Δημητρης Κωνσταντακοπουλος: “Η Κυπρος στο στοχαστρο”

Βιβλιχνηλασίες | Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή

 

Μετά τα πολυδιαβασμένα βιβλία του «Η Αρπαγή της Κύπρου»(2004) και «Η Κύπρος σε Παγίδα»(2008), ο διακεκριμένος εξ Ελλάδος παλαίμαχος της πένας και της διερευνητικής δημοσιογραφίας Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος ήλθε μόλις πριν από λίγες μέρες να καταθέσει το νέο του πόνημα «Η Κύπρος στο στόχαστρο»(Ινφογνώμων), στοχεύοντας να προβληματίσει με πόνο ψυχής, καθαρές πατριωτικές προθέσεις και ρηξικέλευθες απόψεις για τα σημερινά επί ξυρού ακμής τεκταινόμενα στο Κυπριακό. Όπως τα δύο πρώτα συνδέονται με επίμαχες φάσεις του πρόσφατου ιστορικο-πολιτικού μας γίγνεσθαι, το πρώτο με το συντριπτικό «Όχι» στο Σχέδιο Ανάν και το δεύτερο με την επόμενη τετραετία της διάσπασης τής κεντροαριστεράς και της επαπειλούμενης εθνικής καταστροφής, σύμφωνα με την αποτίμησή του, τα κείμενα του παρόντος έργου των 238 σελίδων διαπνέονται από την ίδια αγωνία επαγρύπνησης για το κοινό μέλλον της Κύπρου και της Ελλάδας.

Έτσι, θέλει να ενημερώσει βαθύτερα και να ενεργοποιήσει την κρίση του αποστασιοποιημένου, ανυποψίαστου είτε συγχυσμένου πολίτη μέσα σ’ ένα θολό κλίμα αδρανούς απογοητευτικής κόπωσης λόγω των άκαρπων παρελκυστικών συνομιλιών, αλλά και μέσα από άγονες συζητήσεις, αμφιλεγόμενες και συσκοτισμένες αντιπαραθέσεις. Ενδελεχής γνώστης των πραγμάτων όχι μόνο ως προς τις επεκτατικές  βλέψεις της Τουρκίας, αλλά και των διπλωματικών παιγνιδιών και των διαπλεκομένων διεθνών συμφερόντων, που εποφθαλμιούν τη γεωστρατηγική θέση και τον ορυκτό μας πλούτο, δεν κινδυνολογεί, απεναντίας, αφυπνίζει και προειδοποιεί. Επομένως, και δεν υπερβάλλει ο υπότιτλος του βιβλίου: «Γιατί θέλουν μια Κύπρο χωρίς Έλληνες».

Εξ αφορμής, κυρίως, των διαπραγματεύσεων στο Crans-Montana και της κυοφορούμενης μη λειτουργικής λύσης με τις συνεχείς παραχωρήσεις της πλευράς μας προς εξευμενισμό της αείποτε τουρκικής αδιαλλαξίας, ο Κωνσταντακόπουλος αναλύει και τεκμηριώνει, επεξηγεί και στοιχειοθετεί συγκροτημένες εισηγήσεις, παραπέμποντας ταυτόχρονα σε κρίσιμες καμπές των τελευταίων 60 χρόνων των πολιτικών μας δρώμενων. Αδιάψευστες οι μαρτυρίες και οξυδερκείς οι κρίσεις του από τη μακρά εμπλοκή και το αδιάπτωτό του ενδιαφέρον στο πρόβλημά μας στα πλαίσια των δημοσιογραφικών του αποστολών, των συνεντεύξεων με ισχυρούς πρωταγωνιστικούς παράγοντες και της εντρύφησής του σε έγγραφα διαφωτιστικών αρχειακών πηγών.

Στο βιβλίο, που επιμερίζεται για λόγους ευανάγνωστης πρόσληψης σε 13 κεφάλαια και μικρότερα υποκεφάλαια, συνοψίζονται τα συμπεράσματα των κεφαλαιωδών σημείων για μιαν αγωνιστική εθνική συμπόρευση και προς αποφυγήν ανεπανόρθωτων επιπτώσεων στον άρρηκτα συνδεδεμένο ζωτικό χώρο της επιβίωσης των Ελλήνων της Κύπρου και της Ελλάδος. Στις εισαγωγικές και τελευταίες σελίδες, πλην του προϊδεαστικού σημειώματος του συγγραφέως, περιλαμβάνονται σημαντικοί πρόλογοι, όπως και αξιόλογα παραρτήματα με κείμενα διαπρεπών ανδρών της νομικής επιστήμης και της πολιτικής, των Γραμμάτων και του πολιτισμού: των Γ.Κασιμάτη, Θ.Στοφορόπουλου, Μίκη Θεοδωράκη κ.ά.

Από τα ισαξίως, διαχρονικώς και επικαίρως ενδιαφέροντα περιεχόμενα του βιβλίου παραθέτουμε ενδεικτικά το σύντομο αυτοτελές κείμενο με τον κατά τραγική ειρωνεία απορητικό τίτλο: «Θα τηρήσει η Τουρκία τις υποσχέσεις της;»: «Δεν βλέπω κανένα λόγο να είμαι πιο Τούρκος από τους Τούρκους, αποδίδοντάς τους προθέσεις που όχι μόνο δεν έχουν, αλλά το λένε και οι ίδιοι ότι δεν έχουν! Την απάντηση την έδωσε ο πρώην Πρόεδρος της Τουρκίας Αμπντουλάχ Γκιούλ. Στη διάρκεια μιας επισκέψεως στο Μπακού, προ ετών, όταν οι Αζέροι τον ενεκάλεσαν για τις συμφωνίες της χώρας του με την Αρμενία, τους απάντησε ότι κακώς νομίζουν ότι η Άγκυρα υπέγραψε τις συμφωνίες, για να τις τηρήσει! Διδακτική φαντάζομαι είναι και η εμπειρία από τη Συρία και το Ιράκ, όπου ο τουρκικός στρατός έχει εισέλθει, χωρίς να ζητήσει την άδεια κανενός και κάνει ό,τι θέλει, παραβιάζοντας όλο το διεθνές Δίκαιο. Και στην Κύπρο άλλωστε βρίσκεται από το 1974 κατά παράβαση του διεθνούς Δικαίου και δεν δείχνει καμιά διάθεση να φύγει. Τι μας λέει άλλωστε ο ίδιος ο κ. Ακιντζί, απείρως σοβαρότερος και ειλικρινέστερος από τη δική μας πλευρά; Χρειαζόμαστε, λέει, τον τουρκικό στρατό καμιά δεκαπενταριά χρόνια και, αν το πράγμα δουλέψει, το συζητάμε να φύγει».

Αφουγκραζόμαστε, ωστόσο, εδώ και τη φωνή του Μ.Θεοδωράκη: «Ας σοβαρευτούμε λοιπόν και ας κοιτάξουμε όλοι μαζί πώς θα γλιτώσουμε από τη νέα παγίδα στην οποία μας οδηγούν».

* Δημοσιεύτηκε στη Σημερινή Λευκωσίας στις 23/7