάπινγκ στην τηλεόραση, έπεσα στον κ. Μακρυπίδη του ΠΑΣΟΚ. Αγόρευε στη Βουλή περιγράφοντας πως, αυτός ο προϋπολογισμός, αφού περάσουν οι πρώτες δυσκολίες, θα οδηγήσει την Ελλάδα στην απογείωση. Οι τελευταίες αντιστάσεις μου κατέρρευσαν. Κατάλαβα ότι, για να φοβάμαι ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει το φάσμα της καταστροφής, ενώ η χώρα ετοιμάζεται να απογειωθεί, δεν πάσχω προφανώς από απλή ψυχική διαταραχή. Βρίσκομαι στα πρόθυρα βαριάς και βαθιάς, ίσως ανεπίστρεπτης νοητικής διαταραχής. Χάνω τον πυρήνα της προσωπικότητάς μου. Θυμήθηκα ότι, πολλά χρόνια πριν, η σοβιετική ψυχιατρική είχε ανακαλύψει αυτό τον μηχανισμό ψυχικού νοσήματος και έχωνε στα τρελλάδικα όσους πίστευαν ότι υπάρχουν διαφορές ανάμεσα σε παράδεισο και υπαρκτό. ‘Ηταν οπωσδήποτε πρόοδος, εν σχέσει με τον αστικό στρατό, όπου σε έκλειναν στο πειθαρχείο αν δεν φώναζες «πετάει ο γάιδαρος». Το χειρότερο από όλα δεν σας τόπα: μετά την αγόρευση Μακρυπίδη, βρήκα εξαιρετικά συμπαθή και λογικό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Αποφάσισα να αντισταθώ. Πήρα μία-μία τις εφημερίδες των τελευταίων ημερών και τις ξαναδιάβασα με άλλο μάτι. Σιγά-σιγά ξεδιπλώθηκε μπροστά μου η νέα πραγματικότητα, η νέα Ελλάδα που ετοιμάζεται να απογειωθεί. Δεν υπήρχε μέρα που η ελπίδα δεν ξεφύτρωνε όχι από μία, από πολλές ειδήσεις. Τι να πρωτοπρολάβει κανείς; Τέτοιο ανορθωτικό έργο δεν έγινε ποτέ στην ιστορία της χώρας, ούτε επί Βενιζέλου. ‘Όχι ένα άρθρο, τόμοι επί τόμων θα χρειάζονταν για να παρουσιάσουν τόσα πολλά που γίνονται για την Ελλάδα. Και θα γινόντουσαν και περισσότερα, αν ορισμένοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ δεν έβαζαν εμπόδια στην κυβέρνηση, όπως όταν εμπόδισαν τον κ. Παπακωνσταντίνου να χαρίσει 20 και πλέον δις βεβαιωμένων φόρων, να ανασάνει η οικονομία! Μόνο την περαίωση κατάφερε τελικά να περαιώσει, αυτό το τεράστιο πλυντήριο, και δεν είναι βέβαια μικρό κατόρθωμα. Αν ο Τσάβες μιλάει για σοσιαλισμό του 21ου αιώνα, εδώ θα μιλήσουμε για καταπολέμηση φοροδιαφυγής τον 22ο.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα, το αυτοκίνητο. Με κάποια καθυστέρηση, είναι αλήθεια, η κυβέρνηση στράφηκε αποφασιστικά στην ανάπτυξη, ενισχύοντας παραγωγή και ευημερία των Ελλήνων, με ένα νέο πρόγραμμα απόσυρσης αυτοκινήτων και μείωσης της φορολογίας στα πολυτελή. Είναι αδύνατον να περιγραφούν οι πολλές ευεργετικές συνέπειες αυτού του μέτρου. Πρώτον, ενισχύονται οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, που θα γλυκάνει την Μέρκελ και θα οδηγήσει περισσότερους Γερμανούς τουρίστες στην Ελλάδα. Η Αθήνα δείχνει έμπρακτα αλληλεγγύη με τον γερμανικό λαό, αποφεύγοντας να εμποδίζει, με επαχθείς φόρους και απουσία κρατικών κινήτρων αγοράς αυτοκινήτων, την αιμοδότηση των εταίρων μας με ελληνικό εθνικό πλούτο, ή ότι έχει απομείνει τέλος πάντων. Χτυπάει έτσι εμπράκτως, με το γενναίο παράδειγμα της πολιτικής για το αυτοκίνητο, και τους τσιφούτηδες εθνικιστές, και τους ανυπόφορους λαϊκιστές και τους μίζερους γκρινιάρηδες, τους μικροσυνταξιούχους δηλαδή, ανάπηρους, τυφλούς, πολύτεκνους και άλλες ενοχλητικές κατηγορίες, που, αντί να διαμαρτύρονται για τις περικοπές, καλό θα ήταν να αποβάλουν τη νοοτροπία επιδοτούμενου επαίτη.
Με την ευκαιρία να πούμε κι αυτό. Καιρός είναι να στραφούν οι αόμματοι και τα άτομα με ειδικές ανάγκες στην υγιή επιχειρηματικότητα, αντί να τα περιμένουν όλα από το κράτος, αιώνιοι τεμπέληδες. ‘Οσο για τους πολύτεκνους, τι διάολο, με τόσο εργατικό δυναμικό που διαθέτουν, στα επιδόματα πρέπει να στηρίζονται; Για τα ΚΑΠΗ τι να πω εγώ; Τάπε όλα ο κ. Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, εντοπίζοντας στον θεσμό αυτό, που, εδώ που τα λέμε κακώς υπάρχει, ένα από τα βασικά δεινά της ελληνικής οικονομίας. Ο κ. Προβόπουλος βούλωσε έτσι το στόμα των ανεκδιήγητων δημαγωγών, πούχουν βάλει στο στόχαστρο τους τραπεζίτες (ευτυχώς πήρανε την Κατσέλη από αυτό το υπουργείο και ησύχασαν), τους λαθρεμπόρους, συγνώμη εμπόρους καυσίμων και διάφορες άλλες παραγωγικές κατηγορίες. Πάντως εγώ τον κ. Διοικητή, με αυτές τις καταπληκτικές, τόσο οξυδερκείς και διεισδυτικές αναλύσεις, τον κόβω να γίνεται ο δεύτερος ‘Ελληνας, μετά τον Πισσαρίδη, με Βραβείο Νόμπελ Οικονομίας.
Τέλος πάντων, ας ξαναγυρίσουμε στο αυτοκίνητο. Επιτέλους σας έλεγα, η κυβέρνηση αποκατέστησε την πιο βασική εθνική μας αξία, τον συνεκτικό ιστό των λαϊκών, μικροαστικών και νεοπλουτικών οραμάτων μας και τη θέση που πρέπει να έχει, στην κοινωνία και την οικονομία, η συμπαθής τάξη των εισαγωγέων αυτοκινήτων. Γιατί μπορεί σήμερα να έχουμε τον μεγαλύτερο στόλο Καγιέν κατ’ άτομο, αλλά δύσκολο τόχεις να παρακμάσεις αύριο; Πως θα ανέβουμε τις κακοτράχαλες ραχούλες του Κολωνακίου, χωρίς αυτά τα θηριώδη, κατάμαυρα τζιπ, τι τζιπ, θωρακισμένα είναι, με αισθητική νεκροφόρας και βιάγκρα στο συρταράκι του συνοδηγού;
Οι εισαγωγείς αυτοκινήτων και οι εργολάβοι οικοδομών έφτιαξαν το μεγαλείο, το απίστευτο κάλλος, την εξαίρετη οικολογία της μεταπολεμικής Αθήνας και Ελλάδας, αυτοί έστρωσαν με άφθονο μπετόν και άσφαλτο τα στέρεα θεμέλια της μεταπολεμικής ευημερίας που και σήμερα απολαμβάνουμε. Αυτοί συνέβαλαν, όσο κανείς άλλος, στη μοναδική σε όλη την Ευρώπη πολεοδομική/οικολογική καινοτομία του λεκανοπεδίου της Αττικής. Αυτές οι κοινωνικές κατηγορίες, μαζί ασφαλώς με τους διαπλεκόμενους εργολήπτες, μας έσωσαν από τη γελοιότητα των εκτεταμένων σιδηροδρομικών δικτύων, στην οποία κατέφυγαν όλες οι καθυστερημένες ευρωπαϊκές χώρες. (Ευτυχώς και σε αυτόν τον τομέα πρωτοπορεί παγκοσμίως η κυβέρνηση, καταργώντας όσα μπορεί από τα δρομολόγια). Είναι ντροπή για τη χώρα να εμφανίζεται αγνώμων, έναντι κοινωνικών κατηγοριών που, κανονικά, πρέπει να θεωρούνται εθνικοί ευεργέτες.
Στο σημείο αυτό βέβαια πρέπει να πούμε ότι αυτές οι τεράστιες πρόοδοι απλώς συνεχίζονται με την κυβέρνηση Παπανδρέου. Η τιμή για την υποστήριξη αυτών των πολιτικών ανήκει διαχρονικά σε όλο το πολιτικό φάσμα, ακόμα και στην αριστερά, που ξέρει να ιεραρχεί και δεν είχε ποτέ αμφιβολία τι θα διαλέξει μεταξύ του ονείρου του έλληνα μικροαστού (και του δικού της) και των ανοησιών διαφόρων οικολογούντων. Η Αθήνα στα αυτοκίνητα, η Ελλάδα στους εισαγωγείς και τους εργολάβους, θα μπορούσε νάναι το έμβλημα αυτής της ευρύτατης συναίνεσης, με ή χωρίς μνημόνιο.
‘Ισως βέβαια, ακόμα πιο σπουδαία πρωτοβουλία της κυβέρνησης, είναι η απόφαση να πουλήσει το δημόσιο. Και πρώτα-πρώτα τα κρατικά λαχεία. Σίγουρο και άκοπο χρήμα; καλύτερα να το πάρει κανένας «επενδυτής», να του κάνει χρηστή χρήση, παρά να πηγαίνουν τα λεφτά στο δημόσιο, να διαφθείρονται οι υπάλληλοι με μισθούς και οι συνταξιούχοι με συντάξεις. Καταπληκτική κι η άλλη ιδέα της κυβέρνησης: να ξαναγυρίσει την ΟΥΛΕΝ.
Παλληκάρια μη σταματάτε! Μη σας αποτρέπει τίποτα! Είναι δύσκολος και ανηφορικός ο δρόμος που πήρατε για τη σωτηρία της Πατρίδας, αλλά είναι ωραίος ο αγώνας! Μη σταματάτε! Μη σας εμποδίσουν οι γνωστές συκοφαντίες, ότι τάχα μου προβλέπετε γρήγορα να τελειώνει το έργο και βιάζεστε να κάνετε τη μεγάλη μπάζα, προτού φύγετε στο εξωτερικό. Μη σας αποτρέπουν οι εκδηλώσεις του όχλου, όταν ξεμοναχιάζει πολιτικούς ή εργατοπατέρες. Μπροστά, να σώσετε την πατρίδα.
‘Ενας από τους ευφυέστερους και πιο αδίστακτους Υπουργούς αυτής της κυβέρνησης λέγεται ότι εξομολογήθηκε τον φόβο του: Αν αποτύχουμε, θα πάμε στο Γουδί. Μήπως, έτσι που πάμε, χρειαστεί στο τέλος να πούμε «από το στόμα σου και στου λαού τ’ αυτί»;
Επίκαιρα, 22.12.2010