Μνήμη Παναγούλη

Του Γιαννάκη Ομήρου *
5 Μαΐου 2021

Το φθινόπωρο του 1974 οι εφοπλιστές αδελφοί Βερνίκου, ένθερμοι υποστηρικτές της Κύπρου, μας παραχώρησαν δωρεάν στην Αθήνα ένα ευρύχωρο ισόγειο διαμέρισμα επί της οδού Ηροδότου στο Κολωνάκι. Ήμασταν η Δημοκρατική Ένωση Κυπρίων Φοιτητών Αθήνας. Η δράση μας επικεντρωνόταν σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις του Ελληνικού Φοιτητικού Κινήματος για συμπαράσταση προς την Κύπρο. Μια Κύπρο καθημαγμένη από το διπλό έγκλημα του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής.

Σ’ εκείνο το διαμέρισμα ερχόταν τακτικά τα βράδια ο Αλέκος Παναγούλης. Τέλη του 1974 και αρχές του 1975. Επέμενε να μας ενισχύει οικονομικά. Ήταν παθιασμένος με την Κύπρο. Ρωτούσε για την κατάσταση που επικρατούσε μετά τη διπλή τραγωδία, αγωνιούσε και ήθελε να βοηθήσει με κάθε τρόπο. Οργισμένος από το χουντικό έγκλημα του τουρκοφόρου πραξικοπήματος επιδίωκε την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων. Είχε αρχίσει τη δική του έρευνα με επεξεργασία των μυστικών αρχείων της ΕΣΑ, που έφερναν στο φως συγκλονιστικά στοιχεία, τα οποία μέχρι σήμερα παραμένουν άγνωστα. Αργότερα οργανώνουμε την επίσκεψή του στην Κύπρο. Περιοδεύει στις ελεύθερες περιοχές και γίνεται δεκτός παντού με αγάπη και αγωνιστικό ενθουσιασμό.

Πρωτομαγιά του 1976 έφυγε ο κορυφαίος της αντιδικτατορικής πάλης. Ο αγωνιστής των αγωνιστών, αυτός του οποίου η ζωή καταξιώθηκε ως ένας διαχρονικός ύμνος προς την ελευθερία.

Ο Παναγούλης έχασε την ζωή του σε ένα περίεργο αυτοκινητικό δυστύχημα, για το οποίο ο Εισαγγελέας Δημητρής Τσεβάς είπε: «Είναι περίεργο τροχαίο ατύχημα. Τόσο περίεργο, ώστε να μην μπορεί κανείς να υποστηρίξει λογικώς ότι είναι ατύχημα».

Στη σημερινή, εξόχως αντιηρωική, εποχή, η αναφορά στον Αλέκο Παναγούλη, πέραν του ότι συνιστά ελάχιστο χρέος, αποτελεί γροθιά σε μια υπνώττουσα εθνική και κοινωνική συνείδηση.

Ο Παναγούλης γίνεται παγκόσμια γνωστός με την απόπειρα να σκοτώσει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο στις 13 Αυγούστου 1968. Η απόπειρα αποτυγχάνει, όμως ο ελληνικός λαός με κρυφά αισθήματα αγαλλίασης πληροφορείται ότι διενεργήθηκε απόπειρα δολοφονίας του αρχιτυράννου. Από το πρωί εκείνης της 13ης Αυγούστου 1968 το όνομα Αλέξανδρος Παναγούλης γίνεται θρύλος, που ξαπλώνεται σε όλη τη Γη. Συλλαμβάνεται την ίδια ημέρα. Λίγες ημέρες αργότερα συλλαμβάνονται όλα τα μέλη της οργάνωσης «Ελληνική Αντίσταση», που πήραν μέρος στην κατάστρωση του σχεδίου της απόπειρας κατά του Παπαδόπουλου. Και ενώ ο Παπαδόπουλος παίρνει τα θερμά συγχαρητήρια του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου και του Αμερικανού Πρεσβευτή για τη διάσωσή του, ένας Γολγοθάς μαρτυρίου αρχίζει για τον Παναγούλη, που θα τον παρακολουθήσει με κομμένη την ανάσα ολόκληρος ο Ελληνισμός και οι όπου Γης δημοκρατικοί άνθρωποι.

Μετά το πόρισμα της προανάκρισης, που διενήργησε ο αρχιβασανιστής ταγματάρχης της ΕΣΑ, Θεοφιλογιαννάκος, το Στρατοδικείο καταδικάζει τον Παναγούλη σε θάνατο. Η απολογία του μπροστά στους στρατοδίκες είναι ένας αληθινός καταπέλτης ενάντια στη δικτατορία και είναι συγχρόνως προσωποποιημένη η φωνή του ελληνικού λαού, που στέναζε κάτω από την τυραννία.

Τέλειωσε την απολογία του με τα εξής λόγια: «Δεν υπάρχει, κύριοι στρατοδίκαι, ωραιότερο Κύκνειο Άσμα για κάθε αγωνιστή από τον επιθανάτιο ρόγχο μπροστά στα πολυβόλα του εκτελεστικού αποσπάσματος της τυραννίας»

Η παγκόσμια εξέγερση για την καταδίκη εμπόδισε τη χούντα να στείλει τον Παναγούλη σε εκτελεστικό απόσπασμα. Εκείνος αρνήθηκε επίμονα να ζητήσει από τους τυράννους να του χαρίσουν τη ζωή.

Πέντε χρόνια πέρασε στις στρατιωτικές φυλακές στο Μπογιάτι μέσα σε φρικτή απομόνωση, σε ένα τσιμεντένιο κελί-τάφο 2Χ2. Υποβάλλεται σε φρικτά βασανιστήρια, που δεν μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους.

Τον Αύγουστο του 1973 ο Παπαδόπουλος δίνει αμνηστία υπό την οποία καλύπτεται και ο Παναγούλης, βγαίνει από τη φυλακή και από την ίδια μέρα λέει στους φίλους του: «Από απόψε βγαίνω στην παρανομία».

Τις παραμονές της εξέγερσης του Πολυτεχνείου πηγαίνει στο εξωτερικό. Αργότερα επιστρέφει στην Ελλάδα παράνομα. Μετά την πτώση της χούντας εκδηλώνει έντονο ενδιαφέρον για την Κύπρο. Κάνει επανειλημμένα δηλώσεις για την επιστροφή του Προέδρου Μακαρίου στην Κύπρο.

Στις πρώτες εκλογές μετά την πτώση της χούντας εκλέγεται βουλευτής της Β΄ Περιφέρειας Αθηνών. Στην κοινοβουλευτική ζωή του αναδεικνύεται αμείλικτος πολέμιος των άθικτων μηχανισμών της δικτατορίας.

Το φλογερό πάθος, η αγωνιστικότητα, η συνέπεια στις αρχές του, η αδέκαστη εντιμότητα, η ανθρωπιά, η ευσυνειδησία και η δημιουργική του φαντασία συνθέτουν σε γενικές γραμμές την προσωπικότητα του Αλέξανδρου Παναγούλη, που η σύντομη ζωή του υπήρξε μια αδιάκοπη θύελλα στον αγώνα γι’ αυτά που πίστευε και που τα ’χε τάξει σαν σκοπό της ζωής του.

Οι ύποπτες συνθήκες του θανάτου του συμπίπτουν χρονικά με την κορύφωση από τον Παναγούλη ενός αμείλικτου πολέμου εναντίον των βασανιστών του ελληνικού λαού και των ενόχων της κυπριακής τραγωδίας.

Σε μια εποχή κρίσης της πολιτικής, η αναφορά στον Παναγούλη μοιάζει ίσως παράδοξη και αφύσικη. Γιατί ταράσσει τον μακάριο ύπνο ενόχων και υπογραμμίζει τη συνολική μας ευθύνη να σταθούμε και σήμερα υπερασπιστές των οραμάτων του.

Ιδιαίτερα εμείς εδώ στην Κύπρο, που ο Παναγούλης τόσο αγάπησε, έχουμε ένα πρόσθετο χρέος να εμπνεόμαστε από τη μαρτυρική του πορεία. Μια πορεία συνεχούς αγώνα για τις άφθορες διαχρονικά αξίες της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Αυτή είναι μία υπόσχεση, την οποία οφείλουμε στη μνήμη του αγωνιστή των αγωνιστών, που έγραφε σε ένα ποίημα:

«Τα δάκρυα που τα μάτια μας
θα δείτε να αναβρύζουν
ποτέ μην τα πιστέψετε
απελπισίας σημάδια.
Υπόσχεση είναι μονάχα
Γι’ αγώνα υπόσχεση».

*Πρώην Πρόεδρος Βουλής των Αντιπροσώπων

Πηγή: simerini.sigmalive.com