Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Μείζονα στροφή της αγγλοαμερικανικής προσέγγισης στο κυπριακό υποδηλώνει η τελευταία, έκτη κατά σειρά, έκθεση της «Διεθνούς Ομάδας Κρίσεων» (ICG). H έκθεση είναι σημαντική γιατί η ICG συνιστά ένα από τα βασικά εργαλεία που δημιούργησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και, ευρύτερα, το «ατλαντικό λόμπυ», για να προωθήσουν διεθνώς την πολιτική τους, με εργαλεία πιο ευέλικτα από την παραδοσιακή, κρατική διπλωματία.
Η ίδια η ICG παρουσιάζεται ως μη κυβερνητική οργάνωση, μόνο που χρηματοδοτείται από μια σειρά κυβερνήσεων και διεθνών επιχειρηματικών ομίλων, μεταξύ των οποίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα Υπουργεία Εξωτερικών πολλών ευρωπαϊκών χωρών και της Τουρκίας, οι Ροκφέλλερ και δεν συμμαζεύεται. Αντίστροφα, η ICG επηρεάζει, «ρίχνει ιδέες» για την πολιτική πολλών κυβερνήσεων. Στο παρελθόν μάλιστα, αρκετές από τις «ιδέες»-προτάσεις της για την Κύπρο υλοποιήθηκαν, όπως π.χ. η ανάγκη απομάκρυνσης του Τάσσου Παπαδόπουλου από την Προεδρία και, σε ένα βαθμό τουλάχιστο, η de facto διακοπή λειτουργίας του «ενιαίου αμυντικού δόγματος» Ελλάδας-Κύπρου.
Το «δόγμα Χόλμπρουκ»
Η αγγλοαμερικανική προσέγγιση στο τρίγωνο «Ελλάδα-Κύπρος-Τουρκία», όπως διαμορφώθηκε ιδίως από τον Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, στη δεκαετία του 1990, περιελάμβανε την επίλυση του κυπριακού και των ελληνοτουρκικών και την ένταξη Κύπρου και Τουρκίας στην ΕΕ. Αν αυτά πραγματοποιούνταν, η ζώνη από την Αδριατική μέχρι την Κύπρο, το Κουρδιστάν και τον Καύκασο, θα ενοποιούνταν ως πόλος αμερικανο-τουρκικής κυριαρχίας εντός της ΕΕ. Θα «έκλεινε» τον δρόμο της Ρωσίας προς τη Μεσόγειο και θα συμπλήρωνε την «περικύκλωση» της «Γαλλογερμανίας», σε συνδυασμό με τους πόλους ατλαντισμού της Βρετανίας και της Αν. Ευρώπης («Νέα Ευρώπη»).
Από αυτό το σύνολο πραγματοποιήθηκε μόνο η κυπριακή ένταξη, ενώ η επίλυση του κυπριακού προσέκρουσε στην απόρριψη του σχεδίου Ανάν και η επίλυση των ελληνοτουρκικών δεν προχώρησε. Η άρνηση της Τουρκίας να εφαρμόσει το τελωνειακό πρωτόκολλο με την ΕΕ, που προνοούσε την ελεύθερη πρόσβαση των κυπριακών σκαφών στα αεροδρόμια/λιμάνια της Τουρκίας είχε ως αποτέλεσμα το μπλοκάρισμα αρκετών κεφαλαίων της ενταξιακής διαπραγμάτευσης Τουρκίας-ΕΕ, ενώ οι «διερευνητικές επαφές» Αθήνας και ‘Αγκυρας δεν κατέληξαν σε κανένα οριστικό αποτέλεσμα. Η εκλογή του κ. Χριστόφια το 2008, οδήγησε σε επανάληψη των συνομιλιών για το κυπριακό, πάλι χωρίς αποτέλεσμα μέχρι τώρα. Ακόμα όμως κι αν η τουρκική πλευρά συμφωνήσει αύριο το πρωί με τις προτάσεις Χριστόφια, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα εγκριθεί η λύση, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων διαφωνεί σταθερά, σε όλες τις δημοσκοπήσεις, με τις προτάσεις που κάνει ο Πρόεδρος εν ονόματί τους!
Η νέα τακτική που προτείνει η ICG
Στο παρελθόν, η ICG εξέφραζε την προσδοκία ότι η πτώση Παπαδόπουλου θα οδηγούσε στην έγκριση μιας παραλλαγής του σχεδίου Ανάν. ‘Όμως, το δημοψήφισμα του 2004 απεδείχθη ότι άφησε μονιμότερο κατάλοιπο στην κυπριακή «συλλογική συνείδηση», που καθιστά πολύ δύσκολη την έγκριση ενός σχεδίου στις γραμμές που γίνεται τώρα η διαπραγμάτευση. Ο ίδιος ο Κύπριος Πρόεδρος και το κόμμα του βρίσκονται πολιτικά σε πολύ δύσκολη θέση. Επιπλέον, η ‘Αγκυρα εγκολπώθηκε ευχαρίστως όποιες παραχωρήσεις έκανε ο κ. Χριστόφιας, δεν δείχνει όμως καμία διάθεση να κάνει η ίδια οποιεσδήποτε παραχωρήσεις, πόσο μάλλον που δεν γνωρίζει αν θα καταλήξουν σε ένταξη. Οι τωρινές τουλάχιστο κυβερνήσεις σε Παρίσι και Βερολίνο, δεν έχουν καμία διάθεση να πιέσουν τη Λευκωσία να λύσει το κυπριακό, ανοίγοντας τον τουρκικό δρόμο για την ΕΕ. (Αυτό βεβαίως είναι ένα δεδομένο που μπορεί πιθανότατα να μεταβληθεί μετά τις επόμενες εκλογές σε Γαλλία και Γερμανία)
Προ του διαφαινομένου αδιεξόδου και προκειμένου να προωθήσει τις άλλες επιδιώξεις τους, δηλαδή την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ (και την ομαλή λειτουργία της στρατιωτικής συνεργασίας ΝΑΤΟ-ΕΕ, που έχει επίσης μπλοκαριστεί λόγω του κυπριακού), η ICG, για πρώτη φορά, παρακάμπτει αυτό που αποτελούσε την κύρια αρχική επιδίωξη, την επίλυση δηλ. του κυπριακού και προτείνει μια σειρά «μέτρων εμπιστοσύνης» το κύριο αποτέλεσμα των οποίων, αν εφαρμόζονταν, θα ήταν η απρόσκοπτη συνέχιση της ενταξιακής διαπραγμάτευσης, όπως επίσης η αυξημένη στρατιωτική συνεργασία Τουρκίας και ΕΕ, η διευκόλυνση μεγάλων ενεργειακών σχεδίων που προβλέπουν τη μεταφορά υδρογονανθράκων μέσω Τουρκίας, η περαιτέρω άρση του όποιου κόστους για την ¨Αγκυρα από την κατοχή μέρους της Κύπρου και μια μείζων πρόοδος στην ντε φάκτο ανεξαρτοποίηση του “ψευδοκράτους”. Το μόνο ουσιαστικό “αντάλλαγμα” για την αποδοχή όλων αυτών από την Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι η επιστροφή στους ιδιοκτήτες τους των περιουσιών που διαθέτουν στην Αμμόχωστο, υπό “προσωρινή” διοίκηση του ΟΗΕ και βεβαίως με ένα τεράστιο κόστος για την ανοικοδόμηση μιας ακατοίκητης σήμερα υπό τουρκική κατοχή “πόλης-φαντάσματος”. Eνδεχομένως μάλιστα ούτε κι αυτό θα συμβεί, δεδομένου ότι τα έξη μέτρα δεν συνιστούν “πακέτο”: οι δύο πλευρές καλούνται να τα εφαρμόσουν μονομερώς,
Τα ΅μέτρα εμπιστοσύνης΅
Ειδικότερα, τα έξη “μέτρα εμπιστοσύνης” περιλαμβάνουν:
1. Εφαρμογή του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου Τελωνειακής ¨Ενωσης με την ΕΕ, με το άνοιγμα των τουρκιών λιμανιών και αεροδρομίων στα κυπριακά σκάφη, όπως και δικαίωμα χρήσης του τουρκικού εναέριου χώρου από τα “ελληνοκυπριακά αεροσκάφη” (όπως ονομάζει τα κυπριακά αεροσκάφη η έκθεση υιοθετώντας, όπως και πολλά άλλα σημεία της, την τουρκική ορολογία)
2. Οι Ελληνοκύπριοι πρέπει να επιτρέψουν τη χρήση του λιμανιού της Αμμοχώστου για το κυπριακό, ελληνοκυπριακό και τουρκοκυπριακό εμπόριο με την ΕΕ, υπό τουρκοκυπριακή διαχείριση και υπό εποπτέια της ΕΕ. Πρέπει να σταματήσουν την “πρακτική μπλοκαρίσματος” των κεφαλαίων της ευρωτουρκικής διαπραγμάτευσης και, εφόσον εφαρμοσθεί το Πρωτόκολλο και αρχίσει το εμπόριο με την Τουρκία, να ανοίξουν την «πράσινη γραμμή» στη διέλευση τουρκικών προϊόντων.
3. Η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι πρέπει να επιστρέψουν την περιουσία τους στην Αμμόχωστο στους Ελληνοκύπριους ιδιοκτήτες της, υποκείμενη σε ένα «μεταβατικό» καθεστώς υπό τον ΟΗΕ, που θα επιβλέπει την ανοικοδόμηση
4. Οι Ελληνοκύπριοι πρέπει να επιτρέψοιυν πτήσεις τσάρτερ που θα παρακολουθούνται (monitored) από την ΕΕ.
5. Η Τουρκία, η Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι δύο κοινότητες πρέπει να δημιουργήσουν μηχανισμό επαλήθευσης των επιπέδων των στρατευμάτων. Οι δύο κοινότητες πρέπει να οργανώσουν απογραφή του πληθυσμού.
6. Οι Ελληνοκύπριοι πρέπει να συνεργασθούν με τις τουρκοκυπριακές διοικητικές οντότητες, εν αναμονή μιας πολιτικής ρύθμισης.
Στις έξη αυτές προτάσεις η ICG προσθέτει και μία παρότρυνση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συνεχίσει να λειτουργεί, υπό την Προεδρία της ΕΕ, ως «έντιμος διάμεσος» (honest broker) για να εξασφαλίσει συμφωνία για τα μεταβατικά βήματα. Οι ηγέτες των μελών της ΕΕ πρέπει να αποφεύγουν δηλώσεις που παίρνουν το μέρος μιας πλευράς, «όσο συνεχίζονται οι συνομιλίες και κανένα μέρος δεν είναι σαφώς αρνητικό (obstructive)”. Με άλλα λόγια, η ΕΕ πρέπει να συμπεριφέρεται ως η Κυπριακή Δημοκρατία να μην είναι μέλος της και κακώς η Κυρία Μέρκελ υπερασπίστηκε τη Λευκωσία στην τελευταία της επίσκεψη.
Κύπρος/Ελλάδα: χωρίς πολιτική, χωρίς σοβαρότητα
Οι προτάσεις της ICG είναι τόσο ακραία μεροληπτικές υπέρ της Τουρκίας και τόσο περιφρονητικές για την κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που δύσκολα θα βρούν κυβερνήσεις πρόθυμες να συμφωνήσουν στη Λευκωσία. Δεν παύουν όμως να έχουν τη σημασία τους για τρεις κυρίως λόγους:
α) δείχνουν το κλίμα διεθνώς και συντείνουν με τη σειρά τους στην άσκηση πιέσεων επί της Λευκωσίας και της Αθήνας
β) αποδεικνύουν ότι οι κυβερνήσεις Λευκωσίας και Αθήνας είναι πλήρως απούσες από τη διεθνή πολιτική, σε ότι αφορά το κυπριακό, αλλά και έχουν αφήσει, πολιτικά και διπλωματικά ανυπεράσπιστες την Κύπρο και την Ελλάδα. Οι συντάκτες της έκθεσης είναι φιλότουρκοι. Κυρίως όμως δεν τους περνάει καν από το μυαλό ότι πρέπει να βρουν ένα τρόπο να ικανοποιήσουν και την άλλη πλευρά, γιατί η άλλη πλευρά δεν έχει αιτήματα. Κι όταν έχει αιτήματα, συνίστανται σε μια παραλλαγή του σχεδίου Ανάν, δηλαδή ενός σχεδίου διάλυσης του κυπριακού κράτους!
γ) αναδεικνύουν τα προφανή κενά της κυπριακής διπλωματικής στρατηγικής. Τι θα κάνει η Λευκωσία αν αύριο ανοίξει τα λιμάνια η Τουρκία; Θα την αφήσει ανενόχλητη στην ενταξιακή πορεία, χωρίς να την αναγνωρίζει και με στρατιωτική κατοχή; Τι θα κάνει αν ο ¨Ερογλου δεχτεί τις προτάσεις Χριστόφια που απορρίπτουν οι Ελληνοκύπριοι;
Oι διαθέσεις των Ελληνοκυπρίων απομάκρυναν, τουλάχιστο προσωρινά, τον μείζονα κίνδυνο αυτοδιάλυσης του κυπριακού κράτους. Στο σημείο που βρισκόμαστε, αυτό το τελείως αυτονόητο, πρέπει να θεωρείται ήδη μεγάλη εθνική νίκη. Αλλά βέβαια όταν παίζεις επί μονίμου βάσεως “άμυνα”, κάποια στιγμή θα υποστείς την ήττα. Ακόμα κι αν δεν είναι τελειωτική, δηλ. η διάλυση του κράτους, Κύπρος και Ελλάδα ήδη καταβάλλουν και θα καταβάλλουν στο μέλλον ακόμα μεγαλύτερο τίμημα για την μη πολιτική τους στο κυπριακό.
Η Τουρκία έχει τεράστια διπλωματική και πολιτική ανάγκη να λύσει το κυπριακό. Είναι το κύριο πρόβλημά της διεθνώς, γιατί δεν είναι δυνατόν να έχει εισβάλει και να κατέχει ευρωπαϊκό έδαφος, όση προσπάθεια κι αν καταβάλλουν, Αθήνα και Λευκωσία, να μειώσουν το τίμημα που πληρώνει. Αντί όμως Ελλάδα και Κύπρος να χρησιμοποιήσουν αυτή την ιστορική δυνατότητα για να πιέσουν την Τουρκία για λύση (ή να αυξήσουν το κόστος που θα έπρεπε να καταβάλλει για τη μη λύση), αφού πρώτα καταφέρουν βέβαια να αποφασίσουν μια αξιοπρεπή λύση που να θέλουν, αντί για τις σαχλαμάρες που διαπραγματεύονται, έχουν καταφέρει να πιέζονται οι ίδιες και να κατηγορούνται από την Τουρκία!
Η υποτέλεια στους ξένους και η αρλουμπολογία χαρακτηρίζουν διαχρονικά τη στάση των ελλαδικών και κυπριακών ελίτ. ¨Όλα τα πράγματα έχουν όμως ένα τέλος. Κάποια στιγμή έρχεται ο λογαριασμός, όπως ήδη ήρθε στην Ελλάδα, απειλώντας την ίδια την υπόστασή της. Ελλαδίτες και Κύπριοι πολιτικοί εξακολουθούν να διαγκωνίζονται για τα ωφέλη της εξουσίας σε δύο κράτη που είναι αμφίβολο ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν επί μακρόν, όπως πολιτεύονται!
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επίκαιρα, τον Μάρτιο 2011