Πυρηνικά: Οι Ευρωπύραυλοι ξανάρχονται!

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Σε προηγούμενα άρθρα μας για τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα στην Τουρκία και για την κρίση των πυραύλων της Κούβας, υποστηρίξαμε ότι ο κίνδυνος πυρηνικής σύγκρουσης είναι τώρα μεγαλύτερος από ότι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν αυξάνει μόνο ο κίνδυνος γενικού, παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου, αλλά και ο κίνδυνος τακτικού, δηλαδή γεωγραφικά περιορισμένου πολέμου.

Τέσσερα είναι τα υποψήφια θέατρα ενός τέτοιου “τακτικού πολέμου”. Η Μέση Ανατολή, η Άπω Ανατολή, η ινδική υποήπειρος και η Ευρώπη με διάφορα “υποθέατρα”, ένα εκ των οποίων είναι και η Βαλκανική. Η Ελλάδα ανήκει στο τέταρτο και γειτνιάζει με το πρώτο από αυτά, όπου ανήκει η Κύπρος. Ενίοτε, φίλοι αναγνώστες αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό το θέμα του πυρηνικού κινδύνου.

Δεν θα εξετάσω εδώ τις βαθύτερες ψυχολογικές και πολιτικές αιτίες, ούτε τις συνέπειες μιας τέτοιας στάσης που είναι κατανοητή μεν, όχι όμως συμβατή με τον ορθολογισμό. Ας δούμε λοιπόν πως έχουν τα γεγονότα, γύρω από το θέμα των πυρηνικών όπλων παγκοσμίως και στην Ευρώπη. Έχει σημασία να το κάνουμε αυτό και για έναν επιπλέον λόγο. Ζούμε σε καθεστώς ανερχόμενου ολοκληρωτισμού στην πολιτική, την οικονομία και την ενημέρωση (βλέπε τα άρθρα μας για τις βρετανικές εκλογές και τα κίτρινα γιλέκα).

Ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης δεν έχει πλέον βασικές πληροφορίες για το τι πραγματικά γίνεται ακόμα και σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Δεν γνωρίζει τι θέλουν τα Κίτρινα Γιλέκα, τι προτείνει το βρετανικό Εργατικό Κόμμα ή ότι ο Σόιμπλε έγινε πρόσφατα ο πρώτος Γερμανός πολιτικός μετά τον πόλεμο, που χρησιμοποίησε τον όρο «καταστροφή» για το 1945. Ακόμα περισσότερο δεν γνωρίζει τι γίνεται στα θέματα των πυρηνικών όπλων.

Η συνθήκη INF

Το 1987, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ υπέγραψαν τη συνθήκη INF για την απαγόρευση των πυρηνικών δυνάμεων μεσαίου βεληνεκούς, γνωστών ως ευρωπυραύλων. Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η Ρωσία έγινε το διάδοχο κράτος στις αμερικανοσοβιετικές συνθήκες. Οι ευρωπύραυλοι (Πέρσινγκ, Κρουζ, SS-20) είχαν θεωρηθεί εξόχως αποσταθεροποιητικά όπλα. Η εγκατάσταση τους στην Ευρώπη είχε προκαλέσει ένα αντιπολεμικό κίνημα στη δεκαετία του 1980, που συγκλόνισε την Ευρώπη και ιδίως τη Γερμανία.

Ο πρώτος λόγος που αυτά τα όπλα θεωρήθηκαν εξόχως αποσταθεροποιητικά ήταν ότι μπορούσαν να πλήξουν τον αντίπαλο σε πολύ λίγο χρόνο. Επομένως, δεν άφηναν επαρκή χρόνο στάθμισης της κατάστασης και αύξαναν την πιθανότητα λάθους αντίδρασης, ακόμα και από λάθος εκτίμηση. Στην ιστορία των πυρηνικών όπλων έχουν τεκμηριωθεί τουλάχιστον εκατό περιπτώσεις «λάθος συναγερμού», όταν δηλαδή η αμερικανική ή σοβιετική (ρωσική) αεράμυνα εκτίμησε ότι δεχόταν πυρηνική επίθεση.

Σημειωτέον ότι στο βεληνεκές αυτών των όπλων είναι και η ίδια η Μόσχα, καθιστώντας τα χρήσιμα σε μια στρατηγική αιφνιδιαστικού πρώτου πλήγματος. Αν όμως η Ρωσία ή οι ΗΠΑ εκτιμήσουν ότι μπορεί να δέχονται τέτοιο πλήγμα, τότε έχουν λόγο να μην περιμένουν, αλλά να βιαστούν να εξαπολύσουν αμέσως τα πυρηνικά τους όπλα για να μην τα χάσουν. Ο δεύτερος λόγος που καθιστά εξόχως αποσταθεροποιητικά αυτά τα όπλα είναι ότι μπορούν να χρησιμεύσουν σε τακτική πυρηνική σύγκρουση.

Από την εποχή που απέκτησαν την ατομική βόμβα και οι Σοβιετικοί, η μεγάλη προσπάθεια των πυρηνικών στρατηγιστών είναι να αναπτύξουν μεθόδους που θα επέτρεπαν σε μια δύναμη να χρησιμοποιήσει τα πυρηνικά όπλα της, χωρίς να καταστραφεί και η ίδια. Το ΝΑΤΟ ανέπτυξε τα δόγματα της “ευέλικτης αντίδρασης” και της “προκεχωρημένης απάντησης”. Θα είχαμε δηλαδή μια πρώτη πυρηνική ανταλλαγή γύρω από τη γραμμή αντιπαράθεσης των δύο συνασπισμών, με την προσδοκία να επιτευχθεί μία πρώτη νίκη και η σύγκρουση να σταματήσει εκεί.

Γερμανία, Ελλάδα και ΝΑΤΟ

Αν και η Γερμανία είχε αποδεχθεί αυτά τα δόγματα, πάντα δυσανασχετούσε, γιατί προέβλεπαν στην πραγματικότητα ότι Αμερικανοί και Σοβιετικοί θα έκαναν τον πόλεμό τους στην Ευρώπη, αρχίζοντας με την καταστροφή της Ανατολικής και της Δυτικής Γερμανίας! Η συνείδηση του τι θα συνέβαινε στους Γερμανούς, ακόμα και σε έναν περιορισμένο πυρηνικό πόλεμο ήταν από τις βασικές αιτίες που αναπτύχθηκε το αντιπολεμικό κίνημα στη Γερμανία. Ήταν επίσης και βασικός παράγοντας, μαζί φυσικά με τις οικολογικές ανησυχίες, για τη δημιουργία του κόμματος των Πρασίνων.

Σημειωτέον ότι τα ίδια θα συνέβαιναν σε μία τακτική πυρηνική σύγκρουση στα Βαλκάνια, όπου υπήρχαν και σοβιετικά όπλα στη Βουλγαρία και αμερικανικά στην Ελλάδα. Υπήρχαν τόσο καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όσο και μετά τη λήξη του. Από την Ελλάδα αποσύρθηκαν μόνο το 2001. Ένας τακτικός πυρηνικός πόλεμος στη Βαλκανική το πιθανότερο θα εξαφάνιζε απλώς τον ελληνικό λαό. Μόνο που, σε αντίθεση με τη Γερμανία, ελάχιστοι ήταν εδώ που επεσήμαναν τέτοιους κινδύνους.

Όταν λοιπόν υπογράφτηκε η συνθήκη INF, το 1987, θεωρήθηκε παγκοσμίως ένα πολύ μεγάλο βήμα προς την εξάλειψη του κινδύνου του πυρηνικού πολέμου και την εμπέδωση της ειρήνης. Η αίσθηση ότι πάμε πλέον σε μια αιώνια “καντιανή” ειρήνη κέρδισε παγκοσμίως έδαφος. Διευκόλυνε πάρα πολύ την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων από την Ανατολική Ευρώπη και τη γερμανική ενοποίηση.

Tέλος o έλεγχος των πυρηνικών

Τριάντα δύο χρόνια μετά την πανηγυρική υπογραφή της συνθήκης INF, που ήταν η είδηση της χρονιάς το 1987, η τωρινή είδηση ότι οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τη συνθήκη, ακυρώνοντας την, πέρασε στα ψιλά, όπως και η ρωσική πρόταση προς το ΝΑΤΟ να μην εγκατασταθούν νέα όπλα μέσου βεληνεκούς στην Ευρώπη, έστω και χωρίς συμφωνία. Το ίδιο και η πρόσφατη δοκιμή από τους Αμερικανούς νέου πυραύλου που απαγορευόταν από την INF.

Αν η υπογραφή της INF υπήρξε όντως ένα τόσο σημαντικό βήμα προς την ειρήνη, τι συνιστά η κατάργησή της; Πόσο μάλλον όταν η κατάργηση της INF δεν είναι μεμονωμένo γεγονός, αλλά εντάσσεται σε μια συστηματική πολιτική αποδόμησης όλου του πλέγματος συνθηκών ελέγχου των πυρηνικών όπλων. Η αρχή έγινε με την αμερικανική αποχώρηση από τη συνθήκη ΑΒΜ που απαγόρευσε τα αντιβαλλιστικά όπλα.

Σημειωτέον ήταν η Ουάσιγκτον που επέμεινε στην υπογραφή της, μετά την κρίση της Κούβας, εκτιμώντας ότι είναι μείζονος σημασίας να μην υπάρχει ο πειρασμός και ο φόβος ενός πρώτου αιφνιδιαστικού πλήγματος. Το τελευταίο άλλωστε, επί Τραμπ, “πυρηνικό δόγμα” των ΗΠΑ συγκαταλέγει τη Ρωσία και την Κίνα στους εχθρούς, αλλά και δεν αποκλείει την πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων.

Απομένει τώρα εν ισχύ η τελευταία από τις μεγάλες συνθήκες ελέγχου των όπλων, η START, υπογραφείσα το 1991, που αφορά τον κορμό του πυρηνικού οπλοστασίου των δύο υπερδυνάμεων, τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα. Αυτή προέβλεπε την καταστροφή ενός πολύ μεγάλου αριθμού πυρηνικών όπλων, που είχαν αλόγως συσσωρευθεί στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Η συνθήκη λήγει σύντομα, οι διαπραγματεύσεις δεν πάνε καλά, οι Ρώσοι έχουν προειδοποιήσει ότι ο χρόνος εξαντλήθηκε ήδη.

Ένοχη σιωπή

Πριν από μερικές μέρες, ο πρόεδρος Πούτιν πρότεινε την παράτασή της για μια πενταετία, χωρίς όρους, χωρίς αλλαγές, χωρίς νέες διαπραγματεύσεις. Ουδείς του απήντησε. Κανένα από τα βασικά δυτικά ΜΜΕ του νέου “Ολοκληρωτιστάν”, στο οποίο ταχέως μεταβάλλεται η Δύση, μπήκε στον κόπο να δώσει ιδιαίτερη έκταση ή σχολιασμό στο θέμα. Προφανώς, μια ευρεία δημοσιότητα ή συζήτηση μπορεί να προκαλέσει ανησυχία στη δυτική κοινή γνώμη για το ακριβώς επιδιώκει η Ουάσιγκτον.

Θα χαλούσε επίσης τη “σούπα” του νέο-Μακαρθισμού, στο πλαίσιο του οποίου, όποιος τολμά να αμφισβητήσει τις κύριες δυτικές πολιτικές, χαρακτηρίζεται φιλορώσος, αντισημίτης, λαϊκιστής ή και όλα μαζί. Από μια άποψη είναι λογικό. Αν δεν γίνει πυρηνικός πόλεμος οι υπεύθυνοι της ενημέρωσής μας θα πουν ότι είχαν δίκιο να μην ασχολούνται με το θέμα. Αν γίνει, δεν θα υπάρχει κανείς για να τους ζητήσει το λογαριασμό!

Τώρα μπορεί να μου πείτε πάλι ότι δεν μπορεί να γίνει πυρηνικός πόλεμος γιατί εσείς, όπως κι εγώ, τον βρίσκετε παράλογο. Μόνο που πρέπει να εξηγήσετε γιατί γίνονται όλα τα παραπάνω. Γιατί πήγαμε από την ατελή ασφαλώς ειρήνη του 1989-91, στο νέο Ψυχρό Πόλεμο; Γιατί οι ΗΠΑ βιάζονται να απαλλαγούν από όλους τους περιορισμούς των συνθηκών και, επίσης, των αμοιβαίων επιθεωρήσεων των πυρηνικών οπλοστασίων; Γιατί αποκηρύσσουν συμφωνίες, για τις οποίες πρωτοστάτησαν, όπως η ΑΒΜ; Το κάνουν γιατί θέλουν να αποφύγουν μια πυρηνική σύρραξη, ή γιατί δεν θέλουν να παραιτηθούν από την επιδίωξη να την καταστήσουν δυνατή, επιδίωξη χιμαιρική μεν, επικίνδυνη δε;

“Απειλή” η Κίνα και η Ρωσία

Σημειωτέον ότι τα δυτικά ΜΜΕ δεν αποσιωπούν μόνο τι προτάσεις κάνουν οι Ρώσοι. Αποσιωπούν και σημαντικές αποφάσεις του ΝΑΤΟ, που μόνο αθώες δεν είναι. Τριάντα χρόνια μετά τη μονομερή αποχώρηση των Σοβιετικών από την Ανατολική Γερμανία και τη μονομερή διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, το ΝΑΤΟ στις αρχές του μήνα αποφάσισε μεταξύ άλλων να εντάξει την Κίνα στις δυνητικές απειλές. Αποφάσισε, επίσης, να επεκτείνει τη δραστηριότητά του και στο διάστημα, να εντείνει από όλες τις πλευρές τη στρατιωτική του πίεση στη Ρωσία.

Σημειωτέον, μια διεθνής καμπάνια εδώ και πέντε χρόνια προσπαθεί να εμφανίσει τη Μόσχα ότι ετοιμάζεται να εισβάλλει στις χώρες της Βαλτικής, στην Πολωνία και στη Σκανδιναβία! Σε σημείο που ο εκδότης της Handelsblatt (εφημερίδα των Γερμανών βιομηχάνων) να πει σε άρθρο του στο αποκορύφωμα της ουκρανικής κρίσης, ότι αυτά που γράφονται στη Γερμανία είναι τα ίδια που γράφονταν τον Αύγουστο του 1914, στην έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Άλλο ζήτημα που απασχολεί το ΝΑΤΟ είναι η 5G κινητή τηλεφωνία. Πρώτον, πιέζουν τα μέλη της Συμμαχίας να αγνοήσουν εμπορικά ή και στρατηγικά συμφέροντά τους και να προτιμήσουν τους Δυτικούς, όχι τους Κινέζους κατασκευαστές. Δεύτερον, θέλουν να ελέγχουν οι ίδιοι ένα σύστημα που δεν είναι απλά σύστημα κινητής τηλεφωνίας, αλλά σύστημα ικανό να θέσει υπό γενικευμένη, μαζική και διαρκή παρακολούθηση και χειραγώγηση τον παγκόσμιο πληθυσμό. Ο συνδυασμός των πυρηνικών όπλων με την επανάσταση της πληροφορίας και την τεχνητή νοημοσύνη, απειλεί να δημιουργήσει ένα εντελώς ανεξέλεγκτο και χαοτικό περιβάλλον.

 

Δημοσιεύτηκε στο slpress.gr