Τράπεζες: Τοκογλυφικός γκαγκστερισμός

«Τιμωρία» στους καταθέτες

Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
13.01.2020

Παρότι οι καταθέσεις, έστω και δειλά, επιστρέφουν στις συστημικές τράπεζες μετά και την τυπική άρση των capital controls, και οι χορηγήσεις μένουν σχεδόν παγωμένες στα επίπεδα των μνημονιακών ετών, τα επιτόκια καταθέσεων τείνουν στο μηδέν, ενώ τα επιτόκια δανεισμού αυξάνονται.

Αυτό το… πιστωτικό παράδοξο καταγράφηκε και στα τελευταία στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, σύμφωνα με τα οποία το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων καταθέσεων τον Νοέμβριο διαμορφώθηκε στο 0,19%, ενώ το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις διαμορφώθηκε στο 4,34%.

Φυσικά, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων (που περιλαμβάνει πιστωτικές κάρτες, ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς) διαμορφώνεται πολύ υψηλότερα, στο 14,51%, ενώ τα επιτόκια πιστωτικών καρτών φτάνουν μέχρι και το 25% σε μια εποχή μηδενικών ή και αρνητικών επιτοκίων σε όλη την ευρωζώνη.

Ο σχεδόν εκμηδενισμός των επιτοκίων καταθέσεων στη διάρκεια του 2019 –που για τους λογαριασμούς ταμιευτηρίου και τους τρεχούμενους χωρίς συμφωνημένη διάρκεια μηδενίζονται κυριολεκτικά στο 0,01% έως 0,02% για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες– κόστισε στους καταθέτες τουλάχιστον 100 εκατ. ευρώ σε τόκους που απώλεσαν.

Κι αυτό έρχεται σε κραυγαλέα αντίθεση με το 1,5 δισ. που εισέπραξαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μόνο από τις προμήθειες για τις υπηρεσίες που παρέχουν, τις οποίες μάλιστα έσπευσαν να αυξήσουν από τον περασμένο Ιούλιο, προκαλώντας μεγάλες αντιδράσεις, αλλά και την παρέμβαση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού προσωπικά. Παρέμβαση της οποίας δεν έχουμε δει κανένα αποτέλεσμα, με εξαίρεση μεμονωμένες περιπτώσεις.

Εξαφάνιση τόκων

Η επιθετική πολιτική μείωσης των επιτοκίων καταθέσεων, μαζί με τον φόρο 15% στους τόκους, ουσιαστικά εξαφανίζει τους τόκους των νοικοκυριών και υπονομεύει την επιστροφή των αποταμιεύσεων στις τράπεζες.

Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, στη διάρκεια του 11μηνου Ιανουάριος-Νοέμβριος 2019 το μέσο επιτόκιο καταθέσεων έπεσε από το 0,29% στο 0,19%.

Την ίδια περίοδο, οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 5 και πλέον δισ. (από 109,4 στα 114,9 δισ.), με αποτέλεσμα οι τόκοι που τους αναλογούν να περιοριστούν από τα 317 εκατ. ευρώ που αντιστοιχούσαν στα επιτόκια στην αρχή του έτους σε 218 εκατ. στο τέλος του Νοεμβρίου.

Η έλλειψη επιτοκιακού κινήτρου, εξάλλου, είναι ορατή και στη μείωση των προθεσμιακών καταθέσεων το ίδιο διάστημα, από τα 44,5 δισ. στην αρχή του 2019 στα 43,6 δισ. στο τέλος του. Αυτή η απώλεια αντισταθμίστηκε από την αξιοσημείωτη αύξηση των καταθέσεων ταμιευτηρίου την ίδια περίοδο, από τα 52,1 δισ. στα 56,2 δισ. ευρώ.

Η πολιτική σχεδόν εκμηδενισμού των επιτοκίων καταθέσεων από τις ελληνικές συστημικές τράπεζες, παρότι εκτυλίσσεται στο πλαίσιο της νομισματικής χαλάρωσης της ΕΚΤ η οποία δεν αναμένεται να αντιστραφεί τους επόμενους μήνες και όσο η οικονομία της ευρωζώνης βρίσκεται σε στασιμότητα, καθιστά τις προμήθειες που χρεώνουν οι τράπεζες τα ακριβότερα φύλακτρα όλης της Ε.Ε., τα οποία υπολογίζεται ότι τους απέφεραν στη διάρκεια του 2019 πάνω από 1,5 δισ. ευρώ.

Η νομιμότητα ορισμένων από τις προμήθειες αυτές έχει αμφισβητηθεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, που τον περασμένο Νοέμβρη έστειλε ελεγκτές στα γραφεία τραπεζών, αλλά της Ενωσής τους, αναζητώντας στοιχεία για ενδεχόμενες εναρμονισμένες πρακτικές στην αύξηση των χρεώσεων για σειρά υπηρεσιών, από τις αναλήψεις μέχρι τις ερωτήσεις υπολοίπου στα ΑΤΜ.

Χάθηκε η επανεξέταση

Τα αποτελέσματα της Επιτροπής Ανταγωνισμού μέχρι στιγμής δεν είναι γνωστά, ενώ καμιά ενέργεια δεν έχει γίνει από τις διοικήσεις των τραπεζών, που τον περασμένο Οκτώβριο, στη συνάντηση που είχαν με τον πρωθυπουργό στο Μαξίμου, είχαν υποσχεθεί επανεξέταση των εξωφρενικών χρεώσεων, με εξαίρεση το 5ευρω χρέωσης του e-banking που πήρε πίσω ως «λάθος» η Πειραιώς την Πρωτοχρονιά.

Με τα δεδομένα αυτά, και ενώ ουδείς από την κυβέρνηση φαίνεται διατεθειμένος να διαταράξει τη… νιρβάνα των πολλαπλά ευεργετημένων με δημόσιο χρήμα τραπεζών, αναρωτιέται κανείς πώς και για ποιον ακριβώς λόγο περιμένουν κυβέρνηση και πιστωτικό σύστημα να αυξηθεί η αποταμίευση των νοικοκυριών, αν υποθέσουμε ότι κάτι περισσεύει από το γλίσχρο εισόδημά τους.

Πηγή: https://www.efsyn.gr/node/226655