Κίνδυνος εθνικού ακρωτηριασμού-Κόμματα και εξωτερική πολιτική

Κάτι πολύ σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας και κάτι πολύ άσχημο προοιωνίζεται για τη χώρα.

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
20 Μαΐου 2023

Σε προηγούμενο άρθρο μας αναφερθήκαμε σε σειρά επικίνδυνων, ανεπίστρεπτων και απαράδεκτων παραχωρήσεων προς την Τουρκία που έκανε ήδη η κυβέρνηση Μητσοτάκη-Δένδια.

Οι παραχωρήσεις αυτές ανοίγουν τον δρόμο για να μπουν Ελλάδα και Τουρκία στην αναζήτηση «συμβιβαστικών» λύσεων ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα στο Αιγαίο, τη Θράκη, ακόμα και τα Δωδεκάνησα όπου αναθερμάνθηκε το τουρκικό ενδιαφέρον για τους εκεί Μουσουλμάνους, ίσως και σε εκ νέου προώθηση του σχεδίου Ανάν για τη διάλυση του κυπριακού κράτους (για το τι είναι αυτό το σχέδιο διαβάστε εδώ το «κλασικό» σχετικό και ευσύνοπτο κείμενο του Μίκη Θεοδωράκη).

Η ίδια όμως η φύση των «προβλημάτων», δηλαδή η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας και του δικαιώματος άμυνας των νησιών δεν επιτρέπει συμβιβασμούς. Εκτός αν ως συμβιβασμός νοείται να δώσουμε τα νησιά στο ΝΑΤΟ να τα έχει και να τα φυλάει, κάτι που ανταποκρίνεται άλλωστε στη στρατηγική επιδίωξη των ΗΠΑ και άλλων δυνάμεων της συλλογικής Δύσης.

Δεν προτίθενται ασφαλώς σε καμιά περίπτωση να δώσουν στην Τουρκία Αιγαίο, Κύπρο και Θράκη, τρεις από τις στρατηγικά σημαντικότερες ζώνες της υφηλίου. Τις θέλουν για τον εαυτό τους. Χρησιμοποιούν τον τουρκικό εθνικισμό για να τις αφαιρέσουν από τους Έλληνες και να τις ελέγχουν απευθείας. Είναι χαρακτηριστική άλλωστε η απαράδεκτη χρήση του όρου «Νατοϊκά νησιά» από τον πρωθυπουργό για να περιγράψει τα νησιά του Αιγαίου, που διεκδικεί ένα γειτονικό μέλος του ΝΑΤΟ.

Τέτοιες «συμβιβαστικές λύσεις», «στη μέση» απαίτησε ανοιχτά από τους Έλληνες πολιτικούς ο ίδιος ο Ανθύπατος Πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα κ. Τσούνης, μιλώντας στο πρόσφατο φόρουμ των Δελφών χωρίς να προκαλέσει την παραμικρή άξια λόγου αντίδραση είτε από την κυβέρνηση, είτε από την αντιπολίτευση. Αντίθετα περισσεύουν οι Έλληνες πολιτικοί που σπεύδουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην Ουάσιγκτον ανταποκρινόμενοι και σε ενδεχόμενες μελλοντικές ανάγκες της προτού καν διατυπωθούν. Ο κ. Βενιζέλος π.χ. πρότεινε να αντιστραφεί η πολιτική όλων των ελληνικών κυβερνήσεων μετά το 1974 και να μπει το Κυπριακό στο ράφι. Ο κ. Λοβέρδος ήδη από τον Δεκέμβριο μίλησε για αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών με αντάλλαγμα υποχώρηση των τουρκικών αποβατικών δυνάμεων κατά 300 χλμ. στην τουρκική ενδοχώρα.

Η πρόταση αυτή παρουσιάζει πρόβλημα λόγω της ασυμμετρίας και των διαφορετικών αναγκών που έχει η άμυνα των νησιών, στα οποία μπορεί κανείς να επιτεθεί εύκολα από μεγάλη απόσταση (π.χ. με ελικόπτερα) αλλά δεν είναι εύκολο να στείλει κάποιος γρήγορα δυνάμεις και να τις οχυρώσει για άμυνα. Επιπλέον όμως όλη αυτή η συζήτηση παραβλέπει μια μικρή «λεπτομερειούλα» που θέλουν μονίμως να ξεχνάνε οι ελληνικές κυβερνήσεις και οι Έλληνες πολιτικοί. Η Τουρκία έχει εισβάλλει στην Κύπρο, διατηρεί εκεί μια πολύ μεγάλη στρατιωτική δύναμη, έχει πλήρη αεροναυτική κυριαρχία και απειλεί την ασφάλεια εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Κύπρου για τους οποίους δεν μπορεί να αδιαφορήσει, ακόμα κι αν το θέλει, οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση.

Γι’ αυτό και είναι εντελώς παλαβή η ιδέα των (όλο και πιο άσχετων με βασικά προβλήματα της χώρας τους) Ελλήνων πολιτικών ότι μπορεί να αποσυνδεθούν τα ελληνοτουρκικά από το Κυπριακό. Η πραγματική γραμμή ελληνοτουρκικής στρατιωτικής αντιπαράθεσης ξεκινάει από το Διδυμότειχο και καταλήγει στην Αμμόχωστο και δεν είναι σοβαρές προτάσεις και πολιτικές που δεν λαμβάνουν υπόψη τους αυτόν τον παράγοντα.

Όταν όμως έχουμε φτάσει στο σημείο ο υπουργός Εξωτερικών να χαρακτηρίζει «ψυχικό πρόβλημα» την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος «ως εμμονή στο παρελθόν» την απαίτηση καταβολής των γερμανικών αποζημιώσεων, χωρίς να έχουν σηκωθεί και οι πέτρες να τους βαράνε και χωρίς κανείς να έχει ζητήσει την παραίτησή τους, κάτι πολύ σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας και κάτι πολύ άσχημο προοιωνίζεται για τη χώρα.

Η κατάσταση αυτή δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση, αλλά και την αντιπολίτευση, πιστεύεται άλλωστε ότι τόσο ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν όσο και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς ζήτησαν από τον Αλέξη Τσίπρα να «βοηθήσει» να περάσουν αυτά τα ζητήματα, είτε από τη θέση του Πρωθυπουργού, είτε από τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι γνωστή μάλιστα η εξαιρετικά μεγάλη σύγχυση που επικρατεί στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναφορικά με θέματα εξωτερικής, αμυντικής και διεθνούς πολιτικής, η ευκολία της ηγεσίας του να ρέπει προς τον καιροσκοπισμό και τον ιδεολογικό και ηθικό «σχετικισμό». Δυστυχώς.

Να προσθέσουμε με την ευκαιρία  ότι, όταν ο κ. Τσίπρας ρωτήθηκε στο debate, αν συμφωνεί με την αγορά F-35 απέφυγε να απαντήσει. Τα αεροπλάνα αυτά λειτουργούν μόνο όταν θέλουν οι Αμερικανοί, κοστίζουν τεράστια ποσά, είναι αμφίβολο αν μας βοηθάνε απέναντι στα τουρκικά drones και είναι κυρίως χρήσιμα σε ενδεχόμενο πυρηνικό πόλεμο με τη Ρωσία ή το Ιράν. Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τα ξέρει όλα αυτά, αλλά φαίνεται να δυσκολεύεται πάρα πολύ να πει ή να κάνει οτιδήποτε μπορεί να στενοχωρήσει τις ΗΠΑ. Ανήκει σε αυτούς που πιστεύουν ότι έτσι κερδίζουν την εύνοια των Αμερικανών.

Δεν είναι αυτή η σχολή του Ανδρέα Παπανδρέου, του Μακάριου και του Ταγίπ Ερντογάν, που κατήγαγε δίπλα έναν ιστορικό θρίαμβο επιτιθέμενος στην Ουάσιγκτον και στηριζόμενος στην υπερηφάνεια και το αίσθημα αξιοπρέπειας του τουρκικού λαού για να τον αποσπάσει. Τα σχόλια όμως περιττεύουν. Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στον Τούρκο πρόεδρο από τη μια, τους έξη αρχηγούς των ελληνικών κομμάτων από την άλλη.

ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ: Να καταργήσουμε το βέτο στην Ε.Ε.

Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης έχει αναλάβει εργολαβικά να προωθήσει, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά επίσης και στην Κύπρο, τη νέα γερμανική εξυπνάδα, δηλαδή την κατάργηση του βέτο στα ζητήματα Εξωτερικής και Αμυντικής Πολιτικής που διαθέτουν ακόμα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Επανέλαβε αυτή τη θέση και στο debate. Μόνο που αυτό το βέτο είναι το μοναδικό όπλο που διαθέτουν μικρές χώρες όπως η Ελλάδα για να μην τις διαλύσουν οι σύμμαχοι και εταίροι. Είναι η τελευταία γραμμή άμυνας του ελληνικού κράτους-έθνους. Είναι δυνατό να το παραδώσουμε στο Βερολίνο ή τις Βρυξέλλες, όταν Βερολίνο και Βρυξέλλες έχουν πρωταγωνιστήσει στην επιβολή προγραμμάτων οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής της Ελλάδας, ή όταν έχουν υποστηρίξει την Τουρκία εναντίον μας;

Διαθέτοντας το βέτο, η Αθήνα ή η Λευκωσία μπορούν αίφνης να μπλοκάρουν λ.χ. την α΄ ή β΄ πολιτική απέναντι στο Κόσοβο ή την Τουρκία αίφνης, ώστε να υπερασπιστούν τα δικά τους συμφέροντα. Σε ζητήματα που άπτονται της ίδιας της ύπαρξης του ελληνικού κράτους, θα μπορούσαν επίσης να μπλοκάρουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

Είναι εντελώς απαράδεκτο να επιβάλλει η Ε.Ε. προγράμματα οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής της Ελλάδας και της Κύπρου, που καθιστούν μη βιώσιμα το ελλαδικό και το κυπριακό κράτος και η Αθήνα και η Λευκωσία να κάνουν μονίμως το καλό παιδί της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Την ίδια ώρα, δίπλα μας, η Άγκυρα έχει μπλοκάρει την ένταξη της Σουηδίας στη συμμαχία διεκδικώντας ελάχιστες παραχωρήσεις έναντι των διακυβευμάτων της Αθήνας.

Δεν είναι ασφαλώς εύκολο να μπλοκάρεις τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Είναι ένα διπλωματικό «πυρηνικό όπλο». Δεν υπάρχει όμως και λόγος να αποποιηθείς προκαταβολικά από τη χρήση του. Αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, Τσίπρα- Βαρουφάκη ήταν στοιχειωδώς σοβαρή στη διαπραγμάτευσή της με την Ε.Ε., δεν θα έπρεπε να θέτει στον εαυτό της ή στην Ε.Ε. το δίλημμα της παραμονής ή όχι στην Ένωση, αλλά να απειλήσει με χρήση του όπλου του βέτο στην Ε.Ε. για να μπορέσει να διαπραγματευθεί. Αυτό το βέτο θα χρειαστεί να ξαναχρησιμοποιήσει η Ελλάδα αν τεθεί – που είναι πιθανό να τεθεί ξανά αντικειμενικά – το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του «εξαιρετικά μη βιώσιμου» (κατά ΔΝΤ) χρέους της, ή να αντιμετωπίσει, εκείνη είτε η Κύπρος, μεγάλες τουρκικές απειλές.

Εκτός όμως αυτού, η κατάργηση της υποχρέωσης ομοφωνίας ακόμα και στα θέματα που έχει διατηρηθεί είναι πολύ επικίνδυνη και για έναν άλλο λόγο και απορεί κανείς εδώ και με την ανοησία των Γερμανών. Αν αύριο το μπλοκ της Πολωνίας και των Βαλτικών κρατών (λέγε με Αμερική) αποκτήσει πλειοψηφία στην Ε.Ε. τι θα γίνει; Θα στείλουμε στρατό να πολεμήσει στην Ουκρανία;

Για όλους αυτούς τους λόγους είναι σκόπιμο τα ελληνικά πολιτικά κόμματα να αντιτάξουν ομοφώνως στη Γερμανία ένα ξεγυρισμένο «Nein». Όταν η Ένωση θα είναι μια δημοκρατική Ένωση ισοτίμων εθνών και όχι μια δικτατορία του χρηματιστικού κεφαλαίου, του Βερολίνου, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ θα μπορούσαμε να συζητήσουμε τέτοια μέτρα. Προς το παρόν πρέπει ακόμα και η συζήτησή τους να είναι αδιανόητη για τους Έλληνες πολιτικούς.

Και γι’ αυτό όμως το τόσο σοβαρό θέμα, είναι επίσης πολύ εντυπωσιακό το ότι κανένα κόμμα δεν σχολίασε, εξ όσων γνωρίζουμε τις απόψεις Ανδρουλάκη, ούτε και έγινε καμία συζήτηση στον Τύπο και τις τηλεοράσεις της αποικίας.

Πολυπολισμός

Ο κ. Βελόπουλος υπήρξε σε μεγάλο βαθμό ο μεγάλος κερδισμένος του debate, στο μέτρο που είπε πράγματα, όπως η αναφορά του στον πολυπολισμό, που θα ήθελαν να ακούσουν από τους δικούς τους ηγέτες πάρα πολλοί πολίτες και της αριστεράς και της «πατριωτικής δεξιάς».

Έχοντας σε μεγάλο βαθμό παραιτηθεί από την υπεράσπιση του δημοκρατικού έθνους-κράτους, οι διάφορες ηγεσίες της αριστεράς, στέλνουν μαζικά ψηφοφόρους στην άκρα, τη ριζοσπαστική και τη «σκληρή» δεξιά, ιδίως μετά τη συνθηκολόγηση του 2015, που άφησε αυτές τις δυνάμεις, ακόμα και αν δεν το κάνουν κατά τρόπο γνήσιο, τουλάχιστον να εμφανίζονται ως οι μόνες «ριζοσπαστικές» και «αντισυστημικές». Η πολιτική αποτυχία έως χρεοκοπία της αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της είναι ο βασικότερος λόγος ανάπτυξης της σκληρής, ριζοσπαστικής και άκρας δεξιάς και κανείς άλλος.

Το ίδιο συμβαίνει με την ακραία και μονομερή πολιτική υπεράσπισης των προσφύγων και μεταναστών. Η πρόταση π.χ. του συμπαθούς κατά τα άλλα κ. Αρσένη του ΜέΡΑ25 να εκλέξουμε μια μετανάστρια ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δεν βοηθάει ούτε τη δημοκρατία, ούτε τους μετανάστες, ούτε τις γυναίκες. Μόνο τη Χρυσή Αυγή και τον Κασιδιάρη μπορεί να βοηθήσει και αποδεικνύει ότι όσοι λένε αυτά τα πράγματα έχουν μηδενική επαφή και με τον ελληνικό λαό και με την κατάσταση της χώρας. Ζουν σε δικό τους κόσμο.

Αλληλοτροφοδοτούμενες δυνάμεις: «Αριστερά του Σόρος» και Ακροδεξιά του Νετανιάχου

Υπάρχει διεθνώς μια «Αριστερά του Σόρος», ακραία αντιρωσική, που έχει αντικαταστήσει τον αγώνα για τα κοινωνικά δικαιώματα και τον σοσιαλισμό με τον αγώνα για τα «ανθρώπινα δικαιώματα», το σφυροδρέπανο με το ουράνιο τόξο των χρηματοδοτούμενων από τις κατά τόπους αμερικανικές πρεσβείες parades των LGBTQ κλπ. και τον αγώνα για την κατάργηση των συνόρων. Η αριστερά φυσικά οφείλει να είναι εναντίον της καταπίεσης των ανθρώπων για αυτά που λένε ή για τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις, αλλά δεν μπορεί να μετατραπεί η ίδια σε κόμμα των LGBTQ, ούτε να κάνει αυτό το ζήτημα κυρίαρχο στον πολιτικό της λόγο. Η αριστερή φιλοσοφία στο θέμα των δικαιωμάτων τούς δίνει κοινωνικό περιεχόμενο και υπόβαθρο, δεν μπορεί να συνιστά προσχώρηση στη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία του «Εγώ» χωρίς Όρια και του Ατόμου χωρίς υποχρεώσεις.

Η δήθεν αυτή αριστερά εκφράζει σε μεγάλο βαθμό μεσοαστικά κοινωνικά στρώματα ή στρώματα που θέλουν να γίνουν μεσοαστικά και λειτουργεί στην πράξη ως ο βασικός αιμοδότης, ενισχυτής και η συμπληρωματική στην αντιθετικότητά της δύναμη προς την παγκόσμια άκρα δεξιά του Τραμπ και του Νετανιάχου, που είναι το plan B του καπιταλισμού όπως ήταν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι στον μεσοπόλεμο, σπρώχνοντας εκεί μάζες λαϊκών και εργατικών στρωμάτων που, σημειωτέον, θέλουν να υπερασπιστούν τουλάχιστο τα θεμιτά εθνικά τους δικαιώματα ή συμφέροντα.

Οι μεγαλοαστοί έχουν τις καταθέσεις τους και τα σπίτια τους στη Γενεύη και το Λονδίνο, οι μεσοαστοί αν δεν τα ‘χουν ονειρεύονται να τα αποκτήσουν. Ο λαός είναι που έχει μόνο το κράτος- έθνος του να του πληρώσει σύνταξη και να του εξασφαλίσει περίθαλψη.

Και το διεθνές κόμμα του Σόρος και το διεθνές κόμμα του Νετανιάχου αποσκοπούν στο να εμποδίσουν τη σύνθεση της κοινωνικής και της εθνικής ταυτότητας, αν θέλετε επίσης της δημοκρατικής και της οικολογικής, που, όταν ενώνονται αντί να αντιπαρατίθενται δίνουν φτερά στους λαούς και βοηθάνε να πετύχουν ιστορικές νίκες. Η ενότητα της κοινωνικής, εθνικής και δημοκρατικής ταυτότητας είναι πίσω από τη φανταστική επιτυχία του ΕΑΜ στην Κατοχή, του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου και του ανερχόμενου «αντιμνημονιακού», και γι’ αυτό εθνικού, ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ της περιόδου 2012-15.

Ο «υπερπατριωτισμός» και τα αμύθητα πλούτη του Αιγαίου

Για να ξαναγυρίσουμε τώρα στον κ. Βελόπουλο, καλό είναι να κρατάει κανείς μικρό καλάθι για τις υποσχέσεις ότι θα βγάλουμε υδρογονάνθρακες δισεκατομμυρίων από το Αιγαίο και θα λύσουμε έτσι, άκοπα, όλα μας τα προβλήματα. Τα ακούμε συστηματικά αυτά πάνω από δέκα χρόνια, δεν έχουμε δει ούτε σταγόνα πετρέλαιο και παραλίγο να πάμε σε πόλεμο με την Τουρκία. Δυστυχώς, δεν υπάρχει άκοπος τρόπος να λύσουμε το οικονομικό μας πρόβλημα. Όσο για τις επεκτάσεις των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και τις ανακηρύξεις ΑΟΖ είναι επικίνδυνα μέτρα που δεν θα μας αποφέρουν όφελος, αλλά μόνο κινδύνους. Ούτε είναι δυνατή η ανατροπή της συμφωνίας των Πρεσπών, όπως υπόσχεται ο κ. Βελόπουλος, προς άγραν ψήφων, στους ψηφοφόρους.

Το μεγάλο όπλο της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση για το όνομα ήταν το βέτο στην ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ. Από τη στιγμή που το έχασε δεν μπορεί να βελτιώσει ιδιαίτερα τη συμφωνία. Αν την καταγγείλει αύριο, πέραν του ότι θα εκτεθεί διεθνώς, θα οδηγήσει τη Βόρεια Μακεδονία να πει «ωραία, αφού η Ελλάδα αποσύρεται από τη συμφωνία, αποσυρόμαστε κι εμείς. Θα χρησιμοποιούμε εφεξής τη συνταγματική μας ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας».

Όπως είπε ο Διονύσιος Σολωμός πρέπει να μάθουμε να θεωρούμε εθνικό το αληθές.

Ο Βαρουφάκης στα Ίμια

Ερωτηθείς για το τι θα έκανε αν Τούρκοι κομάντος κατελάμβαναν μια βραχονησίδα, ο αρχηγός του ΜέΡΑ25 Γιάνης Βαρουφάκης απάντησε ότι θα έκανε «πολλά τηλεφωνήματα».

Εδώ ο σχολιαστής σηκώνει τα χέρια ψηλά. Όπως τα σηκώνει και με την πρόταση να σταματήσουν οι συζητήσεις Ελλάδας- Τουρκίας και να συγκαλέσουμε πολυεθνικό φόρουμ, διεθνή διάσκεψη ανατολικής Μεσογείου για να λύσουμε τα προβλήματά μας με την Άγκυρα. Εν πρώτοις είναι αδύνατη η σύγκλιση μιας τέτοιας διάσκεψης γιατί η Αθήνα θα θέλει να συμμετάσχει η Κυπριακή Δημοκρατία και η Άγκυρα το ψευδοκράτος. Δεύτερο, αν έχουν μια δυσκολία να λύσουν τις διαφορές τους Έλληνες και Τούρκοι γιατί αν προσθέσουμε Εβραίους και Άραβες θα βελτιωθεί το κλίμα της συνεννόησης. Μάλλον ρινγκ ελληνορωμαϊκής πάλης θα αποδεικνυόταν ένα τέτοιο φόρουμ.

Γενικώς το ΜέΡΑ25 έχει την τάση να προτείνει αλλόκοτα πράγματα στην εξωτερική και διεθνή πολιτική του. Για παράδειγμα η «ειρηνευτική πρότασή» του για την Ουκρανία, δεν ζητάει μόνο να αποσυρθούν τα ρωσικά στρατεύματα από την επικράτεια της Ουκρανίας, κάτι που δεν πρόκειται και δεν πρέπει να συμβεί, θέλει επιπλέον να αποσυρθούν και 200 χλμ. πιο μέσα, να φτάσουν δηλαδή περίπου τα περίχωρα της Μόσχας, σε μια απόσταση περίπου Αθήνας- Δομοκού από το Κρεμλίνο, κάτι που δεν σκέφτηκε να προτείνει ούτε ο Ζελένσκι! Θα μπορούσε ασφαλώς μια τέτοια πρόταση να τεθεί, αν είχε προηγηθεί μια ήττα της Ρωσίας σε έναν παγκόσμιο πυρηνικό πόλεμο, και είχε κάποιος επιβιώσει, ως τμήμα των όρων παράδοσης της Ρωσίας. Αφήνουμε τις διαρκείς κατηγορίες του κ. Βαρουφάκη εναντίον του «εγκληματικού καθεστώτος Πούτιν» που δήθεν απειλεί την ευρωπαϊκή και αμερικανική δημοκρατία, κατηγορίες που δεν είναι καν τωρινές, αλλά διατυπώθηκαν προ ετών.

Ο κ. Βαρουφάκης θέλει επίσης «επαγγελματικό στρατό» που είπε στο debate ότι είναι πολύ αποτελεσματικός, δίνοντας ως παράδειγμα τους στρατούς των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Εμείς είμαστε κάπως παλιομοδίτες στο θέμα αυτό. Δεν έχουμε καμιά όρεξη να μας δέσει κάποια ώρα (στην Ελλάδα είμαστε) ο «επαγγελματικός στρατός» που ονειρεύεται ο αρχηγός του ΜέΡΑ25. Ούτε θεωρούμε υπόδειγμα τους στρατούς των ΗΠΑ και της Βρετανίας, φτιαγμένους για να κάνουν μισθοφορικές αποικιακές επεμβάσεις και όχι για να υπερασπίζονται τις χώρες τους. Εμείς προτιμάμε από τους αμφίβολης νομιμότητας και αποτελεσματικότητας επαγγελματικούς στρατούς τους στρατούς των πολιτών- οπλιτών, να πάμε όσο πιο κοντά μπορούμε στο στρατό των συνειδητών πολιτών, όπως αυτών που πολέμησαν και νίκησαν τους Γερμανούς στην Κατοχή και τους Ιταλούς στην Αλβανία, κοντά στο μοντέλο του ελβετικού στρατού. Εμπνεόμαστε από την αρχαία Αθήνα και από τον Κλαούζεβιτς, όχι βέβαια από τους εγκληματίες του Πενταγώνου και του βρετανικού υπουργείου Άμυνας.

Η υποχρεωτική στράτευση είναι ένας βασικός, θεμελιώδης θεσμός του δημοκρατικού έθνους κράτους και προς το παρόν, μέχρι να υπάρξει μια περιφερειακή ή παγκόσμια δημοκρατική οργάνωση, η υπεράσπιση του δημοκρατικού έθνους κράτους απέναντι στην Αυτοκρατορία του Νταβός – αυτή δηλαδή που θέλει πρακτικά να το καταλύσει – είναι το κύριο καθήκον οποιουδήποτε δημοκράτη και πατριώτη, πολύ περισσότερο ενός σοσιαλιστή.

Αν η θητεία ως θεσμός πάσχει να τη βελτιώσουμε. Όχι όμως να υιοθετήσουμε τον θεσμό του επαγγελματικού στρατού για να βοηθήσουμε τα παιδιά της μεσοαστικής τάξης να αποφύγουν τις υποχρεώσεις και την κοινωνικοποίησή του.

Ο Βαρουφάκης είναι ο μόνος από τους έξη αρχηγούς που καταλαβαίνει από οικονομία. Θα μπορούσε να είναι πολύ σημαντική η συμβολή του στα πλαίσια ενός συλλογικού σχεδίου. Είναι κρίμα και για τον ίδιο να πιστεύει ότι ξέρει και πράγματα που αγνοεί. Χάνει έτσι μια μεγάλη ευκαιρία να συμβάλλει στην επανίδρυση και όχι στον περαιτέρω εκφυλισμό της ελληνικής και διεθνούς αριστεράς.

Σε επόμενο άρθρο μας θα ασχοληθούμε αναλυτικά και με το ΚΚΕ του οποίου όμως οι παρεμβάσεις σπανίως έχουν χαρακτήρα συγκεκριμένης και στοχευμένης παρέμβασης στη συγκυρία, ενώ έχει, όπως διαπιστώσαμε και στην προεκλογική εκστρατεία, πολύ ισχυρότερο μένος και πάθος κατά των «όμορων δυνάμεων» της αριστεράς, παρά του καθεστώτος Μητσοτάκη! Δεν αντιλαμβανόμαστε σε τι μπορεί να βοηθάει αυτή η ιστορία τον ελληνικό λαό και τους εργαζόμενους της χώρας. Όπως δεν συμμεριζόμαστε τις επιθέσεις του στη Ρωσία, που απομειώνουν τη σημασία της όποιας κριτικής του στον ιμπεριαλισμό.

Πηγή: kosmodromio.gr