Θέμος Στοφορόπουλος, ένας θρύλος της ελληνικής Διπλωματίας (1940-2020)

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

«Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι αναγκασμένες να σταθούν στα πόδια τους εγκαταλείποντας την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να επιβιώσουν ως αποικίες του ιμπεριαλισμού».

Με αυτή την φράση ολοκλήρωσε τον πρόλογο που μου έκανε την μεγάλη τιμή να γράψει για το βιβλίο μου Η Κύπρος στο Στόχαστρο, το 2017, ο πρώην Πρέσβης της Ελλάδος στη Λευκωσία Θέμος Στοφορόπουλος, που έφυγε χτες,  χτυπημένος από την «επάρατο». Ο Στοφορόπουλος υπήρξε από τις λαμπρότερες μορφές της ελληνικής διπλωματίας, τους ελάχιστους «μεγάλους διπλωμάτες» των δεκαετιών μετά τη μεταπολίτευση, άνθρωπος που άφησε εποχή στο ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών και που τον χαρακτήρισε διαχρονικά μια σπάνια μαχητικότητα και στην υπεράσπιση των ελληνικών θέσεων και στη διατύπωση της γνώμης του.

Με τη φράση που διάλεξε για να τελειώσει το κείμενό του, ο Στοφορόπουλος άγγιξε τον πυρήνα του ελληνικού προβλήματος, την ανολοκλήρωτη ανεξαρτησία και κυριαρχία του ελληνικού (όπως και του κυπριακού) κράτους, την ασφυκτική εξάρτηση του ελληνικού πολιτικού, κρατικού και οικονομικού προσωπικού από ξένες δυνάμεις κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα του χρόνου που διήλθε μετά την Επανάσταση του ’21.

Η εξάρτηση αυτή ήταν που εξουδετέρωσε τα τόσο σπάνια στην παγκόσμιο ιστορία κεφάλαια ηρωισμού των αγωνιστών του ‘21, της Εθνικής Αντίστασης (1940-44) και της κυπριακής αντιαποικιακής επανάστασης (1955-59).

Με τη φράση του αυτή ο Στοφορόπουλος δεν υποδεικνύει μόνο το εθνικά, κοινωνικά, δημοκρατικά δέον. Υποδεικνύει αυτό που είναι όρος για την επιβίωση του ελληνισμού! Μας λέει ότι χωρίς ένα μίνιμουμ ανεξαρτησίας, κυριαρχίας, αυτοσεβασμού, δεν μπορούμε να υπάρχουμε. Μας λέει το αντίθετο από αυτό που μας λένε συνήθως οι πολιτικο-οικονομικές ελίτ μας, από την προτροπή τους δηλαδή να προσκυνάμε τους «πλούσιους και ισχυρούς» αυτού του κόσμου.

Αυτοί ισχυρίζονται ότι είναι «ρεαλιστές», η ιστορική εμπειρία δεν τους επιβεβαιώνει, τον Στοφορόπουλο επιβεβαιώνει! Η Ελλάδα ακολούθησε πιστά τα desiderata των Αγγλογάλλων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και αμέσως μετά, για να εισπράξει τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πρωταγωνίστησε στην ευρωπαϊκή μάχη κατά του Ναζισμού για να δει τους μεγάλους Συμμάχους μας να μας σπρώχνουν, μόνους εμάς σε όλη την Ευρώπη, σε έναν αιματηρό Εμφύλιο αμέσως μετά την απελευθέρωση. Μετά το 1947, γίναμε πιο φιλοαμερικανοί και από τους Αμερικανούς, μέχρι και στην Κορέα πήγαμε για χάρη τους. Μας ευχαρίστησαν οργανώνοντας τα πογκρόμ των Ελλήνων στην Πόλη, τη δικτατορία στην Ελλάδα και την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο. Το 2010, εφαρμόσαμε κατά γράμμα ότι μας ζήτησαν με αποτέλεσμα να υποστούμε τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική καταστροφή χώρας του δυτικού καπιταλισμού μετά το 1945 και να είμαστε πάντα σε καθεστώς καταστρεφόμενης αποικίας χρέους. Σήμερα, η ίδια η εθνική υπόσταση της μητροπολιτικής πλέον Ελλάδας κινδυνεύει ποικιλότροπα και η χώρα παραμένει περισσότερο εξαρτημένη από ποτέ.

Η φράση του Στοφορόπουλου συμπυκνώνει το credo του Έλληνα διπλωμάτη, τοποθετώντας τον στον αντίποδα ακριβώς της φιλοσοφίας και της πολιτικής της υποτέλειας, του «Ανήκομεν» μιας άρχουσας τάξης και ενός πολιτικού προσωπικού που οργανώνουν την εξάρτηση της χώρας από το εξωτερικό για να την λεηλατούν ακόμα πιο άνετα στο εσωτερικό.  Τον τοποθετεί στον αντίποδα των κυκλωμάτων που κυριαρχούσαν, αν δεν κυριαρχούν και σήμερα, στο ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, εξασφαλίζοντας σε μεγάλο βαθμό τον έλεγχό του, όπως και όλου του ελληνικού βαθέος κράτους (Στρατός, ΚΥΠ, Ασφάλεια) από τους Αμερικανούς. Μόνο κάπως περιορισμένο διάλειμμα αυτής της κατάστασης, η περίοδος της πρωθυπουργίας του Ανδρέα Παπανδρέου, που κι αυτός όμως δεν φρόντισε να βάλει μόνιμα, σταθερότερα, θεσμικά και αξιοκρατικά θεμέλια για μια πιο ανεξάρτητη κρατική πολιτική.

Τη φιλοσοφία του αυτή ο Στοφορόπουλος δεν την διεκήρυσσε απλώς ρητορικά. Την έκανε πράξη με αποκορύφωμα την παραίτησή του το 1988, από τη θέση του Πρέσβη της Ελλάδος στη Λευκωσία, όταν ο τότε Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να «βάλει το κυπριακό στο ράφι», κατά τη συνάντησή του στο Νταβός με τον Τούρκο Πρόεδρο Τουργκούτ Οζάλ. Μια στάση για την οποία αργότερα, είναι αλήθεια, ο Ανδρέας είχε το θάρρος να παραδεχθεί ότι ήταν εσφαλμένη (Mea Culpa θα πει μιλώντας στη Βουλή).

Το κυπριακό ήταν ένα από τα μεγάλα θέματα που τον απασχόλησαν και στο οποίο άφησε τη σφραγίδα του ο Στοφορόπουλος και όταν υπηρετούσε στη Νέα Υόρκη, ως αναπληρωτής εκπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ και, ιδίως, ως Πρέσβης στη Λευκωσία. Για τους βαθιά τραυματισμένους από τον ρόλο της χούντας Ελληνοκύπριους ο Στοφορόπουλος αντιπροσώπευε την καλή «μητέρα πατρίδα». Γιατί, ακόμα και αυτοί του ΑΚΕΛ, μερικοί από τους οποίους ανέπτυσσαν και λίγο παράξενες θεωρίες για την καταγωγή των κατοίκων του νησιού, είχαν εν τέλει συνείδηση ότι δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την Ελλάδα. ‘Άντε, καμμιά μέρα θα μαζευτούμε όλοι στην Ελλάδα, έλεγε στον Θέμο (όπως ο ίδιος μου εξολομολογήθηκε) ο Εζεκίας Παπαϊωάννου.

Στον Ανδρέα Παπανδρέου πολλά πρέπει να του προσάψει και πολλά θα του προσάψει η Ιστορία. Ταυτόχρονα όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μικρή Ελλαδίτσα ξαναβρήκε στις μέρες του ένα μέρος από την αξιοπρέπεια που αναζητούσε από τότε που της στείλανε τον ‘Οθωνα και μετά τον Γλύξμπουργκ να την κυβερνήσουν.

Η Αθήνα απέκτησε φωνή και η φωνή της μέτραγε και στην ΕΟΚ και στο ΝΑΤΟ. Με την Πρωτοβουλία των ‘Έξη για τα πυρηνικά έφτασε να παίζει παγκόσμιο ρόλο, ήταν η Αθήνα που μεσολαβούσε ανάμεσα στον Μιτεράν και τον Καντάφι, ενώ οι ‘Αραβες, ακόμα και σήμερα «πίνουν νερό» στο όνομα του Ανδρέα για την πολιτική του στη Μέση Ανατολή.

Το 1982, ο Θέμος ήταν Πρέσβης στη Βηρυτό, όταν η Ελλάδα έστειλε καράβια να πάρουν από τον Λίβανο τον Γιασέρ Αραφάτ και τους βομβαρδιζόμενους από τους Ισραηλινούς μαχητές του. (Μερικά από όσα έζησε τα περιέγραψε και σε αυτήν εδώ την εκδήλωση ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟ ΛΑΟ). Αργότερα υπηρέτησε στη Δαμασκό, επίσης ένα από τα στηρίγματα της πολιτικής του Ανδρέα στη Μέση Ανατολή και απέναντι στην Τουρκία.

Τα γράφω τώρα αυτά στη σημερινή Ελλάδα, που ζει μια από τις περιόδους βαθύτερης εξάρτησης στην ιστορία της και μου έρχονται στο νου του ποιητή οι στίχοι: «Παρηγορία μόνη σου έμενε να λες περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις».

Είναι όμως χάρη στο παράδειγμα ανθρώπων σαν τον Στοφορόπουλο που μπορεί κανείς να ελπίζει ακόμα και σε δίσεκτους καιρούς, είναι το δικό τους παράδειγμα που έρχεται να τονίσει τη δυνατότητα που εμπεριέχει ο Ελληνισμός και που μπορεί να εμπνεύσει νέους ανθρώπους. Αλίμονο σε λαούς που δεν μπορούν να βγάλουν Στοφορόπουλους.

Ο Θέμος ανήκε στους ευάριθμους ‘Ελληνες διπλωμάτες που ήθελαν να εκπροσωπούν ένα κράτος υποκείμενο της πολιτικής του, όχι ένα κράτος – «κλωτσοσκούφι». Τον θυμάμαι να μου επισημαίνει ότι δεν υπήρξε ούτε μια διεθνής συμφωνία που το κείμενό της να συνέταξε η Ελλάδα.

Στη δεκαετία του 1990, ο Στοφορόπουλος, από κοινού με τον Καθηγητή Μακρυδημήτρη έκαναν μια σειρά εισηγήσεων για την οργάνωση της ελληνικής διπλωματικής υπηρεσίας που, όπως ανέφερε ο τότε Υφυπουργός Γιάννος Κρανιδιώτης, επηρέασαν τη σύνταξη του οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών. Οι εισηγήσεις Στοφορόπουλου – Μακρυδημήτρη εξεδόθησαν σε έναν τόμο υπό τον τίτλο «Το σύστημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, η θεσμική διάσταση» από τις εκδόσεις Σιδέρη.

Οι συγγραφείς αξιολογούν στο βιβλίο τους το σύστημα της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας, τις βασικές μεταβλητές και τις παραμέτρους, που φαίνεται να επενεργούν προσδιοριστικά στο σύστημα της εξωτερικής πολιτικής όλων των χωρών, επισημαίνοντας και τις αδυναμίες του συστήματος, όπως είναι, «η περιορισμένη σχεδιαστική και αναλυτική ικανότητα μακροσκοπικού χαρακτήρα, ο χαμηλός βαθμός στρατηγικού σχεδιασμού και προσανατολισμού, η έλλειψη της απαραίτητης λειτουργικής συνοχής και συντονισμού μεταξύ των διαφόρων παραγόντων και επιπέδων που εμπλέκονται στη σχεδίαση και την εφαρμογή της εξωτερικής πολιτικής και η πληθώρα γραφειοκρατικών διαδικασιών σε όλα σχεδόν τα επίπεδα». Εξετάζουν επίσης τον σχεδιασμό και συντονισμό της εξωτερικής πολιτικής στο κυβερνητικό και στο κοινοβουλευτικό έργο, αξιολογούν τις προτάσεις των ελληνικών κομμάτων για το Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής και ασχολούνται με τα κριτήρια στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, την αναδι-οργάνωση και διοίκηση της Κεντρικής Υπηρεσίας, τη στελέχωση και τη λειτουργία της Διπλωματικής Υπηρεσίας.

Ο Θέμος ήταν στον αντίποδα του «δημοσιοσχεσίτη χωρίς περιεχόμενο» που πλημμύρισε τις τελευταίες δεκαετίες τη δημόσια ζωή της χώρας, πάντα πρόθυμος να αγωνιστεί για την πατρίδα του και τις ιδέες του, χωρίς να λογαριάζει σε ποιόν θα γίνει και σε ποιόν δεν θα γίνει αρεστός. Το 2013, εκτιμώντας ότι η όλη προσπάθεια να ανακηρυχθεί ΑΟΖ δεν είχε κανένα απολύτως νόημα, από την άποψη του ελληνικού εθνικού συμφέροντος, αν δεν ήταν μια προβοκάτσια οργανωμένη από ξένα κρατικά και επιχειρηματικά συμφέροντα, είχα επιδοθεί σε μια ακόμα «δονκιχωτική», όσο και μονήρη προσπάθεια αποτροπής της ανακήρυξης ΑΟΖ. Ζήτησα από τον Θέμο να με βοηθήσει με το κύρος του και εκείνος δεν δίστασε ούτε μια στιγμή να το κάνει, την ίδια στιγμή που πολλοί άλλοι, περιλαμβανομένων και πολύ υψηλά ιστάμενων προσώπων του πολιτικού συστήματος, με διαβεβαίωναν μεν ιδιωτικώς ότι έχω δίκιο, απέφευγαν όμως να τοποθετηθούν δημοσίως. Ο Στοφορόπουλος έκανε τότε την ακόλουθη δήλωση που έπαιξε κάποιο ρόλο, εκτιμώ, στην ορθή, κατά τη γνώμη μου, απόφαση του τότε Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά να μην ανακηρύξει ΑΟΖ:

“Για την αξιοποίηση υδρογονανθράκων στο υπέδαφος του θαλασσίου βυθού  η αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ), που υπάρχει μόνον αν ανακηρυχθεί δεν παρέχει βέβαια και σημαντικά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με την υφαλοκρηπίδα που υπάρχει και χωρίς αναγγελία. Η οροθέτηση μεταξύ ΑΟΖ Ελλάδας και Τουρκίας θα εξαρτιόταν, όπως συμβαίνει και με την υφαλοκρηπίδα, από το συσχετισμό ισχύος των δύο κρατών και μάλιστα από τις δυνατότητες των ενόπλων δυνάμεων που το

καθένα διαθέτει. Αν δεν είναι σίγουρο πως η Ελλάδα έχει την ικανότητα αποτροπής τουρκικής επίθεσης και αν πρόθεση της κυβέρνησης είναι να στηριχθεί σε

ενθαρρύνσεις ξένων, έρχονται στη σκέψη οι στίχοι του Σολωμού “άλλος σου έταξε βοήθεια /και σε γέλασε φρικτά”. Αλλά και αν τηρηθούν οι υποσχέσεις που έχουν ενδεχομένως δοθεί, μια τέτοια εξάρτηση θα συντελέσει σε ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση και υποδούλωση του ελληνικού λαού» (Η Ελλάδα Αύριο, 14-1-2013).

‘Όταν κυπριακή και ελληνική κυβέρνηση έσπευδαν στη Γενεύη, τον Γενάρη του 2017, σε μια επιχείρηση πραξικοπηματικής επαναφοράς από το παράθυρο (παρακάμπτοντας δηλαδή ουσιαστικά την υποχρέωση νέου δημοψηφίσματος) του σχεδίου Ανάν για τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, είμαστε πια λιγότεροι από τα δάχτυλα των δύο χεριών όσοι αντισταθήκαμε, σε Αθήνα και Λευκωσία, στην προσπάθεια αυτή, που οργάνωσε η Αμερικανίδα αν. Υπουργός Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ, η Νεοσυντηρητική αρχιτέκτων του πραξικοπήματος στην Ουκρανία, με τη συνδρομή δυστυχώς των κυβερνήσεων και της πλειοψηφίας του πολιτικού κόσμου Ελλάδας και Κύπρου. Και, για να είμαστε ειλικρινείς, ήταν τελικά ο Ερντογάν που διέσωσε τότε την Κυπριακή Δημοκρατία, δια της επιμονής του στην υπεράσπιση των παράνομων τουρκικών διεκδικήσεων, που κατέστησαν αδύνατη την επίτευξη μιας τελικής καταστροφικής, αν επήρχετο, συμφωνίας.

Ανάμεσα στους ελάχιστους ανθιστάμενους, όπως πάντα, και ο Στοφορόπουλος. Που επεσήμαινε αναφορικά με την κυοφορούμενη λύση:

«Σχετικά προτιμότερη (από τέτοια λύση) θα ήταν και αυτή ακόμα η διχοτόμηση, η δημιουργία δύο χωριστών κρατών στην Κύπρο, με διεθνές σύνορο που τουλάχιστο θα προστάτευε κάπως τον Κυπριακό Ελληνισμό. (Προσωρινά, διότι ο τουρκικός επεκτατισμός θα συνέχιζε να ελλοχεύει).

«Επειδή έτσι έχουν τα πράγματα, είναι ανησυχητικό πως ούτε στην Κύπρο, ούτε στην Ελλάδα (με εξαίρεση το ΚΚΕ) έχουν διαμορφωθεί επαρκώς επεξεργασμένες θέσεις, ως αντίσταση σε όσα επαπειλούνται και στις συνέπειές τους. Αυτές θα είναι οδυνηρές, αφού η «λύση» θα είναι άκρως άδικη, θα υπηρετεί εξω-κυπριακά συμφέροντα και θα στηρίζεται στο χωρισμό του κυπριακού λαού σε δύο τμήματα που θεωρεί φύσει εχθρικά το ένα προς το άλλο. Θα δημιουργούνται συνεπώς συνεχείς κρίσεις τις οποίες θα υφίσταται ο κυπριακός λαός, ενώ θα αποδεχθούν και πάλι φρούδες οι ελπίδες των Ελλαδιτών αστών (θυμηθείτε την «ευτυχέστερη μέρα της ζωής» του Κωνσταντίνου Καραμανλή) να απαλλαγούν από την Κύπρο.» (*)

Είναι χάρι σε ανθρώπους σαν τον Θέμο Στοφορόπουλο, είναι χάρι στο έργο τους και στο παράδειγμά τους, που κάνουν ακόμα πιο σημαντικό οι δύσκολες περιστάσεις και τα αντίξοα περιβάλλοντα στα οποία παρήχθη, που μπορούμε οι ‘Έλληνες να ελπίζουμε ακόμα και να παραμένουμε περήφανοι σε τόσο δύσκολους, ενίοτε και πνιγηρούς  καιρούς.

Η εξόδιος ακολουθία του Θέμου Στοφορόπουλου θα γίνει σήμερα Παρασκευή στο Ά Νεκροταφείο Αθηνών και ώρα 12:00’.Η κηδεία θα γίνει το Σάββατο στη 1:00 στην γεννέτειρα του την Άμφισσα. Aς είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει.

(*) Πρόλογος στο Δημ. Κωνσταντακόπουλου, Η Κύπρος στο Στόχαστρο, Ινφογνώμων, Αθήνα 2017 

Δημοσιεύτηκε στο www.zougla.gr